Λαβύρινθος


ΛΑΒΥΡΙΝΘΟΣ
    Πόσες ώρες μπορώ να παγώσω το βλέμμα μου στο ταβάνι;
    Ξαπλωμένος μέσα στο σκοτάδι, προσπαθώντας να κοροϊδέψω τον εαυτό μου.
    Τα μάτια συνηθίζουν πολύ γρήγορα το σκοτάδι και ανακαλύπτουν λεπτομέρειες
    στο επίπεδο του τοίχου και της οροφής που δεν τις είχα ποτέ ως τώρα προσέξει.
    Το στόμα μου έχει ακόμη μια γλυκιά γεύση καθώς τελικά ο Μορφέας κατορθώνει
    να λυγίσει και την τελευταία μου αντίσταση και με παίρνει μαζί του.

    «. . .Είδα στον ύπνο μου τη πόρτα να χτυπάς. . .»

    Καληνύχτα γλυκιά μου.


    Με το φως της ημέρας είναι όλα πιο εύκολα, υπάρχουν χρώματα και ήχοι που
    αποσπούν την προσοχή μου και με ξεκουράζουν.
    Ο θόρυβος και ο κόσμος που πηγαινοέρχεται φαντάζουν σαν ταινία σε γρήγορη
    ταχύτητα, περνούν και χάνονται, μιλούν και δεν τους ακούω. Το βλέμμα μου μένει
    ακίνητο επάνω της, χάνεται - σβήνει στο αχνό μπλε του ορίζοντά της.

    «. . .Ν’ ακούσω τη σκιά σου να μου φωνάζει γεια σου. . .»

    Καλημέρα γλυκιά μου.


    «ΚΑΙ ΜΕ ΤΟ ΦΩΣ ΤΟΥ ΛΥΚΟΥ ΕΠΑΝΕΡΧΟΝΤΑΙ»

    Ετούτη εδώ η αμμουδιά με γνωρίζει καλά, πόσες φορές έχω αφεθεί επάνω της,
    πόσες φορές μου πρόσφερε την αγκαλιά της. Έτσι κι απόψε σ’ αυτήν ήρθα.
    Άραγε πόσο έχω αλλάξει, θα με θυμάται;
    Κάθομαι και βουλιάζω τα πόδια μου μέσα της. Υγρή και ζεστή όπως παλιά.
    Μπροστά μου η υπέροχη γαλήνη της, και η φωνή της γλυκιά, ηδονική,
    προσκάλεσμα στη θαλπωρή της.
    Αγκαλιάζω τα γόνατα μου και ακουμπώ το κεφάλι μου επάνω τους. Στιγμιαία
    νιώθω το αίσθημα του εναγκαλισμού σου, τρομάζω και αφήνω τα χέρια μου
    ελεύθερα, τα κρύβω στην άμμο.
    Χαλαρώνω το πρόσωπό μου, γαληνεύω. Ασυναίσθητα η γλώσσα μου ανατρέχει σ’
    όλα τα σημεία που άγγιξε η δική σου στο τελευταίο μας φιλί. Νιώθω να καίγομαι ,
    την πλησιάζω περισσότερο την ακουμπάω και αρχίζω να την χαϊδεύω. Απαλά τη
    φιλώ και την παρακαλώ να το ταξιδέψει σε σένα. . . Όχι δεν κλαίω κάποιο
    σκουπιδάκι μπήκε στο μάτι μου, μην ανησυχείς.
    Γυρίζω το κεφάλι μου προς τα ‘πάνω και αφήνω το βλέμμα μου να χαθεί στο
    πυκνό μαύρο του ουρανού., Και τον ουρανό τον ξέρω, και ψάχνω σαν παιδί να
    βρω ένα αστέρι που πέφτει για να κάνω αφελείς ευχές που ξέρω πως δεν πιάνουν.

    Εκεί μέσα στο σκοτάδι βλέπω να σχηματίζεται από το τίποτα η μορφή σου, βλέπω
    να με κοιτούν τα ‘μαύρα’ σου τα μάτια..

    «. . .Να διάβαζα στα μάτια σου τι σκέφτεσαι, στα μαύρα σου τα μάτια σαν τη
    νύχτα,
    . . .μαύρα πουλιά που φεύγουν μεσ’ τη νύχτα. . . Δεν σε κοιτάω Δε σε κοιτάω στα
    μάτια. . ..»

