ΗΠΑ: Το –Δίδυμο– Προπύργιο της Τρομοκρατίας και της Ναρκωκρατίας |
Η Αυτοκρατορία Το να επιχειρήσει να ερμηνεύσει κανείς την εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ χρησιμοποιώντας όρους όπως «δημοκρατία», «ελευθερία», «ανθρώπινα δικαιώματα», «οικονομία της αγοράς», «φιλελευθερισμός», «παγκοσμιοποίηση», κ.λπ., κ.λπ., είναι χαμένος κόπος. Η επιλεκτική χρησιμοποίηση αυτών των όρων από τις ΗΠΑ, δηλαδή η πολιτική χρησιμοποίησή τους ανάλογα με τα εκάστοτε συμφέροντά τους, καθιστά άχρηστους τους παραπάνω όρους, και γεννά φαιδρές καταγγελίες με μόνιμη επωδό φράσεις όπως «η υποκρισία των ΗΠΑ» ή «τα δύο μέτρα και σταθμά» της πολιτικής των ΗΠΑ. Το κενό που παρουσιάζει οποιαδήποτε πολιτική θεωρία για τις ΗΠΑ, δηλαδή η αδυναμία διαμόρφωσης μιας πολιτικής ανάλυσης που να ερμηνεύει όλα τα ιστορικά φαινόμενα που αναπτύχθηκαν στις ΗΠΑ, έγινε περισσότερο έντονο τις τελευταίες δεκαετίες. Το κενό αυτό είναι ορατό και από την ίδια την άρχουσα τάξη των ΗΠΑ, που από τη μια πλευρά παρουσιάζει τις ΗΠΑ ως προασπιστή της «ελευθερίας» και της «δημοκρατίας» όταν καταγάγει μια «νίκη» κατά των δυνάμεων της «ανελευθερίας» και του «σκοταδισμού» και από την άλλη πλευρά, σε περιπτώσεις «ήττας», καταφεύγει σε ατέλειωτες «ηθικολογίες» για το «πόσο αφελείς… πόσο ανόητοι… πόσο άνθρωποι…» είναι οι Αμερικανοί μέσα σ’ αυτόν τον «βάρβαρο» και «σκοταδιστικό» κόσμο, όπου οι ΗΠΑ αποτελούν τον φάρο της «ελευθερίας» και της «δημοκρατίας». Δεν είναι, συνεπώς, τυχαίο που τα τελευταία χρόνια αναπτύχθηκαν θεωρίες –ή απόπειρες διαμόρφωσης κάποιας θεωρίας– για να καλύψουν αυτό το κενό. Δεν θα αναφερθώ φυσικά σε φαιδρότητες περί «σύγκρουσης πολιτισμών» κ.λπ. Δύο κατά τη γνώμη μου είναι οι σημαντικότερες εξ αυτών των θεωριών: η θεωρία της «ενδοπολιτικής» και η θεωρία της «Αυτοκρατορίας». Η θεωρία περί «Αυτοκρατορίας» διατυπώθηκε από τον Ιταλό Αντόνιο Νέγκρι και τον Αμερικανό καθηγητή Μάικλ Χαρντ (Hardt) σε ομότιτλο βιβλίο που εκδόθηκε πέρυσι από τους οίκους Oxford University Press και Harvard University Press. Οι Νέγκρι και Χαρντ παρομοιάζουν την κατάσταση που επικρατεί σήμερα στον πλανήτη με εκείνη της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας στην οποία συνυπήρχαν η αριστοκρατία και η δημοκρατία. Θεωρούν ότι η παγκοσμιοποίηση είναι μη αναστρέψιμη, ότι το κίνημα κατά της παγκοσμιοποίησης αποτελεί «ένα κίνημα εναλλακτικής παγκοσμιοποίησης», ότι το φαινόμενο της παγκοσμιοποίησης δεν το διαμορφώνουν ούτε οι ΗΠΑ ούτε ο ΟΗΕ, αλλά υπερεθνικοί οργανισμοί όπως το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και ο Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου. Ότι τα έθνη δεν πρέπει να στρέφουν την πολεμική τους εναντίον των ΗΠΑ, αφού οι όλοι οι καπιταλιστές του κόσμου είναι εξίσου ελεεινοί με τους Αμερικανούς, ότι δεν υπάρχουν πλούσιες και φτωχές χώρες, αφού οι ιθύνουσες τάξεις των χωρών έχουν συγχωνευτεί με την αυτοκρατορία και ούτω καθεξής. Οι ενστάσεις πολλές. Εξ όσων γνωρίζω, δεν έγινε ποτέ δημοψήφισμα για το αν οι κάτοικοι κάποιας χώρας της Μεσογείου επιθυμούσαν να ενταχθούν στο ρωμαϊκό Imperium. Και το ερώτημα: από πού ξεκινούν οι λεγεώνες της σύγχρονης αυτοκρατορίας; Ίσως δεν είναι τυχαίο που τους τελευταίους μήνες ολοένα και περισσότεροι πολιτικοί αναλυτές στις ΗΠΑ, επηρεασμένοι προφανώς από το βιβλίο των Νέγκρι και Χαρντ, διατυπώνουν απόψεις σύμφωνα με τις οποίες είναι καιρός πια οι ΗΠΑ να πάψουν να παπαγαλίζουν τα περί «δημοκρατίας» και να αρχίσουν να διαμορφώνουν την πολιτική τους στον πλανήτη σύμφωνα με ό,τι πραγματικά είναι: μια αυτοκρατορία. Λεπτομέρεια: ο Αντόνιο Νέγκρι ήταν στις δεκαετίες του 1960 και 1970 ο θεωρητικός του ένοπλου κινήματος στην Ιταλία (Ερυθρές Ταξιαρχίες κ.λπ.). Έζησε εξόριστος για χρόνια στη Γαλλία και όταν επέστρεψε καταδικάστηκε σε κάθειρξη δώδεκα ετών. Σήμερα ζει ακόμα υπό καθεστώς περιοριστικών όρων. Η θεωρία της «ενδοπολιτικής» (deep politics) αναπτύσσεται τα τελευταία χρόνια από κάποιους
φιλελεύθερους πανεπιστημιακούς και, κατά κάποιο τρόπο, αποτελεί την «αριστερή» απάντηση σε όλη τη «δεξιά» φιλολογία
περί συνωμοσιών, που αναπτύχθηκε ραγδαία μετά τη δολοφονία του Τζον Κέννεντυ. Ο όρος ενδοπολιτική χρησιμοποιήθηκε
για πρώτη φορά από τον καθηγητή του πανεπιστημίου της Καλιφόρνιας στο Μπέρκλεϋ, και πρώην διπλωμάτη του Καναδά,
Peter Dale Scott για να περιγράψει τις στενότατες σχέσεις μεταξύ της κυβέρνησης των ΗΠΑ, των
μεγάλων επιχειρήσεων και του οργανωμένου εγκλήματος που έχουν βαθιές ρίζες στην αμερικανική
κοινωνία αλλά σπάνια αναφέρονται στα μέσα ενημέρωσης. Μπορεί αυτές οι σχέσεις να αγνοούνται από τα μέσα των ΗΠΑ, όμως
την τελευταία δεκαπενταετία πλήθος πανεπιστημιακών και δημοσιογράφων έχουν τεκμηριώσει πλήρως τα στοιχεία
που αφορούν αυτή την «ανίερη» διαπλοκή. Και είναι αυτή η «ανίερη» συμμαχία που πουλούσε όπλα στο Ιράν, την εποχή που
βρισκόταν σε εμπάργκο από τις ΗΠΑ, για να ενισχυθούν οι Κόντρας στη Νικαράγουα. Ή οι πράκτορες της CIA που,
εκτελώντας «διαταγές ανωτέρων» πουλούσαν κοκαΐνη στο Λος Άντζελες για να χρηματοδοτήσουν πάλι τους Κόντρας.
