Διδυμότειχο

 

                                                                                   Του Χρήστου Κηπουρού *

                                                               

                                                            Στις δυο δυμοτιανές γιαγιάδες μου. Την υφάντρια Ελένη Νικίδου,

                                                                   και τη μπαχτσεβάνισα Γιαννού, πρόσφυγα από τη Μακρά Γέφυρα ”                                                                   

                                                                  

         Τα όσα θα θέσω υπόψη σας είναι προϊόντα ερευνητικής εργασίας που έκανα όλα αυτά τα χρόνια, μετά την αποχώρησή μου από τη Βουλή. Μερικά τα γνωρίζετε. Κάποια άλλα παρουσιάζονται απόψε, για πρώτη φορά. Πρόκειται για καταλήξεις και επεξεργασμένες προτάσεις που αν υιοθετηθούν, αρκετές από αυτές μπορούν να αποδώσουν καρπούς χωρίς πολλά έξοδα και σύντομα. Οι υπόλοιπες θα χρειαστεί να εγγραφούν στην ατζέντα των αγώνων της αυτοδιοίκησης, των κοινωνικών φορέων, των πολιτών της περιοχής. Θα κλείσω την ομιλία μου με ένα τοπικό, περιφερειακό, εθνικό και διεθνές ζήτημα ανάπτυξης. Η λύση που προτείνω μπορεί κατά το επόμενο διάστημα και πριν από την αποδοχή ή την απόρριψή της, να προκαλέσει μια μεγάλη συζήτηση.

 

         Μετά από μια εικοσαετία και πλέον αγώνων για τα αναπτυξιακά θεμέλια και τις υποδομές του Έβρου, της Θράκης και άλλων περιφερειών -από την Εγνατία έως το ενεργειακό τελευταία με το ζήτημα του φυσικού αερίου- μπορούμε, παράλληλα με τους αγώνες αυτούς που θα συνεχιστούν για πολύ, να σηκώσουμε ένα νέο και όμορφο όταν τελειώσει, οικοδόμημα. Ο λόγος για την ανάπτυξη αυτής της πόλης και της αγροτικής της περιφέρειας καθώς και την αρμονική σχέση τους προς τις όμορες περιοχές. Πρόκειται για αυτόχθονη και σοβαρή πολιτική παραγωγή, ιστορικά και επιστημονικά μελετημένη. Επίσης εφικτή, τόσο ως προς το πολιτισμικό όσο και το παραγωγικό της μέρος. Ένα σχέδιο που λόγω διττής υπόστασης, μπορεί να πάρει το όνομα της πόλης.  

 

         Δεν είναι πολλές οι εν ζωή ευρισκόμενες Ελληνικές πόλεις που είναι σε θέση να επιδείξουν τέτοια γεωιστορικότητα και γεωπολιτισμικότητα, με μνημειακά δείγματα από τόσο πολλούς και διαφορετικούς πολιτισμούς. Το φαινόμενο σπανίζει ακόμη πιο πολύ όταν η ίδια γηραιά πόλη έπαιξε στη μακραίωνη διαδρομή της έναν σημαίνοντα γεωοικονομικό και γεωδιοικητικό ρόλο. Όλα τα χαρακτηριστικά αυτά συναντώνται στην περίπτωση του Διδυμοτείχου. Όχι μόνο διετέλεσε, για μικρά έστω διαστήματα, ακόμη και πρωτεύουσα διαδοχικών, αλλόδοξων μάλιστα, αυτοκρατοριών αλλά και  συνεχίζει να επιβιώνει με τη σημερινή έστω μορφή. Μια πόλη που ναι μεν έζησε επί δεκάδες αιώνες αλλά που στο σημερινό αιώνα, καλείται να επιλέξει ανάμεσα σε μια νέα παραγωγική και πολιτισμική άνοιξη και στο φάντασμα του παρελθόντος της. Με άλλα λόγια να τρέφεται για το προδιαγεγραμμένο υπόλοιπο της ζωής της με ορούς και ενέσεις ή με τις ελάχιστες εναπομείνασες σάρκες της αγροτικής της επαρχίας.

