Τρίτο Μάτι, Ιανουάριος 2000, Τεύχος 83

 

@ Χρόνια, αιώνες, χιλιετίες…

Χρόνια, αιώνες, χιλιετίες… Αχ! Και να ’πηζε ο χρόνος και να ’ταν το τραύμα του μια αόρατη ουλή, μια λεπτή γραμμή πάνω στο δέρμα του κόσμου. Τούτου του γαλάζιου κόσμου, του χαμένου στα απώτατα άκρα κάποιου μακρινού γαλαξία, όπου τα παγόβουνα χλευάζουν την ανθρώπινη ματαιοδοξία, και όπου οι Τιτανικοί (http://www.6gymnasio.gr/activities/artra/titanikos/Titanic.htm) όταν βυθίζονται παρασέρνουν στον υγρό τάφο τους τα δεμένα με πολύτιμους λίθους Ρουμπαγιάτ του ποιητή. Του Ομάρ Καγιάμ (http://www.arabiannights.org/rubaiyat/index2.html, http://www.fordham.edu/halsall/basis/omarkhayyam-rub2.html) που έγραφε στα τέλη του πρώτου και στις αρχές του δεύτερου αιώνα αυτής της χιλιετίας:

«Αχ! Πολυαγαπημένη μου, γέμισε την κούπα που ξεθολώνει
το ΣΗΜΕΡΑ απ’ τις λύπες του παρελθόντος και του μέλλοντος τους φόβους.
Αύριο; Ίσως αύριο να είμαι εγώ
με τα επτά χιλιάδες χρόνια του χτες.»


@ Τι απέμεινε από τα επτά χιλιάδες χρόνια του χτες;

Οι προσωπικές αναμνήσεις μιας χιλιετίας που φεύγει. Αισθήματα για ανθρώπους, αισθήσεις για κάποια βιβλία, για μερικά κτήρια, πίνακες, μουσικά έργα…

Η εικόνα του Ιερώνυμου Μπος να ζωγραφίζει τον Κήπο των Ηδονών (http://www.artchive.com/artchive/ftptoc/bosch_ext.html), και η αίσθηση του παγωμένου αέρα που σε περονιάζει καθώς περιμένεις έξω από το Πράδο (http://museoprado.mcu.es/) τους φίλους από τους Αντίποδες, μ’ ένα μπουκάλι ούζο στο χέρι. Η ατμόσφαιρα της μικρής απέριττης αίθουσας του Μουσείου Σταίτλ με τους πίνακες των Φλαμανδών δασκάλων. Τα πρωινά άσματα των αηδονιών στο διπλανό αλσύλλιο εκείνο το πρωί, όλες οι αποχρώσεις του γκρίζου στη βρεγμένη Παμβώτιδα εκείνο το χάραμα (http://medlab.cs.uoi.gr/images/photos/nisaki.jpg), η γεύση του κόκκινου χιλιάνικου κρασιού εκείνο το καλοκαιριάτικο βράδυ στις Άνδεις καθώς συζητάς με αγαπημένους φίλους για ζωντανούς ποιητές και για νεκρούς επαναστάτες, ενώ από πάνω σου λάμπουν εκατομμύρια αστέρια -που μόνον εκεί λάμπουν έτσι…

Οι μελωδίες του Μότσαρτ και του Μπαχ που ξεχύθηκαν από τις κιθάρες του Trio Gothico στο σταυροδρόμι του Μπουένος Άιρες εκείνο το απομεσήμερο, η μαγεία της Κηδείας του Κόμητα Οργκάθ (http://www.santotome.macom.es/), του Ελ Γκρέκο (http://netcontrol.net/netcontrol/themata-b/bi48/index.html, http://www.interkriti.org/culture/elgreco/grtext.htm#top) στο παρεκκλήσι του Αγίου Θωμά, κάποιο άλλο βροχερό πρωινό στο Τολέδο (http://www.artchive.com/artchive/ftptoc/bosch_ext.html), η θέα από το σπίτι όπου έζησε τα περισσότερα χρόνια του ο Έλληνας και το ανοιχτό βιβλίο του Ξενοφώντα… Η Sagrada Familia (http://sagfam.deakin.edu.au/) και τα κτήρια του Γκαουντί (http://futures.wharton.upenn.edu/~jonath22/gaudi.html), η Ράμπλας το απόβραδο, η Ούντερ ντεν Λίντεν και ο ναός της Περγάμου στο κοντινό μουσείο που το «πριόνισμα» των μαρμάρων του τίποτα δεν αφαίρεσε από το κάλλος του…