Και όταν ο δημοσιογράφος Gary Webb αποκάλυψε σε σειρά άρθρων του σε εφημερίδα του Σαν
Χοσέ αυτό το γεγονός, αναγκάστηκε ο διευθυντής της CIA να κάνει για πρώτη φορά στην ιστορία της «υπηρεσίας»
δημόσια εμφάνιση σε σχολείο της περιοχής για να καθησυχάσει τους έξαλλους γονείς. Φυσικά, ο Webb
εξαναγκάστηκε σε παραίτηση από την εφημερίδα. Και εξίσου καλά τεκμηριωμένη είναι και η εμπλοκή της CIA στην
καλλιέργεια ναρκωτικών στη Νοτιανατολική Ασία, στο Αφγανιστάν –όταν η παραγωγή οπίου χρηματοδοτούσε τον
αγώνα των Μουτζαχεντίν κατά των Σοβιετικών εισβολέων– και όταν η CIA και οι βρετανικές μυστικές υπηρεσίες
χρηματοδοτούσαν αδρά τους σημερινούς «φανατικούς ισλαμιστές».
Πόλεμος κατά της τρομοκρατίας Ο πόλεμος κατά της τρομοκρατίας που κήρυξαν οι ΗΠΑ, μετά τα τρομοκρατικά χτυπήματα της 9-11, χαρακτηρίστηκε από κάποιους ως ο Γ΄ Παγκόσμιος Πόλεμος. Ίσως να πρόκειται για έναν από τους συνηθισμένους υπερβολικούς χαρακτηρισμούς των κάθε είδους ειδικών και πολιτικών αναλυτών, όμως αν λάβουμε υπόψη μας τους ηθικούς αυτουργούς και τους χρηματοδότες των δύο προηγούμενων Παγκόσμιων Πολέμων τότε ο χαρακτηρισμός ίσως να μην απέχει και πολύ από την πραγματικότητα. Μήπως δεν είναι η ίδια συμμορία που, ελέγχοντας τις ΗΠΑ τουλάχιστον τα τελευταία εκατό χρόνια, προκάλεσε τους δύο προηγούμενους πολέμους; Μήπως δεν ήταν ο τραπεζίτης και γερουσιαστής του Κονέκτικατ Πρέσκοτ Μπους, παππούς του σημερινού και πατέρας του προ-προηγούμενου προέδρου των ΗΠΑ, εκείνος που, σε συνεργασία με άλλα εκλεκτά μέλη της συμμορίας, χρηματοδότησε αδρά τις δεκαετίες του 1920 και 1930 τόσο τους μπολσεβίκους της Σοβιετικής Ένωσης όσο και τους εθνικοσοσιαλιστές της Γερμανίας; Μήπως μαζί του δεν συνεργάζονταν οι διάφοροι Πίερποντ Μόργκαν –σ’ αυτόν οφείλεται το πρώτο συνθετικό της εταιρείας Morgan-Stanley που είχε τα γραφεία της στους Δίδυμους Πύργους– ή οι διάφοροι Ροκφέλερ –εξάλλου ιδέα του Ντέιβιντ Ροκφέλερ (του μοναδικού ανθρώπου που έχει παραστεί σε όλες τις συνεδριάσεις της Λέσχης Μπίλντερμπεργκ) ήταν η ανοικοδόμηση του Παγκόσμιου Κέντρου Εμπορίου στη δεκαετία του 1960– ή οι διάφοροι Βάμπουργκ, γερμανοαμερικανοί τραπεζίτες με στενότατες σχέσεις με τον οίκο των Ρότσιλντ; Μήπως δεν ήταν οι ίδιοι Μόργκαν-Ροκφέλερ-Βάμπουργκ εκείνοι που επέβαλαν τη δημιουργία της κεντρικής τράπεζας των ΗΠΑ –της Ομοσπονδιακής Τράπεζας Αποθεμάτων– όταν το σχετικό νομοσχέδιο ψηφίστηκε παραμονές Χριστουγέννων καθώς είχαν κληθεί να ψηφίσουν μόνον οι βουλευτές που είχαν ταχθεί υπέρ του; Μήπως δεν ήταν η ίδια συμμορία που επέβαλε τη διάσπαση του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος στις εκλογές του 1912, με τη δημιουργία του Προοδευτικού Κόμματος και υποψήφιο τον πρώην πρόεδρο Θήοντορ Ρούζβελτ, για να καταφέρουν να εκλεγεί ο εκλεκτός τους Γούντροου Ουίλσον; Μήπως δεν ήταν ο Ουίλσον εκείνος που κατάφερε να επανεκλεγεί πρόεδρος το 1916 έχοντας ως σύνθημα «όχι στον πόλεμος» και τρεις μήνες αργότερα κήρυσσε τον πόλεμο στη Γερμανία «για να εξασφαλιστεί η δημοκρατία στον κόσμο»; Μήπως δεν ήταν τα μέλη της ίδιας συμμορίας εκείνοι που συμμετείχαν στη Διάσκεψη των Βερσαλλιών, οι επαχθείς όροι της οποίας διαμορφώθηκαν με τέτοιο τρόπο ώστε να οδηγήσουν με μαθηματική βεβαιότητα στον επόμενο Παγκόσμιο Πόλεμο; Μήπως δεν ήταν το ίδιο κύκλωμα τραπεζιτών που διευκόλυνε τη διέλευση του Λένιν μέσα από τη Γερμανία –στο περίφημο «σφραγισμένο τραίνο»– ώστε να φτάσει ασφαλώς και έγκαιρα στην Αγία Πετρούπολη μετά την επανάσταση του Φεβρουαρίου του 1917; Μήπως το ίδιο κύκλωμα δεν εξασφάλισε την αδρή χρηματοδότηση των μπολσεβίκων έκτοτε και τη μεταφορά τεχνολογίας από τις ΗΠΑ στη Σοβιετική Ένωση για πολλές δεκαετίες –ακόμη και την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου; Ή μήπως η πετρελαϊκή εταιρεία των Ροκφέλερ δεν ήταν η μόνη εταιρεία που λειτουργούσε απρόσκοπτα στο Μπακού τη δεκαετία του 1920 όταν τα πάντα είχαν κρατικοποιηθεί στη Σοβιετική Ένωση; Τα «μήπως» δεν έχουν τέλος, όσον αφορά στην αμερικανική εξωτερική πολιτική τα
