Προηγούμενη σελίδα


Η “αντι”τρομοκρατία ως αιχμή του παγκόσμιου πολέμου και ο “εσωτερικός εχθρός”


Μιλώντας για παγκόσμιο πόλεμο, μιλάμε για τον πόλεμο που διεξάγουν οι παγκόσμιοι κυρίαρχοι, ως ένα ενοποιημένο και ιεραρχημένο στο εσωτερικό του μπλοκ εξουσίας (έτσι όπως αυτό διαμορφώθηκε μετά το τέλος του ψυχρού πολέμου και του διπολισμού έχοντας στην κορυφή του τις ΗΠΑ), σε κάθε σημείο του πλανήτη. Δηλαδή έναν ολοκληρωτικό πόλεμο που απλώνεται συνεχώς στην καπιταλιστική περιφέρεια της Δύσης ενώ ταυτόχρονα η άλλη όψη του γίνεται ορατή με το βάθεμα των όρων εκμετάλλευσης και καταπίεσης για τους υπηκόους στο εσωτερικό της. Έτσι το μπλοκ των οικονομικά και στρατιωτικά ανεπτυγμένων Δημοκρατιών έχει ως στόχο την ολοκληρωτική κυριαρχία και τον απόλυτο έλεγχο τόσο των κοινωνιών όσο και των φυσικών πόρων και των πλουτοπαραγωγικών πηγών ανά τον κόσμο.

Ο πόλεμος των παγκόσμιων πολιτικο-οικονομικών αφεντικών στην καπιταλιστική περιφέρεια πραγματώνεται είτε με την οικονομική λεηλασία εκατομμυρίων προλετάριων, οδηγώντας τους στην απόλυτη εξαθλίωση και φτώχεια, είτε με σκληρούς στρατιωτικούς όρους όπως οι στρατιωτικές επιδρομές, οι βομβαρδισμοί και η κατοχή ολόκληρων περιοχών.

Πρόκειται για μια άκρως επιθετική και αντικοινωνική διαδικασία η οποία έχει ως προμετωπίδα της την ίδια την Δημοκρατία. Ακόμα και όταν αυτή η διαδικασία προωθείται με στρατιωτικές επιχειρήσεις, οι παγκόσμιοι κυρίαρχοι για να νομιμοποιήσουν αυτές τους τις επεμβάσεις χρησιμοποιούν ιδεολογήματα περί παγκόσμιας "ασφάλειας" και "σταθερότητας" (βομβαρδισμός του Ιράκ το 1991, επέμβαση στη Σομαλία το 1993 και επέμβαση στη Γιουγκοσλαβία το 1999). Σταδιακά, η κυριαρχία χτίζει μια ενιαία εικόνα του εχθρού της, "την παγκόσμια απειλή της τρομοκρατίας", ώστε να μπορέσει να δικαιώσει τα εγκλήματά της, τόσο στα μέτωπα που ανοίγει στην περιφέρεια όσο και στα μέτωπα του κοινωνικού και ταξικού ανταγωνισμού στο εσωτερικό της.

Η επίθεση στο Παγκόσμιο Κέντρο Εμπορίου και στο αμερικανικό Πεντάγωνο την 11η Σεπτέμβρη 2001 θα συμπυκνώσει συμβολικά την στιγμή που η κυριαρχία θα επιχειρήσει να εμπεδώσει κοινωνικά την τρομοκρατία ως τον νούμερο ένα εχθρό της. Είναι η στιγμή που θα διαχύσει μέσα στην κοινωνία περισσότερο από ποτέ το ιδεολόγημα της Ασφάλειας, πλασάροντάς το ως κοινωνικό αγαθό που μόνο η ίδια μπορεί να εξασφαλίσει για τους υπηκόους της, οι οποίοι βρίσκονται σε κίνδυνο από την "βάρβαρη και απολίτιστη Ανατολή" (όπως προωθείται μέσα από τη θεωρία περί "σύγκρουσης των πολιτισμών"). Παράλληλα με την επιχείρηση εξάπλωσης του φόβου στο εσωτερικό της Δύσης, με κοινωνίες να ζουν υπό καθεστώς "συναγερμών" και με την εγκαθίδρυση ενός Καθεστώτος Έκτακτης Ανάγκης, δηλαδή ένα σύγχρονο και μόνιμο στρατιωτικό νόμο, η κυριαρχία θα εξαγγείλει τον "Μακρύ Πόλεμο" (επίθεση και κατοχή στο Αφγανιστάν το 2001 και στο Ιράκ το 2003…) και θα διακηρύξει μέσω του προέδρου των ΗΠΑ πως: "όποιος δεν είναι μαζί μας είναι εναντίον μας". Από την 11η Σεπτεμβρίου η "αντί"τρομοκρατία θα αποτελέσει το ιδεολογικό όπλο της κυριαρχίας που θα διατρέχει τον λόγο της σε κάθε σημείο του πλανήτη και κάθε στιγμή που θα βρίσκει εμπόδια.

