ΑΝΑΔΥΣΗ ΑΠΟ ΤΟ ΒΥΘΟ ΤΩΝ ΚΡΑΤΗΡΩΝ |
Σε τούτο τον κρατήρα που έπεσα, τον τελευταίο που καταδύθηκα, θα δυσκολευτώ να βρω διέξοδο. Δεν διακρίνω πουθενά τον ουρανό ούτε ψηλαφίζω καμιά προεξοχή στο εσωτερικό του για να σκαρφαλώσω. Αργά ή γρήγορα όμως θα καταφέρω να βγω. Έστω κι αν χρειαστεί να σκάψω τούνελ με τα νύχια. Παρ' όλες τις δυσκολίες όμως που συνάντησα εδώ μέσα, κατάφερα να ανασύρω σπάνια ευρήματα. Λίγα είδα κι ακόμα λιγότερα κατάλαβα. Κι όσα ανέσυρα δε βρήκαν γωνιά για να γλυκάνουν τα βλέμματα. Κοφτερά στις άκρες τους τα περισσότερα κι από πού να τα πιάσεις για να τα μεταφέρεις. Δεν θα επιχειρήσω να φέρω άλλα στην επιφάνεια. Είναι καλά νομίζω εκεί που βρίσκονται. Δροσίζονται στα γλυκά νερά που αναβλύζουν από τους υδροφόρους ορίζοντες αυτού του πλανήτη. Μέσα σ' αυτούς ξεδιψάνε λουλούδια και άγγελοι. Δεν είναι πρέπον να τα εκθέτει κανείς στις πυρωμένες ακτίνες ενός ήλιου με κάγκελα. Σκυμμένοι σκλάβοι στων εποχών τα λατομεία και πώς να τους βάλεις στα μάτια τη σκέψη σου. Βατοί λαβύρινθοι με ορθάνοιχτα ανοίγματα κι αυτοί χάνονται γυρεύοντας μίτο για την έξοδο. Σκοντάφτουν στους ορθωμένους τοίχους ψηλαφίζοντας και πάνω από τα κεφάλια τους χάσκει έναστρος ο ουρανός. Ψάχνουν και ψάχνουν και ψάχνουν κι ανακατώνουν το σύμπαν για να διαβάσουν τα λόγια του. Κι όλα είναι δίπλα τους, ολάνοιχτα, παραδομένα, έτσι να κάνουν και θα κόψουν τα μυστικά τους. Εάλω η ψυχή των Θεών και πήραν να τρυπάνε τα σύννεφα. Μπροστά τους τρέχει ορμητικά μα ανώφελα η γνώση κι αυτοί σπεύδουν να προφυλαχτούν κάτω από σύρματα και καλώδια. Χαίρε σύντροφε και φίλε κι επιβάτη των ταξιδιών, που μπορείς να διακρίνεις πέρα από τον δεξιό σου παράμεσο. Σε γύρεψα μες στους κρατήρες, σε έψαξα στα πετρωμένα τοιχώματα και σε βρήκα ένα σημείωμα πάνω από την καρδιά μου. Δεν έχω να ελπίσω σε περισσότερη αγκαλιά απ' αυτή που με αγκάλιασε. Δεν έχω να περιμένω θαλασσινότερη ματιά απ' αυτή που με κοίταξε. Και δεν έχω να ζήσω μεγαλύτερη ανάσα από αυτή που κύλησε μέσα μου ορμητικά. Όλα όσα βρήκα για μένα, δώρα Θεών και δαιμόνων, εύχομαι να συναντήσει έστω μια φορά, κάθε ταξιδιώτης ουρανών και πελάγων. Εδώ, στην έξοδο, που δεν είναι κανενός κινδύνου παρά μόνο μια έξοδος στο φως και στο μέλλον μου, στέκομαι τώρα γυμνός και αγναντεύω τις πίσω μου μακρυσμένες σελίδες. Ένα χαμόγελο σκαρφαλώνει μόνο του από μέσα μου και ξαπλώνεται στις άκρες των χειλιών μου. Όσα πέρασαν και κύλησαν, όμορφα κύλησαν. Καλωσορίζω εκείνα που έρχονται και στρέφω πάνω τους το χαμόγελό μου. Η όψη τους είναι γλυκιά σαν ηλιαχτίδα. Βγαίνω στο δρόμο τους με ένα καλό κατευόδιο κι έναν ταυτόχρονο αποχαιρετισμό. Σαν προσκύνημα σε δυο τέμνουσες τον δρόμο μου. Κρατήρες, να με θυμάστε... |
1999 |