«ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΑΡΙΣΤΕΡΑ : ΑΝΑΜΕΣΑ
ΣΤΗ
ΣΚΥΛΛΑ ΤΟΥ ΚΥΒΕΡΝΗΤΙΣΜΟΥ
ΚΑΙ
ΣΤΗ ΧΑΡΥΒΔΗ ΤΗΣ
ΠΕΡΙΧΑΡΑΚΩΣΗΣ»
ΑΝΕΣΤΗΣ ΤΑΡΠΑΓΚΟΣ
Θεσσαλονίκη – Νοέμβριος
2005
Από
τα αριστερά προγράμματα στην Κεντροαριστερά
Στο σύγχρονο ευρωπαϊκό αριστερό κίνημα επικρατούν κυρίαρχα δύο πολιτικές
κατευθύνσεις στο καίριο ζήτημα των συμμαχιών που κατέχει νευραλγική θέση στην
ανάδειξη και υλοποίηση της πολιτικής της Αριστεράς :
Είτε καταγράφεται μια μονιμότερη στροφή προς τον κεντροαριστερό
κυβερνητισμό, όπως συμβαίνει με την ιταλική Κομμουνιστική Επανίδρυση με την Ένωση
υπό τον Ρ. Πρόντι, καθώς και όπως συνέβη στο πρόσφατο παρελθόν με το γαλλικό ΚΚ
στη διακυβέρνηση της «πληθυντικής Αριστεράς» υπό τον Λ. Ζοσπέν. Πρόκειται για
ευρύτερη τάση που τείνει να επικρατήσει συνολικά στο Κόμμα Ευρωπαϊκής Αριστεράς
και αφορά και τους υπόλοιπους ευρωκομμουνιστικούς σχηματισμούς (λ.χ. τοπικές
συνεργασίες στα γερμανικά κρατίδια μεταξύ Σοσιαλδημοκρατών και ΚΟΔΗΣΟ,
προσανατολισμός στη σύμπλευση με το ΠΑΣΟΚ της μειοψηφίας του ελληνικού ΣΥΝ
κλπ.).
Είτε από την άλλη πλευρά, τα παραδοσιακά ευρωπαϊκά ΚΚ (κυρίως Ελλάδας και
Πορτογαλίας) αποκρούουν κατηγορηματικά αυτή την προοπτική κεντροαριστερού
κυβερνητισμού ως μορφή ενσωμάτωσης του αριστερού κινήματος στη διαχείριση του
ευρωπαϊκού καπιταλιστικού συστήματος. Ωστόσο, πέρα απ’ αυτό, το παραδοσιακό
ευρωπαϊκό κομμουνιστικό κίνημα υιοθετεί μια στάση συνολικού απομονωτισμού,
τέτοια που καταργεί ουσιαστικά κάθε μορφή συμμαχιών προς οποιαδήποτε κατεύθυνση,
με αποτέλεσμα η πολιτική του δράση να εμφανίζεται χωρίς ορατή προοπτική
διεξόδου.
Βέβαια αυτό το ζήτημα συμμαχίας της Αριστεράς με τα Σοσιαλιστικά Κόμματα
δεν τίθεται σήμερα, με τη μορφή της Κεντροαριστεράς, για πρώτη φορά. Ιστορικά
τέθηκε με εντελώς διαφορετικούς όρους στη 10ετία του 1970 σε δύο εξαιρετικά
σημαντικές περιπτώσεις : Αφ’ ενός στην περίπτωση της Γαλλίας με τη διαμόρφωση
του Κοινού Προγράμματος Διακυβέρνησης Σοσιαλιστών – Κομμουνιστών – Ριζοσπαστών,
πράγμα που οδηγήθηκε στην πρόωρη διάσπασή του προς το τέλος της 10ετίας του 1970
από το γαλλικό ΚΚ, με αποτέλεσμα στη συνέχεια στη 10ετία του 1980 να επικρατήσει
η σοσιαλιστική διακυβέρνηση υπό τον Φ. Μιτεράν, να αποδεκατισθεί σταδιακά η
πολιτική επιρροή του γαλλικού ΚΚ, και τελικά να συρθεί να συμπράξει στο
κυβερνητικό επίπεδο με τους σοσιαλιστές με δευτερεύοντα – ηγεμονευόμενο ρόλο. –
Αφ’ ετέρου στην περίπτωση της Χιλής, όπου η κυβερνητική συμμαχία των αριστερών
δυνάμεων πραγματοποιήθηκε με επιτυχία αποσπώντας τη λαϊκή πλειοψηφία και
προωθώντας βαθιές σοσιαλιστικές τομές, ωστόσο όμως διακόπηκε βίαια και με τρόπο
αιματηρό από την ένοπλη αστική δικτατορική πραξικοπηματική επιβολή. Παρ’ όλα
αυτά, το ζήτημα για τις αριστερές κομμουνιστικές δυνάμεις της Ευρώπης τίθεται
στην τελευταία περίοδο με εντελώς διαφορετικούς όρους, απ’ ό,τι είχε ιστορικά
τεθεί στη 10ετία του 1970.