 

         Τέσσερις αν όχι περισσότεροι πολιτισμοί περιμένουν επί πολλές δεκαετίες τις αναπτυξιακές πολιτισμικές πολιτικές που θα τους αποκαλύψουν, αναδείξουν και καταστήσουν προσπελάσιμους στον επισκέπτη και φυσικά στον τουρισμό. Από τους καγιάδες και τους δυο ιερούς βράχους -την Αγία Πέτρα και τον Καλέ- μέχρι το τζαμί που το ανήγειραν στην πλατεία, σε θέση ώστε να παίζει ρόλο δεσμοφύλακα της Ακρόπολης και σε μέγεθος ανάλογο της έκτασης του Βυζαντινού τείχους. Χρειάζεται δηλαδή η ανάδειξη της προϊστορικής πόλης, η συστηματική ανασκαφή της Ρωμαϊκής Πλωτινούπολης, ένα επεξεργασμένο σχέδιο αστικής και αρχιτεκτονικής αναγέννησης του καλέ, και η μουσειακή πολυπολιτισμική αξιοποίηση, όπως πρότεινε ο μακαρίτης καθηγητής Μπακαλάκης, με το άνοιγμα του τεμένους Βαγιαζίτ. Ένα μνημείο που σε αντίθεση με άλλα μνημεία της Θράκης, παρέμεινε αναλλοίωτο και αβεβήλωτο μεν στην εξωτερική μορφή παραμένει όμως, δυστυχώς, ερμητικά κλειστό ως προς το εσωτερικό του. Εφόσον μάλιστα αποτελεί το αρχαιότερο, μεγαλύτερο και λαμπρότερο ιερό Οθωμανικό μνημείο της Ευρώπης, μπορεί να παίξει το ρόλο αντίπαλου δέους ως προς τη Μεγάλη Εκκλησία της Αγίας Σοφίας στην Πόλη. Το πιο σημαντικό  αλλά και πλέον βεβηλωμένο λατρευτικό μνημείο στην οικουμένη.

 

         Οι απαιτούμενες αναστηλωτικές παρεμβάσεις ή ιστορικές αποκαταστάσεις στα δυο αυτά μεγάλα μνημεία της Θράκης μπορούσαν και μπορούν να αρχίσουν να γίνονται από κοινού, από έναν διεθνή οργανισμό, π.χ. υπό την αιγίδα της UNESCO.

 

         Πέραν από την ίδρυση και τη λειτουργία Εφορίας Αρχαιοτήτων στην πόλη, και πέραν από την ένταξή της στο δίκτυο των ιστορικών Ευρωπαϊκών πόλεων, ως μια από τις πλέον γηραιές, στο πολυπολιτισμικό εγχείρημα που σας έλεγα καθοριστικά μπορεί να συμβάλλει μια πανεπιστημιακή σχολή Ιστορίας του πολιτισμού. Επίσης φιλοσοφίας, με πρώτο το τμήμα Βυζαντινών Σπουδών. Μπορεί μάλιστα σε ένα αμφιθέατρο αν όχι στο τμήμα, να δοθεί το όνομα “Ιωάννης Βατάτζης”, στη μνήμη του άξιου και άγιου αυτού συμπολίτη μας που ίδρυσε ανάλογη σχολή στη Σμύρνη και οικοδόμησε τον περίφημο λόφο της, αυτόν του Πάγου, εμπνεόμενος ίσως από την ακρόπολη της γενέτειράς του. Αυτός άλλωστε είναι στην ουσία ο ανακτητής της Ρωμανίας απέναντι στην πριν από οκτώ αιώνες, εισβολή των σταυροφόρων και τη φραγκοκρατία. Αυτός είναι και ο Θράκας ιππέας της εποχής του, που σε επιστολή του στον Πάπα Γρηγόριο, τόνιζε: “εν τω γένει των Ελλήνων ημών η σοφία βασιλεύει και, ως εκ πηγής, εκ ταύτης πανταχού ρανίδες ανέβλησαν.” Όμως ενώ τα λόγια αυτά αναδεικνύουν την πολιτισμική μας σύνθεση και συνέχεια, πέρασαν στα ψιλά. Δεν γράφτηκαν στις δέλτους της ιστορίας. 