τελευταία εκατό χρόνια. Και οι Αμερικανοί επιμένουν να προσεγγίζουν όλες τις «ήττες» τους με τη θεωρία της «αφέλειας»,
την οποία πρόσφατα περιέγραψε κατά τον καλύτερο τρόπο αμερικανός αναλυτής με τη φράση «πόσο ανόητο είναι αυτό, πόσο
αμερικάνικο είναι αυτό», αναφερόμενος στους Ταλιμπάν. Σύμφωνα με τη θεωρία της «αφέλειας», η αμερικανική κυβέρνηση, που
κάνει το καλύτερο δυνατόν για το λαό των ΗΠΑ, μερικές φορές υποπίπτει και σε σφάλματα, υποστηρίζοντας πάντα τους
λάθος ανθρώπους.
Οι λάθος άνθρωποι Άτυχοι. Πραγματικά άτυχοι είναι οι ηγέτες των ΗΠΑ –και οι συν αυτοίς συμπορευόμενοι και συνδοξαζόμενοι ηγέτες του κόσμου– στην επιλογή των φίλων τους τις τελευταίες δεκαετίες. Οι ηγέτες του –πάλαι ποτέ– «ελεύθερου κόσμου» προσφέρουν απλόχερα τα «ηθικά» αγαθά της ελευθερίας, της δικαιοσύνης, της δημοκρατίας –καθώς και πακτωλούς δολαρίων– και εισπράττουν τελικά από τους ανά τον κόσμο «άσπονδους» φίλους τους μόνον αγνωμοσύνη και πισώπλατα μαχαιρώματα. Θα αναφέρω μερικά –ελάχιστα– πασίγνωστα παραδείγματα και ένα σχεδόν άγνωστο: στην πρώτη κατηγορία ανήκουν οι Μανουέλ Νοριέγκα, Σαντάμ Χουσεΐν και Οσάμα μπιν Λάντεν. Στη δεύτερη κατηγορία ανήκει ο Στέφανο ντέλε Κιάιε. Ο στρατηγός Νοριέγκα, έμμισθος πράκτορας της CIA επί σειρά ετών καθώς και πρόεδρος της χώρας του, «πρόδωσε» την εμπιστοσύνη των φίλων του όταν αποφάσισε ότι θα έπρεπε να κατακρατά μεγαλύτερο ποσοστό από το ξέπλυμα των ναρκοδολαρίων στο οποίο επιδίδονταν πλείστες όσες τράπεζες της χώρας του. Τα πραγματικά αφεντικά του παγκοσμίου εμπορίου ναρκωτικών δεν συγχωρούν τέτοιες παρασπονδίες, ειδικά όταν πρόκειται για «διαφυγόντα κέρδη», και έτσι μια στρατιωτική εισβολή των ΗΠΑ στον Παναμά έλυσε το πρόβλημα στέλνοντας τα κατάλληλα μηνύματα προς κάθε κατεύθυνση. Ο στρατηγός εκτίει σήμερα ποινή ισόβιας κάθειρξης σε κάποια φυλακή των ΗΠΑ. Ο Σαντάμ Χουσεΐν, πρόεδρος του Ιράκ, αφού πρώτα δέχτηκε τη γενναιόδωρη στρατιωτική βοήθεια του «ελεύθερου κόσμου» για να αντιμετωπίσει τις «ορδές» των αγιατολάδων του Ιράν –στον μεταξύ των δύο χωρών δεκαετή πόλεμο– στη συνέχεια «παρασύρθηκε» από την Αμερικανίδα πρέσβειρα, η οποία άφησε να εννοηθεί ότι οι ΗΠΑ δεν θα αντιδρούσαν σε περίπτωση που το Ιράκ εισέβαλε στο Κουβέιτ, και κατέλαβε τη γειτονική χώρα. Τότε, ο «ελεύθερος κόσμος» ανακάλυψε ότι ο Σαντάμ ήταν ο «Χίτλερ της Μέσης Ανατολής». Τα υπόλοιπα είναι ιστορία… Ωστόσο, το Ιράκ βομβαρδίζεται ανελλιπώς την τελευταία δεκαετία από «συμμαχικά» αεροπλάνα, επειδή ο Σαντάμ αρνείται να καταστρέψει τις εγκαταστάσεις παραγωγής χημικών αερίων και τα κέντρα έρευνας για την παραγωγή πυρηνικών όπλων. Λεπτομέρεια πρώτη: όταν στα μέσα της δεκαετίας του 1980 το Ιράκ αποτελούσε το προπύργιο της Δύσης απέναντι στον «ισλαμικό κίνδυνο των αγιατολάδων του Χομεϊνί», ο Σαντάμ είχε το «ελεύθερο» να εξοντώνει με χημικά αέρια δεκάδες χιλιάδες Κούρδων (το 1983 στο Αρμπίλ και το 1988 στην Χαλάμπτσα). Λεπτομέρεια δεύτερη: τα θύματα των βομβαρδισμών, των καρκίνων από τις βόμβες απεμπλουτισμένου ουρανίου που χρησιμοποιήθηκαν κατά κόρον στην «Καταιγίδα της Ερήμου» και του εμπάργκο (τρόφιμα, φάρμακα) ξεπερνούν το ένα εκατομμύριο. Προφανώς, οι ηγέτες του «πολιτισμένου κόσμου» θεωρούν πως οι αθώοι άμαχοι του Ιράκ δεν είναι καθόλου αθώοι με τον ηγέτη που έχουν. Το αντίστροφο συμπέρασμα δεν θα το αναφέρω – σήμερα, στη Δύση, δεν είναι καθόλου πολιτικά ορθό να λέγονται τέτοια πράγματα. Ίσως να είναι και επικίνδυνο. Προτού ασχοληθούμε με τον βίο και την πολιτεία του άλλου «άφιλου-φίλου» της Δύσης, τον Οσάμα Μπιν Λάντεν, θα γυρίσουμε αρκετά
χρόνια πίσω, στον βίο και στην πολιτεία του Στέφανο Ντέλλε Κιάιε.
