Βρε παιδια στείλτε κανενα κειμενάκι τζάμπα τα φτιάχνω τέτοια φόντα;;;;; εεεεεε |
Στον Παράδεισο έχω σημαδέψει ένα νησί Απαράλλαχτο εσύ κι ένα σπίτι στη θάλασσα. Με κρεβάτι μεγάλο και πόρτα μικρή Έχω ρίξει μες στ' άπατα μιάν ηχώ Να κοιτάζομαι κάθε πρωί που ξυπνώ Να σε βλέπω μισή να περνάς στο νερό Και μισή να σε κλαίω μες στον Παράδεισο Οδυσσέα Ελύτη (Μονόγραμμα) |
ΑΙΘΡΙΕΣ Όνομα δροσερό σαν να μεγάλωσε στο πέλαγος Ή νά 'ζησε με μιά γαλάζιαν άνοιξη στα στήθια Φέρνει σιμά τον κόσμο. Κι είναι η μέρα Που άρχισε από μέσα της η ενδόμυχη ανατολή που ξέχασε τα δάκρυα Δείχνοντας μεσ' στους χώρους των ματιών Γήινα θρύμματα ευτυχίας Οδυσσέα Ελύτη (Προσανατολισμοί) |
Κατάστηθα στο ρεύμα Ψάρι που ψάχνει διαύγεια σ' άλλο κλίμα χέρι που δεν πιστεύει σε τίποτε. Δεν είμαι σήμερα όπως χτές Οι ανεμοδείχτες μ' έμαθαν να νιώθω Λιώνω τις νύχτες τις χαρές γυρίζω απ' την ανάποδη Σκορπάω τη λήθη ανοίγοντας έναν περιστερεώνα Φεύγοντας απ' την πίσω πόρτα τ'ουρανού Χωρίς μιλιά στο βλέμμα Καθώς παιδί που κρύβει ένα γαρύφαλο μεσ' στα μαλλιά του. Οδυσσέα Ελύτη (Προσανατολισμοί) |
Κάνουμε θέατρο... για να είμαστε το χέρι που μας κινεί και μας μεταλαμπαδεύει κατά βούληση... Τα νερά κυλούν γρήγορα βλέπουν την όχθη και τα αγάλματά τους, παίρνουν πόζες θνητών που ποτέ δεν υπήρξαν στην πραγματικότητα και μιμούνται κινήσεις ζωντανών που υπακούουν οσφυοκάμπτωντας . Και ποιός δεν θά θελε να είναι.. το χέρι που μας κινεί και μας μεταλαμπαδεύει κατά βούληση; Ενας φίλος μας |
ΔΙΑΛΟΓΟΣ -- Σε έδιωξαν από την πόλη... Σου έσπασαν τον μπερντέ και έκαψαν τις φιγούρες σου... Τα χέρια στις τσέπες του λασπωμένου παντελονιού σου, Σκαλίζουν νέες ιδέες σωτηρίας. Πριν οι αρρώστεια τους σε ρίξει σε κρεβάτια αναθέματος... και πριν ξεσκίσεις με το πρώτο τσεκούρι που θα βρείς μπροστά σου, τα κούτσουρα της φτώχειας του πνεύματος και του διαλόγου... Θα στήσεις πάλι ένα φτωχό θέατρο, σαν δημιουργός της πεντάρας τούτου του κόσμου; ------------------------------------ -- Σε έδιωξαν απ' την πόλη...Σου έσπασαν τον μπερντέ κι έκαψαν τις φιγούρες σου.. Ξεκίνησες μαζεύοντας χρωματιστά κομάτια, στης σκοτεινιάς την έλλειψη να ψάξεις για καινούργιες φιγούρες... για νέα σανίδια, για λυτρωμένα χρώματα... Τα χέρια σου στις τσέπες του λασπωμένου παντελονιού παίζουν με τα ξέφτια της μικρής σου δημιουργίας και σκαλίζουν δυο τρία όνειρα μέχρι να ξημερώσει... Πρωτού η αρρώστεια τους σε ρίξει σε καιάδες και σε ρέμματα, πριν ξεσκίσεις μόνος τις φιγούρες τις καινούργιες με τσεκούρια και σπαθιά από μύθους δανεισμένα... Πιάνεις την άκρη της γραμμής και κύκνειο άσμα τούτος ο τελευταίος διάλογος της φτώχειας και του πνεύματος, μένει να γράφει δυο στίχους στη νεκρική λευκή σου πλάκα. Πάλι σε σανίδι στάθηκες και δημιουργός μέγας, αγγίζεις τα δάκρυα της ψυχής τα πιο αγνά... Φιλαράκι σε αγαπάω... Καλή επιτυχία!!! |
![]() |
![]() |
![]() |
![]() |
|