ΓΙΑ ΝΑ ΜΗΝ ΑΠΟΚΑΛΥΦΘΕΙ Η ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΛΗΘΕΙΑ

ΓΙΑ ΤΟΝ ΙΗΣΟΥ

Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΑΠΑΓΟΡΕΥΕ

ΑΚΟΜΗ ΚΑΙ ΤΟ ΔΙΆΒΑΣΜΑ ΤΗΣ ΒΙΒΛΟΥ

Για να σκεπαστεί η ιστορική αλήθεια για τα πραγματικά γεγονότα που σχε­τί­ζονταν με την δράση του Ιησού οι κατά καιρούς παράγοντες της Χρι­στι­ανικής εκ­κλησίας εκτός από την καταστροφή αρχείων και το κάψιμο βιβλι­ο­θηκών που πε­ρι­εί­χαν αποκαλυπτικά στοιχεία, την τρομοκράτηση των αν­θρώπων που ήξεραν, καθώς και την λογοκρισία με προσθαφαιρέσεις στα αρχικά κείμενα των Eυαγγελίων, απα­γόρευαν ακόμη και το διάβασμα του πιο επίσημου βιβλίου της δηλ. της «θεόπνευ­στης» Βίβλου. Και όταν οι απα­γο­ρεύσεις έπαψαν να έχουν αποτελεσμα­τικότητα πέ­ρασαν στην απόκρυψη των αποκαλυπτικών στοιχείων μέσω των εγκεκριμένων από αυτήν «μετα­φράσεων» από διάφορους καλοθελητές μεταφραστές-παραφραστές. Για την ιστορία των απαγορεύσεων και των μεταφράσεων παρατίθεται παρακάτω ένα απόσπασμα από το βιβλίο «ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΚΑΙΝΗ ΔΙΆΘΗΚΗ» του Ιωάννου Καραβιδόπουλου καθηγητή στην Θεολογική σχολή του ΑΠΘ καθώς και δείγματα μετάφρασης-παράφρασης τμημάτων της Καινής Διάθήκης των Ι. Κο­λιτσάρα και Π. Τρεμπέλα,

Τέτοιες μεταφράσεις-παραφράσεις όχι μόνο δεν αποδοκιμάζονται από «πιστούς», ιερωμένους και μη, που σε άλλες περιπτώσεις για άσχετα και ασήμαντα ζητήματα βγαίνουν στους δρόμους, αλλά τυχαίνουν και της ευλο­γί­ας τους, όπως μά­λιστα βεβαιώνεται σε όλες τις μεταφράσεις, για να «νομι­μο­ποιηθεί» κατά το σύν­ταγμα η κάθε μετάφραση αφού «Η εις άλλον γλωσσι­κόν τύπον απόδοσις τούτου άνευ της προηγουμένης εγκρίσεως της Αυτοκεφάλου Εκκλησίας της Ελλάδος και εν Κωνσταντινουπόλει Με­γά­λης του Χριστού Εκκλησίας απα­γορεύεται απολύτως» Παλιότερα μά­λι­στα το Πατριαρχείο Κωνουπόλεως έλεγε, ότι το διά­βα­σμα από το αρ­χαί­ο κείμενο ακόμη και αν κάποιος δεν το καταλαβαίνει τον «αγι­άζει», ενώ είναι περιττό και ανώφελο το διάβασμα από μετάφραση σε κατα­νο­η­τή γλώσ­σα. Και για να παραμείνει στο σκοτάδι η ιστορική αλήθεια για τον Ιη­σού δεν δίστασαν να βγούν στους δρόμους προκαλώντας πολιτική ανατα­ρα­χή με ανα­τροπή κυβέρνησης, αλλά και αιματηρά επεισόδιά με δεκάδες νε­κρούς και τραυ­μα­τί­ες στις αρχές του 20ου αιώνα, στα «Ευαγγελικά», όταν επιχειρήθηκε από ημερήσια εφημερίδα η μετάφραση του αρχαίου κειμένου των Ευαγγελίων.

Για να φανταστεί κάποιος καλύτερα το μέγεθος του παραλογισμού ή της σκο­πιμότητας, ας αναλογιστεί το ενδεχόμενο, οι πανεπιστημιακοί δάσκα­λοι να αποφαι­νόταν, ότι η παρακολούθηση της αρχαίας τραγωδίας και κω­μωδίας των Αισχύλου, Σοφοκλή, Αριστοφάνη είναι απόλαυση ή ότι είναι δι­δακτική, αν το έργο παίζεται στην αρχαία γλώσσα, ενώ η παρακολούθηση είναι περιττή και ανώφελη αν γίνεται στην δημοτική γλώσσα, ή το ίδιο για Ιλι­άδα και Οδύσσεια, ή ότι το διάβασμα των βιβλίων για Μαθηματικά και Φυ­σική γραμμένων από επιστήμονες κύρους με Νόμ­πελ, αλλά σε κατανοητή γλώσσα είναι ανώφελο και είναι ωφέλιμο αν διά­βά­ζε­ται από κείμενο σε ξένη-δυσνόητη γλώσσα. Πως τα «θεόπνευστα» κείμενα πάσχουν από τέτοιες «αδυναμίες», μόνο θεολόγοι μπορούν να το αποδεχτούν !!!

Δυστυχώς κανείς από τον πολύ κόσμο, που πιστεύει, δεν διάβάζει τα Ευαγ­γέ­λια, είτε γιατί δεν μπορεί να τα καταλάβει, είτε γιατί τρέμει να υποθέ­σει οτιδήποτε άλλο εκτός αυτών που υποστηρίζει η εκκλησία, αλλά έχει μόνο την Βίβλο σαν ιερό αντικείμενο, φυλαχτό. Μάλιστα ούτε οι ολοφάνερες αντι­φά­σεις της Βίβλου γίνονται αντιληπτές ακόμα αν και τα αντιφατικά σημεία δεν απέχουν παρά μόνο 3-4 σειρές στο ίδιο κείμενο, όπως στην προφητεία του Γαβριήλ «και καλέσουσι το όνομα αυτού Εμμανουήλ, Ματθαίος ΚεφΑ΄. 23», η οποία λίγο παρα­κά­τω ,στην ίδιά σελί­δα, αναι­ρείται «και εκάλεσε το όνομα αυτού Ιησούν, Ματθαίος Κεφ Α΄. 25». Δυ­στυχώς οι λίγοι που μπορούν να κατα­λά­βουν και έχουν το απαι­τούμενο θάρρος, απαξιούν να την ερευνήσουν. Απο­δείχτηκαν λοιπόν αδικαι­ο­λόγητοι οι φόβοι της εκ­κλησίας ότι θα αποκα­λυ­φτούν στο πολύ κό­σμο τα πραγματικά γεγονότα ώστε με διάστρεβλωτική με­τάφραση να επιδι­ώ­κει την συγκάλυψή τους. Τα μυστικά της διάιω­νίζονται. Ως πότε όμως; Ευτυ­χώς όμως έχει αρχίσει η ενημέρωση ενός μικρού αρ­χι­κά αριθμού ενδιά­φε­ρο­μέ­νων που αυξάνει ραγδαία, πράγμα που άρχισε να ανη­συχεί το ιερατείο.

Το πρώτο απόσπασμα, του οποίου παρατίθεται το αρχαίο κείμενο και οι μετα­φράσεις-παραφράσεις, αφορούν την προετοιμασία του Ιησού λίγο πριν την (δεύ­τε­ρη) επαναστατική του απόπειρα εναντίον των Ρωμαίων αλλά και εναντίον των σφε­τεριστών του βασιλικού θρόνου Ηρωδιάνών, συνεργα­τών των Ρωμαίων κατα­κτη­τών. Ο Ιησούς, ήταν απόγονος της βασιλικής γε­νι­άς Δαβίδ. Το Κατά Ματθαίον Ευ­αγγέλιον έτσι ξεκινά, «Βίβλος γενέσεως Ιησού Χρι­στού υιού Δαυιδ», χωρίς να ανα­φέρει κανένα άλλο προσδιορισμό, όπως υι­ός θεού, σωτήρας, και έτσι αναφέρεται να τον αποκαλούν συχνά στα Ευαγ­γέ­λια, ακόμη και αλλόφυλοι όπως «η γυνη ην Ελ­λη­νίς, Συροφοινίκισσα τω γέ­νει», επειδή προφανώς έφερε τα βασιλικά εμβλήματα του οίκου Δαβίδ. Στο κεφάλαιο 10 του Ιωάννου, ο Ιησούς δηλώνει, με «παραβολή» ότι αυτός είναι ο νόμιμος διάδοχος του θρόνου.

             Πολλοί από τους Φαρισαίους πίστεψαν σε αυτόν, δηλαδή τον απο­δέ­χτηκαν σαν νόμιμο διεκδικητή του θρόνου, δηλ. σαν τον νόμιμο διάδοχο της δυναστείας Δαυίδ. Οι δυναστείες του Ισραήλ είναι η μεγάλη δυναστεία Δαυίδ, η δυναστεία των Μακκαβαίων, που με στους αγώνες της κατά των κατακτητών κατέκτησε τον θρόνο, και τελευταία η δυναστεία των Ηρωδιά­νών, συνεργατών των κατακτητών Ρωμαίων, που δεν ήταν καθαρόαιμοι Ισ­ραηλινοί, αλλά άραβες Ιδουμαίοι, άρα σφε­τεριστές του θρόνου του Ισραήλ. Οι Φαρισαίοι λοιπόν παρακολουθούν κι αυτοί τον Ιησού για να διάπι­στώσουν με τα «θαύματα» που κάνει, αν είναι αυτός ο αναμενόμενος «Μεσσίας».

             Στην «ανάσταση» του Λάζαρου, διάπιστώνοντας ότι είναι ανά­σταση μαϊ­μού, αποφάσισαν να τον σκοτώσουν, γιατί με την διάπίστωση ότι δεν έκανε θαύμα, άρα δεν είναι ο αναμενόμενος «Μεσσίας», η επικείμενη εξέγερση δεν θα είχε κα­μία προοπτική, και όχι μόνο αυτό, αλλά θα κατα­πνιγόταν όπως τόσες άλλες και θα οδηγούσε στην καταστροφή της Ιερου­σα­λήμ, (όπως έγινε αργότερα) και στην δου­λεία και εξορία των κατοίκων της εξ­εγερμένης πόλης (γιαυτό υπάρχουν εβραίοι διά­σκορπισμένοι σε πολλές πό­λεις της Αυτοκρατορίας, στις οποίες, δηλαδή στους Εβραίους αυτών των πό­λεων, αργότερα στέλνει επιστολές. Οι Αθηναίοι πέτυχαν από την Ρώμη το προνόμιο να μην εγκατασταθούν εκεί Εβραίοι εξόριστοι, γιαυτό και δεν υπάρ­χει επιστολή Παύλου προς Αθηναί­ους). Λέει μάλιστα το Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον ότι μας συμφέρει ένας άνθρωπος να πεθάνει υπέρ του λαού παρά να χα­θεί όλο το έθνος. Αν πράγματι τον θεωρούσαν ένοχο για κάτι, τέτοια αναφορά δεν θα είχε κανένα νόημα, αλλά θα έλεγαν ότι πρέπει να θανατωθεί ή να τι­μωρηθεί για το τάδε αμάρτημα και όχι για να σωθεί το έθνος, αντίθετα δεν υπάρχει ανα­φο­ρά σε θρησκευτικό αδίκημα. Στον Πι­λάτο αργότερα δεν μπορούν να πουν τα ίδιά, δηλαδή «τον σκοτώνουμε για να σωθεί από σένα το έθνος», αλλά του πρός­αψαν κατηγορία που να μην βάζει σε υποψία τον Πιλάτο, δηλαδή κατηγορία περί θρησκευτικών παραβάσεων. Αποφάσισαν επίσης την θανάτωση του Λάζαρου σαν διάψευ­ση της "Ανά­στασης", ώστε να περιοριστεί όσο το δυνατόν η επιρροή του Ιη­σού αφού θα διάψευδόταν το «θαύμα που αποδείκνυε» ότι ο Ιησούς ήταν ο ανα­με­νόμενος Μεσσίας, για να αποτραπεί το ενδεχόμενο μιας εξέ­γερσης χωρίς προο­πτική. Η είδηση όμως της κάλπικης "Ανάστασης", διάδόθηκε γρήγορα και αυτό ήταν που μετέστρεψε τον όχλο και από το «Ωσαννά» πέρασε στο «σταύρωσον αυτόν», αλλά και που κινητοποίησε όλους όσους φοβόταν την εκδίκηση των Ρωμαί­ων σε ενδεχόμενη αποτυχημένη εξ­έγερση.

Το σχέδιο του Ιησού ήταν, αφού προηγουμένως οργανώσει ένοπλα τους οπα­δούς του περιοδεύοντας εκτός Ιερουσαλήμ, να τους κατεβάσει την ημέρα του Εβρα­ϊκού Πάσχα στην Ιερουσαλήμ ώστε να περάσουν απαρατή­ρητοι μέσα στους δεκάδες χιλιάδες προσκυνητές. Το προηγούμενο έτος της εξέγερσης ήταν σαββατικό δηλ. οι αγροί δεν καλλιεργούταν οπότε υπήρχαν λίγα τρόφιμα αλλά ήταν επίσης και χρόνος απογραφής κατά το οποίο καθο­ριζόταν οι φορολογικές υποχρεώσεις των Εβραίων προς τον Καίσαρα. Ήταν δηλαδή χρονιά αναβρασμού. Αμέσως μετά την σχετική πε­ριγραφή στο Κεφ. ΚΒ΄ 35-38 ο Λουκάς περιγράφει την προσευχή στη Γεθσημανή και την σύλ­λη­ψη του Ιησού και έτσι μπορεί να προσδιοριστεί χρονικά ο διάλογος αυτός στο αμέσως προηγούμενο χρονικό διάστημα, δηλαδή των τελικών προετοι­μα­σιών.

Ο Ιησούς, αφού πρώτα θυμίζει στους οπαδούς του ότι προηγουμένως (η ορ­γά­νωσή του) φρόντιζε για όλα τα ζητήματα εφοδιάσμού, σαν καλός συ­ν­ωμότης ζητά από τους οπαδούς του την κρίσιμη στιγμή της εξέγερσης ότι ήταν αναγκαίο για την εξέγερση. Χρήματα, τρόφιμα, και προπαντός όπλα! Στο σημείο αυτό αλλά και σε πολλά άλλα σημεία γίνεται φανερή η δουλειά που έκαναν τους πρώτους αιώνες οι «πατέρες», οι μεταφραστές ακόμη και οι αντιγραφείς, ώστε με προσθαφαιρέσεις στο κείμενο να συγ­κα­λύψουν όσο μπορούσαν την αλήθεια σε διάφορα κρίσιμα ζητήμα­τα, ιδιάί­τερα όταν αργότερα από την σύνοδο της Νίκαιας ο Ιησούς ανακηρύχθηκε θεός και έπρεπε κάθε στοιχείο ύποπτο δογματικά να αποσιωπηθεί. Τα χάσματα και τα παρεμβαλλόμενα άσχετα κείμενα είναι ολοφάνερα. Αντίθετα με τα Ευ­αγ­γέ­λια τα κείμενα των τραγωδιών και κωμωδιών παρόλο που είναι κατά 700 χρόνια προγε­νέ­στερα και πολύ περισσότερα χρόνια χωρίζουν το αρχικό πρωτότυπο από το πρώτο γνωστό αντίγραφο, και ένα μικρό ποσοστό τους διάσώθηκε, χωρίς μάλιστα να τύ­χουν κανενός προστατευτισμού σαν ιερά κείμενα, όπως έγινε με τα Ευαγγέλια που έτυχαν και του σεβασμού των πι­στών αλλά και στεγάστηκαν στους χριστιανικούς ναούς, τόπους λατρείας που προστατεύτηκαν και διάτηρήθηκαν σαν κτήρια περισ­σότερο από κάθε άλλο κατασκευαστικά παρόμοιο κτήριο, δεν πάσχουν από τα ελατ­τώματα αυτά των Ευαγγελίων, ούτε χάσματα έχουν, ούτε άσχετα κείμενα παρεμβάλ­λονται, διάτηρούν ακέραια την αρχική λογοτεχνική δομή, ενώ αν ο χρόνος ήταν η αιτία των ελαττωμάτων των Ευαγγελίων και όχι η σκόπιμη παρέμ­βα­ση, θα έπρεπε να είχαν πολύ λιγότερα ελαττώματα. Το ίδιο ισχύει για την πολύ πα­λιότερη Ιλιάδα- Οδύσσεια και το ίδιο ισχύει και για την Παλαιά Διά­θήκη που αν και πολύ παλαιό­τε­ρη τα κείμενά της δεν πάσχουν στην λογο­τε­χνική δομή τους.

Παρόλες όμως τις (κακότεχνες) επεμβάσεις, είτε λόγω ερα­σιτεχνισμού των επεμβάσεων είτε σκοπιμότητας ώστε ο πυρήνας του ιερα­τεί­ου να έχει στοιχεία για τα πραγματικά ιστορικά γεγονότα και τις πραγμα­τι­κές προθέσεις του κινήματος του Ιησού, παρέμειναν για διάφορους λόγους αρκετά αποκα­λυπτικά στοιχεία τα οποία αναλαμβάνουν τώρα οι σύγχρονοι «μεταφραστές» να τα μερεμετίσουν. Για την πραγματικότητα των γεγονότων εξαιρετικά βι­βλία είναι και τα «ΘΕΑΤΡΟ ΤΗΣ ΣΩ­ΤΗΡΙΑΣ» του Μιχ. Καλό­πουλου και «ΤΟ ΑΙΝΙΓΜΑ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ ΤΗΣ ΓΑΛΙ­ΛΑΙ­ΑΣ» του Ν. ΚΟΚΚΙ­ΝΟΥ.

Στο πρώτο απόσπασμα είναι ολοφάνερη η προσπάθεια των μεταφρα­στών να συγκαλύψουν την ιστορική πραγματικότητα. Τα υπογραμμισμένα στις παρακάτω μεταφράσεις είναι αυτά που δεν αντιστοιχούν στο πρωτότυ­πο κείμενο, τα οποία μά­λιστα είναι πολλαπλάσιας έκτασης από το αρχαίο κείμενο. Ότι βέβαια αποδίδουν να λέει ο Χριστός, στο πρώτο μάλιστα πρόσ­ωπο, είναι τελείως αντίθετα με αυτά που πράγματι αναφέρουν τα Ευαγγέλια ή όπου αλλού λέει ή κάνει ο Ιησούς. Για τα χρή­ματα π.χ. αλλού λέει «μην νοι­άζεστε για το τι θα φάτε και θα πιείτε, θα φροντίσει ο πατέρας μου όπως φροντίζει τα σπουργίτια». Ή αλλού «μην κρατάτε πάνω σας λε­φτά ούτε τρό­φιμα ταξιδιού, ούτε παπούτσια». Ή αλλού, «μη ζητάτε τι θα φάτε και τι θα πι­είτε και μη ανησυχείτε αυτά τα ζητούν τα έθνη του κόσμου. Για σας όμως ο πατέρας ξέρει τι ανάγκη έχετε από αυτά». Ή αλλού: «Μην αποκτήσετε και μην φυ­λάτε στην ζώνη σας χρυσά ή αργυρά ή χάλκινα νομίσματα. Μη παίρ­νετε τρόφιμα για το δρόμο ούτε δυο πουκάμισα ούτε παπούτσια, ούτε ραβδί. Διότι ο κάθε εργάτης δι­καιούται την τροφή του.». Για την βία, αλλού λέει ότι «αν σε κτυπήσουν στο ένα μάγουλο γύρνα και το άλλο» ή λέει στον Πέτρο υποτί­θε­ται αποδοκιμάζοντας την βία ακόμη, ακόμα και την αμυντική: «Μά­χαιρα έδωσες, μά­χαιρα θα λάβεις».

Στο δεύτερο απόσπασμα φαίνεται καθαρά ότι ο Ιησούς δείχνει τρόπο στους οπαδούς τους, πώς να κλέβουν τους πλούσιους, αφού πρώτα κερ­δί­σουν την εμπι­στοσύνη τους. Το προϊόν της κλοπής όμως δεν είναι για ατομι­κό όφελος των οπα­δών του, αλλά για οικονομική ενίσχυση της οργάνωσης του Ιησού. Γι αυτό και τους προσφέρει κάλυψη σε περίπτωση απόλυσης, «ίνα όταν εκλίπεται, δέξωνται υμάς εις τας αιωνίους σκηνάς.». Αιώνιες σκη­νές δεν μπορεί παρά να είναι ένα από τα συνθη­ματικά ονόματα της οργά­νω­σής του. Η «μετάφραση» και εδώ είναι απόλαυση...

Τα επόμενα αποσπάσματα αφορούν το γιατί ο Ιησούς μιλά με παρα­βολές. Εί­ναι ευδιάκριτος ο λόγος, ότι για λόγους συνωμοτικούς μιλά συμβο­λικά, ώστε να μην γίνεται άμεσα κατανοητός από τους αμύητους και αποκα­λυφθεί πρόωρα η ανα­τρεπτική του δράση. Το κομμάτι των στοίχων «όστις γαρ έχει, δοθήσεται αυτώ και περισσευθήσεται. Όστις δε ουκ έχει, και ο έχει αρθήσεται απ΄ αυτού» είναι γραμ­μέ­νο και σε άλλο σημείο του ίδιου Ευ­αγ­γε­λίου σε εντελώς διάφορετική παραβολή, στην παραβολή με τους τρεις δού­λους και τα τάλαντα!!!. Η «μετάφραση» και των στοίχων αυτών είναι χάρ­μα!...

