«Κινηματογραφιστής»
είναι ο όρος που περικλείει τη
μεγάλη γκάμα των ειδικοτήτων στις
οποίες κινείται εδώ και 20 χρόνια ο
Μάριος Καραμάνης. Διατηρώντας
πάντοτε μια αξιολογική
ουδετερότητα, γίνεται άνετα από
δουλειά σε δουλειά σκηνοθέτης,
ηθοποιός, βοηθός σκηνοθέτης, casting director και διευθυντής παραγωγής.

|
«Πιστεύω στην
πνευματικότητα του βιωματικού
κινηματογράφου»
|
«Ο καταμερισμός
της εργασίας με τη στενή έννοια
του όρου», δηλώνει, «δεν ίσχυσε
ποτέ για τους ανθρώπους του
κινηματογράφου, πόσο δε μάλλον σε
συνθήκες σαν τις ελληνικές, όπου
εξακολουθεί να υπάρχει τεράστιο
έλλειμμα εκπαίδευσης και δεν σου
απομένει παρά το να προσπαθείς να
ανακαλύψεις τα βασικότερα
δουλεύοντας».
Γεννημένος
το '63 στη Λιβαδειά, ο Μάριος
Καραμάνης δραστηριοποιήθηκε από
πολύ νωρίς στον χώρο της
εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς,
πράγμα που τον οδήγησε και στην
Αθήνα, στα δεκαοκτώ του, όπου θα
αναζητούσε συντρόφους στην «αντίσταση
κατά του εκχυδαϊσμού της
πολιτικής και της συντριβής του
συνδικαλιστικού κινήματος»...
...Γράφτηκε
στη Σχολή Σταυράκου, αδιαφορώντας
αρχικά για το αντικείμενο των
σπουδών, μέχρι τη στιγμή που
κάποιος τον έστειλε να δουλέψει
ως βοηθός του Γιάννη Σμαραγδή στο
«Τραγούδι της επιστροφής». «Φόρεσα
τα καλά μου», θυμάται, «κουρεύτηκα,
και πήγα στην "πρώτη μου
δουλειά", όπου όμως τους είδα
όλους με μακριά μαλλιά και με
σανδάλια».
Λίγο
αργότερα γνωρίστηκε με τον Σταύρο
Τορνέ, που, εκτός από βοηθό του στη
σκηνοθεσία, τον χρησιμοποίησε και
ως πρωταγωνιστή στις ταινίες του
«Καρκαλού» και «Ένας ερωδιός για
τη Γερμανία». Η συνάντηση αυτή
υπήρξε καθοριστική για τον Μάριο
Καραμάνη, καθώς θα του αποκάλυπτε
«την πνευματικότητα του
βιωματικού κινηματογράφου, το
ποιητικό στην ουσία του». Το
μεγάλο αφιέρωμα στον Τορνέ, που
οργανώθηκε φέτος από το Φεστιβάλ
Θεσσαλονίκης, το θεωρεί ελάχιστο
φόρο τιμής στον μεγάλο Έλληνα
σκηνοθέτη «που ενώ τύγχανε μιας
ευρείας αποδοχής στην Ελλάδα και
το εξωτερικό ο «Ερωδιός» ήταν
και υποψήφιος για τα πρώτα
ευρωπαϊκά Όσκαρ (Φελίξ) κατά
καιρούς αντιμετωπίστηκε και σαν
το μαύρο πρόβατο του ελληνικού
κινηματογράφου». Σε έναν δικτυακό
τόπο που επιμελήθηκε ο ίδιος ως
ταπεινός μαθητής του, http://www.geocities.com/stavros_tornes, μπορεί κανείς να βρει την εργογραφία του,
φωτογραφικό υλικό καθώς και
διάφορα κείμενα ανθρώπων που τον
αγάπησαν.
Ως
σκηνοθέτης, ο Μάριος Καραμάνης
πρωτοεμφανίστηκε το '84 με τον «Αθηναίο»,
μια μικρού μήκους κομεντί που
σατιρίζει το χάσμα ανάμεσα στην
πόλη και την ύπαιθρο, και
ακολούθησαν διάφορα ντοκιμαντέρ
για την κρατική τηλεόραση, όπως οι
«Ψαράδες», οι «Σκαφτιάδες της
σμυρίδας», τα «Ιερά Δένδρα», ο «Ψηλορείτης»,
το «Αίγινα, Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ»,
κ.ά. Πέρυσι σκηνοθέτησε σε
συνεργασία με τον Ορέστη
Ανδρεαδάκη και τα 85 μονόλεπτα
βίντεο της σειράς «Από τον νέο
ελληνικό κινηματογράφο» που
προβλήθηκαν από το Μega Channel. Ως ηθοποιός εμφανίστηκε ακόμη
σε ταινίες του Παναγιώτη
Καρκανεβάτου, στο «Μειδιώμεν καθ'
οδόν» του Γιάννη Σμαραγδή, στον «Λούσια»
των Νίκου Χουλιαρά και Σταύρου
Καπλανίδη, στον «Δραπέτη» του
Λευτέρη Ξανθόπουλου, στις «Αισθήσεις»
της Έλενας Καζαντζίδη, κ.ά.
«Προσπάθησα
όλα αυτά τα χρόνια», δηλώνει, «να
κρατηθώ μακριά από το χυδαίο, από
τα εγκεφαλικά σχήματα ή την
προπαγάνδα, που δεν βγαίνουν μέσα
από την καρδιά και την ψυχή ενός
ανθρώπου. Οι αμερικανικές ταινίες
λ.χ. στην πλειονότητά τους είναι
ψεύτικες, δεν με πείθουν, δεν μου
μεταδίδουν απολύτως τίποτα. Ο
θεατής εκτιμά την αλήθεια μιας
ειλικρινούς δημιουργίας, κι ας
είναι αυτή σχετική ή διαφορετική
από τη δική του».
Θεωρώντας
«καλώς ή κακώς» τον σύγχρονο
ελληνικό κινηματογράφο «αναπόσπαστο
τμήμα του νέου ελληνικού
πολιτισμού», ο Μάριος Καραμάνης
ασκεί έντονη κριτική στο Ελληνικό
Κέντρο Κινηματογράφου. «Γίνονταν
πράγματα, αλλά εκ των ενόντων»,
λέει, «δεν χαράχθηκε ποτέ μια
διαρκής και ουσιαστική πολιτική
να στηρίξει τον πειραματικό
κινηματογράφο και τους νέους
σκηνοθέτες, να οργανωθεί
αποτελεσματικά η εξαγωγή των
ταινιών στη διεθνή αγορά.
Χρειάζεται πρόγραμμα στήριξης
του ελληνικού κινηματογράφου, ώστε να διεκδικεί τα κονδύλια και
όχι απλώς να περιμένει στη γωνία
τι ψίχουλα θα του πετάξει το
υπουργείο Πολιτισμού για να
μοιράσει αυτό με τη σειρά του
στους δημιουργούς».
εφημερίδα
ΤΑ ΝΕΑ 17/ 11/ 2001
ΖΑΧΑΡΙΑΣ
ΡΟΥΣΤΑΝΗΣ
|