Το κάψιμο της τεκίλα στο σόκαλο της Οαχάκα, και το αγαπημένο παγκάκι του Δον Χουάν εκεί κοντά (http://www.mexconnect.com/mex_/travel/acogan/acoaxaca.html αλλά και http://www.nagual.net/ixtlan/, http://www.castaneda.org/), οι αμμουδιές που γύρευε ο Ντεμπόρ (http://www.nothingness.org/si/debord/index.html) εκείνα τα χρόνια κάτω από τα πλακόστρωτα του Παρισιού, το φαγοπότι προς τιμήν του «Αγίου Μόδεστου» στον Κάμπο της Χίου (http://www.chiosnet.gr/chios/kambos0_gr.htm) καθώς το βλέμμα αγκαλιάζει τα κύματα από τη θάλασσα των ανθισμένων ξυνόδεντρων…

Η βραχνή φωνή της Τσαβέλα Βάργκας στο Αλαμέδα εκείνο το χάραμα καθώς άδει τη La Llorona, οι πολεμικές κραυγές του Λαουτάρο και του λαού του που αντιστέκονται για τρεισήμισι αιώνες στην άλλη άκρη της ηπείρου (http://www.xs4all.nl/~rehue/index.html)… Και… Και… Και…

Τι απέμεινε λοιπόν από τα τελευταία χίλια χρόνια; Ό,τι απομένει μετά το πέρασμα κάθε χιλιετίας. Μόνον τα ονόματα που καταγράφει στις δέλτους της η ιστορία διαφέρουν. Τα αισθήματα των ανθρώπων είναι πάντα ίδια. Το φλογισμένο βλέμμα των ερωτευμένων, το μισαλλόδοξο του ιεροεξεταστή, το βλέμμα με το ανείπωτο «Γιατί;» του ετοιμοθάνατου στρατιώτη, το γεμάτο αγάπη βλέμμα της μάνας, το γεμάτο γλυκιά προσμονή βλέμμα όσων περιμένουν σε κάποιο λιμάνι, σε κάποια όαση το καράβι ή το καραβάνι που θα φέρει κοντά τους τους αγαπημένους τους. Τα αισθήματα μένουν πάντα τα ίδια. Η ίδια ανημπόρια μπροστά στο θάνατο. Αυτή η αίσθηση του τέλους, όμως, δεν είναι εκείνη που δίνει νόημα σε κάθε αρχή; Και η επίγνωση του επερχόμενου τέλους δεν μεταβάλλεται τελικά σε λυτρωτική αδιαφορία; Στο κάτω-κάτω, όπως έχει πει ένας ακόμη μεγάλος αυτού του αιώνα, ο Μαχάτμα Γκάντι «Ό,τι κι αν κάνεις είναι ασήμαντο, είναι πολύ σπουδαίο όμως που το κάνεις».

Ο καλύτερος, ίσως, τρόπος για να αποχαιρετήσουμε –εμείς, οι νεοάγριοι των ηλεκτρονικών σπηλαίων– τον αιώνα που φεύγει και να καλωσορίσουμε τον αιώνα που έρχεται είναι τα λόγια του ανδροειδούς προς τον μπάτσο, σε μια από τις τελευταίες σκηνές του Blade Runner (http://www.bit.net.au/~muzzle/bladerunner/) του βασισμένου στο βιβλίο του Φίλιπ Κ. Ντικ (http://www.users.interport.net/~regulus/pkd/pkd-int.html, http://www.scifi.gr/anagnwsh/ergasies/P_K_Dick.htm):

«Έχω δει πράγματα που εσείς οι άνθρωποι δεν θα πιστεύατε.
Επιθέσεις σε φλεγόμενα σκάφη στην άκρη του βραχίονα του Ωρίωνα.
Είδα δέσμες C να λάμπουν στο σκοτάδι στην πύλη Ταννχάουζερ.
Όλες εκείνες οι στιγμές
Θα χαθούν
Στο τέλος του χρόνου
Σαν δάκρυα στη βροχή.»

Το τέλος του χρόνου, όμως, είναι ακόμα μακριά. Το τέλος μιας χιλιετίας, δεν σημαίνει παρά την αρχή μιας άλλης. Όσο για τα δάκρυα στη βροχή, σύμφωνα με τον Alfred Edward Housman (http://www4.ncsu.edu/~aekirby/housman.html),

«Μέσα στη θάλασσα βρέχει, κι η θάλασσα πάλι αλάτι μένει».