Σε άρθρο του στο τεύχος Νοεμβρίου 2004 της  Ελληνικής Αγωγής  ο φιλόλογος Απόστολος Τζαφερόπουλος ασχολείται με λέξεις που έχει δανειστεί η Ελληνική από την Τουρκική και τις ετυμολογικές πληροφορίες που παρέχουν γι’αυτές τα ελληνικά λεξικά.

Ο φιλόλογος υποστηρίζει ότι ο χαρακτηρισμός πολλών λέξεων ανατολικής προέλευσης ως τουρκικών στα λεξικά είναι εσφαλμένος για δύο λόγους: πρώτον, διότι είναι ανακριβής, εφόσον πρόκειται για λέξεις απώτερης περσικής ή αραβικής καταγωγής. Δεύτερον, όπως γράφει χαρακτηριστικά, «διότι αποδίδεται με τον τρόπο αυτό ένας λεξιλογικός πλούτος σε μίαν εθνική (τουρκική) γλώσσα, την οποία αυτή δεν την είχε ποτέ» [ενν. τον οποίον..., δηλ. τον πλούτο]. Ο Απ. Τζαφερόπουλος ισχυρίζεται ότι η πρακτική αυτή των λεξικών συνιστά επιστημονικώς απορριπτέα παραπληροφόρηση που αδικεί την περσική και την αραβική γλώσσα.


Ακολούθως, ο Απ. Τζαφερόπουλος παραθέτει συγκεκριμένα παραδείγματα ετυμολόγησης τουρκικών δανείων από γνωστό λεξικό και σχολιάζει τις ετυμολογικές πληροφορίες που δίνονται στα λήμματά του. Με βάση δύο ετυμολογικά λεξικά της Τουρκικής, ο φιλόλογος γράφει ότι το σιντριβάνι και το ντουβάρι είναι περσικά και όχι τουρκικά και σχολιάζει με τα ακόλουθα:


«και ένα αφελές ερώτημα: Ο συντάκτης του ελληνικού λεξικού δεν αναρρωτήθηκε ούτε κατ’ελάχιστον τι χρειάζονται οι Τούρκοι νομάδες μία λέξη “στατικού” πολιτισμού, όπως είναι ένας τεχνητός πίδακας;»


»Το ίδιο ερώτημα ισχύει και για την λέξι  ντουβάρι  (= τοίχος) [...] Μα οι Τούρκοι ήσαν σκηνίτες και ασφαλώς δεν κουβαλούσαν κατά τις μετακινήσεις τους ντουβάρια, αλλά αντίσκηνα!».


Αμέσως μετά, ο Απ. Τζαφερόπουλος ασχολείται με τα  χαΐρι, χατίρι  και  ρεζίλι  και επικρίνει τον συντάκτη του ίδιου λεξικού, γιατί «τα θέλει καθαρόαιμα τουρκικά, ενώ οι Τούρκοι τα χαρακτηρίζουν αραβικά!». Επίσης, κάνει λόγο γενικά και για άλλα δάνεια με αρμενική, αιγυπτιακή κ.ά. προέλευση, που ο δημιουργός του λεξικού «με απίστευτη άνεσι και εντελώς αυθαίρετα τα βαφτίζει κι αυτά τουρκικά», όπως γράφει ο Απ. Τζαφερόπουλος. 1


Ακολουθούν μερικές απαντήσεις στον φιλόλογο της  Ελληνικής Αγωγής.

Κατ’αρχήν, στα νεοελληνικά λεξικά και ειδικότερα στο ετυμολογικό κομμάτι των λημμάτων τους δηλώνεται ότι μερικές λέξεις (π.χ. σιντριβάνι, ντουβάρι) έχουν τουρκική προέλευση. Αυτό δεν είναι λάθος. Είναι ακριβής αυτή η πληροφορία, αφού η Ελληνική δανείστηκε τις λέξεις αυτές πράγματι από την Τουρκική. Με την πληροφορία αυτήν δεν αποδίδεται στην Τουρκική ανύπαρκτος λεξιλογικός πλούτος, όπως ατυχώς ισχυρίζεται ο Απ. Τζαφερόπουλος. Οι λέξεις  σιντριβάνι  και  ντουβάρι  έχουν, βεβαίως, περσική προέλευση. Αυτό όμως δεν αναιρεί ότι πέρασαν από την τουρκική γλώσσα. Και η Ελληνική από την Τουρκική τις δανείστηκε. Το καίριο λάθος του Απ. Τζαφερόπουλου είναι ότι δεν κάνει διάκριση μεταξύ της άμεσης και της απώτερης ετυμολογικής προέλευσης μιας λέξης. Ακόμη κι αν μια δάνεια λέξη που χρησιμοποιείται στην Ελληνική έχει απώτερη ετυμολογική προέλευση από την Αραβική, π.χ., μπορεί να έχει άμεση ετυμολογική προέλευση από την Τουρκική. Η λέξη αυτή δηλ. μπορεί κάλλιστα να ξεκίνησε από την Αραβική, αυτό όμως δεν αναιρεί ότι πέρασε από την Τουρκική, άρα ότι αποτέλεσε στοιχείο του λεξιλογίου αυτής της εθνικής γλώσσας.