 

         Αυτή είναι η δεύτερη πρότασή μου προς την Εκκλησία και το κράτος. Πιστεύω όπως συνέβη με την προ δεκαπενταετίας προηγούμενη που έκανα για την Παναγία την Κοσμοσώτειρα των Φερών να γίνει κέντρο λατρείας των Θρακών -κάτι που ήδη έγινε- έτσι θα συμβεί και πάλι. Το τμήμα που προτείνεται υπερβαίνει τη Θρακική διάσταση αν όχι την εθνική. Κινείται σε άλλη πολιτισμική και ηθική ευρωπαϊκή και διεθνή σφαίρα. Στη σφαίρα αποκατάστασης της πολλαπλά παραχαραγμένης ιστορίας της περιοχής και της περιόδου αυτής από πολλούς. Ξένους αλλά και Έλληνες.     

 

         Η σημαντικότερη όμως πρακτικά συμβολή της ίδιας σχολής έχει να κάνει με την σοβαρή και βάσει σχεδίου οικοδόμηση του Ακαδημαϊκού χωροταξικού σχεδίου και συστήματος της Θρακικής περιφέρειας. Εάν οι σχολές Οινολογίας, Γαστρονομίας ή Υφαντικής που πρότεινα σε άλλα κείμενα, με βάση τη γεωιστορικότητα και τη γεωακαδημαϊκότητα, συνιστούν τα παραγωγικά θεμέλια καθώς και τον φέροντα σκελετό του περιφερειακού της χωροταξικού, τότε με τη νέα πρόταση, προστίθενται τα κουφώματα. Είναι τα μάτια, τα αυτιά, το στόμα, εν τέλει το όμορφο πρόσωπο της Ρωμανίας. Πρόκειται για αποδοχή της πολύμορφης πολιτισμικής της κληρονομιάς, από το μοναδικό ιστορικό δικαιούχο. Τους ίδιους τους Θράκες. Κάτι για το οποίο χωρίς την απαιτούμενη επιστημονική και ακαδημαϊκή συνδρομή δεν μπορεί κανείς να αναμένει πολλά, πόσο μάλλον το να ολοκληρωθεί. Μπορεί με τον τρόπο αυτό να καλυφθεί ο αχανής χώρος που από την ιστορία εκτείνεται έως το γαστρονομικό και διατροφικό τομέα. Αυτό το τεράστιο, πλην όμως, αναξιοποίητο θησαυροφυλάκιο.

 

         Διότι αντί να προχωρήσουμε, πρώτοι ως χώρα, στις πανεπιστημιακές σχολές γαστρονομίας καθώς και διαιτολογίας, -με τη Μεσογειακή διατροφή, ως σχολή στο πανεπιστήμιο της Κρήτης, τη Μυκηναϊκή και την Κλασσική στο υπό λειτουργία πανεπιστήμιο της Πελοποννήσου, και την Πολίτικη κουζίνα ως αντίστοιχη σχολή στο Πανεπιστήμιο της Θράκης στην Ορεστιάδα-, την παλιά μας αυτή πρόταση πρόκειται να την αξιοποιήσει το 2004 η Ιταλία, η κατά τα άλλα μιμητική Ρωμαϊκή κουζίνα που βέβαια δεν αναδείχθηκε ως έτυχε, σε παγκόσμια γαστρονομική και διατροφική υπερδύναμη. Η εξαγγελία από το Δημοκρίτειο, στο πρόσφατο συνέδριο των Θρακών, τμήματος τροφίμων στην Ορεστιάδα, πέραν της επέκτασης στη γαστρονομία, κυρίως χρειάζεται να βρει μιμητές και σε άλλα πανεπιστήμια της χώρας. 