Στο Κατά Λουκάν Η΄ 8-10 η μετάφραση ξεσαλώνει. Μας μεταφράζει ο επί­σημος μεταφραστής ανύπαρκτα λόγια του Ιησού που τάχα εξηγούν γιατί μιλάει με παραβολές. Και μεταφράζοντας μας αποκαλύπτει ότι ο Ιη­σούς μι­λά με παραβολές «διά να μην ημπορούν να καταλάβουν, ενώ ακούουν την διδασκαλίαν, που τους εξηγεί τα μυστήρια. Και πράττω τούτο όχι μόνον κατά λόγον δικαιοσύνης, αλ­λά και εξ αγαθότητος, ίνα μη ούτοι διά της πε­ρι­φρονήσεως της αληθείας επι­βαρύνουν την θέσιν των και σκληρυνθούν περισ­σότερον.»!!! Το κομμάτι αυτό παρουσιάζετε με τις τρεις διάφορετικές παραλλαγές, αυτές των τριών Ευαγγελίων, Ματθαίου, Μάρκου, Λουκά. Και των τριών οι μεταφράσεις γεμάτες ασυναρτησίες. Ακο­λουθούν αποσπάσματα από το Ευαγγέλιον του Ιωάννου σχετικά με το θέμα που εδραιώνουν την συνωμοτική εκδοχή, τα οποία διάψεύδουν τους μετα­φρα­στές-πα­ραφραστές, αλλά το αυτί τους δεν ιδρώνει.

Απόδειξη του συνω­μο­τι­κού τρόπου συ­νεννόησης είναι και η ερμηνεία της λέξεως «συκή». Μια φορά οι ευαγγελιστές την χρησιμοποιούν περιγράφοντας το επεισόδιο με τον Ιη­σού που ξεραίνει την «συκή» που δεν είχε καρπούς γιατί δεν ήταν η εποχή των καρπών με την έννοια του δέν­δρου (και έτσι φαίνεται ο Ιησούς σαν φρε­νοβλαβής, που καταριέται ένα δένδρο επειδή δεν έχει καρπούς τον χει­μώ­να), και την άλλη που παρουσιάζει τον Ναθαναήλ να εντυπωσιάζεται που τον γνω­ρίζει ο Ιησούς επειδή τον είδε κάτω από μια «συκή», Ιωάννης Κεφ. Α΄ 49-51. Μόνο αν η «συκή» δηλώνει κάτι μυστικό θα καυχιόταν ο Ιη­σού ότι έκανε θαύμα, και όχι ότι είναι θαύμα που τον είδε να είναι κάτω από μια «συκή». Ιωαννης Α΄ 51 «απε­κρίθει Ιησούς και είπεν αυτώ. Ότι είπον σοι, είδον σε υποκάτω της συκής, πι­στεύ­εις; Μείζω τούτων όψει.». Μετάφρα­ση: «Απαντώντας ο Ιησούς του είπε. Επειδή σου είπα, ότι σε είδα κάτω από την συκιά πιστεύεις ; Μεγαλύτερα (θαύματα) από αυτά θα δείς.» Μια άλλη συ­ν­ωμοτική σημασία της λέξης «συκή» μπορεί να δικαι­ο­λογήσει και την ορ­γή του Ιησού εναντίον της, και το «θαύμα» αναγνώρισης του Ναθαναήλ. Πι­θα­νότατα «συκή» είναι ο συνθηματικός τρόπος αναφοράς των τοπι­κών επα­να­στατικών οργανώσεων του Ιησού και των προγόνων του. Έτσι το ξέραμα της «συκής» είναι η διάλυση μιας τοπικής οργάνωσης που σε μια άσκηση ετοι­μό­τη­τας βρέθηκε απελπιστικά απροετοίμαστη.

Το επόμενο απόσπασμα αφορά την συγκαλυμμένη δήλωση του Ιησού ότι αυ­τός είναι ο νόμιμος βασιλιάς και όχι οι Ηρωδιάνοί σφετεριστές.

          Ακολουθεί ένα επεισόδιο που το αναφέρουν οι τρεις ευαγγελιστές, για υπο­σχέσεις υλικών παροχών του Ιησού στους μαθητές του, που δείχνει κι αυτό καθαρά την πραγματική πρόθεση του Ιησού τελείως διάφορετική από ότι θα πίστευαν οι χριστιανοί, τόσο που αν τους το πεις σου απαντάνε ότι: «τέτοια πράγματα δεν γρά­φει η Καινή Διάθήκη, από το μυαλό σου τα κατέ­βασες»!!!.

          Για τέτοιους λόγους τα «θεόπνευστα» κείμενα έχουν τόσες «τρύπες», ώστε να χρειάζονται μεγάλα μπαλώματα από μεταφραστές-παραφραστές, όταν πια δεν μπο­ρεί να επιβληθεί απαγόρευση του διάβάσματος της Καινής Διάθήκης.

Σε όλα τα κείμενα οι υπογραμμίσεις είναι δικές μου. Οι υπογραμ­μίσεις στις μεταφράσεις Κολιτσάρα και Τρεμπέλα αφορούν φράσεις που δεν υπάρχουν στο αρχαίο κείμενο. Η κατά λέξη μετάφραση είναι δική μου.

 

 

 

Κατά Λουκάν

(22) ΚΒ΄. 35-38

Μετάφραση Κολιτσάρα

Μετάφραση Τρεμπέλα

Κατά Λέξη Μετάφραση

35. Και είπεν αυτοίς. Ότε απέστειλα, υμάς άτερ βαλλαντίου και πήρας και υποδημάτων, μη τινός υστερηθήκατε; Οι δε είπον. Ουδενός.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

36 είπεν ούν αυτοίς. αλλά νύν ο έχων βαλάντιον αράτω, ομοίως και πήραν, και ο μη έχων πωλήσει το ιμάτιον αυτού και αγοράσει μάχαιραν.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

37. λέγω γαρ υμίν ότι έτι τούτο το γε­γραμμένο δει τελε­σθήναι εν εμοί, το μετά ανόμων ελο­γί­σθη. Και γαρ τα πε­ρί εμού τέλος έχει.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

38. οι δε είπον. Κύριε, ιδού μάχαιραι ώδε δύο. Ο δε είπεν αυτοίς. ικανόν εστί.

35. Και είπεν εις αυτούς. «όταν σας έστειλα κατά την πρώτην περιοδείαν σας χωρίς χρήματα, χωρίς ταξιδιωτικό σακκίδιο και χωρίς υποδήματα, μήπως εστερηθήκατε τίποτε;». Εκείνοι δε απάντησαν.»όχι τίποτε δεν εστερηθήκαμε».

 

 

 

 

 

 

36. Είπεν λοιπόν εις αυτούς. «τα πράγματα τώρα αλλάζουν και πρέπει να είσθε συνετοί και προνοητικοί, διότι θα συναντήσετε δυσκολίες. Εκείνος που έχει βαλάντιον, ας το πάρει μαζή του, διότι θα του χρειασθούν χρήματα, προς συντήρησίν του. Το ίδιο ας κάμη και εκείνος που έχει σακίδιο. Ας το πάρει γεμάτο τρόφιμα και ας πωλήση το ένδυμα του εκείνος που δεν έχει μάχαιρα, διά να αγοράσει.

(Με τα λόγια μου αυτά δεν θέλω να σας συστήσω ποτέ να οπλισθήτε με φονικά όργανα,διά να αντισταθείτε εις τους εχθρούς σας, αλλά θέλω να σας κάμω να εννοήσετε καλά, ότι θα συναντήσετε θα­να­σίμους εχθρούς διά το όνομά μου, απέναντι των οποίων πρέπει να φέρεσθε με σταθερότητα και με σύνεσιν. Δι αυτό πρέπει να οπλισθείτε με τα πνευματικά όπλα της πίστεως και της αρετής).

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

37. Ο άσπονδος πόλεμος έχει αρχίσει εναντίον μου. Διότι σας λέγω ότι πρέπει να εκπληρωθεί εις εμέ τώρα και τούτο ακόμα, που έχει γραφή από τον προφήτη Ησαϊαν, το : και μεταξύ ανόμων και κακούργων συγκαταριθμήθηκε, διά να τιμωρηθή μαζή με αυτούς ως άνομος. Πρέπει να γίνει και αυτό, διότι όσα έχουν προφητευτεί περί εμού παίρνουν τώρα τέλος και πλήρη πραγματοποίηση.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

38. Οι δε μαθηταί, που δεν εκατάλαβαν το αλληγορικόν νόη­μα των λόγων του, είπαν: Κύριε, ιδού , υπάρχουν εδώ δύο μάχαιραι». Ο δε Κύ­ριος είπε. «φθάνει ως εδώ. Ας σταματή­σω­με την συζήτη­σιν».

35, Και προαναγ­γέλλων εις αυ­τούς, ότι εις το μέλλον όλων η πίστης θα εδοκι­μάζετο, τους εί­πεν. Όταν εις την πρώ­την σας πε­ριο­δείαν σας έστειλα χωρίς βαλλάντιον και χωρίς σάκκον τα­ξιδιωτικόν και υποδήματα, μή­πως εστερηθή­κα­τε τίποτα; Αυτοί δε είπαν. Όχι δεν στε­ρηθήκαμε τί­ποτα.

36. Είπε λοιπόν εις αυτούς. Τα πράγ­ματα τώρα άλλα­ξαν και πρέ­πει να οπλισθήτε με σύ­νεσιν και να έχετε πάντοτε εις τον νούν σας, ότι πε­ρικυκλώνεσθε από εχθρούς. Τώ­ρα εκείνος, που έχει βαλλάντιον, ας το πάρει μαζί του, διά να έχει χρή­ματα προς αγο­ράν των αναγ­καί­ων διά την συντή­ρησίν του. Το ίδιο ας κάμη και αυτός που έχει σάκκον, Ας τον πάρη μαζί του γεμάτο με τρό­φιμα. Δεν θα εύρε­τε πλέον την φι­λόξενον προ­θυ­μίαν και υποδο­χήν, που συναν­τήσατε εις την πρώτην περιο­δείαν σας. Και εκείνος που δεν έχει μάχαιραν, ας πωλήσει και αυτό το ρούχο του και ας αγοράση μά­χαι­ραν. Δεν θέλω να είπω με αυτό, ότι σας επιτρέ­πε­ται εις την βίαν να αντιτάσσετε την βία. Ούτε ότι έχε­τε δικαίωμα διά της μάχαιρας να επιδιώξετε την δι­άδοσιν του Ευαγ­γελίου.       Αλλ’ απ­λώς διά ζωη­ράς εικόνος θέλω να παρα­στήσω, ότι ο παρών και­ρός εί­ναι καιρός αμύ­νης και ότι θα αντιμετωπίσετε θανατηφόρους επιβουλάς και εχ­θρότητα.

37. Ότι δε τώρα ήλθαν καιροί δι­ωγμών και επι­βουλών,  αποδει­κνύεται από αυ­τά που μετ’ ολί­γον θα συμβούν εις εμέ. Διότι σας λέ­γω, ότι μαζί με τα τόσα άλλα, που επλη­ρώ­θη­σαν, πρέπει να πληρω­θή και να επαλη­θεύση εις εμέ και αυτό, που έχει γραφή εις τον προφήτην Ησαΐ­αν. Δηλαδή το και μεταξύ των ανό­μων και κα­κούρ­γων κατε­τά­χθει διά να τιμω­ρηθή μαζί με αυ­τούς ως άνομος. Πρέπει δε να επ­αλλη­θεύ­ση και ο προφη­τικός αυ­τός λόγος εις εμέ, διότι όσα εγρά­φησαν και προ­φητεύθησαν δι’ εμέ λαμβάνουν τώρα τέλος και πραγματοποίησιν πλήρη.

38. Οι μαθηταί όμως δεν κατα­λά­βαιναν την ση­μα­σίαν των λό­γων αυτών του Κυρί­ου και του είπαν: Κύριε ιδού εδώ υπάρχουν δύο μά­χαιραι. Ο δε Κύρι­ος είπεν εις αυ­τούς. Δεν εννοείτε τι σας λέγω. Φθά­νει λοι­πόν. Ας μη εκτει­νώμεθα εις πε­ραιτέρω συζή­τη­σιν.

 

35, Και είπε σ’ αυτούς. Όταν σας έστειλα χωρίς χρήματα και τρό­φιμα και παπού­τσια, μή­πως στε­ρηθήκατε τίποτα. Κι’ αυτοί είπαν. Τίποτα.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

36. Είπε λοιπόν σ’ αυτούς. Τώρα όμως όποιος έχει χρήματα ας τα πάρει μαζί του, το ίδιο αν έχει τρό­φιμα για ταξίδι και όποιος δεν έχει μαχαίρι να πουλήσει και τα ρούχα του και να αγοράσει μαχαίρι.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

37. Σας λέω ότι είναι γραφτό μου να παρανομήσω. Και έτσι όσα σχε­τίζονται με μένα να τελειώσουν.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

38. Κι αυτοί είπαν Κύριε να εδώ υπάρχουν δυο μαχαίρια. Κι αυτός τους είπε. Φτάνει πια.

 

Να και το δεύτερο απόσπασμα:

 

Κατά Λουκάν

(16) ΙΣΤ΄.

Μετάφραση Κολιτσάρα

Μετάφραση Τρεμπέλα

Κατά Λέξη Μετάφραση

Έλεγε δε και προς τους μαθητάς αυ­τού.[1]

Άνθρωπος τις ήν πλούσιος, ός είχεν οικονόμον, και ούτος διεβλήθη αυτώ ως διάσκορπίζων τα υπάρχοντα αυτού.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

2. Και φωνήσας αυτόν είπεν αυτώ. Τι τούτο ακούω περί περί σού; Απόδος τον λόγον της οικονομίας σου. Ου γαρ δύνη έτι οικονομείν.

 

 

 

 

 

3. είπεν δε εν εαυτώ[2] ο οικο­νόμος. Τι ποήσω, ότι ο κύριος μου αφαιρείται την οικονομίαν απ’ εμού. Σκάπτειν ούκ ισχύνω, επαι­τείν αισχύνομαι.

 

4. Έγνων τι ποιήσω, ίνα, όταν μετασταθώ εκ της οικονομίας, δέξωνταί με εις τους οίκους αυτών.

 

 

 

 

5.Και προσκαλε­σά­μενος ένα έκαστον των χρεοφειλετών του κυρίου εαυτού έλεγε τω πρώτω. Πόσον οφείλεις τω κυρίω μου;

 

 

6. ο δε είπεν. Εκατόν βάτους ελαίου. Και είπεν αυτώ. Δέξει σου το γράμμα και καθίσας ταχέως γράψον πεντήκοντα.

 

 

 

7.Έπειτα ετέρω είπε. Συ δε πόσον οφείλεις; Ο δε είπεν. Εκατόν κόρους σίτου. Και λέγει αυτώ. Δέξαι σου το γράμμα, και γράψον ογδοήκοντα.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

8. Και επήνεσεν ο κύριος τον οικονόμον της αδικίας, ότι φρονίμως εποίησεν. Ότι οι υιοί του αιώνος τούτου φρονιμώ­τεροι υπέρ τους υιούς του φωτός εις την γενεάν την εαυ­τών εισί.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

9. Καγώ υμίν λέγω. Ποιήσατε εαυτοίς φίλους εκ του μαμωνά της αδικίας, ίνα όταν εκλίπετε, δέξωνται υμάς εις τας αιωνίους σκηνάς.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

10. Ό πιστός εν ελαχίστω και εν πολλώ πιστός εστί, και ο εν ελαχίστω άδικος και εν πολλώ άδικος εστί.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

11. εί ουν εν τω αδίκω μαμωνά πιστοί ουκ εγένεσθε, το αληθινόν τις υμίν πιστεύσει.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

12. Και εί εν τώ αλλοτρίω πιστοί ούκ εγένεσθε, το υμέτερον τις υμίν δώσει.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

13. Ουδείς οικέτης δύναται δυσίν κυρίοις δουλεύειν. Ή γαρ τον ένα μισήσει και τον έτερον αγαπήσει, ή ενός ανθέξεται και του ετέρου καταφρονήσει, ου δύνασθε Θεώ δουλεύειν και μαμωνά.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

14. Ήκουον[3] δε ταύτα πάντα και οι Φαρισαίοι φιλάργυροι υπάρχοντες, και εξεμυκτήριζον αυτόν.

 

 

 

 

 

15. και είπεν αυτοίς. υμείς έστε οι δικαιούντες εαυτούς ενώπιον των ανθρώπων, ο δε Θεός γιγνώσκει τας καρδίας υμών. Ότι το εν ανθρώποις υψηλόν βδέλυγμα ενώπιον του Θεού.

 

 

 

Έλεγε δε προς τους μαθητάς του και άλλην παραβολήν, διά να καταδικάση την φιλαργυρίαν, από την οποίαν εκυριαρχούντο οι Φαρισσαίοι.» ένας άνθρωπος, είπε, ήτο πλούσιος και είχε διάχειριστήν εις την περιουσίαν του. Και αυτός ο διάχειριστής κατηγορήθηκε εις τον κύριον, ότι του διάσκορπίζει και σπαταλά την περιουσίαν.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

2. Και ο κύριος τον εφώναξε και του είπε: Δός μου λογαριασμό της διάχειρίσεώς σου, διότι δεν ημπορείς πλέον να είσαι διάχειριστής μου.

 

 

 

 

 

3. Είπε δε από μέσα του ο οικονόμος: τι να κάμω τώρα, που μου αφαιρεί ο κύριος μου την διάχείρησιν; Να σκάπτω δεν ημ­πορώ, να ζητια­νεύω εντρέπομαι.

4. Ευρήκα τι θα κάμω, ώστε όταν θα με διώξουν από την διάχεί­ρησιν και από το σπίτι του κυρίου μου, να με δε­χθούν άλ­λοι γνω­στοί μου άνθρω­ποι εις τα σπίτια των.

5. Και αφού επρο­σκάλεσε κα­θένα από τους χρεωφει­λέτας του κυρίου του χωρι­στά, είπε εις τον πρώτο: πό­σα χρε­ωστάς συ εις το κύριό μου;

 

6. Εκείνος δε απήντησε: τρισή­μι­συ περίπου χιλιάδες κιλά λάδι. Και του είπε ο διά­χειριστής: πάρε το γραμμάτιον σου, κάθισε και γράψε γρήγορα ότι χρε­ωστάς τα μισά.

 

7. Έπειτα δε είπε εις τον άλλο: συ πόσα χρεωστάς; Εκείνος δε απάντησε. Τεσσερεσήμισυ και πλέον χιλιάδες κιλά σιτάρι. Και ο διάχειριστής του είπε: Πάρε το γραμμάτιο σου και γράψε ότι χρεω­στάς τρισήμισυ χιλιάδες κιλά.

 

 

 

 

 

 

 

8. Και ο κύριος επήνεσε τον άδικο και αναξιόπιστο αυτόν διάχειριστήν, διότι εις την περίσταση αυτήν ενήργησε άδικα μεν, αλλά διά τον ευαυτόν του συνετά». Και επρόσθεσεν ο Κύριος «οι αμαρτωλοί άνθρωποι του κόσμου τούτου, προκειμένου να εξασφαλίσουν τα συμφέροντά των, αποδεικνύονται εις την γενεάν των συνετώτεροι και προνοητικότεροι από τα τέκνα του φωτός, από εκείνους που έχουν φωτιστεί από την αλήθειαν του Θεού.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

9. Και εγώ σας λέω τούτο. Μιμηθείτε εις τον τρόπον της ενέργειάς τον άδικον οικονόμον. όσοι έχετε μεγάλας περιουσίας, αι οποίαι κατά κανόνα αποκτώνται με αδικίας, αφού μετανοήσετιε, κάμετε έργα καλά με τα χρήματα αυτά της αδικίας, αποκτήσατε φίλους με τας αγαθοεργείας σας, ώστε οι φίλοι σας αυτοί να σας υποδεχθούν εις την αιωνίαν ζωήν, όταν φύγετε από τον κόσμο αυτόν.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

10. Εκείνος που είναι πιστός εις το ελάχιστον, εις τα υλικά δηλαδή αγαθά που θα τα χρησιμοποιή προς αγαθοεργίας, αυτός είναι πιστός και εις τα περισσότερα, εις τα πνευματικά δηλαδή και ουράνια αγαθά. Και εκείνος που είναι άδικος και εις τα ελάχιστα, είναι άδικος και αναξιόπιστος και εις τον πολύν και ανεκτίμητον πνευματικόν πλούτον.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

11. Εάν λοιπόν εις τον άδικον μαμωνάν, εις τον φθαρτόν και προσωρινόν πλούτον, που παρασύρει εις την αδικίαν, δεν εφανήκατε αξιόπιστοι, τον αληθινόν και αιώνιον πλούτον της βασιλείας του θεού, ποιος θα σας τον εμπι­στευτεί;

12. Και εάν εις τον υλικόν και ξένον προς την πνευματικήν σας φύσιν άδικον μαμωναν δεν εφανήκατε αξιόπιστοι, τον πνευματικόν πλούτον τον οποίον ο θεός προώρισεν ως ιδικόν σας κτήμα, ποιος θα σας τον δώσει;

 

 

 

 

 

13. Κανένας υπη­ρέτης δεν ημπορεί να υπηρετεί συγ­χρόνως δύο κυρί­ους. Διότι ή θα μισήσει τον ένα και θα αγαπήση τον άλλο, ή θα προσ­κολληθή εις τον ένα και θα κατα­φρονή τον άλλον. Δεν είναι δυνατόν να είσθε συγχρό­νως δούλοι του θεού και του μα­μωνά.

