Τώρα θα χρειαστεί να κρατηθείτε λιγάκι...μην ανησυχείτε, πρέπει να περάσουμε μέσα από ένα διάφραγμα κοσμικού πλαγκτόν κι αμέσως μετά θα βγούμε σε μια άλλη διάσταση...εκεί θα προσγειωθούμε και θα διανυκτερεύσουμε στον πλανήτη μου...είναι κάτι που σας είχα υποσχεθεί από την αρχή...Τα όντα του πλανήτη αυτού ΗΤΑΝ πολύ φιλικά με όλα τα υπόλοιπα...και κυρίως με το είδος σας...και δεν λέω ήταν για να σας ανησυχήσω...δεν είναι πως έπαψαν να είναι φιλικά...απλά, έπαψαν να υπάρχουν...είδος προς εξαφάνιση νομίζω πως το λέτε στο δικό σας πλανήτη...οι λόγοι; πολλοί και διάφοροι μα, ο κυριότερος είναι πως δεν είχαν πια λόγο ύπαρξης...κάθε ον που κατοικεί σε τούτη τη μαγική σφαίρα έρχεται για να εκπληρώσει κάποιο σκοπό...το δικό μας είδος έφερε σε πέρας την αποστολή του...εγώ απόμεινα για να ξεναγώ τους νέους ερευνητές στις αταξίδευτες διαδρομές αυτού του μακρινού κόσμου και κάπου κάπου να περισυλλέγω κανένα ναυαγό του διαστήματος...διαιώνιση αυτού του είδους δεν πρόκειται να υπάρξει...κι αυτό, πολύ απλά, γιατί δεν υπάρχει λόγος για κάτι τέτοιο...υπάρχουν βέβαια μερικά όντα ακόμα, διασκορπισμένα σε διάφορα σημεία του πλανήτη αλλά είναι δύσκολο να τα συναντήσει κανείς...κατοικούν σε σπηλιές και περνούν τον καιρό τους με προετοιμασία για τη μέρα της μεγάλης διαδρομής...στο κάτω κάτω δεν υπήρξαμε και κανένα εξαιρετικό είδος ώστε ν' αξίζει να φροντίσει ο δημιουργός για τη συνέχιση της ύπαρξής μας...και το όνομα αυτού του ερημωμένου πλανήτη είναι Όναρ...
Μετά την αναχώρηση από τον πλανήτη μου και τη διέλευση από το νέο γαλαξία προς τον οποίο κατευθυνόμαστε, αρχίζει το μακρύ ταξίδι της επιστροφής...πρέπει να γυρίσουμε και για βιολογικούς λόγους...τα έτη φωτός που έχουμε διανύσει πλησιάζουν τα όρια μιας πλήρους ανθρώπινης ζωής...και πρέπει εσείς να επιστρέψετε έγκαιρα για να διηγηθείτε τις εμπειρίες σας στους υπόλοιπους κατοίκους του πλανήτη σας κι εγώ για να παραλάβω την καινούρια αποστολή για το επόμενο ταξίδι...
"...Η πύλη της άμμου είναι η πόρτα που βγάζει στο αβέβαιο, στο δύσκολο, στο τίποτα. Είναι μια πύλη όπου ο άνεμος ραπίζει και ο χρόνος φορεί κουρελιασμένη πέτρα. Πάνω στην άμμο είμαστε αδιάβαστοι στο περπάτημα, ούτε αφήνουμε ούτε βρίσκουμε καθαρά ίχνη.
Όλοι κάποτε διαβαίνουμε την ωραία πύλη της άμμου και είναι σαν να ξαναμπαίνουμε στην κολυμπήθρα..."

