|
H ΣΥΝΕΙΣΦΟΡΑ ΤΗΣ ΑΚΤΙΝΟΘΕΡΑΠΕΙΑΣ ΣΤΟΝΚΑΡΚΙΝΟ ΤΟΥ ΟΡΘΟΥ Θ. Αντωνάδου Επιμελήτρια Α΄ Ακτινοθεραπευτικού – Ογκολογικού Τμήματος Γ.Π.Α.Ν.Π. «ΜΕΤΑΞΑ»
ΕΙΣΑΓΩΓΗ Ο καρκίνος του ορθού απαντάται σε μεγάλο αριθμό του πληθυσμού και υπάρχει εκτίμηση ότι στις Η.Π.Α. περίπου 34.700 άνθρωποι θα αναπτύξουν τον όγκο αυτό το 1999. Η περιορισμένη χειρουργική επέμβαση και ο συνδυασμός ακτινοχημειο-θεραπείας συνιστούν τη σύγχρονη θεραπευτική αγωγή. Η σωστή σταδιοποίηση των αρρώστων με καρκίνο του ορθού είναι σημαντική και καθορίζει την θεραπευτική απόφαση. Η συνεισφορά της πολυπαραγοντικής συνδυασμένης θεραπείας στον τοπικό έλεγχο της νόσου είναι εφάμιλλη της κοιλιοπερινεϊκής εκτομής και επιτρέπει την διατήρηση της ακεραιότητας του σφιγκτήρα. Η επιλογή της θεραπείας εξαρτάται από την θέση του όγκου στο ορθό δηλαδή την απόσταση από τον σφιγκτήρα και το μέγεθος του όγκου.Η δακτυλική εξέταση από έμπειρους εξεταστές, η ενδοσκοπική υπερηχοτομογραφία και οι σύγχρονες ακτινολογικές απεικονίσεις (αξονική τομογραφία, μαγνητικός συντονισμός) συνεισφέρουν στην εκτίμηση του μεγέθους του όγκου και στην εντόπιση τυχόν λεμφαδενικών διηθήσεων. Η παθολογοανατομική έκθεση προσφέρει περισσότερες πληροφορίες ως προς την ύπαρξη ή μη δυσμενών προγνωστικών παραγόντων, βαθμός διαφοροποίησης, ενδοαγγειακή επέκταση και άλλα. Επειδή πολλοί ασθενείς χαρακτηριζόμενοι ιστολογικά υψηλού κινδύνου με όγκους Τ 1 και Τ2 εμφανίζουν μεταστάσεις στους περιορθικούς λεμφαδένες μόνη, η τοπική εξαίρεση σε αυτούς θα ήταν ανεπαρκής θεραπεία. Η αποτυχία του τοπικού ελέγχου ανέρχεται σε 10% στους χαμηλού κινδύνου όγκους και σε 30% στους υψηλού κινδύνου όγκους.
Προτάσεις θεραπευτικής αγωγής Η συνιστώμενη θεραπεία καθορίζεται σύμφωνα με τα χειρουργικά και τα παθολογο-ανατομικά ευρήματα της τοπικής αφαίρεσης του όγκου. Στους ασθενείς με όγκους Τ 1 χαμηλού κινδύνου, η χειρουργική αφαίρεση προσφέρει στο 90% και περισσότερο τοπικό έλεγχο της νόσου και ελεύθερη υποτροπών επιβίωση. Η μετεγχειρητική ακτινοθεραπεία συνιστάται στις περιπτώσεις όπου τα όρια εκτομής δεν είναι ελεύθερα νόσου ή όπου ο όγκος χαρακτηρίζεται υψηλού κινδύνου.Στους μεγαλύτερους όγκους ή σε εκείνους όπου η διήθηση του όγκου είναι βαθύτερη εντός του τοιχώματος του ορθού συνιστώνται περισσότερο επιθετικές τεχνικές του συνδυασμού τοπικής αφαίρεσης με ακτινοθεραπεία και χημειοθεραπεία, εξαιτίας του αυξημένου κινδύνου ύπαρξης περιορθικών λεμφαδενικών μεταστάσεων και του υψηλού ποσοστού αποτυχιών μετά από μόνη τη χειρουργική εξαίρεση. Στους