Έτσι ο πόλεμος στην περιφέρεια μεταφράζεται σε τάγματα κατοχής, κολαστήρια τύπου Αμπού Γκράιμπ, βομβαρδισμούς, στρατιωτικές επιχειρήσεις και επιδρομές, σε θάνατο από την φτώχεια, την πείνα και τις επιδημίες για εκατομμύρια ανθρώπους. Ενώ ο πόλεμος εναντίον των κοινωνιών της δύσης μεταφράζεται στην άγρια οικονομική εκμετάλλευση ή και το θάνατο στους χώρους της μισθωτής σκλαβιάς, σε στρατοκρατούμενες και οργουελικά ελεγχόμενες μητροπόλεις, σε γκέτο-φυλακές περιθωριοποιημένων και αποκλεισμένων, σε καθημερινές δολοφονίες μεταναστών στα σύνορα της ανεπτυγμένης δύσης και σε συνθήκες απόλυτης εξαθλίωσης για τους εκατομμύρια προλετάριους που προέρχονται από τις λεηλατημένες και εμπόλεμες περιοχές της περιφέρειας.

Ο πόλεμος που διεξάγουν τα πολιτικό-οικονομικά αφεντικά για τη λεηλασία της περιφέρειας προϋποθέτει και την ταυτόχρονη καθυπόταξη των δυτικών κοινωνιών. Τη σταδιακή μετάλλαξή τους σε στρατιωτικοποιημένες κοινωνίες που βρίσκονται σε πόλεμο για τη διασφάλιση της ευμάρειας και του πλούτου των καπιταλιστικά ανεπτυγμένων οικονομιών, ενός πλούτου που ουσιαστικά βασίζεται και προέρχεται από την συνεχώς εντεινόμενη λεηλασία της περιφέρειας.

Έτσι τα αναχώματα που συναντούν και τα πλήγματα που δέχονται οι σταυροφόροι στην Ανατολή μεταφέρουν την κρίση (πολιτική, οικονομική, κοινωνική) στο εσωτερικό, καθώς όταν η εξέλιξη ενός τέτοιου πολέμου δεν μεταφέρει κέρδος στο κέντρο από όπου εφορμά η ελίτ που τον διαχειρίζεται και τον καθορίζει, τότε πιέζει τις κοινωνίες ακόμα περισσότερο εντείνοντας τις συνθήκες εκμετάλλευσης και καταπίεσης ώστε να μπορέσει να συντρίψει τους εχθρούς της στα πολεμικά μέτωπα.

 

ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΕΚΤΑΚΤΗΣ ΑΝΑΓΚΗΣ
ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΣ ΕΧΘΡΟΣ

Μέσα σε αυτά τα ασφυκτικά πλαίσια όξυνσης των συνθηκών εκμετάλλευσης και καταπίεσης της κοινωνίας που θέτουν οι κυρίαρχοι φοβούμενοι εκρήξεις κοινωνικής οργής και την εξάπλωση τους, επιχειρούν να τις καταστείλουν πριν εκδηλωθούν ή αν εκδηλωθούν να τις ελέγξουν και να τις συντρίψουν. Για την επίτευξη αυτού του σκοπού οι κατασταλτικοί και ιδεολογικοί μηχανισμοί του κράτους επιχειρούν να διαχύσουν τον φόβο σε κάθε έκφανση της καθημερινότητας, να συντρίψουν κάθε έκφραση ταξικής και κοινωνικής αντίστασης και να τρομοκρατήσουν ολόκληρη την κοινωνία.

Προωθώντας τον έλεγχο (κάμερες, συστήματα παρακολούθησης) ως μόνιμη κοινωνική συνθήκη, αναβαθμίζοντας τα αστυνομικά σώματα στην κατεύθυνση στρατιωτικών σωμάτων ασφαλείας και ενισχύοντας τα οπλοστάσιά τους (με τρομονόμους, έκτακτα στρατοδικεία, "λευκά κελιά") ώστε να διώξουν και να φυλακίσουν αγωνιστές ως τρομοκράτες και άρα εχθρούς της κοινωνίας, οι κυρίαρχοι επιχειρούν να εγκαθιδρύσουν ένα Καθεστώς Έκτακτης Ανάγκης. Άλλωστε, η κυριαρχία έχει πόλεμο εκτός των τειχών, και εντός αυτών επιζητά την απόλυτη κοινωνική συναίνεση και τη μέγιστη κοινωνική συνοχή.

Έτσι οι κυρίαρχοι στοχοποιούν τα πιο ακραία εκμεταλλευόμενα και καταπιεσμένα, τα πιο περιθωριοποιημένα και αποκλεισμένα και τα πιο ριζοσπαστικά και συνειδητά εχθρικά προς αυτήν κοινωνικά κομμάτια. Δηλαδή αυτά, μέσα από τα οποία ξεσπούν κοινωνικές αναταραχές ή αυτά που μπορούν να τις εξαπλώσουν και να τους δώσουν ριζοσπαστικότερη και συνολικότερη κατεύθυνση σαμποτάροντας την κοινωνική συναίνεση και μπλοκάροντας έτσι τους κυριαρχικούς σχεδιασμούς. Αυτά τα κομμάτια της κοινωνίας είναι που σταθερά ή αποσπασματικά στοχοποιούνται ως "εσωτερικός εχθρός" για τη Δημοκρατική Δύση.