 

 

 

 

 

 

 

14. Οι Φαρισαίοι, οι οποίοι ως γνωστόν ήσαν φι­λάργυροι, ήκου­σαν όλα αυτά και τον ενέπαιζαν. (Αυτοί επίστευαν ότι τα πλούτη είναι τιμητική δωρεά του θεού προς αυτούς).

 

15. Και είπεν εις αυτούς. «εσείς είσθε που παρουσιάζετε τον εαυτόν σας δίκαιον ενώπιον των ανθρώπων. Ο Θεός όμως γνωρίζει τας καρδίας σας. Διότι αυτό που παρουσιάζετε με την υποκρισία ως υψηλόν, ενώπιον του Θεού, ο οποίος γνωρίζει κατά βά­θος τα πράγματα, είναι βδελυκτόν και μισητόν.

 

Οι Φαρισαίοι όμως κατείχοντο και από άλλην κα­κίαν. Ήσαν φι­λάργυροι και κα­τεκράτουν τον πλούτον εγωι­στι­κώς διά μό­νον τον ευαυτόν τους. Εί­πεν λοι­πόν ο Κύρι­ος προς τους μαθη­τάς του και την ακόλουθον πα­ρα­βολήν, διά να τους διδάξει, πως πρέ­πει ο καθένας να χρη­σιμοποιή τον πλούτον. Ήτο κά­ποιος άνθρω­πος πλούσιος, ο οποίος είχεν επι­στάτην και διάχει­ριστήν της περι­ουσίας του. Και τον επιστάτην αυ­τόν κατηγόρη­σαν εις τον κύριόν του, ότι διάσκορ­πί­ζει και σπαταλά την περιουσίαν του.

2. Και αφού τον φώναξε ο κύριος του είπε. Τι είναι αυτό, που ακούω διά σε. Δώσε μου λογαριασμό της διάχειρίσεως σου, δι­ότι δεν θα μπο­ρέ­σεις πλέον εις το μέλλον να εί­σαι διάχειριστής και επι­στά­της.

 

3. Είπε δε καθ’ εαυτόν ο οικονό­μος. Τι να κάνω, διότι ο κύριος μου παίρνει την διάχεί­ρησιν από εμέ; Να σκάπτω εις τα χω­ράφια δεν μπο­ρώ. Να ζητιανεύω εν­τρέπομαι.

4. Εύρον και απο­φάσησα τι να κά­νω, διά να με δεχ­θούν άν­θρωποι εις τα σπίτια των και να με φιλοξενή­σουν, όταν θα απο­πεμφθώ από την διάχείρησιν.

 

5. Και αφού προ­σκάλεσε τους χρε­ωφειλέτες του κυ­ρίου του καθέ­να χωριστά, είπεν εις τον πρώτον. Πόσον οφείλεις συ εις τον κύριόν μου;

 

6. Αυτός δε είπεν. Εκατόν μισοβά­ρε­λα λάδι, δηλαδή 2.700 οκάδες πε­ρίπου. Και ο διά­χειριστής του εί­πε. Πάρε το γραμ­μά­τιόν σου και αφού καθίσης γράψε γρήγορα πε­νήντα μισο­βά­ρελα.

7. Έπειτα είπεν εις άλλον χρεω­φειλέ­την. Συ δε πόσα χρεωστείς; Αυτός δε του εί­πεν εκατός σάκ­κους σιτάρι των τριανταέξη οκά­δων, δηλαδή 3.600 οκάδες. Και τότε του είπεν ο διάχειριστής. Πά­ρε το γραμμά­τιόν σου και αντί εκα­τόν γράψε ογδοή­κοντα. Έτσι ο διά­χειριστής ηδίκησε μεν τον κύριόν του, ως προς τον ευατόν του όμως εφέρ­θη φρόνιμα και συ­νετά.

8. Και ο κύριος επ­ήνεσε τον διά­χει­ριστήν, όχι βέ­βαια διά την αδι­κίαν που του έκανε, και διά την οποίαν τον αποκαλεί οικο­νό­μον της αδι­κίας, αλλά διότι ενήργη­σε φρόνιμα και προβλεπτικά διά τον ευατόν του. Ας μη φανή δε εις κανένα παρά­δο­ξον, ότι ο οικο­νό­μος αυ­τός ενήρ­γη­σε τό­σον φρόνιμα, δι­ότι οι άνθρωποι, που είναι προσ­κολλημένοι εις τον μάταιο αυ­τόν κό­σμον, προκειμένου να εξασφαλίσουν τα επίγεια συμ­φέ­ροντα των, αποδει­κνύ­ονται προνοη­τι­κώτεροι κατά την συμ­πε­ρι­φορά των και τας σχέσεις των προς τους ανθρώ­πους της τάξεώς των περισσότερον παρ’ όσον είναι φρόνιμοι και προ­νοητικοί διά την επιδίωξιν και εξα­σφάλισιν των πνευμα­τι­κών αγα­θών οι άνθρωποι εκείνοι, που εφωτί­σθησαν από την αλή­θει­αν και έγι­ναν υιοί φωτός.

9. Και εγώ σας λέω, όπως εγ­καί­ρως εφρόντισεν ο άδικος αυτός διά­χειριστής να εξα­σφαλίση την φι­λί­αν των οφει­λετών του κυ­ρί­ου του, έτσι και σεις φροντίσατε να κά­μετε διά το καλόν σας φί­λους από τον πλούτο που εί­ναι άδικος, διό­τι αι μεγάλαι πε­ριου­σίαι με αδι­κίαν επι­σωρεύ­ονται και αδικίαν με­γάλην διά­πράττει αυτός, που μόνον διά τον εαυτόν του κατακρατεί τα πλούτη. Κάμετε λοιπόν και σεις φί­λους από τον άδι­κον μαμωνάν αγα­θοεργούντες και ευεργε­τούν­τες τους του ομοίους σας, ώστε, όταν απο­θάνετε, να σας υποδεχθούν οι φί­λοι αυτοί εις τας αιωνίους σκη­νάς του Παρα­δείσου.

10. Σεις σκορ­πί­ζοντες εις τας αγαθοεργίας τα πλούτη σας, δεν θα ομοιάζεται προς τον οικο­νόμο της αδι­κί­ας, ο οποίος με κλοπάς και κα­ταχρήσεις εις βάρος του κυ­ρίου του επρο­νό­ησε να κάμη φί­λους. Θα απο­δει­χθείτε διά της ευ­εργετικής διά­θέ­σεως του πλού­του τίμιοι και αξιό­πι­στοι διάχειρισταί και οικονόμοι του Θεού, που σας εν­επιστεύθη τον υλι­κόν πλούτον.

Εκείνος δε που εί­ναι αξιόπιστος εις τον υλικόν, ο οποί­ος εν συγ­κρίσει προς τα ουράνια αγαθά είναι κάτι ελάχι­στον και τι­πο­τέ­νοιο, αυτός εί­ναι πιστός και εις τον ουράνιο πλού­τον, ο οποίος εί­ναι πολύς. Και εκείνος, που είναι άδικος εις το ελά­χι­στον, άδικος και ανάξιος εμπι­στο­σύνης θα είναι και εις τον πολύν και ανε­κτί­μητον πλούτον.

11. Εάν λοιπόν εις τον άδικον μα­μω­νάν δεν εφά­νη­τε αξιό­πι­στοι και τί­μιοι, αλλά διε­χει­ρίσθητε αυτόν εγωιστικώς και παρά το θέλημα του Θεού, που σας τον ενεπι­στεύθη, τον αλη­θινόν και αιώνιον πλούτον της βα­σιλείας ποι­ος θα σας τον εμπι­στευ­θεί; Ου­δείς.

12. Και εάν εις τον υλικόν πλούτον, που είναι ξένος προς την πνευ­μα­τικήν σας φύ­σιν και που δεν γίνε­ται ποτέ στα­θερόν και αιώ­νι­ον κτή­μα εκεί­νου, που μόνον προσω­ρι­νώς τον απέκτησε, δεν εφάνητε άξιοι εμ­πιστοσύνης, τον πνευματικόν πλούτον, που η­τοίμασεν ο Θε­ός διά να γίνει αι­ώ­νιον κτήμα ιδι­κόν σας, ποίος θα σας τον δώσει; Ου­δείς.

13. Μην απατάτε τον εαυτόν σας με την ιδέαν, ότι εί­ναι δυνατόν και εις τον πλού­τον να είσθε προσκο­λη­μένοι και εις τον Θεόν να δουλεύ­ε­τε. Κανείς υπη­ρέ­της δεν ημπορεί να εί­ναι συγχρόνως εις δύο κυρίους. Διότι ή θα μισήσει τον ένα και θα αγα­πήση τον άλλον. Ή θα προσκολ­λη­θή εις τον πλού­τον και θα κατα­φρονήσει τον Θε­όν. Δεν δύ­να­σθε να είσθε συγχρό­νως δούλοι και του Θεού και του μαμωνά

14. Ήκουαν δε όλα αυτά οι Φαρι­σαίοι, οι οποίοι ήσαν φι­λάργυροι, και και τον περιέ­πεζον, δι­ότι εφρόνουν, ότι τα πλούτη των εδό­θησαν εις αυ­τούς υπό του Θε­ού εις αντα­μοιβήν της δικαι­οσύνης των.

15. Και είπεν εις αυτούς. Σεις εί­σθε, που κατορ­θώνεται να πα­ρουσιάζεσθε δί­καιοι εμπρός εις τους ανθρώπους. Ο Θεός όμως γνωρί­ζει τας καρ­δίας σας και το εσωτερικόν σας και σας απο­στρέφεται. Διότι αυτό, που μεταξύ των ανθρώπων εμ­φανίζεται διά της υπικρισίας και επιδείξεως υψηλόν και άξιον τιμής, είναι σιχα­μάρα και αηδία ενώπιον του Θε­ού.

Και έλεγε στους μαθητές του. Κάποιος που ήταν πλούσιος είχε διάχειριστή που κατηγορήθηκε ότι διάσκορπίζει την περιουσία του.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

2. Και τον φώναξε και του είπε. Τι είναι αυτό που ακούω για σέ­να; Δώσε λο­γα­ριασμό για την διάχείρισή σου. Δεν μπο­ρείς πια να εί­σαι διάχειρι­στής.

 

 

 

 

3. Κι αυτός είπε μέσα του. Τι θα κάνω αν μου αφαιρέσει ο κύ­ριός μου την διάχείριση; Να σκάβω δεν μπο­ρώ, να ζη­τι­ανεύω ντρέπο­μαι.

 

 

4. Ξέρω τι θα κάνω, ώστε όταν απολυθώ από οικονόμος, να με δέχονται στα σπίτια τους.

 

 

 

 

5. Και αφού κά­λεσε έναν ένα τους χρεο­φειλέτες του κυ­ρίου του, έλεγε στον πρώτο. Πόσον οφείλεις στον κύ­ριό μου;

 

 

6. και αυτός είπε. Εκατό βαρέλια λά­δι. Και του είπε. Πάρε το γραμμάτιο σου και κάθισε και γράψε γρήγορα πε­νήντα.

 

 

 

 

7. Έπειτα είπε σε άλλον. Εσύ πόσο χρωστάς; Και αυτός είπε εκατό σακιά σι­τάρι. Και του λέ­ει. Πάρε το γραμμάτιό σου. Και γράψε ογ­δόντα.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

8. Και επαίνεσε ο κύριος τον οι­κονόμο της αδι­κίας, γιατί φρό­νημα έκανε. Γι­ατί οι άνθρωποι αυτής της γε­νιάς με τους όμοιούς τους εί­ναι εξυπνότεροι από τα τέκνα του φωτός.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

9. Κι’ εγώ σας λέω. Πιάστε φι­λία με άδι­κους πλούσιους, ώστε όταν σας απολύσουν να γίνε­τε δεκτοί στις αιώ­νιες σκηνές.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

10. Ο πιστός στα λίγα και στα πολλά είναι πιστός. Και ο άδικος στα λίγα άδικος και στα πολλά είναι.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

11. Εάν λοιπόν δεν φανείτε πιστοί στα άδικα χρήματα, το αληθινό ποιος θα σας εμπιστευτεί;

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

12. Και εάν στο ξέ­νο δεν φανείτε πι­στοί, το δικό(;) σας ποιος θα σας δώ­σει;

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

13. Κανείς δούλος δεν μπορεί δύο κυ­ρίους να υπηρετεί. Γιατί ή τον ένα θα μισήσει και τον άλ­λον θα αγαπήσει, ή στο ένα θα προσ­κολληθεί και τον άλλο θα περιφρο­νήσει. Δεν μπορεί­τε να υπηρετείται το Θεό και το χρή­μα.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

14. Και τα άκουαν όλα αυτά οι Φαρι­σαίοι που ήταν φι­λάργυροι και τον ενέπαιζαν.

 

 

 

 

 

 

 

15. Και είπε σε αυτούς, εσείς είστε που δικαιώνεται τους εαυτούς σας μπροστά στους αν­θρώπους, ο Θεός όμως γνωρίζει τις καρδιές σας. Διότι η υπερηφάνεια στους ανθρώπους είναι βδέλυγμα για τον Θεό.

             

 

[1] Δηλ. όχι σε όλους τους οπαδούς του ανοιχτά αλλά μόνο στους μυημένους.

[2] Δηλ. το λέει μέσα του, άρα δεν γνωρίζει το αφεντικό του πως τακτο­ποιή­θη­κε η ακαταστασία. Αυτός μόνο τον ισοσκελισμένο απολογισμό διάπίστωσε, πως λοιπόν τον επαινεί το αφεντικό του. Έτσι είναι φανερό ότι αυτή η παρεμβολή είναι έργο κατοπινών μερεμετατζήδων για να αποκρυφτεί ότι είναι λόγια του ίδιου του Ναζωραίου. Από το τελικό αλαλούμ των φράσεων είναι φανερό ότι έπεσε πολύ νυστέρι στα θεόπνευστα κείμενα, αλλά έμεινε κάτι ώστε αργότερα οι πολλοί μυημένοι να πάρουν το μήνυμα για τις ανάγκες της οργάνωσης.

[3] Πως «άκουαν πάντα ταύτα» αφού μόνο στους μαθητές του μιλούσε; Είναι λοιπόν ολοφάνερη η λαθροχειρία, αφού οι Φαρισαίοι δεν θα τον ενέπαιζαν για αυτά που έλεγε, αλλά θα τον κατάγγελλαν σαν παραβάτη του Νόμου. Εδώ ο Ιησούς τους απαντά για κάτι άγνωστα που με υπερηφάνεια υποστήριζαν οι Φαρισαίοι. Ή προ­στέθηκαν αργότερα τα λόγια αυτά του Ιησού για να κρυφτεί το ότι έδινε οδηγίες για το πώς να κλέβουν τους πλούσιους. Ή, το πιθανότερο, αποτελούν λόγια του που όμως ειπώθηκαν σε άλλο άσχετο επεισόδιο, και προσαρτήθηκαν εδώ για τον ίδιο σκοπό, ή διάγράφτηκαν άλλα κομμάτια που παρεμβαλλόταν ανάμεσα στα δύο ώστε να έρθουν κοντά-κοντά τα δύο κείμενα. Άλλωστε η έλλειψη συνέχειας στο κείμενο της Καινής Διάθήκης είναι παντού ολοφάνερη και οφείλεται στις επεμβάσεις με προσθαφαιρέσεις, που έγιναν αργότερα, ιδίως μετά τη σύνοδο της Νίκαιας, που αναγόρευσε τον Ιησού σε Θεό και έπρεπε κάθε τι που αποκάλυπτε την ιστορική αλήθεια να απαλειφθεί ή να διάστρεβλωθεί.

 

Απόσπασμα τρίτο:

 

Κατά Ματθαίον

(13) ΙΓ΄. 10 -17

Μετάφραση Κολιτσάρα

Μετάφραση Τρεμπέλα

Κατά Λέξη Μετάφραση

10. Και προσελ­θόντες οι μαθητές είπον αυτώ. Διάτί εν παραβολαίς λαλείς αυτοίς

11. ο δε αποκριθείς είπεν αυτοίς. Ότι υμίν δέδοται γνώναι τα μυστήρια της βασιλείας των ουρανών, εκείνοις δε ού δέδοται

 

 

 

 

 

 

 

12. όστις γαρ έχει, δοθήσεται αυτώ και περισσευθήσεται. Όστις δε ουκ έχει, και ο έχει αρθήσεται απ΄αυτού

 

 

 

 

 

 

 

13. διά τούτο εν παραβολαίς αυτοίς λαλώ, ότι βλέποντες ου βλέπουσι και ακούοντες ουκ ακούουσι ουδέ συνιούσι,

 

 

 

 

 

14. μήποτε επιστρέψωσι. Και τότε πληρωθείσεται αυτοίς η προφητεία Ησαϊου η λέγουσα. Ακοή ακούσετε και ού μη συνήτε, και βλέποντες βλέψετε και μη ίδητε.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

15. επαχύνθη γαρ η καρδία του λαού τούτου, και τοις ώσί βαρέως ήκουσαν, και τους οφθαλμούς αυτών εκκάμυσαν, μήποτε ίδωσι τοίς οφθαλμοίς και τοις ωσίν ακούσωσι και τη καρδία συνώσι και επιστρέψωσι, και ιάσομαι αυτούς.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

16. Υμών δε μακάριοι οι οφθαλμοί, ότι βλέπουσι, και τα ώτα υμών, ότι ακούωσιν.

 

 

 

 

 

17. αμήν γαρ λέγω υμίν ότι πολλοί προφήται και δίκαιοι επεθύμη­σαν ιδείν α βλέπετε, και ουκ είδον, και ακούσαι α ακούετε, και ουκ ήκουσαν.

 

10. Και οι μα­θη­ταί, αφού τον πλησία­σαν, του είπαν. «διάτί τους ομιλείς με παρα­βολάς;»

 11. Ο δε Ιησούς απεκρίθει και τους είπε. «διότι εις σας μεν, διά την αγαθήν διάθεσίν σας, έχει δοθεί το χάρισμα να εννοήτε τας μυτηριώδεις αληθείας της βασιλείας των ουρανών, εις εκείνους όμως δεν έχει δοθεί.

 

12. Επειδή εις όποιον έχει καλήν διάθεσιν και ζωντανήν πίστιν, θα δοθή με το παραπάνω η πλουσία γνώσεις των θείων αληθειών. Από εκείνον δε που δεν έχει πίστιν, θα αφαιρεθεί και η ολίγη ακόμη γνώσις.

 

13. Δι αυτό και τους ομιλώ με παραβολάς, διότι αυτοί, ενώ βλέπουν τα θαύματά μου, δεν βλέπουν, και ενώ ακούουν την διδασκαλίαν μου, δεν την ακούουν διά να οφεληθούν ούτε την εννούν,

 

 

14. μήπως τυχόν και μετανοήσουν κάποτε. Και εκπληρώνεται έτσι εις αυτούς η προφητεία του Ησαϊου, η οποία λέγει: θα ακούσετε με τα αυτιά σας και όμως δεν θα εννοήσεται και θα ιδήτε πολύ καλά με τα μάτια του σώματος, αλλά δεν θα ιδήτε με τα μάτια της ψυχής

 

 

 

 

 

 

15. Διότι έγινε χονδρή και επωρώθη η καρδία και ο νούς του λαού αυτού και εβαρυάκουσαν με τα αυτιά τους και έκλεισαν τα μάτια τους, διά να μη ίδουν καμμιά φορά τα μεγαλεία του Θεού και να μη τα ακούσουν με τα αυτιά της ψυχής των και να μη εννοήσουν με την καρδιά του το κήρυγμα της μετανοίας και επιστρέψουν μετανοημένοι και λάβουν έτσι την θεραπείαν.

 

 

 

16. Αλλά σείς, οι πιστοί μαθηταί μου, είσθε μακάριοι, που οι οφθαλμοί σας βλέπουν και τα αυτιά σας ακούουν με προ­σοχήν και εννο­είτε την διδα­σκαλίαν και τα έργα μου.

17. Σας διάβεβαι­ώνω, ότι πολλοί προφήτες και δί­καιοι επεθύμησαν να ίδουν αυτά που βλέπετε και δεν τα είδαν και να ακού­σουν αυτά που ακούετε και δεν τα ήκουσαν.

10. Και αφού  προσ­ήλθαν οι μαθηταί

του είπαν. Διάτί

τους ομιλείς με πα­ραβολάς;

11. Ο δε Ιησούς απεκρίθει και τους είπεν. Ομι­λώ διά πα­ρα­βολών, διότι εις εσάς, που έχετε καλήν και ευ­θεί­αν προαίσθησιν, εδό­θη από τον Θεόν ως χάρις να μάθε­τε τας μυ­στηρι­ώ­δεις αλη­θείας της βασι­λεί­ας των ου­ρα­νών, εις εκείνους δε δεν έχει δοθή τούτο.