όγκους Τ 2 συνιστάται η μετεγχειρητική ακτινοθεραπεία της πυέλου και η χορήγηση χημειοθεραπείας με κυρίως φάρμακο την πεντεφθοουρακίλη (5-FU). Μεμονωμένες μελέτες αναφέρουν εξαιρετικό τοπικό έλεγχο της νόσου και επιβίωση σε αυτούς τους αρρώστους. Σε μία μελέτη από το M.D. Anderson Αντικαρκινικό κέντρο σε 15 αρρώστους με όγκους Τ2 που αντιμετωπίσθηκαν με τοπική αφαίρεση και μετεγχειρητική ακτινοθεραπεία και χημειοθεραπεία βασισμένη στο 5-FU ο τοπικός έλεγχος της νόσου ανήλθε σε 93%.Στα προκαταρκτικά αποτελέσματα μιας μελέτης φάσεως ΙΙ του Cancer Leukemia Group B (CALG B) εμφανίζονται αντίστοιχα αποτελέσματα. Στη μελέτη αυτή 60 ασθενείς με όγκους Τ1 υποβλήθησαν σε τοπική χειρουργική αφαίρεση χωρίς συμπληρωματική θεραπεία, ενώ 53 ασθενείς με όγκους Τ2 μετά τη χειρουργική αφαίρεση υποβλήθησαν σε ακτινοθεραπεία και χημειοθεραπεία η οποία βασίσθηκε στο 5-FU. Η μέση παρακολούθηση ήταν 24 μήνες. 4 από τους 113 αρρώστους απεβίωσαν από τη νόσο. Οι δύο από τους τέσσερις είχαν απομακρυσμένες μεταστάσεις. Οι 2 από 113 ενεφάνισαν μεμονωμένη τοπική υποτροπή, αντιμετωπίσθηκαν και βρίσκονται στη ζωή. Οι ερευνητές στη μελέτη αυτή καταλήγουν ότι η διατήρηση του σφιγκτήρα είναι εφικτή με εξαιρετικό τοπικό έλεγχο της νόσου σε επιλεγμένους ασθενείς με επιφανειακούς όγκους οι οποίοι εντοπίζονται σε απόσταση από τον σφιγκτήρα.Στους ασθενείς με όγκους που διηθούν το περιορθικό λίπος (Τ 3) συνιστάται η ριζική χειρουργική επέμβαση (εφ’ όσον αυτή είναι εφικτή) διότι με την τοπική αφαίρεση δεν ελέγχονται οι τοπικοί λεμφαδένες. Η τοπική αφαίρεση συνοδευόμενη από ακτινο-θεραπεία και χημειοθεραπεία σε μικρούς αριθμούς ασθενών είχε σαν αποτέλεσμα υψηλό ποσοστό τοπικών υποτροπών.
Κινητός καρκίνος του ορθού. Προεγχειρητική έναντι μετεγχειρητικής ακτινοχημειοθεραπείας
Συμπληρωματική θεραπεία Η αποτελεσματικότης του συνδυασμού μετεγχειρητικής ακτινοθεραπείας και χημειοθεραπείας βασισμένη στο 5- FU ως συμπληρωματική θεραπεία στους εξαιρούμενους υψηλού κινδύνου όγκους του ορθού (σταδίου ΙΙ και ΙΙΙ) έχει αποδειχθεί σε σειρά προοπτικών τυχαιοποιημένων μελετών κατά την διάρκεια του 1980 και 1990. Η ομάδα μελέτης των Γαστρεντερικών όγκων (Gastrointestinal Tumor Study Group) τυχαιοποίησε ασθενείς με καρκίνο του ορθού σταδίου Β2 και C σε ένα από τα τέσσερα σκέλη της μελέτης : παρακολούθηση, μόνον μετεγχειρητική ακτινοθεραπεία (40 ή 48 Gy), μόνον χημειοθεραπεία (semustine, methyl CCNU και 5-FU), και μετεγχειρητική ακτινοθεραπεία (40 ή 44 Gy) με σύγχρονο χορήγηση 5-FU και methyl – CCNU. Η μελέτη αυτή έδειξε βελτιωμένο τοπικό έλεγχο της νόσου και επιβίωση στους ασθενείς με τον συνδυασμό χημειοθεραπείας και ακτινοθεραπείας έναντι της παρακολούθησης μετά από χειρουργική επέμβαση. Η μελέτη της ομάδας Mayo / North Control Cancer Treatment Group συνέκρινε την μετεγχειρητική ακτινοθεραπεία μόνη (50.4 Gy), την μετεγχειρητική ακτινοθεραπεία (50.4 Gy) με σύγχρονο χορήγηση 5-FU και την προ ή μετά την ακτινοβόληση χορήγηση Χημειοθεραπείας (5-FU, methyl CCNU). Στη μελέτη αυτή υπήρξε βελτίωση του τοπικού ελέγχου και της επιβίωσης στους ασθενείς όπου εχορηγείτο ακτινοχημειοθεραπεία έναντι μόνης της ακτινοθεραπείας. Οι περισσότεροι ερευνητές πιστεύουν ότι με τα δεδομένα αυτά ο συνδυασμός ακτινοβόλησης της πυέλου με σύγχρονη χημειοθεραπεία με 5-FU για την διατήρηση του σφιγκτήρα έχει σαν αποτέλεσμα βελτιωμένο έλεγχο της πυέλου και επιβίωση συγκριτικά με μόνη τη χειρουργική εξαίρεση. Τα δεδομένα αυτά ισχύουν σε ασθενείς με όγκους του ορθού οι οποίοι εκτείνονται διαμέσου του εντερικού τοιχώματος ή με διηθημένους λεμφαδένες.Σε πρόσφατες τυχαιοποιημένες μελέτες της ομάδος των Γαστρεντερικών Όγκων απεδείχθη ότι η χορήγηση methyl – CCNU δεν προσφέρει επιπλέον όφελος έναντι της ακτινοβολίας και 5-FU και δεν χρησιμοποιείται πλέον στα σχήματα ακτινοθεραπείας στον κολορθικό καρκίνο. Η χορήγηση ακτινοθεραπείας και χημειοθεραπείας με 5-FU είναι το σημερινό αντικείμενο μελέτης ενώ έχει αποδειχθεί ότι βελτιώνει τα αποτελέσματα και γι’ αυτό επιδιώκεται η βελτιστοποίηση αυτής της συγχορήγησης. Η συνεχής έγχυση 5-FU, ο συνδυασμός 5-FU και λευκοβορίνης έχει αποδειχθεί ότι προσφέρει υψηλότερα ποσοστά ανταπόκρισης σε ασθενείς με μεταστατικούς όγκους.Η ομάδα Gastrointestinal Intergroup πραγματοποίησε μια μελέτη όπου συνέκρινε την συνεχή χορήγηση 5-FU έναντι της bolus 5-FU κατά την διάρκεια της ακτινοθεραπείας. Και στις δύο ομάδες χορηγήθηκε πριν και μετά το τέλος της ακτινοθεραπείας 5-FU. Η μελέτη αυτή έδειξε μείωση των απομεμακρυσμένων μεταστάσεων με βελτίωση του ελεύθερου υποτροπής χρόνου και της ολικής επιβίωσης στους ασθενείς όπου χορηγήθηκε συνεχής έγχυση 5-FU. Σε μία μελέτη η οποία ολοκληρώθηκε πρόσφατα ελέγχθηκε η συνεισφορά της πυελικής ακτινοβόλησης με συνδυασμούς 5-FU, 5-FU και λευκοβορίνης, 5-FU λευκοβορίνης και λεβαμιζόλης σαν συμπληρωματικής θεραπείας στον καρκίνο του ορθού. Η πρώτη ανάλυση έδειξε ότι η χορήγηση των τριών φαρμάκων είναι περισσότερο τοξική ενώ δεν είναι περισσότερο αποτελεσματική από τα σχήματα του ενός ή των δύο φαρμάκων.