Είναι στη διακριτική ευχέρεια του λεξικογράφου η  έκταση της ετυμολογικής ιστορίας  μιας λέξης, για να δανειστώ τον σχετικό τίτλο από την Εισαγωγή του Λεξικού του Ιδρύματος Τριανταφυλλίδη. Η παράθεση της πληροφορίας από έναν λεξικογράφο ότι η λέξη  μπακάλης,  π.χ., είναι τουρκικό δάνειο δεν υποδηλώνει ότι η λέξη αυτή κατά τον δημιουργό του λεξικού είναι «καθαρόαιμη τουρκική», όπως εσφαλμένα συμπεραίνει για αραβικά δάνεια της Τουρκικής ο Απ. Τζαφερόπουλος. Ο λεξικογράφος μπορεί να κρίνει ότι δεν χρειάζεται να δώσει περισσότερα στοιχεία για την ετυμολογική ιστορία της λέξης  μπακάλης,  π.χ. την πληροφορία για την απώτερη αραβική της προέλευση. Ο Ευ. Πετρούνιας (Λεξικό Ιδρύματος Τριανταφυλλίδη, Θεσσαλονίκη, 1998, σ. κβ΄) γράφει ότι στο λεξικό αναφέρεται από ποια γλώσσα μπήκε μια λέξη στα Τουρκικά μόνο σε ειδικές περιπτώσεις.


Σχετικά με τις λέξεις  σιντριβάνι  και  ντουβάρι,  ο Απ. Τζαφερόπουλος κάνει μια γκάφα: σχολιάζει τις ετυμολογίες που υπάρχουν στην πρώτη έκδοση (1998) γνωστού λεξικού και αγνοεί ότι στη δεύτερη (2002) έχουν γίνει οι σχετικές διορθώσεις ή προσθήκες! Για παράδειγμα, στο λ.  σιντριβάνι,  στην πρώτη έκδοση δίνεται μόνο ο τουρκικός τύπος sadrivan, ενώ στη δεύτερη ο σωστός τουρκικός τύπος sadirvan και ο περσικός sadurvan. Επίσης, στο λ.  ντουβάρι,  στην πρώτη έκδοση αναφέρεται μόνο το τουρκικό duvar, ενώ στη δεύτερη και το περσικό divar «τοίχος». Προτού δημοσιευθεί το άρθρο του, ο Απ. Τζαφερόπουλος δεν μπορούσε να κάνει τον κόπο (ή να σκεφτεί ότι πρέπει) να συμβουλευθεί τη νεότερη έκδοση του λεξικού που σχολιάζει επικριτικά;


Ως προς τα δάνεια  χαΐρι, χατίρι  κ.ά., ισχύουν τα προαναφερθέντα. Δηλ., ακόμη κι αν ένας λεξικογράφος παραθέσει μόνο τον τουρκικό τύπο και παραλείψει τον απώτερο αραβικό, δεν υπονοείται ότι πρόκειται για «καθαρόαιμα τουρκικά» δάνεια, σύμφωνα με την ανακριβή διατύπωση του Απ. Τζαφερόπουλου.