Πέρα απ' το δίπολο Κεντροαριστεράς -
περιχαράκωσης
Η διαφορετικότητα των σύγχρονων όρων θέσης του ζητήματος αφορά στα
ακόλουθα χαρακτηριστικά :
Στη σημερινή περίοδο δεν πρόκειται για Αριστερές Συμμαχίες (κομμουνιστών,
σοσιαλιστών, ριζοσπαστών) με αριστερά προγράμματα (ενός ριζοσπαστικού
μεταρρυθμισμού), αλλά για κυβερνητικές αποκλειστικά συμμαχίες (δεν πρόκειται
ουδέ καν για αριστερά αντιπολιτευτικά μέτωπα) αριστερών κομμουνιστικών κομμάτων
με κεντρώους σχηματισμούς μιας σοσιαλδημοκρατίας που έχει έμπρακτα μεταλλαχθεί
σε μια ακραιφνώς νεοφιλελεύθερη κατεύθυνση (λ.χ. πλειοψηφία του γαλλικού ΣΚ,
γερμανική σοσιαλδημοκρατία, ελληνικό ΠΑΣΟΚ, ιταλικό Κόμμα Δημοκρατών Αριστεράς
κ.ά.).
Κατά συνέπεια, μακράν από μια αριστερή μετωπική ενότητα με
αντιπολιτευτικό χαρακτήρα και ριζοσπαστικό μεταρρυθμισμό στην κυβερνητική της
προοπτική, πρόκειται για έναν καθαρά κεντροαριστερό κυβερνητισμό, που ναι μεν
επιχειρεί να αποστασιοποιηθεί από τις ακραίες μορφές του νεοφιλελεύθερου
ολοκληρωτισμού (ιταλικός μπερλουσκονισμός, αγγλοσαξονική κατεύθυνση Ν. Σαρκοζί
στη Γαλλία κλπ.), ωστόσο όμως με σαφήνεια κινείται στην κατεύθυνση της
καπιταλιστικής ευρωπαϊκής κοινοτικής διαχείρισης ενός νεοφιλελευθερισμού με
«ανθρώπινο πρόσωπο» και ήπια χαρακτηριστικά.
Επιπρόσθετα, αυτές οι κεντροαριστερές συμμαχίες εμπερικλείουν όχι μόνον
σοσιαλδημοκρατικά κόμματα νεοφιλελεύθερα μεταλλαγμένα, αλλά αριστερά –
κομμουνιστικά κόμματα εντελώς αποδυναμωμένα πολιτικά (στα επίπεδα μέσης
εκλογικής απήχησης περί το 6% – 7%), με τις δυνάμεις τους να βρίσκονται σε
υποπολλαπλάσια επίπεδα σε σχέση με την πολιτική τους επιρροή στην πριν το 1990
περίοδο (π.χ. γαλλικό ΚΚ στο 5% από το 20%, ιταλική Κομμουνιστική Επανίδρυση στο
6% από το 33% του ιταλικού ΚΚ). Αυτό το γεγονός καθιστά την επιρροή τους στην
κεντροαριστερή κυβερνητική διαχείριση ακόμη πιο δευτερογενή – περιθωριακή και σε
κάθε περίπτωση χωρίς ειδικό πολιτικό βάρος (ρόλος πολιτικής
συμπληρωματικότητας).
Έτσι είναι εντελώς διαφορετικό πράγμα αυτό που γίνεται σήμερα, δηλαδή μια
κεντροαριστερή κυβερνητική συμμαχία, με περιθωριακό – ηγεμονευόμενο ρόλο των
αριστερών – κομμουνιστικών σχηματισμών, και πρακτικές επιδίωξης «άμβλυνσης» του
ακραίου νεοφιλελευθερισμού, κι’ είναι εντελώς διαφορετικό πράγμα αυτό που
επιχειρήθηκε στη 10ετία του 1970 (και είχε χαρακτηρισθεί ως “αριστερός εργατικός
ευρωκομμουνισμός”), όπου επρόκειτο για αριστερές συμμαχίες, με κοινά
ριζοσπαστικά μεταρρυθμιστικά προγράμματα, με αντιστοιχήσεις στο ταξικό κοινωνικό
κίνημα, με ισχυρό το ρόλο των αριστερών – κομμουνιστικών κομμάτων, και με
ανοιχτούς τους ορίζοντες προαγωγής της σοσιαλιστικής
στρατηγικής.
