ΛΕΙΟΜΥΟΣΑΡΚΩΜΑ ΟΡΘΟΥ
Home Up MAILING LIST ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ Search Links Chat

 

ΛΕΙΟΜΥΟΣΑΡΚΩΜΑ ΟΡΘΟΥ

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΟΥ ΚΑΙ ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΗ ΤΗΣ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑΣ

Μαρία Δήμου, Νικόλαος Μυλωνάκης, Δέσποινα Σμυρλόγλου, Αθανάσιος Καραμπέλης, Δημήτριος Μπαφαλούκος

Β' Παθολογική- Ογκολογική Κλινική Γ.Π.Α.Ν.Π. Μεταξά

Λέξεις-κλειδιά: λειομυοσάρκωμα ορθού, χημειοθεραπεία, λιποσωμιακή δοξορουβικίνη, ταξάνες

Διεύθυνση επικοινωνίας:

Μαρία Δήμου

B' Παθολογική - Ογκολογική Κλινική

Γ.Π.Α.Ν.Π. Μεταξά

Μπόταση 51, Πειραιάς

Τηλ.: 4284444 - Fax: 4538953

 

 

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Τα σαρκώματα του πεπτικού αποτελούν σπάνιους όγκους (1-2% του συνόλου των κακοήθων όγκων του πεπτικού). Σημαντικότερος προγνωστικός παράγοντας για αυτή την κατηγορία των σαρκωμάτων θεωρείται ο βαθμός διαφοροποίησης (grade). Συχνότερα τα σαρκώματα του πεπτικού μεθίστανται στο ήπαρ, ενώ το βασικό στοιχείο στην αντιμετώπισή τους είναι η εγχείρηση. Ο ρόλος της ακτινοθεραπείας και της χημειοθεραπείας είναι ακόμη υπό έρευνα. Νεότερα χημειοθεραπευτικά φάρμακα χρησιμοποιούνται όλο και πιο συχνά, όπως οι ταξάνες και η λιποσωμιακή δοξορουβικίνη (Caelyx), ενώ αποτελεσματικότερο φάρμακο παραμένει ακόμα η δοξορουβικίνη. Γενικώς τα σαρκώματα του πεπτικού έχουν δυσμενή πρόγνωση. Παρουσιάζουμε ένα περιστατικό με λειομυοσάρκωμα ορθού και ηπατικές μεταστάσεις, στο οποίο εφαρμόστηκε αρχικά ακτινοθεραπεία ως παρηγορητική θεραπεία και κατόπιν ένας νέος συνδυασμός χημειοθεραπευτικών φαρμάκων, ο οποίος αποτελούνταν από την πακλιταξέλη (230 mgr)και τη λιποσωμιακή δοξορουβικίνη (60 mgr). Η ασθενής 21/2 σχεδόν έτη μετά τη διάγνωση της νόσου της παραμένει ασυμπτωματική, με στάσιμη απεικονιστικά νόσο.

 

ΛΕΙΟΜΥΟΣΑΡΚΩΜΑ ΟΡΘΟΥ

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΟΥ ΚΑΙ ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΗ ΤΗΣ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑΣ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Τα σαρκώματα του πεπτικού είναι σπάνιοι κακοήθεις όγκοι, των οποίων η συχνότητα δεν ξεπερνά το 1-2% του συνόλου των κακοηθών όγκων του πεπτικού. Μπορούν να αναπτυχθούν οπουδήποτε στο πεπτικό, από τον οισοφάγο μέχρι τον πρωκτό@1.

Αρκετές φορές η διάκριση μεταξύ καλοήθων λειoμυωμάτων και λειομυοσαρκωμάτων είναι δύσκολη. Ετσι, είναι απαραίτητη η λεπτομερής εξέταση του παθολογοανατομικού υλικού με πολλαπλές τομές, καθώς οι όγκοι αυτοί δεν έχουν ομοιογενή σύσταση. Η ύπαρξη περισσότερων από 5-10 μιτώσεις ανά οπτικό πεδίο είναι ασφαλές κριτήριο για κακοήθεια. Ο αριθμός των νεκρώσεων και της κυτταρικής ατυπίας είναι επιβοηθητικά στοιχεία@2.

