ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ
Μοναχος μου καθομουνα, μια μερα σε
μιαν ακρη,
εκοιταζα τον πουτσο μου, και μου'πεσε
ενα δακρυ.
"Πουτσε μου, πως καταντησες,
χλωμος και μαραμενος,
εσυ, που ησουν παντοτε ορθος και
σηκωμενος?"
"Εμακραινες και μαυριζες, απ'την
πολλη την καυλα,
της καθε μιας εγιατρευες, το ντερτι
και την λαυρα.
Τωρα, δεν μου σηκωνεσαι, δεν μου
ζητας παιχνιδια,
καθεσαι κι αναπαυεσαι στα ενδοξα
σου αρχιδια!"