Τυφλή τρομοκρατία Όταν αναφέρουμε τις λέξεις Ιταλία και τρομοκρατία, το πρώτο όνομα που μας έρχεται στο νου είναι εκείνο των Ερυθρών Ταξιαρχιών (τις οποίες αναλφάβητος «ειδικός», από τους πολλούς που κατέκλυσαν τα τηλεοπτικά παράθυρα τις τελευταίες ημέρες, αποκάλεσε «μπριγκάτες ρόσσες»!) Οι ενέργειες, ωστόσο, των Ερυθρών Ταξιαρχιών, που έδρασαν για δύο περίπου δεκαετίες, είναι αμφίβολο αν προκάλεσαν τόσα θύματα όσα μια σειρά άλλων τρομοκρατικών χτυπημάτων που –σε αντίθεση με εκείνα των Ε.Τ.– είχαν ένα κοινό χαρακτηριστικό: επρόκειτο για τυφλά τρομοκρατικά χτυπήματα εναντίον αθώων και ανυποψίαστων πολιτών. Τα σημαντικότερα από αυτά: 12 Δεκεμβρίου 1969. Έκρηξη βόμβας στο υποκατάστημα της Αγροτικής Τράπεζας στην Πιάτσα Φοντάνα του Μιλάνου. 16 νεκροί και 88 σοβαρά τραυματισμένοι. 4 Αυγούστου 1974. Έκρηξη βόμβας στην ταχεία Ρώμης-Μονάχου. 12 νεκροί και 48 τραυματίες. 2 Αυγούστου 1980. Έκρηξη βόμβας στο σιδηροδρομικό σταθμό της Μπολόνιας. 85 νεκροί και περισσότεροι από 200 τραυματίες. Όλες αυτές οι επιθέσεις αποτελούσαν όψεις της αποκληθείσας «στρατηγικής της έντασης», και από την πρώτη στιγμή αποδόθηκαν σε ακροαριστερούς τρομοκράτες, για να αποδειχθεί χρόνια αργότερα ότι κάτι τέτοιο δεν είχε συμβεί. Οι πραγματικοί ένοχοι ήταν Ιταλοί ακροδεξιοί, με γνωστότερο ανάμεσά τους τον περιβόητο Στέφανο Ντέλλε Κιάιε, γνωστό και για τις σχέσεις τους με την ελληνική χούντα. Οι τρομοκράτες αυτοί καθοδηγούνταν από τις ιταλικές μυστικές υπηρεσίες και στην όλη υπόθεση προστέθηκαν αργότερα και η μασονική στοά Π-2, το Βατικανό, η μαφία, η CIA, το ΝΑΤΟ… Πάντως, ο Ντέλλε Κιάιε, μετά από ένα διάστημα διαμονής στη φρανκική Ισπανία, επισκέφτηκε στα τέλη του 1973 μαζί με τον πρίγκηπα Βαλέριο Μποργκέζε, που είχε ηγηθεί μιας απόπειρας πραξικοπήματος στην Ιταλία, τη Χιλή, όπου μόλις είχε καταλάβει την εξουσία, με τις ευλογίες της CIA και του Χένρυ Κίσσινγκερ ο Αουγκούστο Πινοτσέτ (κατά τραγική σύμπτωση το χτύπημα στους Δίδυμους Πύργους σημειώθηκε ακριβώς 28 χρόνια μετά την ανατροπή και τη δολοφονία του προέδρου Σαλβαντόρ Αλλιέντε). Στη συνέχεια επισκέφτηκε την Αργεντινή αλλά και άλλες χώρες της Λατινικής Αμερικής (ανάμεσά τους και την Παραγουάη του στρατηγού Στρέσνερ) συμμετέχοντας ενεργά στην κατάστρωση της «Επιχείρησης Κόνδωρ», μιας επιχείρησης που, υπό την υψηλή επιστασία των Αμερικανών, κατηύθυνε τα περιβόητα «τάγματα θανάτου» που εκτελούσαν όσους αντιδρούσαν στα στρατιωτικά καθεστώτα της περιοχής. Τελικά κατέληξε στη Βολιβία, όπου συνεργάστηκε στενά με τις αμερικανικές και τις βολιβιάνικες υπηρεσίες για την οργάνωση του πρώτου ναρκοπραξικοπήματος στην ιστορία από τον Γκαρσία Μέσα το 1980. Ήταν η εποχή που οι «κόκκινοι» είχαν κυριολεκτικά πλημμυρίσει τον πλανήτη… Στενός συνεργάτης της βολιβιάνικης χούντας ήταν και ο περιβόητος Κλάους Μπάρμπι, ο «χασάπης της Λυών». Εντύπωση προκάλεσαν, μετά τα πρόσφατα τρομοκρατικά χτυπήματα στις ΗΠΑ, οι δηλώσεις του Βλαντιμίρο Μοντεσίνος, διευθυντή των μυστικών υπηρεσιών του Περού (SIN) επί προεδρίας Αλμπέρτο Φουχιμόρι, ότι δίκτυα φανατικών ισλαμιστών υπάρχουν σε αρκετές χώρες της Λατινικής Αμερικής. Αυτό που δεν ανέφερε η είδηση είναι ότι τόσο ο Μοντεσίνος, όσο και SIN αποτελούν δημιουργήματα της CIA και ότι ο ίδιος ήλεγχε πλήρως τους εμπόρους ναρκωτικών του Περού. Ούτε ανέφεραν φυσικά ότι ο Μοντεσίνος είναι σήμερα υπόδικος για φόνο και διακίνηση ναρκωτικών και όπλων. Λεπτομέρεια: πληροφορίες αναφέρουν ότι ο Μοντεσίνος είχε λάβει 10 εκ. δολάρια από τη CIA, την περίοδο 1990 ως το Σεπτέμβριο του 2000. Ο Μοντεσίνος που είχε εξαφανιστεί τον Οκτώβριο του 2000, όταν κατέρρευσε το καθεστώς Φουχιμόρι, συνελήφθη τον περασμένο Ιούνιο στη Βενεζουέλα και εκδόθηκε αμέσως στη χώρα του. Ο Μοντεσίνος κατηγορείται επίσης ότι πούλησε 10.000 Κολάσνικοφ στους αριστερούς αντάρτες του FARC στην Κολομβία, που αποτελούν τον υπ’ αριθμό ένα εχθρό των Αμερικανών στη Λατινική Αμερική. «Άτυχοι» αυτοί οι Αμερικανοί με τους «αχάριστους» φίλους τους… Η τυφλή τρομοκρατία, οι εγκληματικές