Με αφορμή τρία κορυφαία γεγονότα του προηγούμενου χρόνου - το πογκρόμ εναντίον μουσουλμάνων μεταναστών που συνοδεύτηκε με την επιχείρηση ταύτισής τους στα μάτια της κοινωνίας με ισλαμιστές τρομοκράτες μετά τις βομβιστικές επιθέσεις στο μετρό του Λονδίνου τον Ιούλη του 2005, την εξέγερση των αποκλεισμένων στα γκέτο των προαστίων του Παρισιού και άλλων γαλλικών πόλεων, καθώς και τις νέες διώξεις αναρχικών με βάση "αντί"τρομοκρατικούς νόμους στην Ισπανία, την Ιταλία αλλά και για πρώτη φορά στην Ελλάδα, με τη δίωξη και φυλάκιση των τριών αντιεξουσιαστών Γ. Καλαϊτζίδη, Π. Ασπιώτη και Π.Καρασαρίνη - επιχειρούμε να δούμε την κίνηση των κατασταλτικών και ιδεολογικών μηχανισμών της κυριαρχίας εναντίον κοινωνικών κομματιών που αποτελούν εν δυνάμει κίνδυνο γι’ αυτήν, εναντίον κοινωνικο-πολιτικών χώρων αντίστασης που συνειδητά τίθενται απέναντί της, όσο και εναντίον ολόκληρης της κοινωνίας την οποία επιχειρεί να μεταλλάξει μέσα από την επιβολή του φόβου, του ελέγχου και της καταστολής.

 

ΜΕ ΑΦΟΡΜΗ ΤΗΝ ΒΟΜΒΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΣΗ
ΣΤΟ ΜΕΤΡΟ ΤΟΥ ΛΟΝΔΙΝΟ

Στις 7 Ιούλη 2005, το μετρό του Λονδίνου γίνεται στόχος βομβιστικής επίθεσης ομάδας ισλαμιστών μαχητών (οι οποίοι ήταν Βρετανοί πολίτες). Πρόκειται για ένα τυφλό χτύπημα το οποίο επιχειρεί να μεταφέρει τον πόλεμο από την καπιταλιστική περιφέρεια όπου η κυριαρχία επιτίθεται με στρατιωτικούς όρους στο όνομα της "αντί"τρομοκρατίας, -με το βρετανικό κράτος να αποτελεί δυναμικό κομμάτι αυτής της εκστρατείας- στην καρδιά μιας μητρόπολης της ανεπτυγμένης Δύσης.

Η επίθεση αυτή αποτέλεσε την αφορμή τόσο για το βρετανικό κράτος όσο και για τους ευρωπαίους συμμάχους του να εξαπολύσουν ένα νέο κύμα, μεγαλύτερο από κάθε άλλη φορά, τρομοκρατίας και προπαγάνδας, με αιχμή του δόρατος το ιδεολόγημα της "ασφάλειας". Ένα κλίμα το οποίο είχε στόχο να σπείρει τον τρόμο στην κοινωνία ώστε να αποσπαστεί η συναίνεση και να δοθεί νομιμοποίηση στο κράτος τόσο για τα εγκλήματά του στην περιφέρεια όσο και στο εσωτερικό. Ταυτόχρονα, μέσω αυτής της επιχείρησης, η κυριαρχία στοχοποιεί και ενοχοποιεί ένα ολόκληρο κοινωνικό κομμάτι, σκιαγραφώντας την εικόνα του τρομοκράτη στο πρόσωπο των μεταναστών και ειδικότερα των μουσουλμάνων.

Έτσι, ένας ήδη έτοιμος μηχανισμός προπαγάνδας, τρομοϋστερίας και τρομολαγνείας που μιλούσε πολύ πριν από την επίθεση για "ισλαμικούς θύλακες τρομοκρατίας" εντός των τειχών της Δύσης, εμφανίζει ως κοινωνική εντολή τους σχεδιασμούς του κράτους για ακόμη περισσότερο έλεγχο, για σκληρότερη νομοθεσία και άγρια κατασταλτική αντιμετώπιση των κοινωνικών αντιστάσεων άλλα και για τη συντριβή οποιασδήποτε μη οριοθετημένης κίνησης στα πλαίσια που θέτει η δημοκρατία, ακόμα και προληπτικά, πριν καν δηλαδή εκδηλωθεί. Ο φόβος γίνεται όπλο στα χέρια της κυριαρχίας για να εξαπολύσει ένα τεράστιο κατασταλτικό πογκρόμ. Έτσι ένα κυνήγι μαγισσών εξαπολύεται σε όλη την Ευρώπη με τις παρακολουθήσεις και προσαγωγές μελών μουσουλμανικών κοινοτήτων να εντείνονται, με χιλιάδες μεταναστών να απελαύνονται στις εμπόλεμες από την δυτική επιθετικότητα περιοχές της Ανατολής, με συλλήψεις και απαγωγές εκατοντάδων μουσουλμάνων μεταναστών να πραγματοποιούνται σε όλη την ευρωπαϊκή επικράτεια μέσω ευρωπαϊκών δικαστικών συνδρομών, της ενεργοποίησης διεθνών τρομο-συμφωνιών και της διακρατικής συνεργασίας αστυνομιών και μυστικών υπηρεσιών.