    Καληνύχτα γλυκιά μου.


    Το Όνειρο

    Φτάνει επιτέλους η στιγμή που θα τη συναντήσει.
    Μήνες περίμενε αυτή την συνάντηση.
    Σκέφτεται τι θα κάνει μόλις την αντικρίσει.
    Εκείνη άραγε πως θα τον αντιμετωπίσει;
    Με αμηχανία, με παγωμάρα, πως;
    Τι να της πει;
    -«Μωρό μου, γλυκιά μου, είναι πολύ μακριά τα χείλη σου από τα μάγουλά σου;»
    -«Όχι βέβαια!», γελώντας αυτή.
    -«Και θα μ’ αφήσεις, μωρό μου, να διανύσω μόνος μου όλη αυτή τη τεράστια
    απόσταση;»
    Και εκείνη πάλι γελώντας θα του πει: « Μην είσαι τόσο βιαστικός»
    Με έτοιμη την απάντηση του θα πει: «Τρεις μήνες καίγομαι καρδιά μου»
    Και θα τη σφίξει στην αγκαλιά του, και μετά θα χαλαρώσει τα χέρια του και θα
    απομακρύνει λίγο το πρόσωπό του από το δικό της.
    Για να την κοιτάξει κατάματα και τότε θα ζυγώσει τα χείλη του και ‘κείνη θα
    χαμηλώσει τα μάτια της πάνω στα χείλη του και θ’ αφεθεί. . .
    Θα αφεθεί σ’ένα φιλί που συνεπαίρνει όλα  τα κύτταρα των κορμιών τους.
    Απαλά θα τη πάρει από το χέρι και θα την οδηγήσει στο χώρο του.
    Και εκεί μοιραία θα ξαναφιληθούν για να παραδοθούν τελικά σ’ έναν έρωτα
    ανυπόμονο, βίαιο, δυνατό στην αρχή
    και ύστερα σ’ έναν άλλο, αργό, και ατελείωτο, βασανιστικό μα κυρίως
    ανομολόγητο ως αυτή τη στιγμή.
    Κάπου εκεί η νύχτα θα φέρει το πρωί και το όνειρο θα πάρει φως, θα θαμπώσει,
    θα χαθεί.

    «Σε βλέπω με μάτια κλειστά
    σα να βρίσκεσαι εδώ
    κι όμως είσαι μακριά. . .»

    Καλημέρα γλυκιά μου


    Δικαίωμα στην αγάπη και στο όνειρο

    Τα  ατελείωτα «γιατί;» έπαψαν να ηχούν μέσα μου.
    Τώρα πια έχουν ελάχιστη σημασία.
    Η αγάπη δεν έχει χώρο γι’ αυτά.
    Η πραγματική αγάπη είναι σίγουρη δεν έχει αμφιβολίες δεν περιμένει κάτι
    (κι ας το ποθεί)
    μένει μακριά από κάθε πεζό και τετριμμένο.
    Διατηρεί την καθαρότητα της για να μην γίνει ένα με την «εύκολη αγάπη»
    αυτή που μας βολεύει, που δεν διατρέχει κανένα κίνδυνο, που δεν θυσιάζεται που
    δεν χάνει, την «εύκολη αγάπη» που στην ουσία τρέμει μήπως μεταμορφωθεί σε
    πραγματική μήπως περάσει το όριο.
    Δεν θα κρυφτώ γλυκιά μου, δεν θα σιωπήσω, θα είμαι παρών όσο έχω ακόμη το
    κουράγιο και τη θέληση.
    Από την ψυχή μου θα τρέφω αυτό που νιώθω και από τα βάθη της καρδιάς μου
    θα αντλώ όση αγάπη χρειάζεται για να το κρατάω ζωντανό.
    Σίγουρα πονάει, σίγουρα δεν είναι εύκολο, αλλά θα ήμουν ψεύτης και δειλός αν το
    άφηνα να χαθεί να σβήσει έτσι απλά.
    Να τελειώσει όπως δεν του αρμόζει. Να απαρνηθώ, χάρη εγωισμού, τις τόσες
    όμορφες στιγμές.
    Να μη ριψοκινδυνεύσω περαιτέρω πόνο και καημό και να κλείσω τα μάτια
    λέγοντας πως δεν ένιωσα ποτέ τίποτα.
    Ναι θα είναι πληγή ανίατη, παλιά θα γίνει κάποτε, σημάδι ψυχής για να θυμάμαι.
    Τι θα ήμασταν εξάλλου χωρίς τις μνήμες;
    Χωρίς τον πόνο τι νιώθουμε άραγε;
    Πυρετός ναι πυρετός κάθε φορά που θα σε θυμάμαι.
    Θα έρθω να σε βρω μεσ’ το δικό σου κόσμο,
    δε θα εισβάλλω, δε θα τραυματίσω
    μόνο θα έρθω.
    Βλέπεις μωρό μου ότι αγαπώ το δίνω και ότι ποθώ το χάνω.
    Μα όλα αυτά γλυκιά μου είναι λόγια.
    Κάποτε υπήρχε μια ευκαιρία.
    Το μόνο που ήθελα ήταν ν’ αγαπηθώ όπως αγαπούσα
    τίποτα λιγότερο.
    Να έχω δικαίωμα στην αγάπη και στο όνειρο.
    Κι αν ποτέ βρεθούμε ας βρεθούμε εκεί.
    Ν’ αγγίξω το χέρι σου
    να φιλήσω το πρόσωπό σου.