ενέργειες κατά ανυποψίαστων και αθώων
πολιτών είχε πάντα τα τελευταία πενήντα
χρόνια τους ίδιους αυτουργούς. Είτε
φανερά τους κρατικούς μηχανισμούς
καταστολής (κρατική τρομοκρατία), είτε
τις μυστικές υπηρεσίες και τις διάφορες
εξτρεμιστικές ομάδες. Τα υπόλοιπα είναι
φιλολογίες.
Ταλιμπάν (Ι) «Σκλαβώστε τις κόρες και τις γυναίκες σας, δώστε άσυλο σε τρομοκράτες που στρέφονται κατά των ΗΠΑ, καταστρέψτε κάθε ίχνος πολιτισμού στη χώρα σας, και η κυβέρνηση Μπους θα σας σφίξει στην αγκαλιά της». Με την παραπάνω πρόταση ξεκινούσε το άρθρο του Robert Scheer, «Το Φαουστιανό Αλισβερίσι του Μπους με τους Ταλιμπάν», που δημοσιεύτηκε στους Λος Άντζελες Τάιμς, στις 22 Μαΐου 2001. Περί τίνος επρόκειτο; Ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ είχε ανακοινώσει, λίγες ημέρες πριν, ότι οι ΗΠΑ είχαν μόλις χαρίσει στους Ταλιμπάν του Αφγανιστάν 43 εκατομμύρια δολάρια, επιβραβεύοντας έτσι την επίσημη ανακοίνωση –απλή ανακοίνωση– του καθεστώτος των Ταλιμπάν ότι «η καλλιέργεια οπίου αντιβαίνει στη βούληση του Θεού». Μεταγενέστερα δημοσιεύματα αμερικανικών εφημερίδων που ανέφεραν ότι οι Ταλιμπάν είχαν καταστρέψει σχεδόν όλες τις φυτείες παπαρούνας στο Αφγανιστάν, μόνον ως φαιδρά μπορούν να χαρακτηριστούν. Οι Ταλιμπάν ήταν τον περασμένο Μάιο, όπως και σήμερα, οικονομικά και διπλωματικά απομονωμένοι αυτό όμως δεν εμπόδιζε τις ΗΠΑ να στέλνουν τα γενναιόδωρα δωράκια τους σε ένα καθεστώς που καταστρέφει κάθε είδους μνημεία (αγάλματα του Βούδα κ.λπ.) και που απαγορεύει στις γυναίκες όχι μόνον τις σπουδές αλλά ακόμα και τη νοσηλεία στα νοσοκομεία. Φυσικά, τα περί καταστροφής των φυτειών μόνον γέλια προκαλούν, αφού η παραγωγή οπίου είναι ο μοναδικός τρόπος για να ανασάνει η κατεστραμμένη οικονομία του Αφγανιστάν. Και να μην ξεχνάμε ότι οι Ταλιμπάν τόσο τον περασμένο Μάιο όσο και σήμερα αρνούνται να εκδώσουν στις ΗΠΑ τον στενό φίλο και σύμμαχό τους Οσάμα Μπιν Λάντεν, τον περισσότερο καταζητούμενο εχθρό των ΗΠΑ την τελευταία δεκαετία. Αποτελεί η κυβέρνηση των ΗΠΑ τον
μοναδικό χρηματοδότη των φανατικών
ισλαμιστών που ελέγχουν σήμερα το
Αφγανιστάν;
Τα πετρέλαια Στις 14 Σεπτεμβρίου 2001, τρεις ημέρες μετά το τρομοκρατικό χτύπημα στη Νέα Υόρκη, η εταιρεία Unocal «ανέβασε» την παρακάτω ανακοίνωση στον διαδικτυακό της τόπο (www.unocal.com): «Η Unocal δεν έχει ούτε σχεδιάζει κάποια έργα στο Αφγανιστάν. Δεν υποστηρίζουμε καθ’ οιονδήποτε τρόπο τους Ταλιμπάν». Το 1996, ωστόσο, το Κέντρο Ερευνών Ευρασίας (Eurasia Research Center) διαβεβαίωνε ότι «εδώ και καιρό υπάρχουν σοβαρές υποψίες ότι η Unocal και η σαουδαραβική Delta Oil [πετρελαϊκή εταιρεία] έχουν χρηματοδοτήσει την καταστροφική λεηλασία του Αφγανιστάν από τους Ταλιμπάν». Αυτές οι «σοβαρές υποψίες» επιβεβαιώθηκαν πανηγυρικά τον Ιανουάριο του 1998 όταν ανακοινώθηκε ότι η Centgas, η κοινοπραξία στην οποία σημαντικότεροι μέτοχοι ήταν οι δύο προαναφερθείσες εταιρείες, είχε υπογράψει συμφωνία με το καθεστώς των Ταλιμπάν για την κατασκευή ενός αγωγού, που αποκαλούν «δρόμο του μεταξιού», μεταφοράς πετρελαίου και φυσικού αερίου μήκους 1500 περίπου χιλιομέτρων (175 χλμ. στο Τουρκμενιστάν, 770 στο Αφγανιστάν και 550 στο Πακιστάν)! Οι μέτοχοι της Centgas, που είχε ιδρυθεί τον Οκτώβριο του 1997, ήταν οι εξής: Unocal 54, 11%, Delta 15%, Itochu Corporation (Ιαπωνία 7,2%), Hyundai (Νότια Κορέα) 5,5%, Crescent (Πακιστάν) 3,89% και η κυβέρνηση του Τουρκμενιστάν με 10%. Η Unocal αποχώρησε τον Δεκέμβριο του 1998 από την κοινοπραξία ανακοινώνοντας ότι «το σχέδιο