12. Διότι εις εκεί­νον, που έχει πί­στιν και προ­θυ­μί­αν, θα δοθή η γνώ­σις των θεί­ων μυ­στηρίων και θα δοθεί πλου­σία και με πλεονασμόν. Απ’ εκείνον όμως, που δεν έχει πί­στιν και αγαθήν διάθε­σιν, θα αφαιρεθή και η ολίγη ακόμη γνώσις, την οποίαν έχει.

13. Δι αυτό τους ομιλώ με παρα­βο­λάς, διότι, ενώ βλέ­πουν τα θαύ­ματά μου, δεν θέλουν να ίδουν και να πι­στεύ­σουν, και ενώ ακούουν την δι­δα­σκαλίαν μου, δεν θέλουν να ακού­σουν και να ωφε­ληθούν, ού­τε εννο­ούν αυτήν,

14. διά να μη με­τανοήσουν κάπο­τε. Και λαμβάνει πλή­ρη επελή­θευ­σιν εις αυτούς η προφη­τεία του Ησαΐου, η οποία λέγει. Θα ακού­σε­τε με τα αυτιά του σώμα­τος το κή­ρυγμα της αλη­θείας και δεν θα το κατα­λά­βετε. Και βλέπον­τες με τα μάτια του σώ­ματος θα ιδετε, αλλά δεν θα ίδουν συγχρό­νως και αι ψυχαί σας διά να φω­τισθούν, αλλά θα παραμείνετε πνευματικώς τυ­φλοί.

15. Θα συμβεί δε τούτο εις αυ­τούς, διότι ένεκα της κακής των προαι­ρέσεως εσκλη­ρύν­θη και εχόνδρυνεν ο νούς του λαού τούτου, και με τα πνευματικά των αυτιά εβαριά­κου­σαν και έκλεισαν τα μάτια της ψυ­χής των. Διά να μην ίδουν καμμιά φορά με τα πνευ­ματικά τους μά­τια και να μη ακού­σουν με τα εσωτε­ρικά των αυτιά, και να μην εννοή­σουν με την καρ­δίαν την σω­τη­ρι­ώδη αλή­θεια και διά της μετανοίας επι­στρέψουν και τους ιατρεύσω.

16. Αυτά προή­πεν ο προφήτης δι’ εκείνους. Τα ιδικά σας όμως πνευμα­τικά μά­τια είναι άξια μα­καρισμού, διότι βλέπουν, κα­θώς μακάρια είναι και τα αυτιά των ψυ­χών σας, διότι ακούουν.

17. Και είναι αι πνευματικαί σας αισθήσεις μακά­ριαι, διότι αληθι­νά σας λέγω, ότι πολ­λοί προφήται και δίκαιοι επεθύ­μη­σαν να ίδουν αυτά που βλέπετε σεις, και δεν ηξι­ώθησαν να τα ίδουν. Επε­θύ­μη­σαν και να ακού­σουν αυτά, που ακούετε εσείς, και δεν τα άκου­σαν, διότι έζησαν εις χρόνους προγε­νέστερους και δεν επρό­φτασαν να ίδουν την επί γης παρουσίαν μου.

10. Και οι μαθητές του αφού τον πλη­σίασαν του είπαν. Γιατί μιλάς με πα­ραβολές;

11. Κι αυτός απο­κρίθηκε και τους εί­πε. Διότι σε σας δόθηκε να καταλα­βαίνεται τα μυστι­κά της βασιλείας των ουρανών. Σε εκείνους δεν δόθη­κε.

 

 

 

 

 

 

12. Γιατί σε όποιον έχει θα του δοθεί και θα περισσέψει. Από αυτόν όμως που δεν έχει θα του αφαιρεθεί και αυτό που έχει.

 

 

 

 

 

 

 

 

13. Γι αυτό τους μιλώ με παραβο­λές, ώστε βλέπον­τας δεν βλέπουν και ακούγοντας δεν ακούνε ούτε κατα­λαβαίνουν.

 

 

 

 

 

 

14. μήπως κάποτε μετανιώσουν. Και τότε θα εκπλη­ρω­θεί σε αυτούς η προφητεία του Ησαΐα που λέει. Με την ακοή θα ακούτε και δεν θα καταλαβαίνεται και βλέποντας θα βλέ­πετε αλλά δεν θα δείτε

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

15. Γιατί χόντρυνε η καρδιά του λαού αυτού, και βαριά άκουσαν με τα αυ­τιά, και τα μάτια τους έκλεισαν, για να μην δουν ποτέ με τα μάτια τους και με τα αυτιά να μην ακούσουν και η καρδιά τους κα­ταλάβει και επι­στρέψουν και τους θεραπεύσω.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

16. Μακάρια τα μάτια σας γιατί βλέπουν και τα αυ­τιά σας γιατί ακού­νε.

 

 

 

 

 

 

17. Αλήθεια σας λέω ότι πολλοί προφήτες και δί­καιοι επιθύμησαν να δουν αυτά που βλέπετε και δεν τα είδαν κα να ακού­σουν αυτά που βλέ­πετε και δεν άκου­σαν.

 

Στο Κατά Μάρκον Δ΄. 10-12 επαναλαμβάνεται το ίδιο αλλά με λιγότερα λόγια, και σαφέστερα αλλά οι μεταφραστές το βιολί τους.

 

Κατά Μαρκον (4)

Δ΄. 10-12, 33-34

Μετάφραση Κολιτσάρα

Μετάφραση Τρεμπέλα

Κατά Λέξη Μετάφραση

10. Ότε δε εγένετο κατά μόνας, ηρώτησαν αυτόν οι περί αυτόν συν τοις δώδεκα την παρα­βολήν

 

 

11.και έλεγεν αυτοίς. υμίν δέδοται γνώναι τα μυστήρια της βασιλείας του Θεού, εκείνοις δε τοις έξω εν παραβολές τα πάντα γίγνεται,

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

12. ίνα βλέποντες βλέπωσι και μη ιδώσι ,και ακούοντες ακούωσι και μη συνιώσι, μήποτε επιστρέψωσι και αφεθή αυτοίς τα αμαρτήματα.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

33. Και τοιαύας παραβολάς πολλαίς ελάλει αυτοίς τον λόγον, καθώς ηδύναντο ακούειν,

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

34. χωρίς δε παραβολήν ουκ ελάλει αυτοίς τον λόγον. Κατ’ ιδίαν δε τοις μαθηταίς αυτού επέλυε πάντα.

 

 

 

10. Όταν δε ανε­χώρησε ο λαός και έμεινε μόνος, τον ηρώ­τησαν οι γύρω από αυτό μαζή με τους δώδεκα μαθη­τάς, διά το νόημα της παραβολής

 11. Και έλεγε εις αυτούς. «εις σας, διά την καλήν σας διάθεσιν, εδόθη από τον Θεόν η σοφία και η δύ­ναμις να γνωρίσετε τας μυστηριώδεις αληθείας της βασι­λείας του Θεού. Εις εκείνους δε, που δεν έχουν την κα­λήν διάθεσιν και ευρίσκονται έξω από τον ιδι­κόν σας κύκλον, όλαι αι αλήθειαι προσ­φέρονται με παρα­βολάς.

12. Δι αυτό τους διδάσκω με παραβολάς, διά να βλέπουν μεν με τα μάτια του σώματος, να μην ημπορούν όμως να ίδουν βαθύτερα με τα μάτια της ψυχής. Και να ακούουν καλά με τα σωματικά των αυτιά, αλλά να μην ημπορούν να εννοήσουν, μήπως τυχόν και επιστρέψουν κάποτε με μετάνοιαν εις τον Θεόν και τους συγχωρεθούν τα αμαρτήματα». (Εάν δεν υπήρχε εις αυτούς η σκλήρυνσις της ψυχής, η αδιάφορία να γνωρίσουν την αλήθειαν και το μίσος των εναντίον του Κυρίου, Θα ήσαν εις θέσιν να εννοούν όσα ήκουον.)

 

 

33. Και με τέτοιες πολλές παραβολές εδίδασκεν εις αυτούς τον λόγον του Θεού, αναλόγως με την ικανότητα που είχαν οι ακροαταί του να ακούουν και να εννοούν.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

34. Χωρίς δε πα­ραβολήν δεν εδί­δα­σκεν αυτούς. Ιδι­αι­τέρως δε εις τους μαθητάς του εξη­γούσε όλα και έλυε τας απορίας των. (Όλα όσα ερω­τού­σαν και ε­διψού­σαν να μάθουν. Πάν­το­τε ο Θεός κατά πολλούς τρό­πους απαντά εις τας απορίας και πληροφορεί τους πιστούς περί του θελή­ματός του).

10. Και όταν έμεινε μοναχός του, τον ηρώτη­σεν ο ευρύ­τερος κύκλος των μα­θητών του μαζή με τους δώδεκα την σημασίαν της πα­ραβολής.

11. Και τους έλε­γεν. Εις σας μό­νους, επειδή έχετε καλήν διά­θεσιν, εδόθη από τον Θε­όν ως χάρις να μα­θένετε τας μυστη­ριώδεις αληθείας της βασιλείας των ουρανών, εις εκεί­νους δε, που είναι έξω από την βασι­λείαν αυτήν και δεν έχουν διά­θεσιν να πιστεύ­σουν, όλη η δι­δασκαλία των μυ­στικών αυ­τών γίνεται με πα­ρα­βολάς.

12. Ο νούς των ανθρώπων αυ­τών είναι χον­δρός και ανίκα­νος διά πνευμα­τικήν διδα­σκα­λί­αν. Δι’ αυτό δι­δάσκω αυτούς με τον τρόπον αυ­τόν, διά να βλέ­πουν μεν με τα σωματικά των μά­τια, αλλά να μην ημπορούν να ίδουν βαθύ­τε­ρα με τους πνευματικούς οφθαλμούς τα μυ­στικά της ου­ρα­νίου βασι­λείας, που σκε­πάζονται κάτω από το κά­λυμα των παρα­βο­λών. Και όταν ακούουν την δι­δα­σκαλίαν μου, να ακούουν μεν μετα σωματικά των αυ­τιά, αλλά να μη ημπορούν να κατα­λάβουν την πολί­τι­μον αξίαν της. Διά να μη συμβή και επι­στρέψουν διά της μετανοίας εις τον Θεόν και συγ­χωρηθούν τα αμαρ­τήματά των.

 

33. Και με πολλές τέτοιες παραβο­λές εδίδασκε εις αυ­τούς τον λόγον του Θεού, σύμ­φωνα με την ικα­νότητα που εί­χαν οι ακροαταί να ακούουν και να διάτηρούν εις την μνήμην των τα δι­δασκόμενα, ώστε και εάν τότε δεν ηδύ­ναντο να κα­τα­νοήσουν μερι­κά, να τα ενθυ­μών­ται διά των πα­ραβολών και οι επιδεκτικοί να κα­τανοήσουν ταύτα βρα­δύ­τε­ρον.

34. Χωρίς παραβο­λήν δε δεν εδίδα­σκεν αυτούς. Ιδιάι­τέρως όμως εις τους μαθητάς του εξήγει και διεσα­φήνιζεν όλα, όσα τον ηρώτων.

 

10. Και όταν έμεινε μόνος του τον ρώ­τησαν το περιβάλ­λον του μαζί και οι δώδεκα για την πα­ραβολή

 

 

11. Και τους έλεγε. σε σας δόθηκε να γνωρίζεται τα μυ­στικά της βασι­λεί­ας του Θε­ού. Σε εκείνους τους απέ­ξω τα πάν­τα με πα­ραβολές δίνονται.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

12. ώστε βλέπον­τας να βλέπουν και να μην δουν και ακούγοντας να ακούνε και να μην καταλαβαίνουν, μήπως κάποτε με­τανοήσουν και συγχωρεθούν τα αμαρτήματά τους.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

33. Και τέτοιες πα­ραβολές πολλές τους έλεγε, όσο μπορούσαν να ακούμε.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

34. και χωρίς πα­ραβολή δεν τους μιλούσε. Όμως στους μαθητές του ιδιάιτέρως αποκά­λυπτε τα πάντα.

 

 

 

Ακόμη λιγότερα λόγια αλλά σαφέστερα στο Κατά Λουκάν Η΄. 9-10 το νόημα όμως ίδιο, αλλά και η προσπάθεια των μεταφραστών η ίδια· να κάνουν δηλαδή το άσπρο μαύρο.

 

Κατά Λουκάν

(8) Η΄. 9-10

Μετάφραση Κολιτσάρα

Μετάφραση Τρεμπέλα

Κατά Λέξη Μετάφραση

9. Επηρώτων δε αυτόν οι μαθητές αυτού λέγοντες. Τις είη η παραβολή αύτη;

 

10.ο δε είπεν. υμίν δέδοται γνώναι τα μυστήρια της βασιλείας του Θεού, τοις δε λοιποίς εν παραβολές, ίνα βλέποντες μη βλέπωσι και ακούοντες μη συνιώσιν.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

9. Τον ερωτού­σαν δε οι μαθηταί του λέγοντας, «ποιο εί­ναι το νόημα αυ­τής της παραβο­λής ;»

 

10. Αυτός δε είπεν. «εις σας, που έχετε αγαθήν διάθεσιν, εδόθη από τον Θεόν το προνόμιον και η χάρις να γνωρίζετε τας μυστηριώδεις αληθείας της βασιλείας του Θεού. Τους άλλους δε (επειδή δεν έχουν αγαθήν διάθεσιν και ενδιάφέρον να ακούσουν και να δεχθούν την αλήθειαν και διά να τους προφυλάξω από την μεγάλην ευθύνην, που θα είχαν ενώπιον του Θεού, αν εκαταλάβαιναν και περιφρονούσαν τας θείας αληθείας) τους διδάσκω με παραβολάς ώστε, ενώ βλέπουν να μη ημπορούν να εισχορήσουν εις το βαθύτερον νόημα, και ενώ ακούουν να μη ημπορούν να εννοήσουν την αλήθειαν

9. Τον ερωτού­σαν δε οι μαθηταί του και έλεγαν. Ποία είναι η έν­νοια και η ση­μασία αυτής της παραβολής.

10. Αυτός δε εί­πεν. Εις σας, που έχετε ενδιά­φέρον και κα­λήν διάθεσιν, εδόθη από τον Θε­όν ως χάρις να μά­θετε τας μυστη­ρι­ώδεις αληθείας της βασιλείας του Θε­ού, εις τους άλλους όμως ομι­λώ με πα­ραβο­λάς. Αυτοί δεν έχουν ενδιάφέ­ρον διά να γνω­ρίσουν και να δεχ­θούν τας πνευμα­τικάς αληθείας. Και ο νούς των είναι παχυλός και ανίκανος διά πνευματικήν δι­δα­σκαλίαν δι΄ αυτό διδάσκω με τον τρόπον αυτόν, διά να μην ημπορούν να ίδουν βαθύ­τε­ρον και καθαρώ­τε­ρον, ενώ βλέ­πουν με τους οφ­θαλμούς του σώ­ματος , διά να μην ημπορούν να κατα­λάβουν, ενώ ακού­ουν την δι­δασκα­λίαν, που τους εξ­ηγεί τα μυστήρια. Και πράττω τούτο όχι μόνον κατά λόγον δικαιο­σύ­νης, αλλά και εξ αγαθότητος, ίνα μη ούτοι διά της περιφρονύσεως της αληθείας επι­βαρύνουν την θέ­σιν των και σκλη­ρυν­θούν περισσό­τερον.

9. Και τον ρω­τού­σαν οι μαθητές του λέγοντας. Τί ση­μαίνει η παραβολή αυτή;

 

10. Και αυτός τους είπε. σε σας δόθη­κε να γνωρίσετε τα μυστικά της βασι­λείας του Θεού, στους υπόλοιπους όμως με παραβο­λές, ώστε βλέπον­τας να μην βλέπουν και ακούγοντας να μην καταλαβαί­νουν.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

          Στο Κατά Ιωάννην ο Ιησούς διάψεύδει τους μεταφραστές, αλλά αυτοί πέρα βρέχει... Αλλού τελείως διάφορετικά και ασυνάρτητα τα λενε. Για να βλέπετε και να μην βλέπετε. Για να ακούτε και να μην ακούτε, κλπ.

 

Κατά Ιωάννην

(16) ΙΣΤ΄. 25

Μετάφραση Κολιτσάρα

Μετάφραση Τρεμπέλα

Κατά Λέξη Μετάφραση

25. Ταύτα εν παροιμίαις λελάληκα υμίν. αλλ’ έρχεται ώρα ότε ουκέτι εν παροιμίαις λαλήσω υμίν, αλλά παρρησία περί του πατρός αναγγελώ υμίν.

 

 

 

 

 

 

25. Αυτά σας τα είπα με παραβολάς και αλληγορίας, κάπως συνεσκιασμένα και ασαφή, επειδή όσον καθαρά και αν σας τα είπω, δεν είσθε ακόμη εις θέσιν να τα εννοήσετε. Έρχεται όμως ώρα, οπότε δεν θα σας ομιλήσω πλέον με παραβολάς και αλληγορίες, αλλά θα σας αναγγείλω καθαρά και ξάστερα τα περί του Πατρός και τα οποία με τον φωτισμόν του Αγίου Πνεύματος θα τα εννοήσετε εντελώς.

25. Ταύτα εικονι­κώς και συνεσκι­α­σμένως και με κά­ποιαν ασάφειαν σας ελάλησα, επει­δή ο νούς σας δεν είναι ακόμη φω­τι­σμένος, και δι’ αυ­τό, όπως και αν σας τα είπω, δεν θα καταλά­βετε. Έρχεται όμως και­ρός, κα­τά τον οποί­ον δεν θα σας ομι­λήσω πλέον με ασά­φειαν και συν­ε­σκι­ασμένως, αλ­λά διάμέσου του φωτισμού του Αγίου Πνεύμα­τος θα σας πλη­ρο­φο­ρή­σω σα­φώς και κα­θαρά περί του Θε­ού, τον οποίον θα γνωρίσετε ως Πα­τέρα όχι μό­νον ιδι­κόν μου, αλλά και δικόν σας.

25. Αυτά με πα­ραβολές σας τα έχω πει μέχρι τώ­ρα. Αλλά έρχεται η ώρα οπότε δεν θα μι­λήσω πια με πα­ραβολές, αλλά ανοιχτά θα σας αναγγείλω για τον πατέρα.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Στο Κατά Ιωάννην μας αποκαλύπτετε και ο συνωμοτικός τρόπος δράσης αρχικά, αλλά και οι συνέπειες της ανοιχτής δράσης όταν ήρθε η ώρα γι αυτό κατά το σχέδιο του Ιησού.

 

Κατά Ιωάννην

(10) Ι΄. 23-24

Μετάφραση Κολιτσάρα

Μετάφραση Τρεμπέλα

Κατά Λέξη Μετάφραση

23. και περιεπάτει ο Ιησούς εν τω ιερώ εν τη στοά του Σολομώντος.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

24. εκύκλωσαν ουν αυτόν οι Ιου­δαίοι και έλεγον αυτώ. Εως πότε την ψυχήν ημών αίρεις; Ει συ ει ο Χριστός, ειπέ ημίν παρρησία.

 

 

23. Και περιπατούσε ο Ιησούς μέσα εις την αυλήν του ναού, κάτω από το υπόστεγον του Σολομώντος.

 

 

 

 

 

 

24. Τον περιεκύ­κλωσαν, λοιπόν, οι Ιουδαίοι και έλεγον εις αυτόν. «έως πό­τε θα κρατάς την ψυ­χήν μας μετέω­ρον; Εως πότε θα μας κρατής εις απορίαν και αγω­νίαν; Εάν σύ είσαι πράγματι ο Χρι­στός που πε­ρι­μέ­νουμε πες μας το καθαρά και φανε­ρά».

23. Και εβάδιζεν ο Ιησούς μέσα εις τον ιερόν περί­βο­λον του ναού εις το παλαιόν υπό­στε­γον, το οποί­ον εθε­ω­ρεί­το, ότι είχε κτι­σθή υπό του Σο­λομώντος μαζή με τον πρώτον να­όν, που κατε­στρά­φη από τους Βα­βυλω­νίους

24. Εις το πολυ­σύχναστον λοι­πόν αυτό μέρος τον πε­ριεκύκλω­σαν οι Ιουδαίοι και του εί­παν. Έως πότε θα κρα­τείς εις αγω­νία και απορία μεγά­λην τας ψυ­χάς μας; Εάν συ είσαι ο Χριστός, πες μας το καθα­ρά.

23. και περπατούσε ο Ιησούς στο ιερό στην στοά του Σο­λομώντα.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

24. τον περικύ­κλω­σαν λοιπόν οι Ιου­δαίοι και του έλε­γαν. Ως πότε θα μας κρατάς σε αγωνία. Αν είσαι εσύ ο Χριστός πες μας το καθαρά.

 

 

 

 

 

Και όταν ήρθε η ώρα της αποκάλυψης των πραγματικών στόχων, το Κατά Ιωάννην μας λέει:

 

Κατά Ιωάννην

(11) ΙΑ΄. 54

Μετάφραση Κολιτσάρα

Μετάφραση Τρεμπέλα

Κατά Λέξη Μετάφραση

54. Ιησούς ουν ουκέτι παρρησία περιεπάτει εν τοις Ιουδαίοις, αλλά απήλθεν εκείθεν εις την χώραν εγγύς της ερήμου, εις Εφραίμ λεγομένην πόλιν, κακεί διέτριβε μετά των μαθητών αυτού.