 

         Η ίδρυση επίσης στην περιοχή επιστημονικού κέντρου παραδοσιακής τέχνης και μόδας έχει να προσφέρει πολλά. Σε αμφότερες, αφού αποτελούν τις δύο όψεις του ίδιου νομίσματος. Από τις ιστορικές ονομασίες προέλευσης των προϊόντων και των τροφίμων της περιοχής, τη γαστρονομία και την υφαντική έως τη γεωοικονομία, τη Θρακογραφία, την Εθνογραφία, τη μουσική, τα Θρακιώτικα τραγούδια καθώς και το θέατρο. Όλοι οι κλάδοι διαθέτουν μεγάλο υπόβαθρο. Έχουν αντίκρισμα σε όλη την επικράτεια και πέραν αυτής. Ας μην επεκταθώ τώρα σε ονοματολογίες. Ούτε στο αν ο συμπατριώτης μας Ορφέας, έχει υιοθετήσει την Καρωτή. Απλά να πω ότι αντί για τις κατά κανόνα κιτς εκδηλώσεις με τα κρατικοδίαιτα μπουλούκια από την πρωτεύουσα, μπορούν τα καλοκαίρια αλλά και άλλες περιόδους να λειτουργούν στα χωριά, όσο την πόλη, αντίστοιχα τμήματα ενός διεθνούς Θρακικού πανεπιστήμιου διασποράς, με εκθέσεις, εκδηλώσεις και παραστάσεις για τους πιο πάνω τομείς, καθώς και άλλους.

 

         Είναι κάτι που αργότερα μπορεί να επεκταθεί στην υπόλοιπη Θράκη, στις άλλες σχολές της. Νέοι από όλη την οικουμένη που θα σπουδάσουν Οινολογία στη Ρωμανία δίπλα ακριβώς στη Μαρώνεια, στον τόπο που τόσο πολύ εκθειάζονται τα αμπέλια και ο ομώνυμος οίνος σε αμφότερα τα Ομηρικά έπη.

 

         Επίσης Θρακική γαστρονομία, με τη μεγάλη Βυζαντινή κληρονομιά έως τα γνωστά κεμπάπια στα οποία και πάλι αναφέρεται ο Όμηρος κάνοντας λόγο για τα σπουδαία ψηστικά προσόντα του Πάτροκλου. Κάτι που βρήκε τη συνέχειά του μέχρι τον προηγούμενο αιώνα, στις Σαράντα Εκκλησιές της Ανατολικής Θράκης, προτού μετατραπεί σε ένα ακόμη αντιδάνειο.

 

           Μπορούν να σπουδάσουν Υφαντική στο Σουφλί για το υπαρκτό αντίκρισμα στη μεταξουργία που έχει να επιδείξει η πόλη όσο για τις υφάντριες γυναίκες της Θράκης για τα έργα τέχνης αλλά και επειδή είναι οι μόνες δικαιούχες κληρονομιάς, λόγω μυθικής όσο και φυσικής συγγένειας που έχουν με τις Τρωάδες συναδέλφους τους, Εκάβη και Λαοδίκη. Τότε μόνο τα ενυπόγραφα έργα τέχνης, οι τάπητες με ονομασία προέλευσης των υφαντριών από τους Μεταξάδες ή το Παλιούρι θα είναι σε θέση να αντικαταστήσουν το σημερινό καθεστώς αιχμαλωσίας τους.  