Ενώ το βρετανικό κράτος ηγείτο όλης αυτής της συντονισμένης ευρωπαϊκής επιχείρησης, ταυτόχρονα προωθούσε στο εσωτερικό του τη διάχυση του τρόμου, της ξενοφοβίας και του ρατσισμού, παράλληλα με την εντατικοποίηση του κοινωνικού ελέγχου σε κάθε πτυχή της καθημερινότητας, και την όξυνση της κρατικής τρομοκρατίας, με εκατοντάδες μπλόκα ένστολων δολοφόνων στους δρόμους των βρετανικών πόλεων, δημιουργώντας το κλίμα μέσα στο οποίο φτάνει τελικά να παρουσιάσει ακόμα και τη δολοφονία ενός νεαρού βραζιλιάνου στο μετρό του Λονδίνου από μπάτσους ως μια “λογική” παρενέργεια των κατά τ’άλλα αναγκαίων μέτρων ασφαλείας εναντίον των "τρομοκρατών".

Για τους κυρίαρχους, η ανάδειξη των μουσουλμάνων μεταναστών σε εσωτερικό εχθρό συμπυκνώνει από την μια το φόβο τους για πιθανά ρήγματα που μπορεί να προκαλέσει στον κοινωνικό ιστό ένα ούτως ή άλλως στοχοποιημένο και εντέλει μη αφομοιωμένο κοινωνικό κομμάτι, αλλά και τη διαρκή τους επιδίωξη να δημιουργήσουν μια ενιαία εικόνα του εχθρού τους τόσο στην καπιταλιστική περιφέρεια όσο και στο εσωτερικό των δυτικών κοινωνιών, την εικόνα του τρομοκράτη.

 

Η ΕΞΕΓΕΡΣΗ ΣΤΑ ΓΑΛΛΙΚΑ ΓΚΕΤΟ

Η κρατική δολοφονία δυο νεολαίων -οι οποίοι στην προσπάθειά τους να ξεφύγουν από μπλόκο της αστυνομίας υπέστησαν ηλεκτροπληξία σε έναν υποσταθμό ηλεκτρικού ρεύματος όπου κατέφυγαν- αποτελεί για τις γαλλικές φτωχογειτονιές μια στιγμή της καθημερινής σκληρής καταστολής και καταπίεσης των μεταναστών και ντόπιων προλετάριων. Αυτή η δολοφονία αποτέλεσε τον πυροκροτητή για μια γενικευμένη κοινωνική έκρηξη της συσσωρευμένης οργής που, άναρθρα αλλά παρόλα αυτά πολύ ξεκάθαρα, επιχείρησε να ξεπεράσει τα όρια της διαμαρτυρίας απέναντι στην κτηνωδία των σωμάτων ασφαλείας, και προχώρησε σε μια αυθόρμητη εξέγερση που έπληξε μέσα στο έδαφος των φτωχών προαστίων στόχους-σύμβολα των θεσμών και των μηχανισμών που δομούν αυτά τα γκέτο-φυλακές.

Η κοινωνική εξέγερση των κολασμένων των γαλλικών προαστίων ανέδειξε την ύπαρξη του τέταρτου κόσμου στην καρδιά της ανεπτυγμένης ευρωπαϊκής Δύσης.

Τα ρήγματα στη γαλλική κοινωνία δεν προέρχονται από λάθος κρατικές επιλογές και αδυναμία ενσωμάτωσης-αφομοίωσης των μεταναστών στο σύγχρονο καπιταλιστικό κόσμο, αλλά από την ίδια τη φύση του καπιταλιστικού κόσμου και τη θέση που επιφυλάσσει για τους κατοίκους των προαστίων -μετανάστες τρίτης και δεύτερης γενιάς σε μεγάλο μέρος τους- ως ένα από τα φτωχότερα και πιο άγρια καταπιεζόμενα κοινωνικά κομμάτια. Από την ταξική εκμετάλλευση, τους διαρκείς αποκλεισμούς και την καταστολή που αποτελούν τη μοναδική προοπτική που τους προσφέρει απλόχερα ο καπιταλισμός, μια προοπτική ενάντια στην οποία εξεγείρονται.

Εδώ ακριβώς έγκειται η στοχοποίησή τους από το κράτος ως κομμάτι του εσωτερικού εχθρού. Δεν πρόκειται για κοινωνικά κομμάτια με τα οποία τα αφεντικά διαπραγματεύονται το επίπεδο κατοχής του κοινωνικού πλούτου, αλλά αντίθετα πρόκειται για τα κατώτερα ταξικά και κοινωνικά στρώματα που μόνο ως τέτοια εξυπηρετούν το καπιταλιστικό σύστημα: Ως ο τελευταίος κρίκος της παραγωγικής και της καταναλωτικής αλυσίδας του καπιταλιστικού συστήματος, κομμάτια που, παράλληλα με την άγρια εκμετάλλευσή τους, λειτουργούν ως σημείο σύγκρισης και εκβιασμού για όλη την κοινωνία. Η ύπαρξη εξάλλου των γκέτο στην γαλλική επικράτεια εξυπηρετεί εδώ και περισσότερο από έναν αιώνα δομικές ανάγκες του καπιταλισμού. Την άγρια εκμετάλλευση φτηνών εργατικών χεριών, μεταναστών προερχόμενων από χώρες που η Δύση κυριάρχησε μέσω της αποικιοκρατίας (περιοχές του Μαγκρέμπ και της υποσαχάριας Αφρικής), με τον ταυτόχρονο έλεγχό τους σε περίφραχτες συνοικίες-φυλακές όπου η καταστολή είναι διαρκώς παρούσα μέσω της πολεοδομίας, της επιτήρησης και τεράστιων ποσοστών κρατικής βίας.