54. Διά τούτο και ο Ιησούς δεν επεριπατούσε πλέον φανερά μεταξύ των Ιουδαίων, αλλά ανεχώρησεν από εκεί και ήλθε εις μιαν περιοχήν πλησίον της ερήμου και συγκεκριμένα εις μίαν πόλιν, που ελέγετο Εφραίμ. Και εκεί έμενε με τους μαθητάς του.

54. Εξ αιτίας λοι­πόν των φονι­κών τούτων διά­θέσεων και σχε­δίων των εχθ­ρών του ο Ιη­σούς δεν περιε­πά­τει πλέον φα­νερά και ελεύ­θερα με­ταξύ των Ιουδαίων, που τον εμίσουν, αλλ’ ανεχώρησεν απ’ εκεί και ήλθεν εις την χώραν, η οποία κείται πλη­σί­ον της ερήμου, εις μίαν πόλιν, που ελέγε­το Εφραίμ, και εκεί έμενε μαζί με τους μαθητές του.

54. Ο Ιησούς λοι­πόν δεν περπα­τού­σε φανερά μεταξύ των Ιουδαίων, αλ­λά αναχώρησε από εκεί και ήλθε σε μια περιοχή κοντά στην έρημο, που την πόλη αυτή την έλεγαν Εφραίμ, και εκεί έμενε με τους μαθητές του.

 

 

Όμως τι λένε οι Θεολόγοι για τα ίδιά ζητήματα;

 

Πρώτα από το βιβλίο της Α΄ Λυκείου σελ. 278 σχολικού έτους 2000/2001 διάπιστώνουμε την ικανότητά τους να παρατηρούν κριτικά πάνω σε ένα ζή­τη­μα κά­ποιας εικόνας. Αν­τι­γρά­φουμε: «Αρκετές φορές, ακόμη και σε ναούς, βλέπουμε μιαν άλλη απόδοση της εικόνας της Ανάστασης. Σ’ αυτήν εικο­νί­ζονται ένας άγ­γε­λος, που κυλάει το λίθο, και οι φρουροί, πεσμένοι στο έδα­φος, γεμάτοι από φόβο να ατε­νί­ζουν με θαυμασμό το Χριστό, που βγαίνει από τον τάφο κρατώντας ένα λευ­κό λά­βαρο με το Σταυρό. Αυτός ο τύπος της εικόνας προέρχεται από τη δυ­τι­κή χρι­στι­α­νο­σύνη. Ένα πρόβλημα που προκύπτει από την εικόνα αυτή εί­ναι ότι εδώ ει­κο­νί­ζεται ο Χριστός τη στιγμή που ανασταίνεται, καθώς και άνθρωποι που τον βλέ­πουν. Όπως όμως μας βεβαιώνουν οι Ευ­αγ­γελιστές, κανένα ανθρώπινο μάτι δεν είδε πότε και πώς αναστήθηκε ο Κύριος. …». Βλέπουμε δηλαδή ότι διά­θέτουν κριτική ικανότητα, αλλά την χρησιμοποιούν μονόπλευρα.

          Στο γιατί ο Ιησούς μιλά με παραβολές, δεν διάπιστώνουν κανένα πρό­βλη­μα, όταν διάβεβαιώνουν για τα αντίθετα ακριβώς από αυτά που ο ίδιος ο Ιησούς διά των ευαγγελιστών δηλώνει; Αντιγράφουμε πάλι από το ίδιο βιβλίο στην σελίδα 107.

 

Ο Ιησούς Χριστός ως διδάσκαλος.

 

          Στο μεγαλύτερο διάστημα της τρίχρονης δράσης του ο Ιησούς επικοι­νωνούσε με τους ανθρώπους, συζητούσε μαζί τους και δίδασκε. Ήταν προ­πάντων διδά­σκα­λος. «Διδάσκαλε», «ραββί», ήταν η πιο συνηθισμένη προσ­φώ­­νηση* από τους μα­θητές του και απ’ όλους τους άλλους.

          Πώς όμως δίδασκε; Τί εντύπωση προκαλούσε στα πλήθη; Γιατί μι­λούσε συχνά με παραβολές; Γιατί αυτές άρεσαν και τότε, όπως αρέσουν και σήμερα; ………….

 

Οι παραβολές στη διδασκαλία του Ιησού.

 

·        Παραβολές είναι μικρές, φτιαχτές ιστορίες με θέματα παρμένα από την κα­θη­μερινή ζωή και τη φύση, που κρύβουν όμως ένα βαθύτερο νόημα σχετικό με τη Βασιλεία του Θεού. Π.χ., τι είναι, πόσο αξίζει, πως πρέπει να ζει κανείς σύμφωνα μ’ αυτήν και άλλες αλήθειες (βλ. και τις παραβολές στο παρακάτω πλαίσιο).

·        Τι κάνει μια παραβολή; ……..

·        Γιατί ο Ιησούς μιλούσε με παραβολές; Διότι:

α) Ήταν και είναι ακόμη συνηθισμένος τρόπος που μιλούν και διδάσκουν οι ανατολίτες. Έτσι π.χ. μιλούσαν και οι Εβραίοι ραββίνοι.

β) Είναι παραστατικός τρόπος διδασκαλίας, που τον καταλά­βαι­ναν όλοι και δύσκολα ξεχνιέται. Όλοι ξέρουμε ότι οι εικόνες κι οι ιστο­ρίες χαράζονται βαθιά στη μνήμη μας και γίνονται ευκολότερα κατα­νο­η­τές απ’ όσο οι αφη­ρη­μένες έννοιες.

γ) Προκαλούν πάντα ενδιάφέρον στους ακροατές κάθε ηλικίας και τους πα­ρακινούν να σκεφτούν και να καταλάβουν, όσο μπορούν κάθε φορά, το νό­ημά τους. Γι’ αυτό, όσες φορές κι αν ακούμε ή διά­βάζουμε τις ίδιες πα­ρα­βολές, πλησιάζουμε και κατανοούμε περισ­σό­τερο τις αλήθειες για τη Βα­σιλεία του Θεού.

 

          Στο Κατά Μάρκον αποκαλύπτεται η συνωμοτικότητα του Ιησού καθώς και οι στόχοι του, δηλ. σύγκρουση με την Εβραϊκή εξουσία (και Ρωμαϊκή, αλ­λά η ανα­φο­ρά σε αυτήν εξαλείφθηκε από τους αντιγραφείς αργότερα) και η κατάληψη της εξουσίας στην Ιερουσαλήμ, τα περί τρίτης μέρας κλπ. είναι προσθήκες κατοπινές, αλλιώς τι νόημα έχει να μην παραδέχεται δημόσια αυ­τό που όμως ήθελε και επι­δί­ω­κε να πιστεύει γι αυτόν ο λαός. Της παραμονές της εξέγερσης θα το διάλαλούσε δη­μόσια.

 

Κατά Ματθαίον

(16) ΙΣΤ΄. 13-28

Μετάφραση Κολιτσάρα

Μετάφραση Τρεμπέλα

Κατά Λέξη Μετάφραση

13. Ελθών δε ο Ιησούς εις τα μέρη Καισαρείας της Φιλίππου ηρώτα τους μαθητάς αυτού λέγων. Τίνα με λέγουσιν οι άνθρωποι είναι τον υιόν του ανθρώπου;

 

 

14. οι δε είπον. Οι μεν Ιωάννην τον βαπτιστήν, άλλοι δε Ηλίαν, έτεροι δε Ιερεμίαν ή ένα των προφητών.

 

 

 

 

 

15. λέγει αυτοίς. Υμείς δε τίνα με λέγετε είναι;

 

16. αποκριθείς δε Σίμων Πέτρος είπε. Συ ει ο Χριστός ο υιός του Θεού του ζώντος.

 

 

 

 

 

17. και αποκριθείς ο Ιησούς είπεν αυτώ. Μακάριος ει, Σίμων Βαριωνά, ότι σάρξ και αίμα ουκ απεκάλυψεν σοι, αλλ΄ ο πατήρ μου ο εν τοις ουρανοίς.

 

 

 

 

18. καγώ δε σοι λέγω ότι συ ει Πέτρος, και επί ταύτη τη πέτρα οικοδομήσω μου την εκκλησίαν, και πύλαι άδου ουκ ατισχύσουσιν αυτής.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

19. και δώσω σοι τας κλείς της βασιλείας των ουρανών, και ο εάν δήσης επι της γης, εσται δεδεμένον εν τοις ουρανοίς, και ο εάν λύσεις επι της γης, έσται λελυμένον εν τοις ουρανοίς.

 

 

 

 

 

 

 

 

20. τότε διεστεί­λατο τοις μαθηταίς αυτού ίνα μηδενί είπωσι ότι αυτός εστιν Ιησούς ο Χριστός.

 

 

 

 

 

 

 

21. Από τότε ήρξατο ο Ιησούς δεικνύειν τοις μαθηταίς αυτού ότι δει αυτόν απελθείν εις Ιεροσόλυμα και πολλά παθείν από των πρεσβυτέρων και αρχιερέων και γραμματέων και αποκταν­θήναι, και τη τρίτη ημέρα εγερθήναι.

 

22. και προσλαβό­μενος αυτόν ο Πέτρος, ήρξατο επιτιμάν αυτώ λέγων. Ίλεως σοι Κύριε. Ου μη έσται σοι τούτο.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

23. ο δε στραφείς είπε τω Πέτρω. Ύπαγε οπίω μου, σατανά. Σκάνδαλον μου ει, ότι ου φρονείς τα του Θεού, αλλά τα των ανθρώπων.

 

 

 

 

 

 

 

 

24. Τότε Ο Ιησούς είπε τοις μαθηταίς αυτού. Ει τις θέλει οπίσω μου ελθείν, απαρνησάσθω εαυτόν και αράτω τον σταυρόν αυτού και ακολουθείτω μοι.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

25. ος γαρ αν θέλη την ψυχήν αυτού σώσαι, απολέσει αυτήν. Ος δαν απολέσει την ψυχήν αυτού ενεκεν εμού, ευρήσει αυτήν.**

 

 

 

 

 

 

 

26. τι γαρ ωφελείται άνθρω­πος εάν τον κόσμον όλον κερ­δήσει, την δε ψυχήν αυτού ζημι­ωθεί; Ή τι δώσει άνθρωπος αντάλ­λαγμα της ψυ­χής** αυτού;

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

27. μέλλει γαρ ο υιός του ανθρώπου έρχεσθαι εν τη δόξει του πατρός** αυτού, και τότε απόδώσει εκάστω κατά την πράξιν αυτού.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

28. αμήν λέγω υμίν, εισί τινές των ώδε εστηκότων, οίτινες ου μη γεύσωνται θανάτου έως αν ίδωσι τον υιόν του ανθρώπου ερχόμενον εν τη βασιλεία αυτού.

13. Όταν δε ήλθεν ο Ιησούς εις τα μέ­ρη της Καισα­ρεί­ας, την οποίαν είχε επ­εκτείνει και εξ­ω­ραΐση ο Ηρώ­δης ο Φίλιππος, ερώτη­σε τους μα­θητάς του λέγων: «Τί λέ­νε οι άν­θρωποι, ότι εί­μαι εγώ, ο υιός του αν­θρώπου;»

14. Εκείνοι δε είπον.» άλλοι μεν λένε ότι είσαι ο Ιωάννης ο Βαπτιστής, άλλοι δε ο Ηλίας, και άλλοι ότι είσαι ο Ιερεμίας ή ένας από τους προφήτας».

 

15. Λέγει εις αυ­τούς. «σεις όμως οι μαθηταί μου ποιός λέτε ότι εί­μαι;»

16. Απεκρίθει δε ο Σύμων ο Πέτρος και είπεν. «Συ είσαι ο Χριστός, ο υιός του Θεού του αιωνίου, που έχει ζωήν και δίδει ζωήν».

 

 

17. Και ο Ιησούς απήντησε και του είπε. «μακάριος εί­σαι, Σίμων υιέ του Ιωνά, διότι την ομολογίαν, που έκαμες, δεν σου την εφανέρω­σε αί­μα και σάρξ, δηλα­δή κάποιος άν­θρωπος, αλλά ο Πατήρ μου ο επου­ράνιος.

18. Και εγώ δε σου λέγω τούτο. Ότι συ είσαι Πέτρος και επάνω εις αυτήν την πέτραν της ομολογίας σου θα οικοδομήσω ασάλευτον την Εκκλησίαν μου, και πύλαι Άδου (δηλαδή όλαι αι κακαί δυνάμεις του πονηρού διάβόλου και των διεστραμένων ανθρώπων), δεν θα υπερισχύσουν και δεν θα κατορθώσουν τίποτα εναντίον της.

 

 

19. Και θα σου δώσω τα κλειδιά της βασιλείας των ουρανών, θα σου δώσω δηλαδή την εξουσίαν, ώστε όποιο αμάρτημα δεν θα συγχωρήσεις συ εις την γην, θα είναι αυγχώρητον και εις τους ουρανούς. Και αμάρτημα το οποίον συ θα συγχωρήσης επάνω εις την γην, θα είναι συγχωρημένον εις τους ουρανούς».

 

20. Τότε δε έδωσε αυστηράν εντολήν εις τους μαθητάς του, να μη είπουν εις κανένα ότι αυτός είναι ο Ιησούς ο Χριστός.

 

 

 

 

 

 

21. Από τότε ήρχι­σεν ο Ιησούς να φανερώνη εις τους μαθητάς του, ότι πρέπει αυτός να μεταβή εις τα Ιερο­σόλυμα και να πά­θη πολλά από τους πρεσβυτέ­ρους, τους αρχιε­ρείς και γραμμα­τείς και να θανα­τωθεί, και την τρί­την ημέραν από τον θάνατόν του να αναστηθεί.

22. Και ο Πέτρος κατατρομαγμένος από τας αποκα­λύ­ψεις αυτάς του Δι­δασκάλου, τον επήρε ιδιάιτέρως και ήρχισε με ζω­η­ρό­τητα να συνιστά και να του λέη «ο Θεός να σε φυλά­ξη, Κύριε, από όσα φοβερά μας είπες ότι θα σου συμ­βούν. Δεν πρέπει να σου συμβούν αυτά».

23. Ο Ιησούς εστράφη αποτόμως προς τον Πέτρον και του είπε. «φύγε από εμπρός μου, σατανά. Μου είσαι εμπόδιον εις το απολυτρωτικόν μου έργον. Διότι δεν φρονείς και δεν δέχεσαι ότι είναι ευάρεστον εις τον θεόν, αλλά ότι αρέσει εις τους ανθρώπους

 

24. Τότε ο Ιησούς είπε εις τους μαθητάς του. «εάν κανείς θέλει πράγματι να είναι οπαδός μου, ας απαρνηθεί τον αμαρτωλόν εαυτόν του, ας προετοιμασθή να υποστεί πολλάς θλίψεις και αυτόν ακόμη τον σταυρικόν θάνατον, και ας με ακολουθήση.

 

 

 

 

 

 

 

25. Διότι εκείνος που θέλει να σώσει την ζωήν του αρνούμενος εμέ, θα την χάση. Όποιος δε θυσιάσει την ζωή του ένεκα της πίστεως του εις εμέ, αυτός θα κληρονομήση την μακαρίαν και ατε­λεύτητον ζωήν.

 

 

 

26. Διότι τι έχει να ωφεληθεί ο άνθρωπος, εάν κερδήσει όλον τον κόσμον, χάση δε την αθάνατον ψυχήν του; Ή τι θα δώσει ο άνθρωπος αντάλλαγμα διά να εξαγοράση την ψυχήν του.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

27. (Καθένας σύμ­φωνα με τα έργα του θα τα­κτο­ποι­ή­ση την θέσιν του εις την αιωνιό­τη­τα). Διότι ο υιός του ανθρώ­που θα έλθη με όλην την δόξαν του Πατρός του, που θα είναι και δική του δόξα, μα­ζί με τους αγ­γέλους του και τό­τε θα αποδώση εις τον καθένα κατά τα έργα του, σαν υπέρτατος και δι­καιότατος κριτής, που είναι.

28. Σας διάβεβαιώνω ότι υπάρχουν μερικοί από αυτούς που στέκονται εδώ, οι οποίοι δεν θα γευτούν τον θάνατον, έως ότου ίδουν τον υιόν του ανθρώπου να έρχεται εις την βασιλείαν του, δηλαδή να ιδρύση με την κάθοδον του Αγίου πνεύματος την Εκκλησίαν του.

13. Αφού δε ήλθε ο Ιησούς εις τα μέρη της Καισά­ρειας, την οποίαν είχε κτίσει ο Φί­λιππος, ηρώτα τους μαθη­τάς του λέγων. Ποίος νο­μίζουν οι άνθρω­ποι, ότι είμαι εγώ, ο υιός του αν­θρώ­που.

 

14. Αυτοί δε εί­παν. Άλλοι μεν λέγουν, ότι είσαι Ιωάννης ο βα­πτιστής, άλλοι δε ότι είσαι ο Ηλί­ας, άλλοι δε Ο Ιε­ρε­μίας ή ένας από τους παλαιούς προφήτας, που ανεστήθει εκ νε­κρών.

15. Λέγει εις αυ­τούς. Σεις δε ποίος λέγετε, ότι είμαι;

 

16. Απεκρίθει δε ο Σίμων Πέτρος και είπε. Συ είσαι ο Χριστός, ο φυ­σι­κός και μονο­γενής Υιός του Θεού, που δεν είναι νεκρός σαν τα είδωλα, αλλά ζή παντο­τεινά.

17. Και απεκρίθει τότε ο Ιησούς και του είπε. Μακά­ριος είσαι, Σίμων, υιέ του Ιωνά, διό­τι δεν σου εφανέ­ρωσε** την αλή­θειαν της ορθής πίστεως κα­νείς άνθρωπος, αλλ’ ο Πατήρ μου, που είναι εις τους ουρανούς.

 

18. Και εγώ δε σου λέω ότι συ είσαι Πέτρος και επάνω εις τον βράχον της αλη­θινής πίστεως που ωμολό­γη­σες, γενόμενος με την ομολο­γί­αν σου αυ­τήν ο πρώτος λί­θος της πνευματι­κής μου οικοδο­μής, θα οικοδο­μή­σω την Εκκλη­σίαν μου, ο θάνα­τος δε και αι ωρ­γα­νω­μέναι δυ­νάμεις του κα­κού δεν θα υπερ­ισχύσουν και δεν θα κατα­νική­σουν την Εκ­κλη­σίαν, η οποία θα είναι αιώνιος και αθά­νατος.

19. Και θα σου δώ­σω την εξου­σίαν του να εισ­άγεις εις την βα­σιλείαν των ου­ρανών πάντα άξι­ον, και οποιοδή­ποτε αμάρτημα δέ­σης και το διάκη­ρύξεις ως ασυγ­χώρητο επί της γης, θα είναι δεμέ­νον και ασυγ­χώ­ρητον και εις τους ου­ρανούς. Και οποιονδήποτε αμ­άρ­τημα λύσης διά συγχωρή­σε­ως επί της γης, θα εί­ναι συγχω­ρη­μέ­νον και εις τους ου­ρα­νούς.

20. Τότε παρήγ­γει­λε με αυστη­ρό­τητα εις τους μα­θη­τάς του να μην εί­πουν εις κανένα, ότι αυ­τός είναι ο Ιησούς ο Χριστός, επειδή ακόμη δεν είχαν ωριμάσει οι άν­θρωποι, ώστε να διάκυρηχθεί εις αυτούς η αλή­θεια αυτή.

21. Από τότε ήρ­χισεν ο Ιησούς να διδάσκει σα­φώς και καθαρά τους μαθητές του, ότι πρέπει αυτός να απέλθει εις τα Ιε­ροσόλυ­μα και να πάθη πολλά από τους πρεσβυτέρους και αρχιερείς και ματείς και να θα­να­τω­θή κα­τά την τρί­την ημέραν να ανα­στηθεί.

22. Και αφού τον πήρε ιδιάιτέρως ο Πέτρος ήρχισε ζω­ηρά να τον προτρέ­πει και έλεγεν. Ο Θεός να σε φυλάξη από αυτό, Κύριε. Δεν πρέπει εις σε τον Μεσσίαν να γί­νει αυτό που είπες.

 

 

 

 

 

 

23. Ο Κύριος όμως έστρεψε και είπε προς τον Πέτρον. Πήγαινε οπίσω μου και φύγε από εμ­πρός μου σατα­νά. Μου είσαι εμπό­διον εις τον δρό­μον του κα­θήκον­τος μου και πει­ρασμός. Διότι δεν φρονείς εκείνα που αρέ­σουν εις τον Θε­όν, αλλ’ εκείνα που αρέσουν εις τους ανθρώπους.

24. Τότε ο Ιησούς είπεν εις τους μα­θητάς του. Εάν κα­νένας θέλη να με ακολουθήσει ως οπαδός μου, ας διάκόψει κάθε σχέ­σιν προς τον διε­φ­θαρ­μέ­νον υπό της αμαρτίας εαυ­τόν του και ας λάβη την σταθε­ράν απόφασιν και θά­νατον σταυρικόν και βί­αιον να υπο­στεί και ας με ακο­λου­θήσει, μιμού­μενος καθ’ όλα το παράδειγμά μου. Μη διστά­σει δε να προβή εις τας από­φά­σεις και θυ­σίας αυτάς.