Η εισαγωγική θεραπεία ( Neoadjuvant)Η μεγάλη επιτυχία της συνδυασμένης μετεγχειρητικής θεραπευτικής αντιμετώπισης δημιούργησε έντονο ενδιαφέρον για να δοκιμασθεί ο συνδυασμός των θεραπειών αυτών και προεγχειρητικά. Υπάρχουν πολλές μελέτες φάσης ΙΙ οι οποίες έδειξαν ότι η αντιμετώπιση αυτή ήταν ασφαλής, οι δε προκαταρκτικές αναλύσεις εμφανίζουν ικανοποιητικό βαθμό τοπικού ελέγχου και επιβίωσης και επίσης αυξημένα επίπεδα πλήρους παθολογοανατομικής ανταπόκρισης μετά την ακτινοχημειοθεραπεία, 20-29% έναντι 6-12% μετά την ακτινοθεραπεία (45-50 Gy).Οι τεχνικές της ακτινοθεραπείας και η συνολικά χορηγούμενη δόση σε όλες τις μελέτες της ακτινοχημειοθεραπείας είναι όμοιες (45–50.4 Gy σε 25-28 κλάσματα στην πύελο με 3 ή 4 πεδία). Ο τρόπος χορήγησης της 5-FU ποικίλει από μελέτη σε μελέτη, συνεχής χορήγηση, bolus, τριήμερα σχήματα στην αρχή και το τέλος της ακτινοθεραπείας, 5-νθήμερα σχήματα, εβδομαδιαία όπως επίσης και συνδυασμοί με άλλα φάρμακα λευκοβορίνη, πλατίνα και άλλα.Από τις ήδη υπάρχουσες μελέτες του συνδυασμού χημειοθεραπείας με ακτινοθεραπεία στον καρκίνο του ορθού είναι σαφές ότι η περισσότερο εντατική χημειοθεραπεία δεν αντιστοιχεί υποχρεωτικά σε μεγαλύτερες ανταποκρίσεις. Τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα της πρωτοεισαγόμενης έναντι της συμπληρωματικής συνδυασμένης θεραπευτικής αντιμετώπισης συνιστούν αντικείμενο αντιπαραθέσεων. Υπάρχει σήμερα μια τυχαιοποιημένη μελέτη σε εξέλιξη ( National Surgical Adjuvant Breast and Bowel Project R-03) η οποία μελετά τα πλεονεκτήματα της πρωτοεισαγόμενης θεραπείας (5-FU, λευκοβορίνη και ακτινοβόληση της πυέλου) έναντι της συμπληρωματικής θεραπείας (5-FU, λευκοβορίνη, ακτινοβόληση της πυέλου). Σε μια προκαταρκτική ανάλυση 116 ασθενών ο συνδυασμός χημειοθεραπείας και ακτινοθεραπείας προεγχειρητικά φαίνεται ότι είναι εξίσου ασφαλής και καλά ανεκτός όπως η μετεγχειρητική θεραπεία, υπάρχει δε προοπτική για καλύτερη συνεισφορά στην διατήρηση του σφιγκτήρα και υποσταδιοποίηση του όγκου στο προεγχειρητικό σκέλος.Σε όγκους οι οποίοι εντοπίζονται στο κατώτερο τμήμα του ορθού και όπου η τοπική αφαίρεση του όγκου δεν ενδείκνυται, η προεγχειρητική ακτινοχημειοθεραπεία έχει χρησιμοποιηθεί με σκοπό την σμίκρυνση του όγκου για την διευκόλυνση της χειρουργικής εξαίρεσης με σύγχρονη διατήρηση του σφιγκτήρα.
