Δεν συγκρατούν την ανάγκη τους για αίμα!!!

Στερούνται αναστολών!! Στερούνται ψεύτικων ντροπών!!!
Αδιαφορούνε πλήρως γι' αυτό που ονομάζουμε στοιχειώδη καλή
συμπεριφορά, για να μην πούμε για το κοινωνικό συμβόλαιο,
αυτό που μας κάνει να συμπεριφερόμαστε σαν άνθρωποι, όχι σαν
ζώα (τα καημένα τα ζώα). Ένα πράμα τους νοιάζει μόνο, ένα!
Ένα τους ενδιαφέρει: πώς να ικανοποιήσουνε το ασίγαστο
πάθος που έχουνε να πίνουν αίμα ανθρώπινο.
Ας τα πάρω όμως με τη σειρά γιατί κάτι μου λέει ότι σας
έχω τρελλάνει ήδη. Είμαι ένα αγόρι στην ηλικία των 30 και ζω κάπου
στην Ελλάδα, τώρα το πού ακριβώς δεν χρειάζεται να το αποκαλύ-
ψουμε. Δεν δουλεύω, δεν έχω κοινωνική ζωή, δεν έχω
σκουτούρες στο κεφάλι μου και δεν έχω κουραστικές απασχο-
λήσεις. Και θα είμουν ευτυχισμένος (θα είμουν ο ορισμός του
ευτυχισμένου) αν εδώ και χρόνια δε συνέβαινε στο σπίτι μου
και ειδικά σε μένα τον ίδιο κάτι φριχτό, κάτι που ξεπερνά τα
όρια κάθε φαντασίας και που ακόμα και σας και τους αναγνώ-
στες σας, που φαντάζομαι κάτι τέτοιες ιστορίες τις έχουν φάει
με το κουτάλι, θα σας και θα τους κάνει να παγώσουν στην
καρέκλα τους από τη φρίκη.
Κάθε νύχτα που πάω να κοιμηθώ ξέρω ότι θα ξανασυμβεί. Το
ξέρω αλλά τί μπορώ να κάνω; Κάνω το κορόϊδο και πέφτω και
κοιμάμαι από φόβο, αν με βρούν με ανοιχτά τα μάτια, μήπως
πάθω και χειρότερα.
Πέφτω και κοιμάμαι λοιπόν. Μετά από λίγη ώρα ακούω κριικ!
κριικ! το πάτωμα του διαδρόμου να τρίζει. Χριστούλη μου λέω
έρχονται κι απόψε, έρχονται ξανά! και δεν τολμάω ν' ανοίξω
τα μάτια μου μη τυχόν και πάρουν χαμπάρι ότι έχω ξυπνήσει.
Η πόρτα μου ανοίγει αργά αργά με ένα απαίσιο τρίξιμο. Ο
πρώτος βρίσκεται ήδη στο δωμάτιό μου. Σιγά σιγά κατευθύνεται
προς το κρεβάτι μου και σκύβει πάνω από το κεφάλι μου να
αφουγκραστεί. Είναι η πιό τρομερή στιγμή. Κρατάω τα μάτια μου
σφιχτά κλεισμένα και δεν ανασαίνω. Νοιώθω τη δική του
βρωμερή ανάσα στο πρόσωπό μου. Και μετά...ένα τσούξιμο
στο λαιμό. Έχει ήδη μπήξει τα δόντια του στο λαιμό μου
και ρουφάει, ρουφάει αχόρταγα για να ικανοποιήσει το πάθος του
για αίμα. Μετά φεύγει. Τότε όμως έρχεται η άλλη. Το ξέρω και την περιμένω. Ξανά τα ίδια από την αρχή. Πρώτα βεβαιώνεται ότι είμαι
κοιμισμένος (πού τέτοια τύχη) και μετά μπήγει τα φοβερά δόντια
της. Όταν φεύγει κι αυτή, όταν τα βήματά τους στο διάδρομο
σβήνουν τότε σηκώνομαι και γω και καπνίζω ένα τσιγάρο
για να ηρεμήσω. Τέλειωσε και σήμερα σκέφτομαι.
Κάθε φορά που έρχονται και καθώς πίνουν το φρουτο-
ποτό τους, κάποτε κάποτε διακόπτουν το κολατσό για να
ξεστομίσουν κάτι φράσεις περίεργες, ανεξήγητες και που μου
προκαλούν φρίκη. Να μερικές από αυτές: "πάρε το πτυχίο σου",
"πιάσε μια δουλειά", "κάνε κάτι με τη ζωή σου" και διάφορα
τέτοια πού ούτε θέλω, ούτε και μπορώ να καταλάβω και να
εξηγήσω γιατί τα απευθύνουν σε μένα. Πολύ γκόθικ κατάσταση,
απίστευτα πράματα! Το πιο περίεργο είναι ότι ενώ μονίμως
κυκλοφορώ με δύο κόκκινα σημαδάκια στο λαιμό, οι γονείς
μου που με βλέπουν καθημερινά σ' αυτήν την άθλια κατάσταση
(για να μην πούμε για την διαλυμμένη μου ψυχολογία) δεν με
έχουν ρωτήσει ποτέ γι' αυτά και γενικά κάνουν σαν να μην τα
βλέπουν. Γιατί όμως;;; Εγώ πάλι πού να τολμήσω να πω τίποτα.
Νοιώθω σαν να ζω με τα δύο βαμπίρ όχι μόνο την νύχτα που
οργιάζουν με τον λαιμό μου αλλά και την μέρα, σαν να με παρα-
κουλουθούν διαρκώς!
Αυτό είναι το δράμα μου και ότι έγραψα είναι απολύτως αληθινό,
αν και κάτι μου λέει ότι δεν θα το καταχωρίσετε ως τέτοιο. Ελπίζω
πάντως να το καταχωρίσετε μιας και θα ήθελα ο κόσμος να μάθει το
τί περνάει ένας αθώος συνάνθρωπός τους. Ευχαριστώ.

Γιάννης
πίσω στις
ιστορίες