25. Διότι εκείνος που θέλει να σώ­σει την ζωήν του, αυ­τός θα χάσει την πνευματικήν και μακαρίαν ζωήν. Και εκείνος που θα χάσει την ζωήν του διά την ομολογίαν και υπακοήν του προς εμέ, θα την εύρη εις τον μέλ­λοντα βίον, όπου θα κερδήση την αιώνιον ζωήν.

26. Η αιώνιος δ’ άυτη ζωή είναι το παν. Διότι ποίαν ωφέλειαν έχει ο άν­θρωπος, εάν κερ­δήσει τον κόσμον ολόκλη­ρον, χάση δε την ψυχήν του, η οποία ως πνευ­ματική και αιω­νία δεν συγκρί­νεται με κανέν από τα υλικά του φθαρ­τού κό­σμου αγα­θά; Ή εάν ένας άν­θρω­πος χάση την ψυχήν του, τι θα δώσει ως αν­τάλ­λαγμα, με το οποί­ον θα εξαγο­ράση αυτήν από την αι­ωνίαν απώλειαν;

27. Πράγματι δε ο κάθε άνθρω­πος πρόκειται ή να χά­ση ή να κερδήση την ψυχήν αυτού. Διότι μέλλει ο υιός του ανθρώ­που να έλθη πε­ριβεβλη­μέ­νος την δόξαν του πα­τρός του με τους αγγέλους του, και τότε θα απο­δώσει εις έκα­στον σύμ­φωνα με τα έργα του.

 

 

 

 

28. Αληθώς σας λέω, ότι υπάρ­χουν με­ρικοί απ’ εκεί­νους που στέκονται εδώ, οι οποίοι δεν θα δο­κιμάσουν θά­να­τον προτού να ίδουν μετά την κά­θοδον του Αγίου Πνεύ­μα­τος να κα­τα­λύ­ε­ται με την κα­ταστροφήν των Ιεροσολύμων και του ναού των με τον διάσκορ­πι­σμόν του Ισραήλ η Πα­λαιά θεία τά­ξις και διάθήκη, διά να θεμελι­ω­θή με δύναμιν ακα­τα­γώνιστον και υπερφυ­σι­κήν η Νέα θεία τάξις εν τω κό­σμω, την οποί­αν θα εκπρο­σω­πεί η Εκκλησία ως άλλη βασι­λεία του Θεού επί της γης.

13. Και όταν ήλθε στα μέρη της Και­σάρειας της πόλης του Φιλίππου ρω­τούσε τους μαθη­τές του λέγοντας. Ποιός λένε οι άν­θρωποι ότι είναι ο υιός του ανθρώπου.

 

 

 

14. Και εκείνοι είπαν. Άλλοι λένε Ο Ιωάννης ο βαπτι­στής, άλλοι όμως ο Ηλίας, και άλλοι ο Ιερεμίας ή ένας από τους προφήτες.

 

 

 

 

15. Λέει σ’ αυτούς. Εσείς όμως ποιος λέτε ότι είμαι;

 

16. Κι αποκρίθηκε ο Σίμων ο Πέ­τρος και είπε. Συ είσαι ο Χριστός ο υιός του ζωντανού Θεού.

 

 

 

 

 

17. Και ο Ιησούς απαντώντας του εί­πε. Μακάριος είσαι Σίμωνα γιε του Ιω­νά, γιατί σάρκα και αίμα δεν στο απο­κάλυψε, αλλά ο πατέρας μου που είναι στους ουρα­νούς.

 

 

 

18. Και εγώ σου λέω αυτό: ότι συ είσαι ο Πέτρος και πάνω σ’ αυτή την πέτρα θα οικοδο­μήσω την εκκλη­σία, και οι πύλες του άδη δεν θα την νικήσουν.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

19. και θα σου δώ­σω τα κλειδιά της βασιλείας των ου­ρανών και όποιο δέσεις στη γη, θα είναι δεμένο στους ουρανούς και ότι λύσεις πάνω στη γη θα είναι λυμένο στους ουρανούς.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

20. τότε έδωσε αυ­στηρή εντολή στους μαθητές του να μην πουν σε κα­νένα ότι αυτός εί­ναι ο Ιησούς ο Χρι­στός

 

 

 

 

 

 

21. Από τότε άρχι­σε να δείχνει στους μαθητές του ότι πρέπει να πάει στα Ιεροσόλυμα και να πάθει πολλά από τους πρεσβύτερους και τους αρχιερείς και γραμματείς και να θανατωθεί και την τρίτη ημέρα να σηκωθεί.

 

 

 

22. και αφού τον πήρε παράμερα ο Πέτρος, άρχισε να τον αποτρέπει λέ­γοντας. Λυπήσου τον εαυτό σου Κύ­ριε. Δεν πρέπει να σου συμβεί αυτό.

 

 

 

 

 

 

 

 

23. Ο Κύριος όμως γύρισε προς τα πί­σω και είπε στον Πέτρο. Πήγαινε πί­σω μου σατανά. Με βάζεις σε δί­λημμα, γιατί δεν πιστεύεις τα αρε­στά στον Θεό, αλ­λά τα αρεστά στους ανθρώπους.

 

 

 

 

 

24. Τότε ο Ιησούς είπε στους μαθητές του. Όποιος θέλει να με ακολουθήσει ας απαρνηθεί τον εαυτό του και ας σηκώσει τον σταυ­ρό του και να με ακολουθήσει.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

25. Διότι εκείνος που θέλει να σώσει την ζωή του, θα την χάσει. Όποιος χάσει την ζωή του για μένα, θα την βρεί.

 

 

 

 

 

 

 

 

26. Σε τι ωφελείτε ο άνθρωπος αν κερδίσει όλο τον κόσμο και χάσει την ψυχή του. Ή τι αντάλλαγμα θα δώ­σει για την ψυχή του.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

27. γιατί πρόκειται ο υιός του αν­θρώπου να έρθει στην δόξα του πα­τέρα του, και τότε θα ανταμείψει τον καθένα κατά τις πράξεις του.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

28. Αλήθεια σας λέω, είναι μερικοί από αυτούς που βρίσκονται εδώ που δεν θα πε­θάνουν μέχρι να δουν τον γιο του ανθρώπου να έρχε­ται στην βασιλεία του.

         

Ο Ιησούς πίστευε ότι θα πετύχει επειδή τα είχε σχεδιάσει όλα καλά, υπάρχει στα Ευαγγέλια αναφορά του για την ανάγκη καλού σχεδιάσμού της προσπάθειάς του. Τα περί προφητείας της ανάστασής του (όπως και πάρα πολλά άλλα) είναι κατοπινές παρεμβολές. Αλλιώς δεν εξηγείται το «Θεέ μου, Θεέ μου γιατί με εγκατέλειψες»

 

[Υποσημειώσεις:

** Κάτι τόσο σπουδαίο θα έπρεπε να το αναφέρει στις επιστολές του, αλλά δεν το γράφει πουθενά αντίθετα γράφει άλλα λιγότερα σημαντικά.

** δηλ. καλύτερα μιας ώρας … ή τι την θέλουμε τέτοια ζωή.

** δόξη του πατρός = Θρόνο του πατέρα μου.

** ψυχή = ελευθερία.]

 

          Το παρακάτω αποτελεί την παραβολή με την οποία καταγγέλλει τους Ηρω­διάνούς σαν σφετεριστές του θρόνου, αλλά και συνεργάτες των κατα­κτητών Ρω­μαί­ων. Δηλώνει ότι με τους Ηρωδιάνούς στον θρόνο δεν έχουν ελπίδα απελευθέρωσης οι Ισραηλινοί από τους κατακτητές Ρωμαίους και ότι η επαναφορά στον θρόνο του Ισραήλ είναι η μόνη ελπίδα για απελευ­θέ­ρω­ση.

          Η επιχειρούμενη ερμηνεία από τους μεταφραστές εκδοχή είναι πα­ρά­λογη, είτε γιατί ισοδυναμεί με παραδοχή από τον Ιησού της ύπαρξης και άλ­λων θεών αλλά όχι «καλών» θεών, είτε γιατί υποβιβάζει τον Ιησού σε απλό ιερέα για να έχει νόημα η αντιδιάστολή του από τους κακούς ιερείς. Αλλά δεν συμβιβάζεται η εκδοχή του ιερέα με την αναφορά περί υπακοής στο Ιησού-καλό ιερέα, αλλά όχι στους κακούς ιερείς. Η ιστορική αλήθεια είναι ότι ένα με­γάλο τμήμα του Εβραϊκού ιερατείου δεν αποδέχτηκε την δυναστεία των Ηρω­διάνών και αυτό είναι που κάνει το Ιησού να λέει ότι τα πρόβατα δεν θα ακο­λουθήσουν τον ποιμένα που πήδηξε από το τοίχο.

 

Κατά Ιωάννην

(10) Ι ΄. 1-21

Μετάφραση Κολιτσάρα

Μετάφραση Τρεμπέλα

Κατά λέξη μετάφραση

10:1 Αμην αμην λέγω υμιν, ο μη εισερχόμενος διά της θύρας εις την αυλην των προβάτων αλλα αναβαίνων αλλαχόθεν εκεινος κλέπτης εστιν και ληστής.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

2 ο δε εισερχό­με­νος διά της θύρας ποιμήν εστιν των προβάτων.

 

 

 

3 τούτω ο θυρωρος ανοίγει, και τα πρόβατα της φωνης αυτου ακούει, και τα ιδιά πρόβατα φωνει κατ' ονομα και εξάγει αυτά.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

4 οταν τα ιδιά πάντα εκβάλη, εμπροσθεν αυτων πορεύεται, και τα πρόβατα αυτω ακολουθει, οτι οιδασιν την φωνην αυτου.

 

 

 

 

 

 

 

 

5 αλλοτρίω δε ου μη ακολου­θήσου­σιν αλλα φεύξονται απ' αυτου, οτι ουκ οιδασιν των αλλοτρίων την φωνήν.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

6 Ταύτην την παροιμίαν ειπεν αυτοις ο Ιησους. εκεινοι δε ουκ εγνωσαν τίνα ην α ελάλει αυτοις.

 

 

7 Ειπεν ουν πάλιν ο Ιησους, Αμην αμην λέγω υμιν οτι εγώ ειμι η θύρα των προβάτων.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

8 πάντες οσοι ηλθον προ εμου κλέπται εισιν και λησταί. αλλ ουκ ηκουσαν αυτων τα πρόβατα.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

9 εγώ ειμι η θύρα. δι' εμου εάν τις εισέλθη σωθήσεται και εισελεύσεται και εξελεύσεται και νομην ευρήσει.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

10 ο κλέπτης ουκ ερχεται ει μη ινα κλέψη και θύση και απολέση. εγω ηλθον ινα ζωην εχωσιν και περισσον εχωσιν.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

11 Εγώ ειμι ο ποιμην ο καλός. ο ποιμην ο καλος την ψυχην αυτου τίθησιν υπερ των προβάτων.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

12 ο μισθωτος και ουκ ων ποιμήν, ου ουκ εστιν τα πρόβατα ιδιά, θεωρει τον λύκον ερχόμενον και αφίησιν τα πρόβατα και φεύγει, και ο λύκος αρπάζει αυτα και σκορπίζει,

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

13 οτι μισθωτός εστιν και ου μέλει αυτω περι των προβάτων.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

14 Εγώ ειμι ο ποιμην ο καλός, και γινώσκω τα εμα και γινώσκουσί με τα εμά,

 

 

 

 

 

15 καθως γινώσκει με ο πατηρ καγω γινώσκω τον πατέρα. και την ψυχήν μου τίθημι υπερ των προβάτων.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

16 και αλλα πρόβατα εχω α ουκ εστιν εκ της αυλης ταύτης. κακεινα δει με αγαγειν, και της φωνης μου ακούσουσιν, και γενήσονται μία ποίμνη, εις ποιμήν.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

17 διά τουτό με ο πατηρ αγαπα οτι εγω τίθημι την ψυχήν μου, ινα πάλιν λάβω αυτήν.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

18 ουδεις αιρει αυτην απ' εμου, αλλ' εγω τίθημι αυτην απ' εμαυτου. εξουσίαν εχω θειναι αυτήν, και εξουσίαν εχω πάλιν λαβειν αυτήν. ταύτην την εντολην ελαβον παρα του πατρός μου.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

19 Σχίσμα πάλιν εγένετο εν τοις Ιουδαίοις διά τους λόγους τούτους.

 

 

 

20. έλεγον δε πολλοί εξ αυτών. δαιμόνιον έχει και μαίνεται. Τι αυτού ακούετε;

 

 

 

 

 

 

21 άλλοι έλεγον. Ταύτα τα ρήματα ουκ εστι δαιμο­νιζομένου. Μη δαι­μόνιον δύναται τυφλών οφθαλμούς ανοίγειν;

 

 

 

10:1Σας διάβεβαιώνω, ότι εκείνος που δεν εισέρχεται εις την μάνδρα των προβάτων από την θύρα, αλλά ανεβαίνει και πηδά, διά να μη τον αντιληφθούν , από άλλο μέρος, είναι κλέπτης και ληστής. (Εκείνος που γίνεται ποιμήν των λογικών προβάτων αναξίως και παρανόμως είναι ιερόσυλος εκμεταλευτής και των πιστών της Εκκλησίας)

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

2. εκείνος όμως που εισέρχεται φανερά από την θύραν, είναι ο πραγματικός ποιμήν των προβάτων.

3. Εις αυτόν ο θυρωρός ανοίγει την θύραν, και τα πρόβατα ακούουν και γνωρίζουν την φωνην του, και αυτός καλεί τα πρόβατα το καθένα με το όνομά του και τα βγάζει διά την βοσκήν.

 

 

 

 

 

4. Και όταν βγάλει τα πρόβατα του από την μάνδρα, πηγαίνει εμπρός από αυτά και τα πρόβατα τον ακολουθούν διότι γνωρίζουν την φωνήν του.

 

 

 

 

 

 

 

5. Ξένον όμως δεν θα το ακολουθήσουν, αλλά θα φύγουν από αυτόν, διότι δεν αναγνωρίζουν την φωνήν των ξένων., Εμέ τον πραγματικόν και ιστορικόν ποιμένα, με γνωρίζουν και με ακολουθούν τα πρόβατα.(Τους ψευδείς και ιδιοτελείς ποιμένες δεν έχουν την διάθεσιν και δεν θέλουν να τους ακολουθήσουν, διότι δεν τους αναγνωρίζουν ποιμένας των).

 

6. Αυτή την παραβολή τους είπε ο Ιησούς. Εκείνοι όμως δεν εκατάλαβαν, τι εσήμαιναν αυτά που τους έλεγε.

 

7. Διά τούτο και πάλιν είπε προς αυτούς ο Ιησούς. «αληθινά και ειλικρινά σας λέω, ότι εγώ είμαι η θύρα, από την οποία τα πρόβατα μπαίνουν εις την μάνδρα, διά να εύρουν ασφάλειαν και από την οποία βγαίνουν διά βοσκήν.

 

 

 

 

 

8. όλοι όσοι ήλθαν πριν από εμέ, χωρίς κανείς να τους αναθέση την ποίμανσιν των προβάτων, αλλά αυθαιρέτως μόνοι των επήραν το αξίωμα, αυτοί ήσαν κλέπται και λησταί. Τα πρόβατα όμως δεν τους ήκουσαν και ούτε τους ακολούθησαν.

 

 

 

 

 

 

 

 

9. Εγώ είμαι η θύρα. Δι εμού εάν κανείς εισέλθει θα σωθεί. Και θα εισέλθει εις την μάνδρα, διά να εύρη ασφάλειαν και ανάπαυσιν, και θα βγεί όταν είναι καιρός βοσκής και θα εύρη τροφήν.

 

 

 

10. Ο κλέπτης δεν έρχεται, ει μη μόνον διά να κλέψει και να σφάξει και να καταστρέψει. Τέτοιοι ήσαν οι κακοί ποιμένες του Ισραήλ. Εγώ όμως ήλθα, διά να έχουν τα πρόβατα ζωήν , διά να έχουν με το παραπάνω την τροφήν των και κάθε τι καλόν και χρήσιμον.

 

 

 

 

 

11. Εγώ είμαι ο ποιμήν ο καλός και πονετικός. Ο ποιμήν ο καλός και την ζωήν του ακόμη θυσιάζει διά να διάφυλάξει τα πρόβατα από κάθε κίνδυνον.

 

 

 

 

 

 

12. Ο μισθωτός δε βοσκός, που δεν είναι ιδικά του τα πρόβατα και τα βοσκει μόνον και μόνον διά τον μισθόν του, βλέπει τον λύκον να έρχεται και αφήνει τα πρόβατα και φεύγει. Και τότε ανενόχλητος ο λύκος αρπάζει, κατασπαράσσει και διάσκορπίζει τα πρόβατα. (Οι ανάξιοι πνευματικοί ποιμένες, που έχουν το έργον των μόνον και μόνον ως προσοδοφόρον επάγγελμα, δεν ενδιάφέρονται να φυλάξουν τα λογικά πρόβατα από τον διάβολον και τα όργανά του)

 

 

 

 

 

 

13. Ο μισθωτός βοσκός φεύγει, ακριβώς διότι είναι μισθωτός και δεν έχει καμμίαν διάθεσιν να εκθέση εις κύνδινον την ζωήν του διά τα πρόβατα διότι ενδιάφέρεται δι αυτά, παρά μόνο διά τον μισθόν του.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

14 Εγώ είμαι ο καλός ποιμήν και και γνωρίζω τα ιδικά μου πρόβατα και γνωρίζομαι από τα ιδικά μου.

 

 

 

 

 

15. Όπως με γνωρίζει και με αγαπά ο Πατήρ και εγώ επίσης γνωρίζω και αγαπώ τον Πατέρα, και έτσι γνωρίζω και γνωρίζομαι από τα πρόβατα, διά τούτο και παραδίδω την ψυχήν μου εις θάνατον χάριν των προβάτων.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

16 Έχω και άλλα πρόβατα, τα οποία δεν είναι από αυτή την μάνδρα, δεν ανήκουν εις το έθνος των εβραίων. Και εκείνα πρέπει εγώ να τα οδηγήσω και να τα ποιμάνω μαζή με τα άλλα ως καλός ποιμήν. Και εκείνα θα με γνωρίσουν και όταν τα καλώ θα ακούσουν την φωνήν μου, όπως και τα άλλα. Και θα γίνει έτσι μια ποίμνη, η Εκκλησία, και ένας ποιμένας, Ο Χριστός.

 

 

 

 

17. Διά τούτο ο Πατήρ μου με αγαπά, διότι εγώ θυσιάζω την ζωήν μου προς χάριν των προβάτων, διά να την πάρω και πάλιν με την ανάστασιν μου και να είμαι ο αιώνιος ποιμήν και αρχιερεύς.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

18 Κανείς δεν έχει την δύναμιν να μου αφαιρέσει την ζωήν. Αλλά εγώ από τον ευατόν μου και με την θέλησίν μου θυσιάζω αυτήν. Έχω εξουσίαν να δώσω την ζωήν μου, και έχω εξουσίαν να την πάρω πάλιν. Αυτήν την εντολήν και εξουσίαν έχω λάβει και ως άνθρωπος από Τον Πατέρα μου.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

19. Ύστερα λοιπόν , από τους λόγους αυτούς του κυρίου έγινεν αντιγνωμία και διάίρεσις μετα­ξύ των Ιουδαίων.

 

20. Πολλοί από αυτούς έλεγαν. Έχει δαιμόνιον, ένεκα του οποίου είναι εκτός του ευατού του και παραλογίζεται. Τι τον ακούετε;

 

 

 

21. Άλλοι έλεγον αυτά τα λόγια δεν είναι λόγια δαιμονιζομένου. Έπειτα ημείς τον βλέπομεν να κάνη θαύματα. Μήπως το δαιμόνιον ημπο­ρεί να ανοίγει μά­τια τυφλών.

10:1 Νομίζεται διά τον ευατόν σας, ότι είσθε οι ανεγνωρισμένοι οδηγοί και δι­δά­σκαλοι του Ισρα­ήλ. Σας διάβε­βαιώ όμως εν πά­ση αλη­θεία, ότι είσθε εκ­μεταλ­λευταί του ποι­μνίου και κλέ­πται των προβά­των. Εκείνος που δεν εμβαίνει από την πόρταν εις την μάνδραν, εις την οποίαν φυ­λάττον­ται τα πρό­βατα, αλλ’ ανε­βαίνει από άλλο μέρος διά να πη­δήση μέσα κρυ­φίως, εκείνος εί­ναι κλέπτης και λη­στής. (Με άλ­λας λέξεις είναι κλέ­πτης και λη­στής εκείνος, που χωρίς να κληθή να ανα­βι­βασθή από τον θεόν εις το αξί­ω­μα του ποιμένος και οδηγού των προβάτων του Θε­ού, ζητεί να το σφετερισθή και να το αρπάση, όπως το εκά­μα­τε σεις οι Φαρι­σαίοι και οι Γραμματείς, οι οποίοι μολονότι βλέπετε από τα θαύματά μου, ότι είμαι ο ανεγνω­ρισμένος από τον θεόν ποιμήν, σφε­τερίζεσθε τα δι­καιώματά μου και την εξουσίαν μου).

2. Τουναντίον εκεί­νος, που ανε­βαίνει εις την μάνδραν όχι λα­θραίως, αλ­λά φανερά από την πόρταν, είναι ποι­μήν προβάτων.