Τοπικά προχωρημένος καρκίνος του ορθού Ο ορισμός του τοπικά προχωρημένου καρκίνου του ορθού είναι ασαφής. Θα μπορούσε κανείς να τον ορίσει ως τον όγκο εκείνον ο οποίος δεν είναι δυνατόν να αφαιρεθεί χωρίς να παραμείνει μικροσκοπική ή ευμεγέθης υπολλειματική νόσος στην θέση του όγκου λόγω καθήλωσής του. Οι ασθενείς αυτοί δεν έχουν καλή εξέλιξη με την χειρουργική μόνον γι’ αυτό έχουν αναπτυχθεί προγράμματα συνδυασμού ακτινοχημειοθεραπείας για την βελτίωση του αποτελέσματος.Όπως ήδη ανεφέρθει η αποτελεσματικότης της μετεγχειρητικής ακτινοθεραπείας με τον συνδυασμό της χημειοθεραπείας με 5- FU έδωσε κίνητρο για την διερεύνηση του συνδυασμού των θεραπειών αυτών προεγχειρητικά.Σε πρόσφατη μελέτη του M.D. Anderson σε 36 ασθενείς με τοπικά προχωρημένο καρκίνο του ορθού οι οποίοι υπεβλήθησαν σε προεγχειρητική ακτινοθεραπεία με συνολική δόση 45 Gy και στους οποίους χορηγήθηκε 5-FU σε συνεχή έγχυση μόνη ή σε συνδυασμό με πλατίνη και οι οποίοι χειρουργήθηκαν στην συνεχεία η 3-ετής επιβίωση και το ποσοστό τοπικών υποτροπών ήταν 82% και 3% αντίστοιχα. Αντίθετα το ποσοστό επιβίωσης και τοπικών υποτροπών ήταν 62% και 33% αντίστοιχα σε 36 ασθενείς ιδίου σταδίου οι οποίοι υποβλήθησαν σε ακτινοθεραπεία μόνον. Αντιστοίχως το ποσοστό των ασθενών οι οποίοι διατήρησαν τον σφιγκτήρα ήταν 35% στο σκέλος ακτινοχημειθεραπείας έναντι 7% στο σκέλος της ακτινοθεραπείας. Δεν υπήρξαν διαφορές μεταξύ των δύο ομάδων με ή χωρίς χημειοθεραπεία ως προς τη δυνατότητα χειρουργικής εξαίρεσης ή παθολογοανατομικής υποσταδιοποίησης.Σε μία μελέτη των κέντρου Tom Baker οι ερευνητές αναφέρουν ποσοστό εξαιρεσιμότητος 89% σε 46 ασθενείς με καθηλωμένους όγκους του ορθού οι οποίοι υποβλήθησαν σε ακτινοθεραπεία με 40 Gy και έγχυση 5-FU και μιτομυκίνης. Η ενισχυμένη εξαιρεσιμότης είναι πολύ σημαντικό στοιχείο διότι ασθενείς με αρχικά μη εξαιρέσιμο όγκο του ορθού οι οποίοι μετά την επέμβαση έχουν μικροσκοπική ή μεγάλου μεγέθους υπολλειματική νόσο εμφανίζουν υψηλότερο ποσοστό υποτροπών και χαμηλότερο ποσοστό επιβίωσης σε σχέση με αυτούς όπου η αφαίρεση του όγκου είναι πλήρης. Η συνολική δόση και οι τεχνικές της ακτινοθεραπείας είναι όμοιες σε όλες τις υπάρχουσες μελέτες (45 έως 50.4 Gy σε 25 έως 28 κλάσματα) υπάρχει δε μεγάλη ποικιλία στην χορήγηση του 5-FU και των συνδυασμών με άλλα φάρμακα.