    «Δεν σε χόρτασα ποτέ μου
    όλα ήταν  μια στιγμή. . .»

    Καληνύχτα γλυκιά μου.


     Παράδεισος ή Κόλαση ;

    Το φως του ήλιου είναι ευεργετικά ζεστό, χαλαρώνει την ένταση του κορμιού του,
    το νευρικό του σύστημα έχει ανάγκη μιας παύσης.
    Η άνεση που προσπαθεί να επιβάλλει φέρνει αντίθετα αποτελέσματα.
    Νιώθει ακριβώς πόσο μόνος είναι.
    Αφήνεται λοιπόν στη μοναξιά του για να δει που θα τον οδηγήσει.
    Την αγαπάει, μπορεί να κλείσει πίσω του τη πόρτα;
    Την πόρτα του Παράδεισου ή της Κόλασης;
    Ενός Παραδείσου που συχνά στον έρωτα είναι και Κόλαση.
    Μια Κόλαση όμως που οδηγεί στη μεγάλη Αγάπη.
    Που τη δημιουργεί την εξαγνίζει.
    Αγάπη που παραμένει αράγιστη και περήφανη
    κι όταν ακόμα το αγαπημένο σου πρόσωπο μπορεί να γευτεί τη χαρά
    από κάποιον άλλο, που δεν είσαι εσύ. . .
    Τέτοιες οι σκέψεις του με την ανάμνηση των φιλιών της.
    Μισοδαγκώνοντας τα χείλη του για να διώξει το λυγμό που ανεβαίνει.

    «Καλή σου μέρα αν ξυπνάς
    κι αν ξενυχτάς μαζί του. . .»