3. Εις αυτόν εκεί­νος, που φυλάττει την μάνδραν, ανοί­γει την πόρ­ταν, αλ­λά και τα πρόβατα ακούουν την φω­νήν του και γνωρί­ζουν αυτήν, και αυ­τός πάλιν γεμά­τος ενδιά­φέ­ρον διά τα πρόβατα του φω­νάζει το καθένα με το όνομά του και τα βγάζει από την μάνδραν διά να τα βοσκήση.

4. Και όταν από την μάνδρα, εις την οποίαν μέ­νουν και άλλα ποίμνια μαζί, βγάλη αυτός έξω τα ιδικά του πρό­βατα, πηγαίνει εμ­πρός από αυτά, και τα πρόβατα τον ακολουθούν, διότι γνωρίζουν την φω­νήν του και το σφύριγμά του, με το οποίον από και­ρού εις καιρόν τα φωνάζει.

5. Δεν θα ακολου­θήσουν όμως πο­τέ οποιον­δήπο­τε ξέ­νον, αλλά θα φύ­γουν μακράν από αυτόν, διότι γνω­ρίζουν την φωνήν των ξέ­νων. Έτσι και τα λογικά πρόβατά μου θα με ανα­γνωρίσουν ως ποι­μένα των, θα ακούσουν την δι­δασκαλίαν μου, και θα αι­σθαν­θούν το δι’ αυτά ενδιάφέρον μου και την προς αυτά στορ­γήν μου και δεν θα παραπλα­νη­θούν από απα­τεώνες, οι οποί­οι θα επιζη­τή­σουν να τα απο­σπάσουν από εμέ.

6. Αυτόν τον αλ­ληγορικόν λόγον τους είπεν ο Ιη­σούς. Εκείνοι όμως δεν εννόη­σαν, ποί­αν σημα­σίαν εί­χον αυτά, που τους έλε­γε.

7. Αφού λοιπόν δεν εκατάλαβαν την έννοιαν της αλληγορίας ταύ­της, τους είπε πά­λιν ο Ιησούς κα­θα­ρώτερα και σαφέ­στερα τα εξής. Αληθώς, αλη­θώς σας λέγω ότι εγώ είμαι η πόρτα, διά της οποίας τα πρό­βατα εμβαί­νουν εις την μάν­δραν διά να ασφα­λι­στούν και από την οποίαν βγαί­νουν διά να βο­σκήσουν.

8.Όλοι όσοι ήλθον κατά τους τελευ­ταίους αυτούς χρό­νους, προτού να έλθω εγώ, και επήραν μό­νοι τους το αξίω­μα του οδηγού των προ­βάτων, είναι κλέ­πται και λησταί, διότι αποβλέπουν εις το να εκμεταλ­λευτούν και κα­τάφάγουν τα πρό­βατα, είναι κλέ­πται και λησταί, διότι από­βλέπουν εις το να εκμεταλ­λευ­τούν και κα-τά­φάγουν τα πρό­βατα. Αλλά τα πρό­βατα δεν τους ήκουσαν.

9. Εγώ είμαι η θύ­ρα. Δι εμού και μόνον εάν έμβη κανείς, θα σωθεί. Και θα εισέλθει ως το πρόβατον εις την μάνδραν προς ανάπαυσιν και ασ­φάλειαν εν και­ρώ νυκτός και θα εξ­έλθει κα­τά την πρωϊαν εκ της μάνδρας προς βο­σκήν και θα εύ­ρει τροφήν.

10. Ο κλέπτης δεν έρχεται, παρά διά να διά να κλέψη και διά να σφάξη και διά να παρα­δώσει εις την πλή­ρη κατα­στροφήν τα πρόβατα. Αυτό κάνουν οι οι αυ­θαιρέτως κατα­λα­βόντες τα πρώτα αξιώματα εις την συνα­γω­γήν του Ις­ραήλ. Αντιθέτως εγώ ήλθον διά να έχουν τα πρόβα­τα ζωήν και διά να έχουν εν αφθο­νία τροφήν πνευμα­τι­κήν και παν αγα­θόν.

11.Εγώ είμαι ο ποι­μήν ο καλός και στοργικός που πο­νώ και ενδιά­φέ­ρο­μαι ειλικρινώς διά τα πρόβατα. Ο ποιμήν ο καλός πα­ραδίδει και την ζω­ήν του διά να απο­μακρύνει κά­θε κίνδυνον από τα πρόβατά του και διά να υπε­ρα­σπι­στεί την ζωή αυ­τών.

12.Ο μισθωτός δε υπηρέτης, που δεν είναι ποιμήν, και δεν είναι τα πρό­βα­τα ιδικά του, βλέ­πει τον λύκον να έρχεται, και επει­δή έχει ούτε στορ­γήν διά τα πρόβα­τα, ούτε αυταπάρ­νησιν, αφίνει αν­υ­περάσπιστα τα πρό­βατα και φεύ­γει να μην εκθέ­ση εις τον παρα­μικρόν κίνδυνον την ζωήν του. Και ελεύθε­ρος τότε ο λύκος αρ­πάζει και σκορ­πί­ζει τα πρόβατα. Τέτοιοι μισθωτοί είσθε και εσείς οι σημερινοί λει­τουργοί του ιε­ρού και οι νομοδιδά­σκαλοι, που μόνον διά τα πρόσκαιρα οφέλη έχετε προσ­κοληθεί εις το ποίμνιον του θεού, το οποίον επι­βου­λεύεται ως άλ­λος λύκος ο διάβολος, καθώς και όσοι γίνον­ται όργανά του.

13. Μη σας φαί­νεται δε παρά­δο­ξον, το ότι ο μι­σθωτός υπη­ρέτης με, όταν ίδη τον λύκον να εμπίπτει κατά του ποι­μνί­ου, φεύγει. Φεύ­γει, διότι είναι υπη­ρέ­της με μισθόν και επειδή δεν εί­ναι ιδικά του τα πρόβατα, δεν τα πονεί. Αυτός εν­διάφέρεται κυ­ρί­ως να πάρη τον μι­σθόν του και δεν διάκιν­δυνεύ­ει πο­τέ την ζωήν του, όπως εκεί­νος, που πονεί και αισθά­νεται στοργήν διά τα πρόβατα.

14. Εγώ είμαι ο ποιμήν ο καλός και στοργικός, που εν­διάφέ­ρο­μαι διά τα πρό­βατα. Και διό­τι έχω το ενδιά­φέ­ρον αυτό, γνω­ρί­ζω καλά τα ιδικά μου πρόβατα, αλ­λά και γνωρίζομαι από τα ιδικά μου.

15. Και η γνωρι­μία αυτή προς τα πρόβατά μου προ­έρχεται από δε­σμούς στορ­γής και οικοιό­τη­τα αγάπης, διά των οποίων συνδέομαι προς αυτά. Καθώς με γνωρίζει ως φυ­σικόν Υιό του ο Πατήρ και με αγα­πά, γνωρίζω δε και εγώ τον Πατέρα και τον αγαπώ, έτσι γνω­ρίζω και τα πρόβατά μου και γνωρίζομαι υπ’ αυτών, διότι συνεδέθην στε­νώς και φυσι­κώς με αυτά διά της εναν­θρωπί­σε­ώς μου. Λόγω δε της οι­κει­ότη­τος ταύτης, πα­ραδίδω την ζωήν μου χάριν των προ­βάτων.

16. Έχω όμως και άλλα πρόβατα, τα οποία δεν είναι από μάνδραν αυ­τήν της Ιουδα­ϊ­κής συνα­γω­γής, αλλ’ είναι διε­σκορπισμένα μεταξύ των ει­δω­λολατρικού κό­σμου. Και πρέ­πει εγώ να οδηγή­σω και εκείνα και να τα ενώσω με τα άλλα. Και όταν εγώ θα τα καλώ διά να τα συνα­θροίσω, ωρι­σμέ­νως εκεί­να θα ακούσουν την φω­νήν μου, και έτσι θα γίνει από τα εδώ πρόβατα και από εκείνα μια ποίμνη, η χρι­στι­ανική Εκκλησία, και ένας ποιμήν ο Χριστός.

17. Δι αυτό δε ο Πατήρ με αγαπά, διότι εγώ μόνος μου και χωρίς κα­νείς να με αναγ­κά­ζει, παρα­δίδω την ζωήν μου εις θάνα­τον, διά να την λά­βω πάλιν και εξα­κο­λουθήσω ως αι­ώνιος αρχιερεύς και μετά την ανά­στασίν μου το έρ­γον της κα­θοδη­γήσεως των προ­βάτων μου και της σω­τηρίας αυ­τών διά της συνε­νώ­σεως των εις μίαν ποίμνην και εν σώμα.

18. Κανείς δεν έχει την δύναμιν να πά­ρη την ζωήν μου και να με θανα­τώ­σει παρά την θέ­λησίν μου. Αλλ’ εγώ από τον ευα­τόν μου και μόνος μου παρα­δίδω αυ­τήν. Έχω εξουσίαν να δώ­σω την ζωήν μου και έχω εξου­σίαν πάλιν να την λάβω. Αυτήν την εντολήν έλαβα από τον πατέρα μου, να θυσιάσω την ζωήν μου επί του σταυ­ρού και να την πά­ρω πάλιν διά της αναστάσεως διά να αναδειχθώ ού­τως ο αιώνιος αρ­χιερεύς και μεσί­της προς σωτη­ρί­αν των προβάτων μου.

19. ύστερα λοι­πόν από αυτά, που διε­κήρυξεν ο Ιησούς έγινε πάλιν διάί­ρε­σις μεταξύ των Ιου­δαίων εξ αιτίας των λόγων τού­των.

20. Πολλοί δε από αυτούς έλε­γον. Διά να τρέ­φει τοιαύ­τας ιδέ­ας διά τον εαυ­τόν του, πρέ­πει να έχει δαιμό­νιον και διά αυτό πα­ραλογίζεται. Δι­α­τί τον προσέχετε και ακούετε αυτά που λέει;

21. Άλλοι έλεγον. Αυτά τα λόγια δεν είναι λόγια δαιμο­νιζομένου. Και επί πλέον τα λό­για του συνο­δεύ­ονται και από τας υπερ­φυσι­κάς θερα­πεί­ας και τα θαύματά του. Μήπως μπο­ρεί δαιμόνιον να ανοίγει μάτια τυ­φλών.

10:1 Αλήθεια σας λέω, αυτός που δεν μπαίνει από την πόρτα στο μαντρί των προβάτων, αλ­λά πηδάει από αλ­λού, εκείνος είναι κλέφτης και λη­στής.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

2. Αυτός όμως που μπαίνει από την πόρτα είναι ο βο­σκός των προβά­των.

 

 

3. Σε αυτόν ο θυ­ρω­ρός ανοίγει και τα πρόβατα υπα­κούουν στην φωνή του και φωνάζει τα πρόβατα με το όνο­μά τους και τα βγά­ζει έξω.

 

 

 

 

 

 

 

 

4. όταν βγάλει όλα τα δικά του έξω, προπορεύεται και τα πρόβατα τον ακολουθούν, γιατί γνωρίζουν την φω­νή του.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

5. ξένο δεν θα ακο­λουθήσουν, αλλά θα φύγουν από αυ­τόν, γιατί δεν ανα­γνωρίζουν την φω­νή των ξένων.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

6. Αυτήν την παρα­βολή είπε σε αυ­τούς ο Ιησούς. Εκείνοι όμως δεν κατάλαβαν τι ήταν εκείνα που τους έλεγε

 

7. Τους είπε λοιπόν πάλι ο Ιησούς. Αλήθεια σας λέω ότι εγώ είμαι η πόρτα για τα πρό­βατα.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

8. Όλοι όσοι ήλθαν πριν από μένα ήταν κλέφτες και λη­στές. Αλλά δεν τους άκουσαν τα πρόβατα.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

9. Εγώ είμαι η πόρτα. Από μένα εάν μπει κάποιος θα σωθεί και θα μπαίνει και θα βγαίνει και θα βρί­σκει και βοσκή.

 

 

 

 

 

 

 

 

10. Ο κλέφτης δεν έρχεται παρά μόνο για να κλέψει και να σφάξει και να εξολοθρέψει. Εγώ ήρθα για να έχουν ζωή και με το παραπάνω.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

11. Εγώ είμαι ο κα­λός ποιμένας. Ο κα­λός ποιμένας βά­ζει την ζωή του πά­νω από τα πρόβα­τα.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

12. ο μισθωτός που δεν είναι ποιμένας, που δεν είναι δικά του τα πρόβατα, βλέπει τον λύκο να έρχεται και αφήνει τα πρόβατα και φεύγει, και ο λύκος τα αρπάζει και τα διάσκορπίζει.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

13. γιατί μισθωτός είναι και δεν νοιά­ζεται για τα πρό­βατα.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

14. Εγώ είμαι ο κα­λός ποιμένας, και γνωρίζω τα δικά μου και με γνω­ρί­ζουν τα δικά μου πρόβατα.

 

 

 

 

 

15. Όπως με γνω­ρί­ζει ο πατέρας έτσι και εγώ γνω­ρί­ζω τον πατέρα. Και την ζωή μου βάζω πάνω από τα πρό­βατα.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

16. Έχω κι άλλα πρόβατα που δεν είναι από αυτήν την αυλή. Κι εκεί­να πρέπει να τα οδηγήσω, και θα ακούσουν την φω­νή μου, και θα γί­νουν μια ποίμνη, ένας ποιμένας.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

17. γιαυτό με αγα­πά ο πατέρας γιατί εγώ βάζω την ζωή μου, για να την λά­βω πάλι.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

18. κανείς δεν μου την παίρνει, αλλά εγώ την βάζω από μόνος μου. Έχω εξουσία να την βά­ζω και εξουσία έχω πάλι να την παίρ­νω. Αυτήν την εν­τολή πήρα από τον πατέρα μου.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

19. Από τα λόγια αυτά σχίσμα έγινε ξανά ανάμεσα στους Ιουδαίους

 

 

 

20. έλεγαν δε πολ­λοί από αυτούς. Δαιμονισμένος εί­ναι και τρελαί­νε­ται. Τι τον ακούτε;

 

 

 

 

 

 

21 άλλοι έλεγαν. Αυτά τα λόγια δεν είναι δαιμονι­σμέ­νου. Μήπως το δαι­μόνιο μπορεί να ανοίξει μάτια τυ­φλών.

 

 

 

Κατά Ματθαίον

(19) ΙΘ΄.  27-30

Μετάφραση Κολιτσάρα

Μετάφραση Τρεμπέλα

Κατά Λέξη Μετάφραση

27 Τότε αποκριθεις ο Πέτρος ειπεν αυτω, Ιδου ημεις αφήκαμεν πάντα και ηκολου­θήσα­μέν σοι. τί αρα εσται ημιν;

 

28 ο δε Ιησους ειπεν αυτοις, Αμην λέγω υμιν οτι υμεις οι ακολουθήσαντές μοι, εν τη παλιγγενεσία, οταν καθίση ο υιος του ανθρώπου επι θρόνου δόξης αυτου, καθίσεσθε και υμεις επι δώδεκα θρόνους κρίνοντες τας δώδεκα φυλας του Ισραήλ.

 

 

 

 

 

 

 

29 και πας οστις αφηκεν οικίας η αδελφους η αδελφας η πατέρα η μητέρα η ή γυναίκα ή τέκνα η αγρους ενεκεν του ονόματός μου εκατονταπλασίονα λήψεται και ζωην αιώνιον κληρονομήσει.

 

 

30 Πολλοι δε εσονται πρωτοι εσχατοι και εσχατοι πρωτοι.

27.Τότε απεκρίθει ο Πέτρος και του είπε. “Ιδού, ημείς αφήσαμεν όλα και σε ηκολου­θήσα­μεν. Ποία τάχα θα είναι η αμοιβή μας;

 

28 Ο δε Ιησούς απάντησε εις αυ­τούς. «σας διάβε­βαιώνω ότι, σεις που με έχε­τε ακο­λουθήσει, εδώ εις την γην, όταν εις την συντέλεια των αιώνων αναδημι­ουργηθή νέος κό­σμος και αναστη­θούν οι νεκροί και ο υι­ός του ανθρώ­που καθίση επά­νω εις τον ένδο­ξον θρό­νον του, τότε και σεις θα καθί­σε­τε επάνω εις δώ­δεκα θρό­νους για να κρί­ν­ετε τας δώ­δε­κα φυλάς του Ισ­ρα­ήλ.

29. Και κάθε ένας ό οποίος προς χά­ριν μου αφήκε οι­κί­ας ή αδελφούς ή α­δελφάς ή πα­τέρα ή μητέρα ή γυναίκα ή παιδιά ή χωράφια θα λά­βη εδώ εις την γην εκατό φο­ρές πε­ρισσό­τερα και το σπουδαι­ό­τερον, θα κληρο­νομή­ση την αιώ­νι­ον ζωήν.

30. Πολλοί δε που εις τον κόσμον αυ­τόν πρώτοι, ένεκα των αξι­ω­μάτων τα οποία κατέχουν και όχι διά την αρετήν των, είναι πρώτοι, εις την βα­σιλείαν των ουρα­νών θα είναι τελευ­ταίοι και πολλοί που εις τον κό­σμον αυ­τόν θεω­ρούνται τελευταίοι θα είναι εκεί πρώ­τοι.

27.Τότε απε­κρί­θει ο Πέτρος και του είπεν. Ιδού, ημείς αφήκαμεν όλα και σε ηκολουθή­σα­μεν. Τι άρα γε θα δοθεί εις ημάς ως αμοιβή

28 Ο δε Ιησούς τους είπεν. Αλη­θώς σας λέγω, ότι σεις που με ακολουθή­σατε, όταν θα ξα­να­γεν­νηθεί ο κό­σμος και θα έχη συν­τελεστεί η εκ νε­κρών ανά­στα­­σις, οπότε θα καθί­σει ο υιός του αν­θρώπου εις θρόνον λαμ­πρόν, αντάξιον της δόξης του, θα καθήσετε και σεις εις δώδεκα θρό­νους δικά­ζοντες τας δώδε­κα φυ­λάς του Ισ­ραήλ.

 

 

 

29. Και καθένας που αφήκε σπί­τια ή αδελφούς ή αδελ­φάς ή πατέ­ρα ή μη­τέρα ή γυναίκα ή παιδιά ή χωράφια διά να μείνει ενω­μέ­νος και να μην χωρισθεί από εμέ, θα λά­βει πολλαπλά εις την παρού­σα ζωήν, θα κληρο­νομήσει δε και την αιώνιον ζω­ήν.

30. Πολλοί δε, που είναι εις τον κό­σμον αυτόν πρώ­τοι, θα είναι εις τον κόσμον τον μέλ­λον­τα τελευταίοι, και πολλοί τελευ­ταίοι θα είναι εκεί πρώτοι.

27 Τότε ο Πέτρος σηκώθηκε και του εί­πε. Να εμείς τα αφήσαμε όλα και σε ακολουθήσαμε. Τι έχουμε να κερ­δίσουμε λοιπόν;

 

28. και ο Ιησούς τους είπε. Αλήθεια σας λέω ότι εσείς που με ακολουθή­σατε,στην επανόρ­θωση, όταν καθίσει ο γιος του ανθρώ­που στο θρόνο της δόξας του, θα καθί­σετε και σεις σε δώδεκα θρόνους για να κρίνεται τις δώδεκα φυλές του Ισραήλ

 

 

 

 

 

 

 

 

29. και καθένας που άφησε σπίτια ή αδελφούς ή αδελ­φές ή πατέρα ή μητέρα ή γυναίκα ή παιδιά ή χωράφια για το όνομά μου εκατό φορές ποιο πολλά θα πάρει και θα κληρονομήσει ζωή αιώνια.

 

 

 

30 και πολλοί θα γίνουν από πρώτοι τελευταίοι και από τελευταίοι πρώτοι.

 

Πολλά σημεία στα 4 Ευαγγέλια, στις Πράξεις, στις Επιστολές και στην Απο­κά­λυψιν δείχνουν καθαρά ότι ο Ιησούς ο Γαλιλαίος ήταν ένας απόγονος από την βα­σι­λική γενιά Δαυίδ ο οποίος επιχείρησε να απελευθερώσει το Ισ­ραήλ από την Ρω­μα­ϊ­κή κατοχή και να πάρει τον θρόνο του Ισραήλ από τους σφετεριστές Ηρωδιάνούς. Παρόμοιες εξεγέρσεις έκανε ο πατέρας του Ιούδας από τα Γάμαλα, ο παππούς του αλλά και άλλοι απόγονοι της γενιάς Δαυίδ με­τά από αυτόν που όλες καταπνίγηκαν μέχρι την τελική καταστροφή της Ιε­ρουσαλήμ και τον διάσκορπισμό των Εβραίων στα διάφορα σημεία της αυτο­κρατορίας.

Ένα από τα σημεία αυτά είναι και το παραπάνω επεισόδιο που ανα­φέ­ρουν οι 3 ευαγγελιστές. Ο Ιωάννης, αν δεχτούμε ότι είναι ο μαθητής του και όχι κάποιος άλ­λος, αν και το ξέρει δεν το αναφέρει. Μπορεί βέβαια αρχικά να το ανάφερε και κά­ποιος από τους αντιγραφείς-λογοκριτές καλόγερος να αφαίρεσε το επεισόδιο.