Βέβαια, το γεγονός ότι οι περισσότεροι πολιτικοί σχηματισμοί του Κόμματος
Ευρωπαϊκής Αριστεράς είναι γενικά προσανατολισμένοι στην κεντροαριστερή
κυβερνητική διαχείριση, δεν μπορεί ταυτόχρονα να αποτελεί άλλοθι για την
υιοθέτηση από μέρους των παραδοσιακών ευρωπαϊκών ΚΚ μιας στάσης άκρατης
περιχαράκωσης. Γιατί ακριβώς αυτά, απορρίπτοντας τον κεντροαριστερό κυβερνητισμό
της καπιταλιστικής ενσωμάτωσης, περιχαρακώνονται ασφυκτικά και από κάθε μορφής
συμμαχία με οποιοδήποτε σχηματισμό αριστερής πολιτικής και κοινωνικής υπόστασης,
καταργώντας σε τελική ανάλυση και την όποια πολιτική αριστερών πολιτικών και
κοινωνικών συμμαχιών, που αντιπροσωπεύει θεμέλια λίθο της αριστερής
κομμουνιστικής πολιτικής υπόστασης. Στο μέτρο που πραγματικά έρχονται (και ορθά)
σε αντιπαλότητα με τις κεντροαριστερές συμπαρατάξεις, θα μπορούσαν να προβάλουν
ως αντίπαλο δέος την συμμαχική κατεύθυνση των αριστερών πολιτικών και κοινωνικών
μετώπων, με το σύνολο των δυνάμεων του αριστερού και ταξικού εργατικού
κινήματος. Κάθε άλλο όμως παρά αυτό κάνουν : Απεναντίας η μόνη μορφή συμμαχίας
που απεργάζονται (όπως στην ελληνική περίπτωση του ΚΚΕ) είναι η κοινωνική
διαταξική συμμαχία εργατικής τάξης,
μικρομεσαίων στρωμάτων και μικροαστικών τάξεων και μάλιστα με έντονα τα
χαρακτηριστικά της επιρροής των δεύτερων επί της μισθωτής εργασίας, πράγμα που
στο κοινωνικό επίπεδο πραγματοποιεί εξίσου σ’ έναν βαθμό η Κεντροαριστερά.
Σε κάθε περίπτωση στην τελευταία 15ετία που σηματοδοτήθηκε από την
κατάρρευση των ανατολικών κοινωνικών καθεστώτων και την επικράτηση των
νεοφιλελεύθερων πολιτικών σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, η πλειονότητα αν όχι το
σύνολο του αριστερού - κομμουνιστικού κινήματος έχει καταγράψει υποδιπλασιασμό
των πολιτικών του δυνάμεων, κι' αντίστοιχα έχει υποστεί παραφθορά το ταξικό
συνδικαλιστικό κίνημα. Μ' αυτά τα δεδομένα, το να επιχειρείται η κεντροαριστερή
σύμπραξη στο πεδίο του κυβερνητισμού, είτε από την άλλη πλευρά η περιχαράκωση
στον απομονωτισμό, μόνον γόνιμα αποτελέσματα δεν επιφέρει στην σύγχρονη εξέλιξη
του ευρωπαϊκού αριστερού κοινωνικού κινήματος. Και οι δύο αυτές στάσεις είναι
σαφείς αντανακλάσεις της ήττας της ευρωπαϊκής Αριστεράς, παρ' όλο που
αναδεικνύονται γεγονότα που σγηματοδοτούν μιαν ορισμένη ανάκαμψη :
δημοκρατική απόρριψη του
Ευρωσυντάγματος, εθνικές εργατικές απεργιακές κινητοποιήσεις, μια ορισμένη
εκλογική αριστερή πολιτική άνοδος κλπ.