Σε αντίθεση με τα σαρκώματα των άκρων, στα οποία σημαντικοί προγνωστικοί παράγοντες είναι το μέγεθος του όγκου και ο βαθμός διαφοροποίησης, στα σαρκώματα του πεπτικού ο σημαντικότερος προγνωστικός παράγοντας για τα μη μεταστατικά σαρκώματα είναι ο βαθμός διαφοροποίησης (grade)@3, 5.

Επίσης, ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι αν εμφανιστούν απομεμακρυσμένες μεταστάσεις, καμία από τις μεταβλητές (μέγεθος όγκου, grade, θέση, φύλο και ηλικία) δεν επηρεάζουν τη συνολική επιβίωση. Επιπλέον δεν υπάρχει διαφορά στη συνολική επιβίωση των ασθενών που παρουσιάζονται αρχικά με απομεμακρυσμένες μεταστάσεις και αυτών που εμφανίζουν τις μεταστάσεις μετά από εκτομή με θεραπευτικό στόχο@6.

Τα σαρκώματα του πεπτικού μεθίστανται αιματογενώς συχνότερα στο ήπαρ, όπως και τα αδενοκαρκινώματα, σε αντίθεση με τα σαρκώματα των άκρων, τα οποία μεθίστανται συνήθως στον πνεύμονα@1. Η αιτία του φαινομένου είναι προφανώς η διαφορετική φλεβική αποχέτευση του παχέος εντέρου από αυτή των άκρων.

Η εγχείρηση αποτελεί τον αποφασιστικό παράγοντα στη θεραπεία των σαρκωμάτων του πεπτικού. Εκτεταμένες όμως εγχειρήσεις δεν έχει φανεί ότι βελτιώνουν το προσδόκιμο επιβίωσης των ασθενών@6. Παρ’ όλα αυτά σημαντικό είναι να αφαιρούνται en block οι γειτονικοί ιστοί ή τα όργανα που διηθούνται από τον όγκο. Η εγχείρηση εκλογής για όγκους του ορθού μεγαλύτερους από 5cm είναι η κοιλιοπερινεϊκή εκτομή@4. Η περιορισμένη ή ανακουφιστική εκτομή δεν φάνηκε να προσφέρει μεγαλύτερο πλεονέκτημα στον ασθενή από μία απλή βιοψία.

Μεγάλη διαφωνία υπάρχει γύρω από το θέμα της συμβολής της χημειοθεραπείας και ακτινοθεραπείας στη θεραπεία των σαρκωμάτων του πεπτικού@7. Ενώ η εμπειρία με τα σαρκώματα των άκρων δείχνει καλά αποτελέσματα με τη χρήση αυτών των συμπληρωματικών μέτρων, η εμπειρία με τα σαρκώματα του παχέος εντέρου είναι μικρή@4.

Συνοπτικά η πρόγνωση στα σαρκώματα του πεπτικού θεωρείται πτωχή και ο σημαντικότερος λόγος γι' αυτό είναι ότι διάγνωση συνήθως αργεί πολύ@2, 15.

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΟΥ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΟΥ

Παρουσιάζουμε ένα περιστατικό που αντιμετωπίσαμε στην κλινική μας και αφορούσε σε ένα λειομυοσάρκωμα ορθού, αφ' ενός για τη σπανιότητά του αφ' ετέρου για να συνοψίσουμε τις καινούριες θεραπευτικές δυνατότητες που διαθέτουμε σήμερα.