ΛΟΥΔΟΒΙΚΟΣ ΤΩΝ ΑΝΩΓΕΙΩΝ
- Η ΠΥΛΗ ΤΗΣ ΑΜΜΟΥ
"...Λίγο πριν, λίγο μετά, μέσα σε μια χαοτική βιβλιοθήκη, χαμένο ανάμεσα σε κάτι πελώριους τόμους με περιπέτειες ιπποτών και εραλδικά σύμβολα, ζούσε ένα πολύ ντροπαλό παραμύθι. Ντρεπότανε που υπήρχε. Κοιτούσε γύρω του όλ' αυτά τα πλουσιοντυμένα δερμάτινα βιβλία με τους επίχρυσους τίτλους στη ράχη και τα εξώγλυφα στολίδια, αυτούς τους περήφανους, επηρμένους τόμους που το στρίμωχναν περιφρονητικά σαν να έλεγαν: "Τι γυρεύεις εσύ εδώ, ούτε μια κονταρομαχία της προκοπής δε χωράς, ακόμα και ο πιο ψωραλέος δράκος δε θα σε καταδεχότανε, ούτε η πιο παρακατιανή πριγκήπισσα, που είναι οι ζωγραφιές σου,
που είναι οι λετρίνες σου, που είναι οι περιπέτειές σου;"
Κάτι τέτοια ένιωθε να του λένε οι μεγαλοπρεπείς του
γείτονες και, το χειρότερο, είχαν δίκιο.
Χρόνια πριν, ένας φοιτητάκος άρχισε να το γράφει σ' ένα χοντρό τετράδιο, από αυτά με το χαρτονένιο εξώφυλλο και τις πάνινες γωνίες, αλλά δεν το τελείωσε ποτέ...Ήταν φοβερά ρομαντικός κι ευαίσθητος. Μια μέρα, έτσι ξαφνικά, τα παράτησε όλα κι εξαφανίστηκε, αφήνοντας απλήρωτους λογαριασμούς και νοίκια. Κάτι ακούστηκε για ερωτική απογοήτευση, ότι μπάρκαρε, ποιος ξέρει; Η σπιτονοικοκυρά πούλησε ότι βρήκε και τα λιγοστά βιβλία του κατέληξαν σ' έναν παλαιοπώλη μεταπράτη βιβλίων, που έβαλε το χοντρό τετράδιο έτσι, χωρίς να το ανοίξει, δίπλα σε παλιούς τόμους με ιστορικά μυθιστορήματα και βιβλία "δι' ενηλίκους με ειδικά γούστα",
όπως έλεγαν κάποτε τα πορνό.
Από τη μια κοκκίνιζε, από την άλλη κομπλεξαριζόταν,
στο τέλος δεν άντεξε και μια μέρα αυτοκτόνησε.
Όταν ο βιβλιοπώλης, μετά από πολύ καιρό, άνοιξε το χοντρό τετράδιο, το βρήκε άγραφτο, μόνο στην πρώτη σελίδα
είχε μια σκουροκόκκινη κηλίδα, σαν από σάλτσα, σαν από αίμα.
Βέβαια, θα μπορούσε να έχει ένα τελείως διαφορετικό φινάλε.
Έτσι στριμωγμένο και παραριγμένο, μ' όλους αυτούς τους επηρμένους τόμους γύρω γύρω, μια μέρα επαναστάτησε και μεταμορφώθηκε σε ποίημα!
Από τότε το αφήσανε ήσυχο,
για να μη σου πω ότι το φοβόντουσαν και λιγουλάκι..."

ΑΡΛΕΤΑ
- ΑΠΟ ΠΟΥ ΠΑΝΕ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΟΙΞΗ
"...Να μπορώ να λέω πως έμαθα να χάνω αλλά δεν θα χαθώ..."
ΧΑΡΙΣ ΑΛΕΞΙΟΥ
"...Και ύστερα κάλεσα τους λιγοστούς φίλους μου σε σύναξη, μυστική τάχα...
"Έϊ", τους λέω, "τα πουλιά κοιμούνται ακόμα, πρέπει να παρακάμψουμε το ποτάμι με την ομίχλη και να φύγουμε από πάνω, με τη σχεδία.
Κάτω από τα Ασώματα".
Όμως ξαφνικά τους έχασα. Απλώθηκε η ομίχλη και κάπου από μακριά, φάνηκαν κάποιοι άλλοι, φάνηκαν
οι πεθαμένοι φίλοι μου, από καιρό σιωπηλοί.
"Έϊ, έϊ! ο Θεός, ο Θεός", φώναξα.
"Ποιος Θεός...ο Γιώργος είμαι", μου απάντησε αυτός που πλησίασε πρώτος.
Έδειξε ένα καράβι με το δάχτυλο, ψηλά στον ουρανό...
Κι ο ήλιος να του αρμενίζει τα πανιά.
"Ο Θεός είναι εκεί...", μου είπε γελώντας,
"μετακομίζει συνέχεια...το βλέπεις", ένας άστεγος βαρκάρης.
"Εντάξει, εντάξει...Όμως έλα στη βάρκα μας, κρύψου κάτω απ' τις φρεσκοκομμένες κουμαριές. Δε θα σε δούνε οι φύλακες..."
Όμως αυτός σφύριζε. Έβαλε τα χέρια στις τσέπες και απομακρύνονταν κλωτσώντας αδιάφορα άδεια κουτιά.
Χάνονταν σιγά σιγά. Έφυγε σφυρίζοντας.
"Και τάχα μου 'λεγες ότι μόνον εγώ φεύγω...", του φώναξα με παράπονο.
"Όλο φεύγεις", μου έλεγες. Ήταν όμως χάραμα και τον έχασα.
"Δεν πειράζει", είπα, "οι σκιές έτσι χάνονται".
Όσοι απομείναμε ανεβήκαμε σκεφτικοί
μες στη βάρκα και τραβήξαμε κουπί ως τη Βέροια..."

ΣΟΥΛΗΣ ΛΙΑΚΟΣ
"...Αυτοί που πήγανε σαφάρι στις ζούγκλες της Αφρικής και του Αμαζόνιου, στην επιστροφή τους στόλισαν τους τοίχους των σαλονιών τους με τα κεφάλια των θυμάτων τους-τρόπαια της ΥΠΕρδύναμής τους.
Κάποιοι έμειναν στο περιθώριο της ιστορίας χωρίς αποδείξεις του μεαλείου τους. Κι είναι άδειοι οι τοίχοι της ζωής που κλείστηκαν..."

ΧΡΙΣΤΟΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ
Στα πάτρια εδάφη...