    Καλημέρα γλυκιά μου


      Τίποτα δεν τελειώνει όλα τώρα αρχίζουν

    Από αυτό το αθέατο τίποτα ξεκίνησαν όλα, και η ζωή από ένα τίποτα
    και ο κόσμος όλος από ένα τίποτα, μία αόρατη σκόνη αστεριών τα ξεκίνησε όλα.
    Και έπειτα ήρθαν οι άνθρωποι,
    και έφεραν τις ανάγκες τους τις επιθυμίες τους και γεννήθηκε η αγάπη,
    ο πόθος,
    ο πόνος,
    και ο έρωτας.
    Αυτά μωρό μου δεν άλλαξαν ούτε θ’ αλλάξουνε ποτέ.
    Όλα όσα νιώθουμε γλυκιά μου είναι ανθρώπινα, δεν υπάρχουν καλά και κακά,
    σωστά και ανάποδα, μόνο εμείς τα ερμηνεύουμε όπως μας βολεύει.
    Ότι ένιωσες ή ότι νιώθεις κοντά μου είναι ανθρώπινο
    ανήκει εδώ σ’ αυτό το κόσμο.
    Δεν είναι ούτε κακό, ούτε αμαρτία,
    Αυτά τα κορμιά είναι φθαρτά και η ζωή δεν είναι παρά μία τρέλα, μία στιγμή στο
    σύμπαν, και ότι μένει είναι αυτό που νιώσαμε αυτό που κάναμε αυτό που μας
    χάραξε βαθιά και μας έκανε να πονέσουμε, γιατί μας λείπει.
    Γιατί δεν μπορέσαμε να το ‘χουμε όπως ίσως θα θέλαμε.
    Αλλά αυτό στιγμή δεν το μειώνει. ίσα-ίσα που τρομάζουμε στο μεγαλείο του.
    Στο τι φέρνει η προσέγγιση, το ζύγωμα του ενός προς στον άλλο.
    Τις μυρωδιές,
    την ανατριχίλα,
    το κάψιμο,
    το «αίμα» που αναβλύζει,
    όλα όσα το κάνουν να διαφέρει.
    Όλα αυτά μωρό μου είναι δημιούργημα δικό μας.
    Είναι η προσφορά μας, η συμβολή μας, η κληρονομιά μας.
    Γιατί μαζί μας θα το κουβαλάμε πάντα.
    Αρκεί να το αγαπάμε.
    Να μη το κατηγορούμε για κάτι που δε φταίει.
    Να ‘σαι χαρούμενη και περήφανη που ένιωσες, που αισθάνθηκες.
    Να το φυλάς μέσα σου γιατί είναι πολύτιμο.
    Είναι εφόδιο για τη ζωή, ότι καλό νιώθουμε και ότι κακό μας βοηθούν και μας
    προετοιμάζουν.
    Μαθαίνουμε γλυκιά μου και ‘σύ και ‘γω πως ν’ αγαπούμε, πως να το εκφράζουμε
    ακόμα και όταν δεν «πρέπει».
    Είναι φοβερό το πώς μέσα σε λίγα λεπτά που ο ένας πλησιάζει τον άλλο ανθίζουν
    τόσα διαφορετικά συναισθήματα.
    Χωρίς άγγιγμα,
    χωρίς μιλιά,
    χωρίς καν μια ματιά.
    Δεν χάνονται,
    δεν ξεφτίζουνε,
    παραμένουν,
    και υπομένουν.
    Είναι μόνο δικά σου και δικά μου.
    Να τ’ αγαπάς μωρό μου αυτά που νιώθεις.
    Είναι τόσο έξω από τα δικά σου «πρέπει» και τα δικά σου όρια του «σωστού»
    που τα κάνει ακόμα πιο πολύτιμα, πιο ανθρώπινα,
    κοντά στις επιθυμίες μας.
    Δε φταίει κανείς μας για ότι νιώθουμε,
    μπορούμε να είμαστε ειλικρινείς με τα αισθήματά μας
    είναι ότι πιο φυσικό - οτιδήποτε άλλο μας φέρνει δυστυχία.
    Μη σε τρομάζει λοιπόν αυτό το χειροπιαστό
    (σ.σ. και ας είπες ότι είπες σήμερα αυτά που έγραψα ισχύουν)
    Μη νιώθεις ότι δεν μπορείς να φύγεις όποτε θέλεις.
    Δικά σου είναι τα συναισθήματα, εσύ τα βιώνεις
    Δεν σε υποχρεώνει κανείς και πολύ περισσότερο εγώ αγάπη μου.
    Δε σε πιέζω, θα το δεις.
    Αφού ξέρω, τώρα πια ξέρω.
    Το νιώθω κάθε φορά που αφήνομαι και σε πλησιάζω.
    Τώρα ξέρω τι νιώθει «εκείνη»
    γιατί το «αίμα».
    Σ’ αγαπώ μικρή μου
    και θα σ’ αγαπώ χωρίς τυμπανοκρουσίες
    χωρίς ψεύτικες φανφάρες
    χωρίς κάποιο σκοπό.
    Ότι είναι να ‘ρθει θα ‘ρθει μόνο του
    Με τόση αγάπη δεν μπορεί να υπάρχει κενό
    θα βρει το δρόμο του.
    Σ’ αγαπώ μωρό μου,
    σε θέλω κοντά μου
    αλλά δε σε τραβώ από το μανίκι
    κάνε αυτό που θέλεις εσύ
    αυτό που εσύ νιώθεις.
    Τίποτα δε τελείωσε γλυκιά μου
    όλα τώρα αρχίζουν.
    Τη ζωή σου εσύ κυβερνάς.