Τα ερωτήματα που θέτει για τους «Τούρκους νομάδες και σκηνίτες» είναι πράγματι αφελή – το παραδέχεται και ο ίδιος: τουλάχιστον το πρώτο από τα δύο ερωτήματά του το χαρακτηρίζει αφελές, βλ. παραπάνω. Κατ’αρχάς, δεν μας διευκρινίζει σε ποια εποχή αναφέρεται. Μέχρι πότε οι Τούρκοι ήταν νομάδες και σκηνίτες; Τι θέλει να μας πει ο Απ. Τζαφερόπουλος; Ότι οι Τούρκοι δεν έφτιαξαν  σιντριβάνια  και ντουβάρια;  Ακόμη κι αν δεν έχει δει οθωμανικό μνημείο με σιντριβάνι ο Απ. Τζαφερόπουλος, δεν γνωρίζει τουλάχιστον ότι υπάρχουν οθωμανικοί οικισμοί, άρα και τοίχοι-ντουβάρια κατασκευασμένα από Τούρκους;

 

Επίσης, ο Απ. Τζαφερόπουλος, επειδή δεν μπορεί να δώσει συγκεκριμένη και αναλυτική απάντηση για ορισμένα γλωσσολογικά κείμενα με τα οποία αποδεικνύεται ότι η μέθοδός του είναι αντιεπιστημονική, σκόπιμα εκτρέπει τη συζήτηση από το γλωσσολογικό πεδίο. Αυτό το επιχειρεί με δύο τρόπους: α) με  επιθέσεις εναντίον ατόμων που δεν γνωρίζει και β) με αρνητικά σχόλια εναντίον γνωστού καθηγητή.

 

Για το πρώτο σημείο, απάντηση μπορεί να θεωρηθεί το παρακάτω κείμενο του γλωσσολόγου Δ.Μ., που αφορά σε «αρχαιολάτρες» του διαδικτύου:

 

«Ως ένα σημείο αμφιβάλλω και για την απήχηση που όντως έχουν αυτές οι αντιεπιστημονικές και ακραίες απόψεις... Και εδώ παραθέτω ένα κλασικό παράδειγμα του Έκο: Μια επαρχιακή εφημερίδα με 500 αναγνώστες γράφει ότι ο Πάπας είναι ομοφυλόφιλος... Το Βατικανό εκδίδει μια διάψευση για όλες τις εφημερίδες, απευθύνει διάγγελμα δια της ιταλικής τηλεόρασης, αποκαθιστώντας τη φήμη του Πάπα και καταδικάζοντας το κατάπτυστο μύθευμα... Αποτέλεσμα; Εκεί που τοξεραν 500 άνθρωποι, τώρα 20.000.000 άνθρωποι μαθαίνουν, έστω κι αρνητικά, ότι κυκλοφόρησε η φήμη πως ο Πάπας είναι γκέυ... Ελπίζω να μην πέσουμε κι εμείς στην ίδια παγίδα, την παγίδα της προπαγάνδας...».

 

Δεν θα πέσουμε, λοιπόν, στην παγίδα της προπαγάνδας ατόμων που δεν χρησιμοποιούν ούτε ένα επιχείρημα, προκειμένου να ανταπαντήσουν για τα όσα τους έχουν επισημανθεί.

 

Για το δεύτερο σημείο, ήδη έχει τονιστεί ότι οι συζητήσεις για διάφορα γλωσσικά θέματα (ετυμολογίας, ορθογραφίας κ.ά.) δηλώνουν την απόκλιση των φιλολόγων της  Ελληνικής Αγωγής  από ολόκληρη τη γλωσσική επιστήμη και όχι μια απλή διαφωνία με έναν συγκεκριμένο εκπρόσωπο της επιστήμης αυτής. Το θέμα μας δεν είναι αν αυτός ή εκείνος ο καθηγητής γλωσσολογίας υποστήριξε μια εσφαλμένη ετυμολογία. Το θέμα μας είναι ότι ο Απ. Τζ. και οι ομοϊδεάτες του διατυπώνουν απόψεις που έρχονται σε αντίθεση με τη γλωσσολογία στο σύνολό της, με όλες τις «σχολές». Για παράδειγμα, η άποψη του συγκεκριμένου φιλολόγου ότι η Ελληνική είναι η μοναδική γλώσσα στον κόσμο με μη συμβατική σχέση σημασίας-μορφής των λέξεων θα έβρισκε αντίθετο κάθε γλωσσολόγο, οποιασδήποτε «σχολής», γιατί απλούστατα είναι αντιεπιστημονική.