 

         Το κλειδί που μπορεί να ανοίξει το θησαυροφυλάκιο που έλεγα πιο πάνω είναι η βιολογικότητα, με ταυτόχρονο ανέβασμα του ποιοτικού πήχη. Είναι μια επιστημονική επιστροφή στην ιστορία. Επίσης ιδιαίτερα ευφυής. Αυτή μπορεί να αποτελέσει το πρώτο σοβαρό και σίγουρο βήμα της απάντησης απέναντι την νέα σταυροφορία της μετάλλαξης καθώς και τους εδώ υποστηρικτές της που την προσυπέγραψαν ή και άλλους που σίγησαν, αμφότεροι λόγω της έλξης που αισθάνονται παλαιόθεν, προς τη γενετικά τροποποιημένη πολιτική. Είναι η χάραξη ενός πρωτότυπου δρόμου προς την παγκοσμιοποίηση. Η μετατροπή της παράδοσης σε μόδα. Αυτόν άλλωστε το δρόμο αγωνίζονται να χτίσουν μόνα, χωρίς βοήθεια, τα ανά τον κόσμο χιλιάδες Ελληνικά εστιατόρια, με το καθένα από αυτά να αποτελεί για την πόλη όπου βρίσκεται από ένα προξενείο καθώς και προξενιό προς τις Ελληνικές κουζίνες και γεύσεις. Μια σοβαρή αναπτυξιακή οπτική οφείλει να δει τις επιχειρήσεις αυτές, ως εξαγωγικές τροφίμων, τις δε κουζίνες τους ως μεταποιητικές μονάδες με υψηλή μάλιστα προστιθέμενη αξία.  

 

         Δίπλα στα φημισμένα από παλιά στην Ευρωπαϊκή αγορά, πεπόνια Θράκης, με σήμα κατατεθέν το πέταλο, μπορεί να προστεθεί το μανιώτικο. Πάνε άλλωστε μαζί. Ο λόγος για το περίφημο κουρκμάτς που πρέπει όχι μόνο να παραχθεί εκ νέου αλλά και να κινηθεί η διαδικασία πιστοποίησης. Το τσαπί της γαστρονομίας, της λαογραφίας όσο οι παιδικές μνήμες από τους παππούδες και κυρίως τις γιαγιάδες, μπορούν να φέρουν στην επιφάνεια πολλούς τέτοιους χαμένους θησαυρούς και πολιτισμούς. Τους παππούδες που μάλωναν τα εγγόνια τους όταν εκτός από το πεπόνι έτρωγαν και τα σπόρια που οι ίδιοι τιμάρευαν, και τις γιαγιάδες που έχουν να διδάξουν πολλά για την αναβίωση της παραγωγής των σπιτικών λαχανικών, αντί των σημερινών ξυλωδών και πανάκριβων. Θα συμβεί το ίδιο που γίνεται με τα αμπέλια. Επίσης τις νέες ελιές που ήδη φυτεύονται στην περιοχή. Επιτέλους ας μπουν αυθαίρετα. Δεν θα αργήσουν να νομιμοποιηθούν. Παντού στην υπόλοιπη Ευρώπη αυτό κάνουν. Πόσο μάλλον χρειάζεται να γίνει εδώ όπου η αναμπέλωση και η αμπελογονία έχουν επιπλέον να καλύψουν το μεγάλο κενό της έως πρόσφατα συστηματικής αμπελοκτονίας της πάλαι ποτέ αμπελόεσσας  πατρίδας του Διόνυσου.  

 

