ΣΑΝ ΠΥΡΕΤΟΣ
Μια-δυο στο σφυγμό. Πότε πίθηκος, πότε άνθρωπος. Πότε ληστής και πότε γητευτής. Μια-δυο στο ρυθμό. Γκρεμίζω τους στύλους, ορθώνω τους μύθους.
Μια-δυο στον πηλό. Αίγαγρος στην κορυφογραμμή και θεριστής στον κάμπο. Σιχάθηκα αυτή τη λάσπη της γενιάς μου, ορμάω στα χαλάσματα να γκρεμίσω ό,τι απομένει όρθιο. Τα υλικά ήταν σκάρτα. Θέλω να τα ξαναχτίσω όλα από την αρχή.
Μια-δυο στον αφρό. Ό,τι χάνουμε δεν ξαναβρίσκεται, ό,τι βρίσκουμε δεν περισσεύει.
Γυρίζω, ελπίζω, νανουρίζω, μακαρίζω, ανθίζω. Δρυοκολάπτης χτυπάει την πόρτα της βελανιδιάς μου. Τοκ-τοκ. Μια-δυο.
Μια-δυο στο χορό. Ζεϊμπέκικος ρυθμός ακατάλυτος. Σηκώνομαι, χτυπώ, τις μύτες ακουμπώ, πάλι ψηλά, κάτω στο λεπτό. Μια-δυο. Σε ζητώ.
Αφουγκράζομαι. Μια; Δυο; Ούτε ξέρω. Μα, δεν το συζητώ, χάνω το σκοπό.
Αφήνω το μονοπάτι με τις κουκουναριές και στρέφομαι κατά τους λόφους. Ανοίγω το βήμα, τραγουδώ. Έρωτας, σπονδή, θάνατος.
Στον ουρανό μια βυσσινιά χαραμάδα σβήνει επιδέξια προς το μωβ της. Ακολουθεί ανάμνηση. Μη την κοιτάς. Ξαγρυπνάει.
Μια-δυο στον πηγαιμό. Ό,τι αξίζει θα ανθίσει, ό,τι γέρασε θα βασιλέψει.
Στο βουνό! Γρήγορα στο βουνό! Μια δρασκελιά για τον ουρανό. Να, πιάνω το γαλανό, είναι γυμνό σαν μωρό που περνάει το σπήλαιο προς τον έξω κόσμο.
Μια-δυο. Σε φιλώ. Πότε πίθηκος, πότε άνθρωπος. Κι αν ξέμεινα να φυλώ Θερμοπύλες, στην Ιεριχώ σαλπίζουν τον ερχομό. Άρατε πύλας!
27 Ιουλίου 1999
ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΤΙΣ ΔΡΟΣΟΣΤΑΛΙΔΕΣ