Δεν είμαι τίποτα κύριε, τίποτα.
Ανάμεσά μας πέφτει μια ντροπαλή σιωπή.
Ειμαι ένα κορίτσι απ΄το Πρεντεάλ
Που το λένε Λουτσίκα.
Λουτσίκα κι άλλο τίποτα.
Μια Λουτσίκα που διαβάζει ποιήματα.
Οπως η γιαγιά της κεντούσε μαξιλλάρια
(Ωραίο θάταν ένα μαξιλλάρι
Κεντημένο με ποιήματα)
Οχι, κύριε, σας το ξαναλέω.
Δεν είμαι τίποτα, αλήθεια, τίποτα.
Είμαι μόνο η Λουτσίκα
Η Λουτσίκα από το Πρεντεάλ
Που τριγύριζε με το κεφάλι γεμάτο όνειρα
Και κανένα απ΄αυτά δεν κατάφερε
Να το κάνει ποίημα
Αχ Λουτσίκα απ΄το Πρεντεάλ
Που ξανακούστηκε ψυχή μου
Η ποίηση να γράφει ποιήματα;
Μείνε έτσι όπως είσαι Λουτσίκα.
Ετσι απλή, έτσι ωραία έτσι ονειρική..
Και βοήθησε εμάς να γίνουμε Ποιητές.
-Θα μου δώσει ο κύριος ένα "αουτογκράφ;"
Αουτογκράφ! Μετά χαράς Λουτσίκα.
Μα ξέρεις δεν είμαι ποδοσφαιριστής
Εγώ το μόνο στρογγυλό που κλώτσησα
Ητανε το κεφάλι μου.
Ενα τρανζίστορ κρεμασμένο στο τσαντάκι της
Τσιρίζει σαν απελπισμένο τζιτζίκι.
-Επειτα τι νόημα έχουν όλα αυτά Λουτσίκα;
Ας μιλήσουμε καλύτερα για τον Ερωτα.
Μια γλυκειά πνοή φύσηξε απ΄τα Καρπάθια.
-Θάθελα ν΄αδειάζαμε μαζί ένα ποτήρι.
(Τόσο λίγο;...)
Μια πεταλούδα μούγνεψε "δέξου!"
-Ε, άϊντε τότες Λουτσίκα. Πάμε.
Είναι καιρός που θέλω να πνιγώ
Μες σ΄ένα ποτήρι!