για την κατασκευή του αγωγού δεν θα υλοποιείτο μέχρις ότου υπάρξει στο Αφγανιστάν μία κυβέρνηση αναγνωρισμένη από τη διεθνή κοινότητα»! Ποιοι ήταν οι λόγοι της ματαίωσης του σχεδίου; Οι Ταλιμπάν είχαν αποτύχει να επιβάλουν την «ειρήνη» τους σε ολόκληρο το Αφγανιστάν. Τις πληροφορίες αυτές επιβεβαίωσε πρόσφατα σε πρωινή εκπομπή της Ειρήνης Αναστασοπούλου στον τηλεοπτικό σταθμό Tempo (Σάββατο, 15 Σεπτεμβρίου) και ο Σ. Μουσούρης, Έλληνας υπεύθυνος του ΟΗΕ για την ανθρωπιστική βοήθεια προς το Αφγανιστάν, που έζησε αρκετό διάστημα σ’ αυτή τη χώρα. Σύμφωνα με τον κ. Μουσούρη, η άνοδος των Ταλιμπάν στην εξουσία χρηματοδοτήθηκε από εταιρείες –τις οποίες δεν κατονόμασε– ώστε να εξασφαλιστεί η ειρήνη σε ολόκληρο το Αφγανιστάν και να διασφαλιστεί έτσι η ασφαλής κατασκευή και λειτουργία του πετρελαϊκού αγωγού. Η στρατηγική αξία του Αφγανιστάν δεν έγκειται μόνον στη γεωγραφική του θέση, ως χώρας στην οποία μπορούν να κατασκευαστούν αγωγοί που θα μεταφέρουν τα πετρέλαια της Κεντρικής Ασίας στον Ινδικό Ωκεανό, στην Κίνα και στη Σινική Θάλασσα (Ιαπωνία), αλλά και στα τεράστια ενεργειακά του αποθέματα. Την δεκαετία του 1970 υπολογιζόταν ότι τα πετρελαϊκά κοιτάσματα στο υπέδαφος του Αφγανιστάν ξεπερνούσαν τα 95 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα, ενώ τα αντίστοιχα κοιτάσματα άνθρακα τα 400 εκατομμύρια τόνους! Οι αγωγοί μεταφοράς πετρελαίου και φυσικού αερίου μέσω του Αφγανιστάν αποτελούν τη μοναδική διέξοδο για τα τεράστια κοιτάσματα του Τουρκμενιστάν και του Ουζμπεκιστάν, που λόγω της γεωγραφικής τους θέσης αδυνατούν να τα αξιοποιήσουν, αφού για να μεταφερθούν στην Ευρώπη απαιτείται η κατασκευή αγωγών μήκους 4000 χιλιομέτρων, ενώ ο μεγαλύτερος καταναλωτής της περιοχής, η Ρωσία, διαθέτει πλήρη επάρκεια. Και καθώς στα επόμενα χρόνια η ζήτηση θα αυξάνεται ραγδαία στο Πακιστάν, την Κίνα και την Ινδία, με τις δύο πρώτες χώρες να διαθέτουν κοινά σύνορα με το Αφγανιστάν, τότε η κατασκευή αγωγών προς αυτές τις χώρες αποτελεί εξαιρετική πρόκληση για τις εταιρείες. Εξάλλου, οι σημαντικότερες πετρελαιοπαραγωγές χώρες της περιοχής –Ρωσία, Καζακστάν, Τουρκμενιστάν, Ουζμπεκιστάν– έχουν εκδηλώσει όλες δημόσια το ενδιαφέρον τους να συνεργαστούν για την κατασκευή αυτών των αγωγών. Αν μάλιστα λάβουμε υπόψη μας ότι στο Πακιστάν, την Ινδία και την Κίνα ζει περισσότερο από το 40% του πληθυσμού στον πλανήτη καταλαβαίνουμε ότι τα κέρδη θα είναι τεράστια για τις χώρες και/ή τις εταιρείες που θα κατασκευάσουν τους αγωγούς. Ο πρεσβευτής των ΗΠΑ στο Πακιστάν τη δεκαετία του 1980, Robert Oakley, που έπαιξε σημαντικότατο ρόλο στη γενναιόδωρη βοήθεια της CIA προς τους Μουτζαχεντίν του Αφγανιστάν που αγωνίζονταν κατά των Σοβιετικών εισβολέων, εργάζεται σήμερα για λογαριασμό της Unocal. Μέλη του διοικητικού συμβουλίου της Unocal είναι σήμερα ο υπουργός Αεροπορίας επί προεδρίας Τζωρτζ Μπους του πρεσβύτερου Ντόναλντ Ράις καθώς και Τσαρλς Λάρσον που είχε διατελέσει Ανώτατος Διοικητής των Ναυτικών Δυνάμεων των ΗΠΑ στον Ειρηνικό Ωκεανό. Η ειρωνεία είναι ότι η Ύπατη Αρμοστεία
του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες έχει
δημιουργήσει από κοινού με τη Unicef
και διάφορες
εταιρείες, της Unocal μη
εξαιρουμένης, μια οργάνωση –το
Επιχειρηματικό Ανθρωπιστικό Φόρουμ (Business
Humanitarian Forum)–, για
την προστασία ποιών και από ποιους… Η Unocal
–πρώην Union
Oil Company– που
έχει την έδρα της στην Καλιφόρνια, έχει
από τα χειρότερα μητρώα καταστροφής του
περιβάλλοντος και εθνοκάθαρσης στον
πλανήτη, με χαρακτηριστικότερη
περίπτωση εκείνη της φυλής των Κάρενς
στη Βιρμανία που υπέστησαν τα πάνδεινα
από τις –«ανθρωπιστικές»– ενέργειες
της βιρμανέζικης χούντας που κυβερνά τη
χώρα, της Unocal, και
της γαλλικής πετρελαϊκής εταιρείας Total.