Πρόκειται για μία ασθενή 70 ετών, η οποία προσήλθε αιτιώμενη αιμορραγικές κενώσεις και άλγος υπογαστρίου από δεκαπενθημέρου. Στον κλινικοεργαστηριακό έλεγχο που ακολούθησε μεταξύ άλλων πραγματοποιήθηκε και κολονοσκόπηση, η οποία ανέδειξε τοιχωματική βλάβη στο ορθό. Η ασθενής χειρουργήθηκε στο νοσοκομείο Γ.Κ. Νίκαιας στις 14/5/98, όπου και πραγματοποιήθηκε κοιλιοπερινεϊκή εκτομή. Η βιοψία έδειξε λειομυοσάρκωμα ορθού, μέσης διαμέτρου 5cm και grade II (μέσου βαθμού διαφοροποίησης), με διήθηση μέχρι του επιχώριου λιπώδους ιστού και του τοιχώματος των φλεβικών κλάδων. Τα εγχειρητικά όρια ήταν επί υγιούς ιστού. Πιο ειδικά τα νεοπλασματικά κύτταρα ήταν ατρακτοειδή με ηωσινόφιλο πρωτόπλασμα και πυρήνες επίσης ατρακτοειδείς, μέτρια πολύμορφους, με άφθονη χρωματίνη και μέτριο αριθμό μιτώσεων. Ανοσοϊστοχημικά ο νεοπλασματικός ιστός ήταν έντονα θετικός σε ακτίνη λείων μυϊκών ιστών. Με βάση τα παραπάνω στοιχεία, το στάδιο της νόσου της ορίζεται ως ΙΙΑ (G2, Τ2b, No, Mo).

Μετά το χειρουργείο της η ασθενής παρακολουθείται στα εξωτερικά ιατρεία της κλινικής μας. Τον 10/99 η ασθενής παραπονέθηκε για άλγος στην οσφυοϊερά χώρα και στην περιοχή των ισχιακών ογκωμάτων, το οποίο καθιστούσε σχεδόν αδύνατη την καθεστηκυία θέση. Η ασθενής υπεβλήθη σε νέο CT έλεγχο, στον οποίο ανεδείχθησαν δύο υπόπυκνες εστίες στο δεξιό λοβό του ήπατος (εικ. 1), καθώς και ένα μόρφωμα στον αριστερό ευθυσχιακό βόθρο 3,5cm περίπου εντός του αριστερού ελάσσονος ισχιοϊερού συνδέσμου (εικ. 2). Τα ευρήματα από την αξονική αυτή ήταν σαφώς καινούρια και ειδικά το εύρημα στην ελάσσονα πύελο θεωρήθηκε τοπική υποτροπή και αποφασίστηκε έναρξη ανακουφιστικής ακτινοθεραπείας με ακτινευαισθητοποιό χημειοθεραπεία με καρβοπλατίνα 150 mg από 3/11/99 μέχρι και 11/1/2000. Η ασθενής έλαβε συνολικά 5.400cgy. Ενδιάμεσα πραγματοποιήθηκε κολονοσκόπηση, με αφορμή διαρροϊκή συνδρομή , η οποία δεν υποχώρησε με συντηρητικά μέσα. Η εξέταση δεν ανέδειξε παθολογικά ευρήματα, ενώ το σύμπτωμα θεωρήθηκε ότι είναι απότοκο της ακτινοθεραπείας (ακτινική κολίτις). Στην αξονική τομογραφία άνω και κάτω κοιλίας που πραγματοποιήθηκε στις 31/1/2000, μετά το πέρας της ακτινοθεραπείας, ελέγχθηκαν οι ίδιες υπόπυκνες εστίες στο ήπαρ και μάζα μαλακών μορίων στην προϊερά περιοχή, με επέκταση στον παραορθικό χώρο και αριστερό ιερομητρικό σύνδεσμο και το έδαφος της ελάσσονος πυέλου. Ετσι, αποφασίστηκε έναρξη χημειοθεραπείας με έναν συνδυασμό δύο νέων χημειοθεραπευτικών, τη λιποσωμιακή δοξορουβικίνη (Caelyx) 45mg/m^2 (60mg) σε έγχυση 30 λεπτών και την πακλιταξέλη (Taxol) 150mg/^2 (230mg) σε έγχυση 3 ωρών κάθε 4 εβδομάδες και για 6 κύκλους. Προκειμένου να προληφθούν αντιδράσεις υπερευαισθησίας η ασθενής ελάμβανε προετοιμασία με 16 mg Medrol p.o. 12 h και 6 h, 50mg διφενυδραμίνη i.v.30-60 min και, τέλος, 300 mg σιμετιδίνη 30-60 min πριν από την πακλιταξέλη. Επίσης, πρέπει να τονιστεί ότι η λιποσωμιακή δοξορουβικίνη προηγείτο της πακλιταξέλης.