Αριστερά πολιτικά και κοινωνικά ταξικά
μέτωπα
Πώς μπορεί έτσι να κινηθεί το αριστερό ευρωπαϊκό κίνημα, αποφεύγοντας
τόσο τη Σκύλλα του κεντροαριστερού κυβερνητισμού όσο και τη Χάρυβδη της
παραδοσιακής κομμουνιστικής περιχαράκωσης ; Η απάντηση, πέρα από την αναζήτηση
άγονων μέσων όρων (λ.χ. “παναριστερά” που αναπαράγει τις ανεπάρκειες σ' ένα
ανώτερο επίπεδο) εντοπίζεται στην διαμόρφωση των όρων ανάδειξης ενός αριστερού
πολιτικού και κοινωνικού μετώπου, με επίκεντρο την ενωτική ταξική συσπείρωση των
εργατικών κοινωνικών δυνάμεων, με ριζικά αντιπολιτευτικό ρόλο απέναντι στη
δικτατορική εργοδοτική επιχειρηματική εξουσία, στην κυβερνητική διαχείριση
αγγλοσαξονικού συντηρητισμού ή σοσιαλφιλελευθερισμού, στο νεοφιλελεύθερο
ολοκληρωτισμό που εκλύουν οι θεσμικοί μηχανισμοί της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ένας τέτοιος προσανατολισμός, που αντιστοιχεί στην προαγωγή των άμεσων
και μεσοπρόθεσμων κοινωνικών συμφερόντων του κόσμου της μισθωτής εργασίας, ενώ
ταυτόχρονα αντιπαρατίθεται αφετηριακά με τις κυρίαρχες κατευθύνσεις των
“παρεκλίσεων” του κεντροαριστερού κυβερνητισμού και της παραδοσιακής
περιχαράκωσης, έχει τη δυνατότητα, εφ' όσον σταθερά τοποθετείται στο πεδίο του
ταξικού κοινωνικού κινήματος, με όρους μετωπικής ενότητας, να συμβάλει στην
ιστορική ανάκαμψη του ευρωπαϊκού αριστερού κινήματος, και να το αναδείξει σε
ισχυρό πολιτικό πόλο έναντι του αστικού ευρωπαϊκού δικομματισμού. Κι' ακόμη
περισσότερο να επιφέρει την αχρήστευση - εμπλοκή του σε βαθμό που να προκαλέσει
κρίση του συστήματος εναλλασόμενης αστικής διαχείρισης (νεοσυντηρητικής και
σοσιαλφιλελεύθερης). Ενώ έχει ανοιχτό μέτωπο κριτικής αντιπαράθεσης στη
χρεοκοπία της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας, ταυτόχρονα, δια μέσου του ενωτικού
ταξικού μετωπικού κινήματος, επιδιώκει την ανάκτηση της ηγεμονίας στα εργατικά
στρώματα που πολιτικά - εκλογικά εκφράζουν και επηρεάζουν οι σοσιαλφιλελεύθεροι
σχηματισμοί (περίπτωση του γαλλικού δημοψηφίσματος για το Ευρωσύνταγμα).
Μόνον μια τέτοια κοινωνικο - πολιτική κατεύθυνση που αντιπαρατίθεται στην Κεντροαριστερά, ενώ παράλληλα υπερβαίνει τον απομονωτισμό, είναι σε θέση να καταναλώσει τη βαθιά και ιστορική κρίση νομιμοποίησης της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας (που έχει μεταλλαχθεί νεοφιλελεύθερα), οδηγώντας την είτε στους μεγάλους συμμαχικούς νεοφιλελεύθερους συνασπισμούς (όπως στη γερμανική περίπτωση), είτε σε διασπάσεις της προς τα αριστερά, είτε στην ιστορική της συρρίκνωση. Ο ρόλος της ευρωπαϊκής Αριστεράς όχι μόνον δεν είναι “να επαναφέρει τη σοσιαλδημοκρατία στο σωστό δρόμο (από τη νεοφιλελεύθερη παρέκλισή της)” (Φ. Μπερτινότι της ιταλικής Κομουνιστικής Επανίδρυσης) αλλά να ηγεμονεύσει στον εργαζόμενο κόσμο της εμβέλειάς της, οδηγώντας την ίδια στα ιστορικά αζήτητα (κατάκτηση της σοσιαλιστικής εργατικής πλειονότητας από τις δυνάμεις του “αριστερού όχι” στο γαλλικό δημοψήφισμα). Κι' αυτό γιατί η ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία συνεχίζει να εκφράζει εκλογικά διαστρωματώσεις της μισθωτής εργασίας και καταγράφεται οξύτατη κρίση εκπροσώπησης στις σχέσεις της μ' αυτές. Απεναντίας δεν τίθεται τέτοιο ζήτημα στην τρέχουσα περίοδο με τους νεοσυντηρητικούς πολιτικούς σχηματισμούς, στο μέτρο που εκφράζουν κοινωνικά μια σχετικά αρραγή συμμαχία αστικών τάξεων και μικροαστικών στρωμάτων. Οι πολιτικές της κεντροαριστερής κυβερνητικής σύγκλισης, είτε της άγονης πολιτικής και συνδικαλιστικής περιχαράκωσης, αντιπροσωπεύουν για το σημερινό αριστερό εργατικό κίνημα της Ευρώπης στάσεις “ιδανικού αυτόχειρα”...