Διεγχειρητική Ακτινοβόληση με Δέσμη Ηλεκτρονίων Παρόλη τη χορήγηση πλήρους συνολικής δόσεως ακτινοβολίας και ολικής αφαίρεσης στον τοπικά προχωρημένο καρκίνο του ορθού τουλάχιστο το ένα τρίτο των αρρώστων υποτροπιάζει. Το ποσοστό των τοπικών υποτροπών είναι ακόμα υψηλότερο στους ασθενείς που υποβάλλονται σε υφολική εκτομή. Σε πολλά κέντρα της Ευρώπης, της Ασίας και των Ηνωμένων Πολιτειών η διεγχειρητική ακτινοβόληση με δέσμη ηλεκτρονίων έχει χρησιμοποιηθεί σε συνδυασμό με την προεγχειρητική ακτινοθεραπεία (με ή χωρίς 5-FU) και την χειρουργική εξαίρεση, όπου υπάρχει ευμεγέθης υπολλειματική νόσος, θετικά όρια εκτομής ή πρόσφυση του όγκου. Στο ΜGH σε όλους τους ασθενείς με τοπικά προχωρημένο καρκίνο του ορθού χορηγείται πλήρης δόση προεγχειρητικής ακτινοθεραπείας με έγχυση 5-FU (225 mg/m2/d για 5 μέρες την εβδομάδα καθ’ όλη την διάρκεια της ακτινοβόλησης), 4-6 εβδομάδες μετά επιχειρείται η χειρουργική διερεύνηση.Κατά τη διάρκεια του χειρουργείου το υπογάστριο εκτιμάται για την εντόπιση τυχόν περιτοναϊκών ή ηπατικών μεταστάσεων. Στην περίπτωση όπου εντοπίζονται μεταστάσεις δεν γίνεται διεγχειρητική ακτινοβόληση. Εάν δεν εντοπισθούν μεταστάσεις οι ασθενείς υποβάλλονται σε κοιλιοπερινεϊκή εκτομή ή χαμηλή πρόσθια εκτομή ή εξεντέρωση ανάλογα με την έκταση και την εντόπιση της νόσου. Η προσπάθεια της χειρουργικής αντιμετώπισης αποσκοπεί στην αφαίρεση, όσο το δυνατόν, μεγαλύτερου μέρους της νόσου ακόμα και αν παραμένει μεγάλο μέρος υπολλειματικού όγκου. Ο προσδιορισμός των περιοχών υψηλού κινδύνου για την ύπαρξη νόσου είναι αναγκαίος για την ακριβή επιλογή του πεδίου της διεγχειρητικής ακτινοβόλησης (ΔΑ). Όταν τα όρια εκτομής είναι ικανοποιητικά τότε δεν γίνεται ΔΑ. Οι ασθενείς όμως με υπολλειματικό όγκο ή με θετικά < 5 mm υγιή όρια εκτιμώνται για ΔΑ. Η περιοχή με τον υψηλότερο κίνδυνο για τοπική υποτροπή προσδιορίζεται από τον χειρουργό σε συνεργασία με τον ακτινοθεραπευτή ογκολόγο. Για την εφαρμογή της ΔΑ χρησιμοποιούνται κώνοι με εσωτερικές διαμέτρους από 4 έως 8 εκατοστά. Το μέγεθος του κώνου επιλέγεται έτσι ώστε να καλύπτει την περιοχή υψηλού κινδύνου η οποία γενικώς εντοπίζεται στην περιοχή του ιερού ή στο πυελικό τοίχωμα. Οι περισσότερες ΔΑ για καρκίνο του ορθού γίνονται εντός της κοιλιακής χώρας μερικές φορές όμως χρησιμοποιούνται και περινεϊκά πεδία όταν ο όγκος βρίσκεται χαμηλά και διηθεί τον κόκκυγα ή μέρος του προστάτη και της κύστεως και δεν είναι εφικτή η εξεντέρωση.Οι χαρακτηριστικές δόσεις της διεγχειρητικής ακτινοβολίας κυμαίνονται μεταξύ 10 και 20 Gy. Οι χαμηλότερες δόσεις χορηγούνται όταν υπάρχει ελάχιστη υπολλειματική νόσος και οι υψηλότερες όταν η υπολλειματική νόσος είναι μεγάλη μετά την εκτομή. Στους ασθενείς με ύπαρξη μακροσκοπικού όγκου μετά την εκτομή η δόση κυμαίνεται μεταξύ 17.5 και 20 Gy. Οι χαρακτηριστικές ενέργειες των χρησιμοποιούμενων ηλεκτρονίων κυμαίνονται από 9 έως 15 Mev ανάλογα με το πάχος του υπολλειματικού όγκου. Η δόση προσδιορίζεται στην 90% ισοδοσική καμπύλη. Το ποσοστό των υποτροπών του συνδυασμού προεγχειρητικής ακτινοθεραπείας και διεγχειρητικής είναι χαμηλό όπως αναφέρουν οι μελέτες ενώ αντίστοιχα ο τοπικός έλεγχος της νόσου είναι υψηλός ειδικότερα στους ασθενείς οι οποίοι έχουν υποβληθεί σε πλήρη εκτομή.Συμπερασματικά θα μπορούσαμε να πούμε ότι η προεγχειρητική ακτινοχημειο-θεραπεία στους τοπικά προχωρημένους όγκους του ορθού (Τ 4) με χειρουργική εξαίρεση συνδυαζομένη με την διεγχειρητική ακτινοβόληση με δέσμη ηλεκτρονίων συνεισφέρει στον τοπικό έλεγχο της νόσου χωρίς αυξημένη νοσηρότητα.