Μετά το πέρας του 3ου κύκλου, ελέγξαμε την έκβαση της νόσου και τα αποτελέσματα της χημειοθεραπείας με νέες αξονικές θώρακος και άνω-κάτω κοιλίας. Εκ του γενομένου ελέγχου (16/6/2000) η νόσος κρίθηκε στάσιμη και συνεχίσαμε τη χημειοθεραπεία για ακόμη 3 κύκλους. Ενδιάμεσα η ασθενής παρουσίασε αλωπεκία grade ΙΙΙ και μυελοτοξικότητα μόνο για τη λευκή σειρά grade III, η οποία αντιμετωπίστηκε με αυξητικό παράγοντα (G-CSF). 10 ημέρες μετά το πέρας και του 6ου κύκλου χημειοθεραπείας η ασθενής προσήλθε με εμπύρετο ουδετεροπενία και βλενογονίτιδα (στοματίτιδα), η οποία πιθανότατα ήταν μυκητιασικής αιτιολογίας, ενώ από τον ενδοσκοπικό έλεγχο φάνηκε πως αφορούσε σχεδόν σε όλο το ανώτερο πεπτικό. Η ασθενής αντιμετωπίστηκε επιτυχώς συντηρητικά. Κατόπιν υπεβλήθη σε νέο CT έλεγχο (4/9/00), ο οποίος παρουσίασε μία στασιμότητα της νόσου, τόσο τοπικώς όσο και στις μεταστατικές εστίες στο ήπαρ. Τελικώς, αποφασίσαμε την απλή παρακολούθηση της ασθενούς στο εξωτερικό ιατρείο στο προσεχές διάστημα.

ΣΥΖΗΤΗΣΗ

Στην ασθενή μας ο πρώτος θεραπευτικός χειρισμός που έγινε ήταν ακτινοθεραπεία με ακτινοευαισθητοποιό χημειοθεραπεία, προκειμένου να ανακουφιστεί από το σύμπτωμά της, δεδομένης της χημειοανθεκτικότητας των σαρκωμάτων γενικότερα@8, 9.

Μετά το πέρας της ακτινοθεραπείας υπήρξε ανακούφιση των συμπτωμάτων, αλλά παρέμενε στάσιμη απεικονιστικά η νόσος. Ετσι δοκιμάσαμε το συνδυασμό νέων φαρμάκων, όπως είναι οι ταξάνες (πακλιταξέλη) και η λιποσωμιακή δοξορουβικίνη. Οπως και με τα σαρκώματα των μαλακών μορίων έτσι και με τα σαρκώματα του γαστρεντερικού βασικά χημειοθεραπευτικά φάρμακα θεωρούνται οι ανθρακυκλίνες. Η δοξορουβικίνη θεωρείται το πιο δραστικό χημειοθεραπευτικό στη θεραπεία των σαρκωμάτων, το οποίο παρουσιάζει ποσοστό συνολικής ανταπόκρισης της τάξης του 26%, με συνοδό όμως καρδιοτοξικότητα της τάξης του 10 %@10. Τα τελευταία 2 έτη χρησιμοποιείται όλο και συχνότερα μία νεότερη μορφή δοξορουβικίνης, η λιποσωμιακή δοξορουβικίνη (CAELYX), η οποία αφ' ενός παρουσιάζει καλύτερες συγκεντρώσεις στα κύτταρα του όγκου, αφ' ετέρου οι ανεπιθύμητες ενέργειες από την καρδιά καθώς και η μυελοτοξικότητα είναι σπανιότερες@12, 13. Ο εγκλεισμός της δοξορουβικίνης σε λιποσώματα διαφοροποιεί σημαντικά τη βιοδιαθεσιμότητά της, τη βιοδιασπορά της και κατά συνέπεια τη βιολογική δραστικότητά της@10. Γενικότερα για τα σαρκώματα των μαλακών μορίων οι διεθνείς μελέτες της αποτελεσματικότητα της λιποσωμιακής δοξορουβικίνης ως μονοθεραπεία δίδουν ανταποκρίσεις της τάξης του 20%@12.