    «Κι είν’ ένα φως που σου ταιριάζει να φοράς
    κι αλλιώς σε κάνει να κοιτάς.
    Σαν μ’ αγαπάς. . .»

    Καληνύχτα γλυκιά μου


    Αντί Επιλόγου

    Δεν μετανιώνω που ήμουν και παραμένω αληθινός με τα αισθήματά μου,
    με τη τρέλα μου αν θες.
    Και αν η αγάπη,
    η λαχτάρα μου,
    και η ευπιστία μου
    με ‘φεραν στην αγκαλιά σου - που τώρα με διώχνει -
    μη σκεφτείς στιγμή πως παύω να διατηρώ την περηφάνια μου
    και την αξιοπρέπειά μου..
    Δεν δημιούργησα, μωρό μου, κανένα πρόβλημα,
    δεν έχω θέσει κανέναν προ διλήμματος
    και εάν υπάρχει
    κάποιο πρόβλημα, είναι όλο δικό σου γλυκιά μου,
    έτσι τουλάχιστον εγώ ο Αφελής θέλω να πιστεύω.
    Η ζωή είναι γεμάτη στροφές αγάπη μου
    και που ξέρεις μπορεί να συναντηθούμε σε κάποια απ’ αυτές.
    Ας είσαι καλά.


    Υ.Γ.

        α. Η Ιθάκη δεν με γέλασε, ούτε πτωχική τη βρήκα - εάν τη βρήκα μα κι
        έτσι "σοφός" που έγινα ακόμη δεν κατάλαβα ΙΘΑΚΕΣ τι σημαίνουν.

        β. Πιο μικρός, μου άρεσε το ποίημα του Αλκαίου «Κακοήθες
        Μελάνωμα», πού τελειώνει  «. . .και εγώ απόψε θα σε χάσω και αύριο
        θα σε ξεχάσω.»
        Σίγουρα ο «πηγαιμός», «το ταξείδι», με κάνει σήμερα να νιώθω πόσο
        δειλός είναι αυτός ο στίχος, πόσο δε πρέπει σε κάποιον που αγαπά και
        χάνει αυτόν που αγαπά.
        Πόσο αταίριαστος είναι με τα δικά μου συναισθήματα.
        Γιατί σίγουρα σαν έτοιμος από καιρό, σα θαρραλέος
        Σα που ταιριάζει σε μένα που αξιώθηκα μια τέτοια πόλη.
        Χαιρετώ την ‘Αλεξάνδρεια’ που χάνω. . .


    Εδώ στη θέση κάποιου στίχου παραθέτω όλο το τραγούδι του Α.Ι.
    «Όσα η αγάπη ονειρεύεται»

    Παίρνω απόσταση απ’το χθες
    να’ρθουνε και άλλες εποχές.
    Να’ρθουνε λύπες και χαρές καινούργιες
    να σου τις χαρίσω

    Παίρνω απόσταση απ’το χθές
    για να μπορέσω να με θες
    Να βρω τραγούδια, μουσικές καινούργιες
    να σου τραγουδήσω

    Έλα μη μου καίγεσαι
    θα σου χαρίσω ότι θες. . .
    Έλα μη μου καίγεσαι
    όλα μου τ’ αύριο και τα χτες
    στο τώρα θα τα κλείσω

    Όσα η αγάπη ονειρεύεται
    τ’ αφήνει όνειρα η ζωή
    Μα όποιος στ’ αλήθεια ερωτεύεται κάνει τον πόνο προσευχή
    βαρκούλα κάνει το φιλί
    και ξενιτεύεται

    Παίρνω απόσταση άμα θες
    κι από τις πρώτες μας ματιές,
    για να μπορέσω με γητιές
    καινούργιες να στις ξαναδώσω.

    Βρίσκω στον Έρωτα γιατρειές
    να τον γιατρέψω απ’ τις πληγές
    και στολισμένο χαρακιές καινούργιες
    να τον ξανανιώσω


πίσω