 

Οι αρνητικοί χαρακτηρισμοί που αποδίδονται στους «αρχαιολάτρες» δεν είναι απλώς λέξεις που εκφράζονται απαξιωτικά, αλλά συνιστούν το συμπέρασμα από αναλυτικά γλωσσολογικά κείμενα- απαντήσεις σε «αρχαιολάτρες».

 

Η μεγάλη ηλικία ενός φιλολόγου που δεν ακολουθεί επιστημονική μέθοδο δεν είναι στοιχείο ικανό να δικαιώσει τις απόψεις του. Αυτές παραμένουν αντιεπιστημονικές. Επίσης, το ότι ένας τέτοιος φιλόλογος «πόνεσε» την ελληνική γλώσσα δεν του δίνει δίκιο για ό,τι αντιεπιστημονικό υποστηρίζει. Τα θέματα που συζητάμε δεν είναι συναισθηματικά. Σημασία έχουν τα λογικά-επιστημονικά επιχειρήματα.

 

Οι «αρχαιολάτρες» είναι αυτοί που δεν ανέχονται την κριτική. Δεν την είχαν συνηθίσει, άλλωστε, όλα αυτά τα χρόνια που αρθρογραφούσαν χωρίς να κρίνονται από κανέναν. Οι «αρχαιολάτρες» είναι αυτοί που δεν υποφέρουν την αλήθεια. Τους επισημαίνουμε την επιστημονική αλήθεια που αγνοούν και εκείνοι δεν βρίσκουν τίποτα να πουν ως ανταπάντηση – μόνο γενικολογούν, αοριστολογούν και συκοφαντούν. Οι «αρχαιολάτρες» είναι αυτοί που από αίσθημα αυτοσυντηρήσεως επιτίθενται εναντίον όσων αποκαλύπτουν την αλήθεια. Κάτι πρέπει να πουν «για την τιμή των όπλων». Έστω κάτι σύντομο και γενικόλογο, αφού δεν μπορούν να απαντήσουν σοβαρά, αναλυτικά και τεκμηριωμένα. Κανείς, φυσικά, δεν έχει το μονοπώλιο στην έκφραση γνώμης για γλωσσικά θέματα. Ωστόσο, οι απόψεις του καθενός θα πρέπει να κριθούν με βάση την επιστήμη. Και δεν σκέπτεται  επιστημονικά αυτός που βλέπει τους επιστήμονες σαν ένα απαραβίαστο «κλειστό club συντεχνίας». Δεν συγκροτούν καμιά συντεχνία οι ειδικοί επιστήμονες ενός κλάδου. Όμως, δεν γίνεται να υιοθετήσουν τις απόψεις των «αρχαιολατρών», που διαστρεβλώνουν την επιστημονική αλήθεια για ιδεολογικούς λόγους.

 

Και μια απάντηση σε γνωστό εκδότη «αρχαιολατρικών» βιβλίων: εφόσον ο συντάκτης ενός κειμένου παραθέτει συγκεκριμένη βιβλιογραφική παραπομπή σε κείμενο γραμμένο από «αρχαιολάτρη»-φιλόλογο, δεν το αποκρύπτει. Αν ο εκδότης δεν έχει να φοβηθεί τίποτε, μπορεί πολύ απλά να κάνει κι αυτός μια παραπομπή στα «αντι-αρχαιολατρικά» γλωσσολογικά κείμενα. Ιδού η Ρόδος! Τέλος, για τα θέματα που σχετίζονται με τις ινδοευρωπαϊκές σπουδές, θα δοθούν και άλλες απαντήσεις, πέρα από αυτές που υπάρχουν στο διαδίκτυο.


ΣΗΜΕΙΩΣΗ
1 Ας μας εξηγήσει ο Απ. Τζαφερόπουλος: συμφωνεί με την Ά. Τζιροπούλου, η οποία στο βιβλίο της  Πώς η Ελληνική γονιμοποίησε τον ευρωπαϊκό λόγο,  Αθήνα, 1995, Νέα Θέσις, σ. 47 υιοθετεί δύο αβάσιμες ετυμολογίες, του χατίρι από το  ...ήτορ  και του  ρεζίλι  από το ...αίσυλα ρέζειν;  Ο φιλόλογος συμφωνεί με τη συνάδελφό του, η οποία «με απίστευτη άνεση και εντελώς αυθαίρετα τα βαφτίζει κι αυτά ελληνικά»;

 

 

Παρασκευάς Σταυρόπουλος