Εντούτοις απαιτούνται πολλές ακόμη έρευνες προκειμένου να επιβεβαιωθεί η δραστικότητα του νέου αυτού φαρμάκου, τόσο για τα σαρκώματα των μαλακών μορίων όσο και για τα σαρκώματα του πεπτικού@13.

Eπιπλέον μία νέα κατηγορία χημειοθεραπευτικών, αυτή των ταξανών, έχει βρεθεί σε μελέτες φάσης ΙΙ ότι αποτελεί καλή εναλλακτική λύση στη θεραπεία των μεταστατικών σαρκωμάτων, με δημοσιευμένες ανταποκρίσεις της τάξης του 17%@14. Στην περίπτωση της ασθενούς μας έπειτα από 6 κύκλους συνδυασμένης χημειοθεραπείας με τα συγκεκριμένα φάρμακα η νόσος παρέμεινε απεικονιστικά στάσιμη και με πλήρη ύφεση των προ της θεραπείας υποκειμενικών ενοχλημάτων της.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

  1. Ελληνική Χειρουργική εταιρεία-Σαρκώματα πεπτικού συστήματος (3/2000)
  2. Witzigmann H, et al. Leiomyosarcoma of the rectum, Zentralbl Chir, 1995, 120: 1, 69-72; discussion 73-4/
  3. Chou FF et al. Smooth muscle tumors of the gastrointestinal tract: analysis of prognostic factors, Surg 1996 Feb ; 119(2):171-7.
  4. Cailliez T. JP et al. Rectal leiomyosarcoma. 4 new cases, Gastroenteriol Clin Biol, 1999 Apr, 23:4, 523-7.
  5. Mindlich B. et al. Leiomyosarcoma of the rectum: report of a case. Dis Colon Rectum 1975, Apr; 18(3): 233-6.
  6. Sybren M et al. Primary colorectal sarcoma. A retrospective review and prognostic factor study of 50 consecutive patients, Arch Surg-Vol 125, Sept 1990.
  7. Minsky BD et al. Conservative management of anal leiomyosarcoma. Cancer 1991; 68: 1640-1643.
  8. Suit H. Et al. Preoperative, intraoperative, and postoperative radiation in the treatment.
  9. Eilber FR et al. A randomized prospective trial using postoperative adjuvant chemotherapy( Adriamycin) in high grade extremity soft tissue sarcoma. Am J Clin Oncol 11: 39-45, 1988.
  10. Tardi PG et al. Liposomal Doxorubicin. J Drug Target 1996; 4(3): 129-40.
  11. Τοmas S. et al. Liposomal doxorubicin(Caelyx) in advanced pretreated soft tissue sarcomas: a phase II study of the Italian Sarcoma Group(ISG), AntiCancer Res 2000;Jan-Feb; 20(1B) 485-91.
  12. Garcia AA et al. Α phase II study of Doxil (liposomal doxorubicin): lack of activity in poor prognosis soft tissue sarcomas. Ann Oncol 1998 Oct; 9 (10) 1131-3.
  13. Gian VG et al. A phase II trial of paclitaxel in the treatment of recurent or metastatic soft tissue sarcomas or bone sarcomas. J Exp Ther Oncol 1996 May; 1(3): 186-90.
  14. Kessler KJ et al Perineal and perirectal sarcomas. Report of 2 cases. Dis Colon Rectum 1996 Apr; 39(4): 468-72.