Οι λόγοι που αποδείχνουν την αποκλειστικά εγκόσμια δράση του Ιη­σού του Γαλιλαίου είναι οι έξης:

Ο μαθητής Πέτρος τον ρωτά τι θα ωφεληθούν αυτοί που τον ακολού­θησαν και έχασαν περιουσίες, και ο Ιησούς ο Γαλιλαίος αντί να προσφέρει τις γνωστές με­ταφυσικές παροχές, μέλλουσα, ζωή, παράδεισο κλπ., προσ­φέρει 100 φορές πε­ρισ­σό­τερα από όσα έχασαν, σπίτια, χωράφια, γυναίκες κλπ και μάλιστα όχι σε μέλλον απροσδιόριστο αλλά στο «καιρό αυτό» όταν πετύχει και επικρατήσει στον «θρόνο της δόξης αυτού», δηλ «χριστιανική».... ανιδιοτέλεια σε όλο το μεγαλείο!!! Πιο μπροστά υπόσχεται παροχές και σε όσους δώσουν ακόμη και ένα ποτήρι νερό στους δικούς του. Ότι ακριβώς και ένας οποιοσδήποτε ηγέτης εξέγερσης για να προσελ­κύ­σει, φανατίσει και εμ­ψυχώσει τους οπαδούς του.

           Όταν λέει: «Όταν καθίσει στον θρόνο του», αναφέρεται στην ανα­γό­ρευση του σε βασιλιά επίγειο γιατί αν δεχτούμε τα χριστιανικά δόγματα τότε το «όταν» ση­μαίνει ότι δεν είναι καθισμένος αλλά θα καθίσει, όμως ως «θε­ός» πάντα είναι κα­θισμένος στον θρόνο του, ενώ σαν άνθρωπος δεν επρό­κειτο να καθίσει σε θρόνο αλ­λά να θυσιαστεί, όπως μας λέει. Αν πάλι εννοεί θρόνο δόξης του την ίδρυση της χρι­στιανικής εκκλησίας, τι είναι οι 12 θρόνοι για τους μαθητές του; Δεν διάψεύστηκε αφού κανένα ουσιώδη ρόλο δεν έπαι­ξαν; Και τότε θα έχουν τις 100-πλασίονες γυ­ναίκες; Πως; σαν....επίσκοποι; Δεν διάψεύστηκε ιδιάίτερα για εκείνους από τους μα­θητές του που μετά την σταύρωση του εγκατέλειψαν το κίνημά του, όπως ομο­λο­γούν και «πατέρες» της εκκλησίας. Μόνο επίγειος και κοσμικός θρόνος, που τον δι­εκδίκησε σαν απόγονος του Δαυίδ, ήταν ο θρόνος που επιχείρησε να κατακτήσει αλ­λά απέτυχε… Και οι 12 θρόνοι για τους μαθητές του ήταν οι 12 "νομαρχίες " των 12 φυλών του Ισραήλ. Αν δεχτούμε ότι στη «μέλλουσα ζωή», θα είναι ο «θρόνος της δόξης αυτού», τότε προκύπτει ότι εκεί θα πάνε μόνο οι 12 φυλές του Ισραήλ, και μάταια προσδοκούν «πάντα τα έθνη»!!!.

 Ο Πέτρος αλλά και άλλοι μαθητές θανατώθηκαν χωρίς να δουν γυ­ναί­κες, οι­κίες και αγρούς κλπ. Αν αφορούσαν επίγεια ζωή, διάψεύστηκε ο Ιη­σούς, αν αφο­ρούσαν «επουράνια» ζωή, τότε θα έχει εκεί περιουσιακά στοι­χεία συγγενικές σχέ­σεις, απολαύσεις π.χ. γυναίκες; Και θα πάρουν, ακόμη και σπίτια, γυναίκες και αγρούς; !!! Θα γίνει διάνομή ή αναδασμός αγρών στην μέλλουσα ζωή; Θα υπάρχουν γυναίκες για σεξουαλική ικανοποίηση, θα χρειάζονται οι ένοικοι του παράδεισου ιδιόκτητα σπίτια; Και εμείς που πε­ρι­μέναμε άλλη απάντηση, όπως για παράδειγμα δωρεάν λάβατε, δωρεάν δώτε ή σηκώστε τον σταυρό σας και ακολουθήστε με....

          Αλλά πως 100 γυναίκες σε καθένα που θα τον ακολουθήσει; Αν με τέτοια αναλογία προς γυναίκες προς άνδρες μπαίνουν στον παράδεισο οι γυναίκες, τότε ή δεν γίνεται έλεγχος των αμαρτιών τους ή όλες είναι αναμάρτητες, ή 100 φορές περισσότερο αμαρτωλοί είναι οι άντρες !!!.

 Κανείς τους δεν εκδηλώνει την αντίρρησή ή απορία του τουλάχιστον για τις γυναίκες, ενώ αλλού εκδηλώνουν αντίρρηση π.χ. Πέτρος.

 Αλλά πάλι που είναι εκείνο το ού μοιχεύσεις; Είναι αποδεκτή η πο­λυ­γαμία από τον Ιησού; Μήπως εδώ στηρίχθηκε ο Μωαμεθανισμός που ευ­λο­γεί την πολυ­γα­μία; Ή μήπως έτσι δικαιολογούνται και τα «προνόμια» κλπ των Μητροπολιτών.

          Ο Πέτρος όμως που πήρε αυτή την προφητεία όπως και αρκετοί από τους άλλους, μαθητές δεν είδαν τίποτα από αυτά, εκτός από σταυρικό θάνα­το, ενώ κανείς από τους πρώτους που τον ακολούθησαν δεν είδε τίποτα άλ­λο παρά, ταλαιπωρίες και βασανιστικό θάνατο.

 Ο Πέτρος σύμφωνα με άλλη αναφορά των κειμένων άφησε, όπως και άλλοι μαθητές του, και το καΐκι του για τον Ιησού. Εδώ αναφέρει σπίτια αγρούς, αλλά λέ­ξη καμιά για περιουσιακά στοιχεία που υποδηλώνουν επάγ­γελμα ψαρά πχ. καΐκι, δί­χτυα. Μήπως λοιπόν είναι το επάγγελμα του ψαρά είναι καμουφλάζ των παραχαρα­κτών καλογέρων, για να αποκρυφτεί το πραγματικό του «επάγγελμα» και η πραγ­μα­τική καταγωγή του Πέτρου δηλ. ότι και αυτός καταγόταν από την βασιλική γενιά του Δαυίδ και ότι ήταν αδελ­φός του Ιησού;

 Σε άλλα σημεία αντί για παροχές άλλα δυσάρεστα προφητεύει για τους μα­θητές του. Τι άραγε ισχύει από τα δυο. Μήπως οι λογοκριτές-διά­στρεβλωτές των αρχικών κειμένων μόνο ξέρουν, πια «προφητεία» είναι η πιο έγκυρη;

          Αναφέρεται σε ανακατατάξεις εξουσίας «και πολλοί θα γίνουν από πρώτοι τε­λευταίοι και από τελευταίοι πρώτοι.» Αν δεν αναφέρεται σε ανακα­τατάξεις επίγειας εξουσίας, τότε θα πρέπει να υπάρχει ιεραρχία στην μέλ­λου­σα ζωή ώστε άλλοι να είναι πρώτοι και άλλοι τελευταίοι, δηλαδή κρατικό εξουσίας αντίγραφο της επίγειας εξουσίας με ανακατατάξεις, ίσως και με πλατεία.... Κλαυθμόνος !!!.

 Η αιώνιος ζωή «εν τω αιώνι τω ερχομένο», που θα κληρονομήσουν εί­ναι η ιστορική μνήμη γιατί θα έχουν συμβάλει στην οικοδόμηση μιας νέας και δίκαιης κοινωνίας σύμφωνα με τις προσδοκίες του Ιησού. Οι 12 φυλές όμως του Ισραήλ δεν τους θυμούνται καν, ενώ τους θυμούνται «πάντα τα έθνη», ή μήπως είμαστε εμείς οι απόγονοι των 12 φυλών του Ισραήλ, δηλ. εβραίοι, οπότε επαληθεύεται η προφητεία;

 Ο λογοκριτής του Μάρκου, (δηλαδή κατά την εποχή του Μ. Κωνσταντίνου και Ευ­σε­βίου Καισάρειας), επειδή δεν του φαινόταν και πολύ «χριστιανικό» το κεί­μενο με τόσες υλικές παροχές, έβαλε μόνο αυτός ένα παλαβό «μετά διωγ­μών» μαζί με τις εκατονταπλασίωνες παροχές σε σπίτια, αγρούς κλπ., και σβήνοντας την παρο­χή περί γυναικών. Πρωτότυπες παροχές! Δεν κατά­λα­βε βέβαια ότι έτσι αποκαλύπτει ότι οι παροχές αυτές αφορούν τον εδώ κόσμο και όχι μέλλουσα ζωή, αφού εκεί οι ημέ­τε­ροι δεν θα υποστούν διώξεις αλλά μόνο απολαβές.

 Δυστυχώς για τους 12 μαθητές του, για τον Ελληνισμό και για όλο τον κό­σμο ο Ιησούς ο Γαλιλαίος απέτυχε, όπως και ο ίδιος το ομολογεί πάνω στο σταυρό! Αν πετύχαινε θα είχε απαλλαγεί η ανθρωπότητα από την Εβρα­ϊκή θρησκεία, δεν θα περνούσε η Ευρώπη από τον μεσαίωνα, ο Ελληνο­κλασσικός Πολιτισμός-Ορθο­λο­γι­σμός θα είχε απλωθεί σε όλο τον κόσμο και ίσως ολόκληρος ο κόσμος σήμερα να μιλούσε Ελληνικά. Αλλά και οι Εβραίοι θα είχαν απαλλαγεί από την καταπίεση της Παλαιάς Διάθήκης - γιατί κι αυτό ήταν ένας από τους στόχους του εθνικού επα­να­στάτη Ιησού.

 Με τα παραπάνω μπορεί να κάνει κανείς ένα τεστ στους πιστούς του ποί­μνιου ρωτώντας τους, «τι νομίζεται ότι απαντά ο Ιησούς στον Πέτρο, όταν αυτός τον ρωτά: Να εμείς τα αφήσαμε όλα και σε ακολουθήσαμε. Τι έχουμε να κερδί­σου­με λοιπόν;». Όλοι, επειδή η Καινή Διάθήκη δεν διάβάζεται, απαντούν «τον Παρά­δει­σο», «την Μέλλουσα ζωή» και άλλα παρόμοια. Η έκπληξή τους είναι μεγάλη όταν ακούν την απάντηση. Ακόμη και οι θεολόγοι αγνοούν την απάντηση αυτή του Ιη­σού.

 

Λίγα λόγια για την ιστορία των μεταφράσεων από το βιβλίο:

«ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΚΑΙΝΗ ΔΙΆΘΗΚΗ»

του Ιωάννου Καραβιδόπουλου

καθη­γη­τή στην Θεολογική σχολή του ΑΠΘ,

σελ 44.  ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ:

 

1.2.4 Οι Νεοελληνικές μεταφράσεις της Καινής Διάθήκης

 

          ………Η ανάγκη για μετάφραση της Γραφής στη νέα ελληνική παρου­σι­ά­στη­κε πολύ αργότερα στα χρόνια της Τουρκοκρατίας, τότε που ο υπό­δουλος ελληνικός λαός ήθελε να έλθει σε πιο άμεση και ζωντανή επαφή με το βιβλικό μήνυμα της ελπίδας και ανάστασης. Βέβαια πρέπει να λεχθεί πως η μετάφραση σε ένα πιο κα­τα­νοητό ιδίωμα ούτε εύκολο έργο υπήρξε ούτε χωρίς αντιρρήσεις ορισμένων εκκλη­σι­αστικών παραγόντων προχώρησε. Εί­ναι γνωστό ότι σε μερικές κρίσιμες περιστάσεις οι εκκλ. Αρχές απαγό­ρευ­σαν ρητώς την κυκλοφορία μεταφράσεων, κάποτε μά­λιστα και την απλή, χωρίς πατερική ερμηνεία, ανάγνωση αυτού τούτου του ιε­ρού κειμένου από τους πιστούς για να αποφευχτούν παρανοήσεις. Αυτό όμως έγινε για να προφυλαχτούν οι πιστοί από τον κίνδυνο ετερόδοξων προση­λυ­τι­στικών ενερ­γειών.………..        

 Η πρώτη νεοελληνική μετάφραση της Καινής Διαθήκης έγινε δύο αιώνες πε­ρίπου μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης, το 1636, από το μοναχό Μάξιμο Καλλιου­πο­λί­τη. Η εκτύπωση έγινε στη Γενεύη, με τη συμπαράσταση του Οι­κου­με­νικού Πατρι­άρχη Κυριλλου Λούκαρη, ο οποίος και αυτοπροσώπως έκανε διορ­θώ­σεις στο έργο μετά το θάνατο του μεταφραστή, που συνέβη το 1633. Ωστόσο η με­τάφραση κυκλο­φόρησε το 1645 από τον Πατριάρχη Παρ­θένιο Β΄. Το έργο φέρει τον τίτλο «Η Και­νή Διάθήκη του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, δίγλωττο, εν ή αν­τι­προ­σώπως το τε θείον πρωτότυπον και η απα­ραλλάκτως εξ εκείνου εις απλήν διάλε­κτον, διά του μα­καρίτου κυρίου Μαξί­μου του Καλλιουπολίτου γενομένη μετάφρα­σις άμα ετυπώ­θη­σαν».

          Στον πρόλογό του ο «ελάχιστος εν ιερομονάχοις» Μάξιμος λέγει …., «διάτί το αναγινώσκειν και μη γινώσκειν, καταγινώσκειν εστίν»… και προ­σθέτει «Άπρε­πον πράγμα είναι οι βίοι και αι ομιλίαι των αγίων να είναι πολλά φανερές, οπού ήταν άνθρωποι, και το του Χριστού θεανθρώπου θείον Ευαγ­γέλιον, οπού είναι αναγ­καιότατον εις κάθε χριστιανόν, να είναι κεκαλυμ­μέ­νον.».

 ……. «ο σκοπός όλος εκείνων οπού αναγινώσκονται στην εκκλησία εί­ναι διά οικοδομήν και η οικοδομή είναι διά της γνώσεως εκείνων οπού λέγον­ται. Διάτί πως θέλει πιστεύσει τινάς ή να υπακούσει εκείνα που λέγονται, εάν δεν γρικά». Επίσης στρέφεται εναντίον των αιρετικών που εμποδίζουν την ανάγνωση των Γραφών και διδάσκουν πως αρκεί μόνο η πίστη…….

          Η μετάφραση αυτή προκάλεσε τις αντιδράσεις ορισμένων εκκλησιαστι­κών ανδρών, ιδιάίτερα του γνωστού θεολόγου Μελέτιου Συρίγου, και τελικά καταδι­κά­στηκε από τη Σύνοδο των Ιεροσολύμων το 1672 όταν πατριάρχης ήταν ο Δοσίθεος. Η σύνοδος αυτή απάντησε αρνητικά στο ερώτημα «εί δεί την θείαν Γραφήν κοινώς παρά πάντων των χριστιανών αναγινώ­κεσθαι

 Η μετάφραση του Μάξιμου, διορθωμένη από τον μοναχό Σεραφείμ Μυτι­λη­ναίο κυκλοφόρησε ξανά στο 1703 στο Λονδίνο … προκάλεσε την έν­τονη αντίδραση του Οικ. Πατριάρχη Γαβριήλ, ο οποίος έκαψε ένα αντίτυπο στην αυλή του Πατρι­αρ­χείου και έγραψε «Συνοδικό γράμμα», το έτος 1704. «Η έννοια και το βάθος των νοημάτων των ιερών Γραφών όυ πρόχει­ρος εστίν, ουδέ ευκατάληπτος και αυ­τοίς τοις επισταμένοις την ελληνι­κήν διάλεκτον, πολλού γε και δει τω απλώ λαώ. Τω δε βουλομένω χρι­στιανώ αναγινώσκειν τα της Εκκλησίας ιερά βιβλία, η ανάγνωσις τούτων ελληνιστί εκτεθειμένων, ει μετ’ ευλαβείας γίγνοιτο, καίτοι του βάθους των νοημάτων αγνοουμένου, αγιασμού πρόξενος τω αναγινώσκοντι καθίσταται κατά την υποτύπωσιν της εκκλησιαστιικής διδασκαλίας, ώστε περιττή και ανωφελής η εις κοινήν διάλεκτον μετάφρασις των Ιερών Γραφών» (Μ. ’Ι. Γεδεών, Κανονικαί Διάτάξεις, 1888, 1, 106). …………..

 Η μετάφραση αυτή επανεκδόθη το 1705 χωρίς τον προσβλητικό για τον ελ­ληνικό κλήρο πρόλογο και πάλι το 1710 διορθωμένη από τον Αναστά­σιο Μιχαήλ. Λίγο αργότερα, το 1723, ο Οικουμενικός Πατριάρχης Ιερεμίας ο Γ΄ με σύμφωνη γνώμη των πατριαρχών Αλεξανδρίας, Αντιοχείας και Ιερο­σο­λύμων απαγόρευσε και αυτήν ακόμη την ανάγνωση των Γραφών, ή τουλάχιστων ορισμένων μερών της και μάλιστα της Παλαιάς Διάθήκης, επιτρέποντας την ανάγνωσή της «υπό μό­νων των μετά της πρε­πού­σης ερεύνης τοις βάθεσιν εγκυπτότων του Πνεύματος και ειδότων οίς τρόποις η θεία Γραφή ερευνάται και διδάσκεται και όλως ανα­γιγνώ­σκε­ται» (Μ. Ι. Γεδεών, όπ. Παρ. 2, 430-31)

 ………Στις αρχές του 19ου αιώνα η νεοιδρυθείσα Βρετανική Βιβλική Εταιρία (1804) προέβη σε επανειλημμένες εκδόσεις της διορθωμένης μετά­φρασης του Μα­ξίμου με έκκριση του Οικουμενικού Πατριαρχείου (1810) ………

 Η ίδιά Βιβλική εταιρία το 1828 εξέδοσε μετάφραση του Σιναϊτη μονα­χού Ιλαρίωνα (αργότερα Μητροπολιτη Τυρνόβου), η οποία είχε περιπετει­ώ­δη προϊ­στο­ρία:

Ενώ ήταν έτοιμη από το 1818 και είχε την έγκριση των Πατριαρχών Κυρίλ­λου ΣΤ΄ και Γρηγορίου Ε΄ στη συνέχεια καταδικάστηκε από την Πατρι­αρχική Σύνο­δο του 1823 επί Ανθίμου Γ΄, ο δε Οικονόμος ο εξ Οικονόμου, που αρχικά διάβασε και ενέκρινε τη μετάφραση των τριών πρώτων Ευαγ­γε­λίων, αργότερα έγινε πολέμιός της.

 ………Η οξύτερη και δραματικότερη φάση της προσπάθειας για τη μετά­φραση της Καινής Διαθήκης συμπίπτει με τις αρχές του 20ου αιώνα, οπότε είδαν το φώς της δη­μοσιότητας δύο μεταφράσεις. Το 1900 η μετάφραση των Ευαγ­γε­λίων από την Ιουλία Σωμάκη (αργότερα Καρόλου) με φροντίδα της βασί­λισ­σας Όλγας «προς αποκλει­στικήν οικογενειακήν του ελληνικού λαού χρήσιν» και το 1901 στην εφη­με­ρίδα «Ακρόπολις» η μετάφραση του Κατά Ματθαίον από τον Αλέξανδρο Πάλλη. Η αντί­δραση που προκλήθηκε οδήγησε στα αιματηρά γεγονότα που είναι γνωστά ως «Ευαγγελικά» και είχαν σαν συνέπεια την παραίτηση του Μητροπολίτη Αθη­νών Προκοπίου και της κυ­βέρνησης του Θεοτόκη, καθώς και την απαγόρευση κάθε με­τάφρασης από την εκκλησία, η οποία σε εγκύκλιό της τόνισε ότι «αποκρούει και αποδο­κι­μάζει και κατακρίνει ως βέβηλον πάσαν διά μεταφράσεως εις απλου­στέραν γλώσσαν αλλοίωσιν ή μεταβολήν του πρωτοτύπου κειμέ­νου…»

……Συνέπεια των «Ευαγγελικών» ήταν να προσθέσει η αναθεωρητική βουλή του 1911 στο Σύνταγμα (άρθρο 2, παραγρ. 2) την ακόλουθη φράση: «Το κείμενο των Αγίων Γραφών τηρείται αναλλοίωτον. Η εις άλλον γλωσ­σι­κόν τύπον από­δο­σις τούτου άνευ της προηγουμένης εγκρίσεως και της εν Κωνσταντινουπόλει Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας απαγορεύ­ε­ται απολύτως». Κατά την αναθε­ώ­ρηση του Συντάγματος το 1927 η φράση τροποποιήθηκε ως εξής «άνευ της προη­γουμένης εγκρίσεως της αυτοκε­φάλου Εκκλησίας της Ελλάδος και εν Κων­σταντινουπόλει Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας». Η ίδιά διάταξη διάτηρήθηκε και στο τελευταίο Σύνταγ­μα του 1975 ( άρθρο 3, παραγρ. 3)………

 

 Οδυσσέας Επικουρίδης

epikouros2004@freemail.gr,    

epikouros2004@yahoo.gr,    

epikouros2004@gmail.com

 

 

 


 

Google


  Copyright © 2007. Ιωάννης Ρούσσος.

Sponsored by Γιάννης Φραγκούλης.

http://www.oocities.org/epsilonband