Διάφορες
ανθρωπιστικές οργανώσεις στις ΗΠΑ έχουν
καταφύγει στα δικαστήρια ζητώντας την
καταδίκη της Unocal, χωρίς
όμως αποτέλεσμα.
Νέα Γιάλτα Τα πετρέλαια αποτελούν τη
σημαντικότερη παράμετρο της αφγανικής
κρίσης. Όπως θα δούμε στη συνέχεια, οι
Ηνωμένες Πολιτείες και η Ρωσία είχαν
οργανώσει την επιχείρηση εδώ και μήνες
και περίμεναν απλώς την κατάλληλη
αφορμή. Και η υπομονή, όπως γνωρίζουμε,
πάντα ανταμείβεται. Δεν είναι συνεπώς
άτοπο να μιλήσουμε για μια νέα Συμφωνία
της Γιάλτας, όπου Αμερικανοί και Ρώσοι
μοιράζουν τα πετρέλαια της Κεντρικής
Ασίας. Απώτερος στόχος: ο έλεγχος της
Κίνας, που μπορεί σήμερα να είναι
σχετικά αυτάρκης όσον αφορά τις
ενεργειακές ανάγκες της, όμως με τους
ρυθμούς ανάπτυξης που γνωρίζει, μέσα
στην επόμενη δεκαετία θα εξαρτάται
απόλυτα από τις εισαγωγές πετρελαίου.
Και όποιος ελέγχει το πετρέλαιο, ελέγχει
και τον πλανήτη…
Ταλιμπάν (ΙΙ) Όταν οι Ταλιμπάν (στην κυριολεξία «φοιτητές της θεολογίας») κατέλαβαν την Καμπούλ στις 27 Σεπτεμβρίου 1996, οι ΗΠΑ χαιρέτησαν την εξέλιξη με την ελπίδα ότι οι νέοι κυβερνήτες θα έφερναν τη σταθερότητα στη χώρα, που τόσο απαραίτητη είναι –όπως είδαμε– για την κατασκευή των αγωγών. Ο εκπρόσωπος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ δήλωνε ότι «οι ηγέτες των Ταλιμπάν ανακοίνωσαν ότι οι Αφγανοί μπορούν να επιστρέψουν στην Καμπούλ χωρίς φόβο, και ότι το Αφγανιστάν αποτελεί την κοινή πατρίδα όλων των Αφγανών». Οι ΗΠΑ πίστευαν ότι η διαβεβαίωση των Ταλιμπάν «έδινε την ευκαιρία για να αρχίσει η συμφιλίωση». Φυσικά, δεν ακούστηκε το παραμικρό για τις ανελεύθερες κοινωνικές πρακτικές των Ταλιμπάν και πολύ περισσότερο για το ρόλο που είχαν παίξει οι ΗΠΑ στη δημιουργία αυτών των φονταμενταλιστών-θεοκρατών. Η συμφιλίωση και η ειρήνη στο Αφγανιστάν αποτελούσε φυσικά όνειρο θερινής νυκτός. Το γεγονός ότι
οι Ταλιμπάν αποτελούσαν δημιούργημα της
CIA, της
πακιστανικής μυστικής υπηρεσίας ISI
και του Μπιν
Λάντεν δεν προκαλεί φυσικά έκπληξη. Το
αν ο Μπιν Λάντεν υπήρξε ή είναι
πράκτορας της CIA μάλλον
είναι αδιάφορο. Στις 27 Αυγούστου 1998, το
Ρώυτερς είχε μεταδώσει αποσπάσματα μιας
συνέντευξης που είχε δώσει ο Μπιν Λάντεν
στη γαλλική εφημερίδα France
Soir το
1995. Σ’ αυτήν ο Μπιν Λάντεν ανέφερε: «Εγώ
ίδρυσα τα πρώτα στρατόπεδα όπου αυτοί οι
εθελοντές εκπαιδεύονταν από
Πακιστανούς και Αμερικανούς
αξιωματικούς… Οι Αμερικανοί παρείχαν
τα όπλα και οι Σαουδάραβες τα χρήματα…
Στόχος μας ήταν η Ισλαμική Επανάσταση,
άσχετα με το ποιοι ήταν οι σύμμαχοί μας…
Οι στόχοι των Αμερικανών δεν είχαν καμία
ιδιαίτερη σημασία…»
«Η ηρωίνη
είναι ο ορυκτός μας πλούτος»
Οι Ηνωμένες Πολιτείες χρηματοδότησαν επισήμως τους Μουτζαχεντίν, τη δεκαετία 1979-1989, με το ποσό των 3 δις δολαρίων, ενώ μια σειρά άλλων χωρών –από τη Μεγάλη Βρετανία και το Ισραήλ, ως τη Σαουδική Αραβία, το Κουβέιτ, την Αίγυπτο, την Κίνα ακόμα και το Ιράν– συνεισέφεραν σχεδόν το ίδιο ποσό. Το πιο ενδιαφέρον είναι το γεγονός ότι, σύμφωνα με πληροφορίες που προήλθαν από πράκτορες των μυστικών υπηρεσιών των ΗΠΑ, τα καρτέλ ναρκωτικών του Μεντεγίν και του Κάλι στην Κολομβία είχαν συνεισφέρει στους Αφγανούς Μουτζαχεντίν ένα ποσό 10 ως 20 δισεκατομμυρίων δολαρίων! Είτε αληθεύει αυτή η πληροφορία είτε όχι, τα κέρδη από το εμπόριο ναρκωτικών χρηματοδότησαν και τις δύο αντιμαχόμενες πλευρές. Στα τέλη της δεκαετίας του 1980, το ένα τέταρτο του ΑΕΠ του Πακιστάν (8-10 δις δολάρια) προερχόταν από τις πωλήσεις οπίου και ηρωίνης. Το 1994 η αμερικανική υπηρεσία δίωξης ναρκωτικών (DEA) υπολόγιζε ότι το ένα τρίτο της ηρωίνης που κυκλοφορούσε στις ΗΠΑ προερχόταν από το Αφγανιστάν. Σήμερα υπολογίζεται ότι το Αφγανιστάν είναι ο μεγαλύτερος παραγωγός οπίου στον πλανήτη (με ετήσια παραγωγή 5.000 τόνων, που αποτελεί το 80% της παγκόσμιας παραγωγής), ενώ τα εργαστήρια παραγωγής