         Επιστροφή στην αγνότητα και τη γευστικότητα χρειάζεται να υπάρξει και με το ψωμί Θράκης, ψημένο σε φούρνο από ξύλα. Αυτό που τρώμε δεν έχει σχέση με ψωμί. Και μάλιστα τα χειρότερα δεν έχουν έρθει ακόμη. Εκτός των άλλων αποτελεί ύβρη προς τον ανάρπαστο από τις Ιταλικές βιομηχανίες ζυμαρικών, Θρακικό σίτο ο οποίος ανακαλεί στη μνήμη ένα ακόμη αποικιακό προϊόν της χώρας. Το Χανιώτικο λάδι. Που και να μην ήταν ευλογημένα, ο σίτος και το έλαιο με τον οίνο. Ούτε καταραμένα να ήταν. Διερωτάται κανείς τι άλλο χειρότερο μπορούσε να συμβεί.  Όπως πηγαίνουμε, κατά τα επόμενα χρόνια τα τουρκικά μαγαζιά θα αρχίσουν να φυτρώνουν σαν μανιτάρια στην περιοχή. Θα καλύψουν επιτόπου το κάθε παραγωγικό και μεταποιητικό κενό. Ήδη το κάνουν με τις εξαγωγές ψαριών. Αν εισάγουν κάτι από δω, είναι οι φοιτητές στο Αγγλόφωνο πανεπιστήμιο της Ανδριανούπολης. Δεν υπάρχει χώρα στη γη που να μην εξάγουμε φοιτητές. Όπως δεν υπάρχει καμιά χώρα, από την οποία να εισάγουμε.  

       

         Οι συνεχιζόμενες και κλιμακούμενες ήπιες εισβολές της Τουρκίας, άλλοτε με ζωονόσους και άλλοτε με πρόσφυγες ζώντες ή νεκρούς, δικαιώνουν και επαναφέρουν την πρότασή μας για τον αγροκτηνοτροφικό παράδεισο. Τη χορήγηση αυξημένων ποσοστώσεων -όπως ήδη γίνεται αλλού, π.χ. στις Αζόρες- με τα ευγενή γεωργικά και κτηνοτροφικά προϊόντα. Μπορούσε από την προηγούμενη ακόμη δεκαετία και μπορεί και τώρα να γίνει αποδεκτή από την Ε.Ε. Τη δική της ασφάλεια υπερασπίζονται οι αγρότες της Θράκης, του Αιγαίου. Δικό της ευρωπαϊκό έμψυχο αντιδουλεμπορικό και αντιναρκωτικό ανάχωμα είναι. Δεν είναι μόνο Ελληνικό. Κυρίως όμως εφόσον γίνει, θα πρόκειται για ένα πρότυπο και πλήρες οικολογικό πάρκο πανευρωπαϊκού και παγκόσμιου ενδιαφέροντος, με ανεξάντλητες πρώτες ύλες για την παραγωγική άνοιξη που έλεγα στην αρχή. Το εγγυώνται αυτό, μεταξύ άλλων, τα σπανίου κάλλους προσόντα του Θρακικού τοπίου, όσο όμως η ίδια η ιστορία αν όχι και η μυθολογία.      

 

         Επιτρέψτε τέλος δυο μόνο λόγια για την τοπική γεωοικονομία και χωροταξία. Το πρώτο είναι ότι αντί του αγωγού φυσικού αερίου Μπουργκάς Αλεξανδρούπολης, ως κλάδου ενός διαβαλκανικού, διευρωπαϊκού και Ευρασιατικού αγωγού, επιλέχτηκε η σύνδεση της Κομοτηνής με την Προύσα. Η αγορά του καυσίμου από την Τουρκία, εκτός του ότι θα δημιουργήσει σαφή ενεργειακή εξάρτηση στο Θρακικό αν όχι στο Ελλαδικό σώμα και εκτός του ότι ο Βόρειος Έβρος δεν πρόκειται να συνδεθεί -κάτι που το αποκρύπτουν από τους πολίτες- επιπλέον η χώρα θα το πληρώνει με όχι και ευκαταφρόνητο φέσι. Τα περί διασύνδεσης των ενεργειακών συστημάτων των δύο χωρών είναι ψεύδη. Πέραν των άλλων τα επιβεβαιώνει το ενδιαφέρον του τουρκικού κράτους να εξαγοράσει την Ελληνική Δημόσια επιχείρηση αερίου.