Συμπεράσματα – Συστάσεις Στους ασθενείς με κλινικά εξαιρέσιμο Τ 3 και/ή Ν1-3 Μ0 νόσο η ακτινοβόληση της πυέλου μειώνει την τοπική υποτροπή και όταν χορηγείται προεγχειρητικά βελτιώνει την πιθανότητα διατήρησης του σφιγκτήρα.Οι οξείες και απώτερες τοξικότητες οι οφειλόμενες στην ακτινοθεραπεία σχετίζονται με τις τεχνικές χορήγησης και είναι δυνατόν να μειωθούν με διάφορες μεθόδους. Η προσθήκη συστηματικής ακτινοθεραπείας ενισχύει τον τοπικό έλεγχο της νόσου και βελτιώνει την επιβίωση. Υπάρχουν σήμερα περισσότερο από έναν αποδεκτοί συνδυασμοί θεραπείας. Η ταχεία έγχυση 5- FU ή η διαρκής έγχυση 5-FU, με λευκοβορίνη ή λεβαμιζόλη ή και τα δύο είναι αποτελεσματικές και πρέπει να επιλέγονται με γνώμονα την τοξικότητα και την συνεισφορά τους στον συνδυασμό.Η Σουηδική μελέτη έδειξε αύξηση στην επιβίωση με την εφαρμογή της ταχύρυθμης ακτινοθεραπείας δεν αύξησε όμως το ποσοστό της διατήρησης του σφιγκτήρα και συνδέεται με αυξημένη νοσηρότητα και θνησιμότητα. Ο περισσότερο σημαντικός παράγων είναι η απόφαση της χορήγησης προεγχειρητικής ή μετεγχειρητικής θεραπείας στους ασθενείς με κλινικά εξαιρέσιμο όγκο και η εκτίμηση του είδους της απαιτούμενης χειρουργικής επέμβασης. Στην περίπτωση όπου ο όγκος προσφέρεται συνιστάται μερική εκτομή με διατήρηση του σφιγκτήρα, στις περιπτώσεις όπου ο όγκος του ορθού είναι Τ3 και/ή Ν1-3 η χειρουργική εξαίρεση συνοδεύεται από συνδυασμένη μετεγχειρητική θεραπεία.Όταν η διατήρηση του σφιγκτήρα δεν είναι τεχνικά εφικτή συνιστάται η προεγχειρητική αντιμετώπιση. Η απόφαση του κατά πόσον θα υποβληθεί ο άρρωστος μόνον σε ακτινοθεραπεία ή σε συνδυασμένη θεραπεία εξαρτάται από τα αποτελέσματα του ενδοορθικού υπερηχοτομογραφήματος. Στην περίπτωση όπου ο όγκος είναι Τ 2 τότε παθολογοανατομικά αυτός μπορεί να είναι Τ2Ν0Μ0 και ο μόνος λόγος της προεγχειρητικής ακτινοθεραπείας είναι η διατήρηση του σφιγκτήρα. Στην χειρουργική επέμβαση είναι δυνατόν να βρεθούν θετικοί μεσοορθικοί και/ή πυελικοί λεμφαδένες τότε συνιστάται η χορήγηση μετεγχειρητικής χημειοθεραπείας βασισμένης στο 5-FU για 6 μήνες. Στους ασθενείς στους οποίους το διορθικό υπερηχοτομογράφημα θα δείξει όγκο Τ3 συνιστάται η προεγχειρητική συνδυασμένη θεραπεία ακολουθούμενη από χειρουργική επέμβαση και μετεγχειρητική χημειοθεραπεία βασισμένη σε 5-FU.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
|