Το ειδικό καθεστώς που επιβάλλει το κράτος για τον έλεγχο και την καταστολή αυτών των κοινωνικών κομματιών, που σε αντίθεση με τις γερασμένες ντόπιες κοινωνίες χαρακτηρίζονται από ένα μεγάλο, δυναμικό και ζωντανό κομμάτι άγριας νεολαίας που δημιουργεί την κουλτούρα της σε σκληρές συνθήκες ζωής, συνθέτει μια εκρηκτική καθημερινή συνθήκη.

Παράλληλα, το κράτος, μη μπορώντας να χτίσει επαρκείς διαμεσολαβητικούς μηχανισμούς αξιοποιώντας μια ελίτ στο εσωτερικό αυτών των κοινοτήτων, αδυνατεί να χειραγωγήσει και να εκτονώσει τις επαπειλούμενες κοινωνικές εκρήξεις. Ο "διάλογος των κοινωνικών εταίρων" υπό αυτές τις συνθήκες -της παντελούς έλλειψης "εταίρου" από την πλευρά της κοινωνίας- δεν είναι δυνατό να οριοθετήσει τον κοινωνικό - ταξικό ανταγωνισμό εντός της νομιμότητας. Έτσι, το μίσος και η οργή των καταπιεσμένων για τα αφεντικά είτε θα ενταφιασθούν υπό το φόβο της κρατικής βίας και θα αναλωθούν σε μια αυτοκαταστροφική εσωτερίκευση της σύγκρουσης μεταξύ των συμμοριών είτε θα βρουν την υλική έκφρασή τους μέσα από τη σύγκρουση με ό,τι ενσαρκώνει την κρατική επιβολή και το σύστημα εκμετάλλευσης, μέσα από την καταστροφή του οτιδήποτε συμβολίζει το αδύνατο όνειρο του καπιταλιστικού παραδείσου.

Οι φλόγες της εξέγερσης απλώθηκαν στο σύνολο των φτωχών προαστίων και κατέστρεψαν από αστυνομικά τμήματα, δικαστήρια, σχολεία, δημοτικά κτίρια, εμπορικά κέντρα, αντιπροσωπείες εταιριών όπως κι έναν τεράστιο αριθμό αυτοκινήτων. Οι μολότοφ των εξεγερμένων στις εκτεταμένες συγκρούσεις με τις δυνάμεις καταστολής έφτασαν πιο μακριά από την δυναμική διεκδίκηση μιας θέσης στην δυτική ευημερία, από όπου είναι αποκλεισμένοι, βάζοντας φωτιά στην ίδια την υλική έκφρασή της.

Η εξέγερση στα γαλλικά γκέτο, αν και δεν διαμόρφωσε στο εσωτερικό της μια διαυγή απελευθερωτική πολιτική συνείδηση ώστε να μετατραπεί σε ανατρεπτικό αντικρατικό αγώνα, συνδεόμενη με ευρύτερα κοινωνικά κομμάτια και διευρύνοντας τις στοχεύσεις της ενάντια στο συνολικό πλέγμα κυριαρχίας, εντούτοις ανέδειξε τις αυταπάτες περί κοινωνικής συνοχής στο εσωτερικό μιας βαθιά ταξικής κοινωνίας και έθεσε υπό αμφισβήτηση το κρατικό μοντέλο ενσωμάτωσης-υποδούλωσης του τέταρτου κόσμου στο εσωτερικό της Δύσης. Αυτό το μοντέλο της ενσωμάτωσης είναι που υπερασπίζεται και η Αριστερά, που επιχειρεί να αφομοιώσει τη δυναμική της σύγκρουσης σε μια "ήπιων τόνων" και ακίνδυνη για το καθεστώς αιτηματολογία στα πλαίσια διεκδίκησης της πολυπολιτισμικότητας και της αποδοχής του διαφορετικού μέσα στις υπάρχουσες δομές καταπίεσης και εκμετάλλευσης.

Μπροστά στο ξέσπασμα αυτής της από χρόνια υποβόσκουσας δυναμικής, το κράτος απαντά με το ψέμα και την διαστρέβλωση μέσα από την προπαγάνδα των ΜΜΕ, με την προώθηση πλαστών διαχωρισμών μεταξύ των καταπιεσμένων και την ένταση της κατασταλτικής βίας. Στον κυρίαρχο λόγο, οι εξεγερμένοι δεν είναι παρά μια δράκα βαρβάρων, αποβράσματα, κλεφτρόνια και εγκληματίες. Λεκέδες του εθνικού κορμού που απειλούν την ασφάλεια του κατά τα άλλα ευημερούντος κοινωνικού συνόλου. Η εξεγερτική πράξη τους βαφτίζεται βαρβαρότητα που πηγάζει από την "κατωτερότητα" του απολίτιστου μουσουλμανικού κόσμου και δεν εκφράζει παρά μια πτυχή της σύγκρουσης των πολιτισμών, όπως τόσο εναγωνίως θέλουν να μας πείσουν οι κυρίαρχοι, διαστρεβλώνοντας τις αιτίες και τα χαρακτηριστικά που παίρνουν οι ταξικές συγκρούσεις σε μια εποχή παγκοσμιοποίησης της οικονομικής και πολιτικής τους επιθετικότητας.