 

         Όσο τώρα για την άλλη διασύνδεση, την οδική, το θέμα που έλεγα στην αρχή, αν η Ελλάδα ήθελε να προχωρήσει σε αυτήν, μπορούσε να ζητήσει την ένταξη σε κάποιο Ευρωπαϊκό πρόγραμμα μιας νέας γεφύρωσης του ποταμού Έβρου, στο ύψος του Διδυμοτείχου. Επίσης τη σύνδεση της ίδιας πόλης με τη Μακρά Γέφυρα και κυρίως με την εξάιχνη οδική αρτηρία Ανδριανούπολης Κωνσταντινούπολης, στο Μπαμπάεσκι αρκετά πριν από το ύψος της γνωστής Αρκαδιούπολης. Ο πεδινότατος οδικός κλαδίσκος, μήκους λίγων μόλις δεκάδων χιλιομέτρων μπορεί να ενσωματώσει τον τουρκικό άξονα της παρεγνατίας στην Εγνατία οδό και αντιστρόφως. Να μειωθεί  κατά δεκάδες χιλιόμετρα η απόσταση Κωνσταντινούπολης-Αλεξανδρούπολης, σε σχέση με την, διαμέσου της Ανδριανούπολης, διαδρομή. Από την άλλη, η υπαρκτή οδική γραμμή Κήπων-Κωνσταντινούπολης εκτός του ότι υστερεί ποιοτικά, επόμενα δεν είναι καθόλου ανταγωνιστική, ταυτόχρονα δεν προβλέπεται να κατασκευαστεί σύντομα, μεταξύ άλλων, λόγω υψηλού κόστους. Θα παραμείνει μια επαρχιακή οδός.

 

         Η μετατροπή του Διδυμότειχου σε κόμβο, μπορεί να συμπληρωθεί με την σύνδεση του παρερυθροποτάμιου επαρχιακού του δακτυλίου με τις Βουλγαρικές πόλεις Ivaylograd και Khaskovo. Ο τόπος  μπορεί να αναγεννηθεί. Μπορεί να γίνει το Θρακικό δόξα πατρί, το πιο κεντρικό σημείο της Θράκης, το σημείο διασταύρωσης του νέου οριζόντιου άξονα με τον κάθετο Μπουργκάς Αλεξανδρούπολη {χάρτης Α.}.

Εκτός του Δέλτα του Έβρου μπορεί να υπάρξει ένα ακόμη. Το Δέλτα της Εγνατίας.

 

         Το δεύτερο που ήθελα να προσθέσω κλείνοντας, είναι ότι ίδια με τους δρόμους, αν όχι πιο πολλά, μπορούσαν να προσδοκούνται από τους σιδηρόδρομους. Μιλώ για τη σιδηροδρομική Εγνατία και το κλειδί της, το Πύθιο. Δυστυχώς εκτός από τα δυο διεθνή δρομολόγια την ημέρα, στο σταθμό του Πυθίου, υπάρχουν δυο ταφόπλακες. Η μια βρίσκεται στο εκεί μνημείο, προς τιμή των Γάλλων πεσόντων του 1918. Η άλλη είναι για την Orient Express και τα τριάντα τραίνα που περνούσαν την ημέρα. Στον ίδιο αυτό τόπο-κοιμητήριο είναι θαμμένος επίσης ο Ελληνικός εκσυγχρονισμός.

 

 

 

         Σημειώσεις: Χάρτης Α. Συμπλήρωση παλιού χάρτη που υπάρχει στο κείμενο του συγγραφέα, Νέα Ελληνική χωροταξία, βλέπε www.tnn.gr. Θεσσαλονίκη, Σεπτ.΄02,   

 

 

_____________   

 

* Πρώην Βουλευτής Έβρου. Κείμενο απομαγνητοφωνημένης ομιλίας που έκανε στις 18 Οκτ.΄03 στο Διδυμότειχο, σε ημερίδα του συλλόγου αλληλεγγύης πολιτών Βορείου Έβρου.