Το κράτος επιχειρεί να εκμαιεύσει κοινωνική συναίνεση για την καταστολή των εξεγερμένων προαστίων διεγείροντας τα πιο συντηρητικά ένστικτα της γαλλικής κοινωνίας που αναβλύζουν από τα ξενοφοβικά και ρατσιστικά ιδεολογήματα της κυριαρχίας. Παράλληλα ανασύρει από το κατασταλτικό του οπλοστάσιο το σύνολο των δικαστικών και αστυνομικών του εργαλείων και μηχανισμών επιχειρώντας να ανακαταλάβει στρατιωτικά το χαμένο, χωροταξικά και κατά κύριο λόγο πολιτικά, έδαφος. Έτσι επαναφέρει το στρατιωτικό νόμο του 1955 για την απαγόρευση της κυκλοφορίας και συμπληρώνει την αστυνομική κατοχή στις "ευαίσθητες" περιοχές των εξεγερμένων με σώματα στρατού. Προχωρά σε πογκρόμ προσαγωγών και συλλήψεων, έρευνες σε σπίτια και μαζικές απελάσεις "ταραχοποιών νεολαίων".

Απέναντι στη βία του κράτους όμως, τους αποκλεισμούς, το ρατσισμό, την περιθωριοποίηση και το ψέμα, είναι τα λόγια των εξεγερμένων που αν και πρωτόλεια, κερδίζουν τα πνεύματα των καταπιεσμένων. "…Δεν θέλουμε πια τον διάλογο, αρκετά κοροϊδέψατε με τα λόγια τους πατεράδες και τις οικογένειές μας. Ο διάλογος έχει πάψει μια για πάντα, μην προσπαθείτε να μας αποκοιμίσετε… Η μάχη που ξεκινάει είναι μακρά και δίκαιη. Είμαστε δημιούργημα της κοινωνίας, κι αυτό δείχνει ότι ο πολιτισμός σας βαδίζει στον χαμό. Δεν έχουμε τίποτε πια να χάσουμε, θα προτιμήσουμε να πνιγούμε μέσα στο αίμα, παρά μέσα στα σκατά…"

 

"ΜΕΣΟΓΕΙΑΚΟ ΑΝΑΡΧΙΚΟ ΤΡΙΓΩΝΟ"

Μέσα στις συνθήκες του παγκόσμιου "αντί"τρομοκρατικού πολέμου που γεννά η επιθετικότητα της κυριαρχίας, το κράτος δομεί ένα περιβάλλον φόβου επιχειρώντας να βαθύνει την εξατομίκευση και την υποταγή. Από την ψήφιση των "αντί"τρομοκρατικών νόμων, την προπαγάνδιση της ρουφιανιάς ως αξία, τον εγκλεισμό αγωνιστών σε "λευκά κελιά", μέχρι την αναβάθμιση των σωμάτων ασφαλείας, τις παρακολουθήσεις πολιτικών και κοινωνικών χώρων, την τοποθέτηση καμερών στους δημόσιους χώρους, τις υποκλοπές των τηλεπικοινωνιών και την αύξηση των ποσοστών κρατικής βίας στις εκδηλώσεις κοινωνικής διαμαρτυρίας, στις διαδηλώσεις και στις εργατικές απεργίες, το κράτος επιδεικνύει την κατασταλτική δύναμη των αστυνομικών και δικαστικών του μηχανισμών για να εγγράψει στη συλλογική συνείδηση ότι όποιος δεν υπακούει στις επιλογές των πολιτικών και οικονομικών αφεντικών δεν μπορεί παρά να συντριβεί.

Η όξυνση των συνθηκών εκμετάλλευσης και καταπίεσης που επιβάλλει η κυριαρχία μέσα από την διαδικασία αναδιάρθρωσης των καπιταλιστικών σχέσεων και της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης του κράτους, ανοίγει συνεχώς νέα κοινωνικά και ταξικά μέτωπα αντιπαράθεσης πάνω σε κεντρικής σημασίας γι αυτήν ζητήματα, όπως η παγκοσμιοποίηση, η "αντί"τρομοκρατική εκστρατεία εντός και εκτός της Δύσης, ο έλεγχος και η άγρια εκμετάλλευση των μεταναστευτικών πληθυσμών που προέρχονται από τις εμπόλεμες περιοχές της περιφέρειας. Μέσα σε αυτό το ασφυκτικό περιβάλλον όξυνσης των όρων επιβολής και εκμετάλλευσης, και καθώς η αριστερά έχει αποτύχει παταγωδώς να δώσει διεξοδικές απαντήσεις σε υπαρκτά κοινωνικά προβλήματα, ο αναρχικός αγώνας αποκτά συνεχώς ερείσματα στη κοινωνία με την αδιαμεσολάβητη και αντισυναινετική δράση, την ριζοσπαστικότητα του λόγου, την δημιουργία μετώπων αντιπαράθεσης με το κράτος και την προσπάθεια καταστροφής των αναχωμάτων της κοινωνικής οργής που δημιουργεί ο ρεφορμισμός. Εξάλλου, όπως έδειξαν οι εμπειρίες αγώνα, οι διαδηλώσεις και οι συγκρούσεις ενάντια στην παγκοσμιοποίηση με αφορμή τις συνόδους των αφεντικών στο Σηάτλ, την Πράγα, την Γένοβα, τη Θεσσαλονίκη, οι διαδηλώσεις ενάντια στον πόλεμο που πραγματοποιήθηκαν σε όλες σχεδόν τις ευρωπαϊκές μητροπόλεις και ενάντια στις εκφράσεις αυτού του πολέμου στο εσωτερικό της Δύσης, όπως οι αγώνες αλληλεγγύης στους μετανάστες και ενάντια στα σύγχρονα στρατόπεδα συγκέντρωσης, ο αγώνας ενάντια στις ειδικές συνθήκες κράτησης και η αλληλεγγύη στους φυλακισμένους αγωνιστές, βρίσκει έδαφος να διαχυθεί και να ριζώσει στις διαθέσεις, τις επιθυμίες και τις αγωνίες ευρύτερων κοινωνικών κομματιών και διαμορφώνει συνεχώς ένα σημείο αναφοράς, αντίστασης και σύγκρουσης των καταπιεσμένων με την βαρβαρότητα κράτους και του κεφαλαίου. Για αυτούς τους λόγους ο αναρχικός-αντιεξουσιαστικός χώρος βρίσκεται στην πρώτη γραμμή των κατασταλτικών στοχεύσεων.

Το κράτος χτυπάει ειδικότερα τους πιο ριζοσπαστικούς κοινωνικούς χώρους, ώστε να τους διαχωρίσει από ευρύτερα κοινωνικά κομμάτια που εν δυνάμει, ακόμα και στιγμιαία, μπορούν να συνδεθούν μαζί τους μέσα από τους αγώνες που αναπτύσσουν και να οικειοποιηθούν πρακτικές και προτάγματα που ξεπερνούν την μερικότητα της αμφισβήτησης και της διαμαρτυρίας, θέτοντας συνολικά το ζήτημα της ανατροπής του εξουσιαστικού κόσμου.

Ο "εσωτερικός εχθρός" στις δυτικές κοινωνίες ορίζεται από το κράτος έτσι ώστε να στοχοποιήσει τα πιο ανταγωνιστικά προς αυτό κοινωνικά κομμάτια που δραστηριοποιούνται σε ένα ευρύ φάσμα κοινωνικών και ταξικών ζητημάτων και αναπτύσσουν αγώνες αντίστασης στα μέτωπα που ανοίγει η επίθεση των αφεντικών, σαμποτάροντας συνειδητά τους σχεδιασμούς τους. Ο "εσωτερικός εχθρός" εξάλλου είναι ένας κατασταλτικός-όρος πλαίσιο που επιδέχεται πολλές διαστολές ώστε να περιλαμβάνει όλους όσους αντιστέκονται στο κράτος και τους σχεδιασμούς του. Έτσι δημιουργεί ένα κατασταλτικό πλέγμα μέσα από το οποίο επιχειρεί να συμπεριλάβει και να εξουδετερώσει κάθε έκφραση κοινωνικής και ταξικής αντίστασης που εκδηλώνεται έξω από τους διαμεσολαβητικούς μηχανισμούς που έχει συστήσει το ίδιο, κάθε αντίσταση που δεν ενσωματώνεται σε ρεφορμιστικές ιδεολογικές κατασκευές όπως αυτή της "κοινωνίας των πολιτών".

Κάθε εχθρική προς το κράτος και το κεφάλαιο αυτοοργανωμένη και αδιαμεσολάβητη κοινωνική δράση η οποία υπερβαίνει τα όρια της αστικής νομιμότητας επιχειρείται να καταχωρηθεί στη σφαίρα της τρομοκρατίας, ώστε να εμφανιστεί εχθρική προς την κοινωνία και ως τέτοια να αντιμετωπιστεί από το κράτος. Η κατασταλτική στρατηγική για το χτύπημα του αναρχικού κινήματος βασίζεται στην προσπάθεια του κράτους να εγκληματοποιήσει τους αναρχικούς και να απαξιώσει κοινωνικά την δράση τους.

Οι διακρατικές αστυνομικο-δικαστικές αρχές Europol και Eurojust, έχοντας επικεντρώσει στις χώρες της Ελλάδας, της Ισπανίας και της Ιταλίας που αναφέρονται στις εκθέσεις τους ως "μεσογειακό αναρχικό τρίγωνο" στήνουν και προωθούν σενάρια που κάνουν λόγο για "αναρχική τρομοκρατία". Το Γενάρη του 2001, κατά την 1η Ευρωπαϊκή Σύνοδο για την τρομοκρατία που οργανώθηκε από το υπουργείο εσωτερικών της Ισπανίας και την Europol, ο υπουργός εσωτερικών της Ισπανίας Jaime Mayor Oreha δήλωνε: "Τρομοκρατία δεν είναι μόνο μια ομάδα κομάντος που δρουν, αλλά ένα σχέδιο που προσπαθεί να βρει ρίζες στην κοινωνία, και για να την καταπολεμήσουμε είναι επίσης αναγκαίο να αγωνιστούμε ενάντια στις κοινωνικές, οικονομικές, πολιτικές και επικοινωνιακές δομές που την στηρίζουν και την τρέφουν". Ενώ ο διευθυντής της ισπανικής αστυνομίας ανακοίνωνε ότι η Ισπανία, η Ιταλία και η Ελλάδα κατέληξαν σε συμφωνία για τη δημιουργία ομάδας ερευνών σχετικά με την "αναρχική τρομοκρατία". Είναι η πρώτη φορά που ομάδες "ριζοσπαστών" ή "αναρχικών" εισήλθαν επίσημα στο πεδίο δράσης της Europol, και δεν είναι τυχαίο πως αυτό συνέβηκε αμέσως μετά τις αγωνιστικές κινητοποιήσεις ενάντια στην καπιταλιστική παγκοσμιοποίηση που έλαβαν χώρα στη Πράγα και το Νταβός.

Το "μεσογειακό αναρχικό τρίγωνο" αποτελεί ένα ιδεολογικό κατασκεύασμα σύμφωνα με το οποίο το αναρχικό κίνημα αποτελεί ένα ενιαίο σύνολο που υπακούει σε μια ενιαία δομή και έναν κεντρικό σχεδιασμό που καταστρώνεται από ιδεολογικές ηγετικές ομάδες. Πρόκειται για ένα θεώρημα εγκληματοποίησης κάθε πτυχής των αναρχικών δραστηριοτήτων που βασίζεται στο κατασταλτικό μοντέλο που έχει εφαρμόσει ήδη από το 1995 το ιταλικό κράτος μέσα από την επιχείρηση Marini, με τις μαζικές συλλήψεις και φυλακίσεις αναρχικών, κατηγορούμενων για "ανατρεπτική οργάνωση με σκοπό την τρομοκρατική δράση". Σε αυτή την κατηγορία συμπεριλαμβάνονται από κινηματικές δράσεις, εγχειρήματα αντιπληροφόρησης, καταλήψεις στέγης, συγκρούσεις στους δρόμους, πρωτοβουλίες αλληλεγγύης σε μετανάστες και φυλακισμένους αγωνιστές και συμβολικές ενέργειες άμεσης δράσης, μέχρι ανυπόστατες "ένοπλες συμμορίες". Το "μεσογειακό αναρχικό τρίγωνο" αποτελεί για τους διακρατικούς κατασταλτικούς σχεδιασμούς την διευρυμένη σε πανευρωπαϊκό επίπεδο εκδοχή της επιχείρησης Marini.

Για το ελληνικό κράτος, η υπόθεση των τριών φυλακισμένων αντιεξουσιαστών Γ. Καλαϊτζίδη, Π. Ασπιώτη, Π.Καρασαρίνη και η δίωξή τους με βάση τον "αντι"τρομοκρατικό αποτελεί την συμπύκνωση της επιθετικότητάς του προς τον αναρχικό χώρο στο πρόσωπο τριών αγωνιστών. Η πολιτική αυτή επιλογή του κράτους να παραπέμψει με τον τρομονόμο τους τρεις, μια επιλογή στην οποία συνέτεινε το κλίμα σεναριολογίας και τρομοϋστερίας που καλλιέργησαν τα ΜΜΕ γύρω από την σύλληψή τους, καταδεικνύει την διάθεση των κατασταλτικών μηχανισμών να βαφτίσουν και να αντιμετωπίσουν ως τρομοκρατία το σύνολο του αναρχικού λόγου και δράσης. Σε κάθε περίπτωση, η "αντί"τρομοκρατική εκστρατεία του ελληνικού κράτους μετά την 29η Ιούνη του 2002 και την έκρηξη στον Πειραιά, με την εφαρμογή του τρομονόμου, τα βασανιστήρια στον Σάββα Ξηρό, τα έκτακτα στρατοδικεία, τις εξοντωτικές καταδίκες και τα "λευκά κελιά", ουσιαστικά εγκαινίαζε ένα νέο και κατά πολύ αναβαθμισμένο μοντέλο καταστολής το οποίο υπερέβαινε τα έως τότε όρια της αστικής νομιμότητας. Και είναι εμφανές πλέον ότι επιχειρείται να επεκταθεί από το κράτος το ίδιο μοντέλο καταστολής και σε ό,τι αφορά το μόνο ζωντανό, ριζοσπαστικό και ανταγωνιστικό προς τα σχέδιά του πολιτικό και κοινωνικό χώρο, τον αναρχικό-αντιεξουσιαστικό.

Αυτό που θέλει να συντρίψει το κράτος στο πρόσωπο των αναρχικών είναι η επιλογή της αντίστασης και του συνολικού ριζοσπαστικού αγώνα, η προσπάθεια αυτοκαθορισμού του ανθρώπου κόντρα στο αλλότριο περιβάλλον του καπιταλιστικού κόσμου, η αυτοοργάνωση του αγώνα που διαρρηγνύει το πλέγμα των μεσολαβήσεων (των γραφειοκρατών συνδικαλιστών), των συμβιβασμών (του ρεφορμισμού που ευαγγελίζεται τον εξανθρωπισμό του καπιταλισμού) και της αφομοίωσης (μέσα από έναν ακίνδυνο για το σύστημα και στείρο εναλλακτισμό των ΜΚΟ). Το κράτος επιχειρεί να εμπεδώσει στην κοινωνία ότι η μοναδική διέξοδος για τους προλετάριους είναι η υποταγή στο σύστημα των αφεντικών και η συναίνεση στις επιλογές τους με αντάλλαγμα την ελπίδα ενός μεγαλύτερου κομματιού της πίτας μέσα από κανιβαλιστικές διαμάχες "όλων εναντίον όλων", που αποτελεί και την μοναδική αξία του καπιταλιστικού κόσμου.

 

Όποιος σπέρνει ανέμους....
...Θερίζει θύελλες

 

Σύντροφοι από την ανοιχτή συνέλευση
αναρχικών-αντιεξουσιαστών