ηρωίνης από το όπιο αποτελούν πια κοινό τόπο σε ολόκληρη τη χώρα. Το γεγονός ότι οι μυστικές υπηρεσίες της Δύσης χρηματοδοτούσαν αδρά τους εμπόρους ναρκωτικών που πολεμούσαν τον «κόκκινο εχθρό» δεν οφείλεται σε κάποια «αφέλεια» της στιγμής. Η Επαρχία των Βορειοδυτικών Συνόρων του Πακιστάν (που καταλαμβάνει όλη την περιοχή προς τα σύνορα με το Αφγανιστάν) κατοικείται από 15 εκατομμύρια Παστούν. Στη φυλή των Παστούν ανήκουν, από την άλλη πλευρά των συνόρων, και οι Ταλιμπάν, αφού οι Παστούν αποτελούν το 35% του αφγανικού πληθυσμού. Οι Άγγλοι αποικιοκράτες δεν κατάφεραν ποτέ να καθυποτάξουν τους Παστούν και έτσι τους είχαν παραχωρήσει μια σχετική αυτονομία. Το καθεστώς αυτό συνεχίστηκε και μετά την ανεξαρτησία του Πακιστάν (1947) και συνεχίζεται μέχρι και σήμερα. Οι πακιστανικές αρχές δεν τολμούν να επέμβουν στην περιοχή, που είναι κυριολεκτικά υπό τον έλεγχο διάφορων φυλάρχων, και περιορίζονται απλώς στον έλεγχο των κύριων οδικών αρτηριών προς το Αφγανιστάν. Στο Παστουνιστάν, όπως ήταν λογικό, άνθιζε κάθε μορφής λαθρεμπόριο με σημαντικότερα εκείνο των ναρκωτικών (και της καλλιέργειάς τους) και εκείνο των όπλων. Το 1972 η παραγωγή οπίου στο Αφγανιστάν ήταν σχετικά μικρή (περί τους 100 τόνους) και κάλυπτε απλώς τις ανάγκες της Νότιας Ασίας. Το 1979 σύμφωνα με εκτιμήσεις της Επιτροπής Ναρκωτικών του ΟΗΕ η παραγωγή οπίου στο Αφγανιστάν έφτανε τους 270-300 τόνους. Όλα αυτά άλλαξαν με τον πόλεμο. Η παραγωγή οπίου στο Αφγανιστάν και στο Πακιστάν ξεπέρασε την παραγωγή των χωρών του Χρυσού Τριγώνου (Βιρμανία, Λάος, Ταϊλάνδη) στη Νοτιοανατολική Ασία. Ταυτόχρονα βέβαια εμφανίστηκαν και τα προβλήματα. Ο αριθμός των οπιομανών στο Πακιστάν που δεν ξεπερνούσε τους 5.000 το 1980 εκτοξεύτηκε στα μέσα της δεκαετίας στο 1,3 εκατομμύρια. Σήμερα στο Πακιστάν υπολογίζεται ότι παράγεται το 80% της ηρωίνης που κυκλοφορεί στον πλανήτη. Μετά την αποχώρηση των Σοβιετικών το 1989, το Αφγανιστάν μετατράπηκε σε πεδίο μαχών ανάμεσα σε αντιμαχόμενες φράξεις που προσπαθούσαν να ελέγξουν τα χωράφια καλλιέργειας της παπαρούνας και να χρησιμοποιήσουν τις στρατιωτικές βάσεις και τα τεράστια αποθέματα όπλων που κατείχαν για να συνεχίσουν να εκπαιδεύουν ισλαμιστές αντάρτες. Τις τελευταίες τέσσερις δεκαετίες, έχουν ξεσπάσει στον πλανήτη τρεις μεγάλες επιδημίες ναρκωτικών. Η πρώτη τη δεκαετία του 1960 (ηρωίνη από το Χρυσό Τρίγωνο της Νοτιοανατολικής Ασίας), τη δεκαετία του 1980 (κοκαΐνη από την Λατινική Αμερική) και τη δεκαετία του 1980 με την επιδημία ηρωίνης από το Αφγανιστάν και το Πακιστάν. Δεν είναι καθόλου τυχαίο, αντίθετα είναι απολύτως τεκμηριωμένο, ότι αυτές οι τρεις επιδημίες ξέσπασαν σ’ αυτές τις περιοχές μόλις οι αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες εμφανίστηκαν εκεί για να οργανώσουν τον αγώνα του «ελεύθερου κόσμου» κατά των κομμουνιστών. Το δόγμα των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών «ναρκωτικά-χρήμα-όπλα» για την αντιμετώπιση του κομμουνιστικού «κινδύνου» δεν αποτελεί προϊόν «αφέλειας» ή «παράπλευρη απώλεια». Αποτελεί την ουσία της ίδιας της ύπαρξης αυτών των υπηρεσιών. Τα αθώα θύματα
των ναρκωτικών θα πρέπει να προστεθούν
και αυτά στη μακρά σειρά των αθώων
θυμάτων της συμμορίας…
Χρονικό ενός προαναγγελθέντος πολέμου Η υπομονή πάντα ανταμείβεται. Η πρόσφατη αφγανική δεν κατέλαβε εξαπίνης κανέναν από τους ιθύνοντες νόες της διεθνούς πολιτικής. Δεν είχαν παρά να περιμένουν την κατάλληλη ευκαιρία. Διότι: Ο πρώην υπουργός Εξωτερικών του Πακιστάν, Νιάζ Ναΐκ, δήλωσε στις 18 Σεπτεμβρίου στο δημοσιογράφο George Arney του BBC ότι ανώτεροι Αμερικανοί αξιωματούχοι τού είχαν πει στα μέσα Ιουλίου ότι θα αναλαμβανόταν στρατιωτική δράση κατά του Αφγανιστάν το αργότερο μέχρι τα μέσα Οκτωβρίου. Ο Ν. Ναΐκ είπε ότι πληροφορήθηκε το σχέδιο στη συνάντηση μιας «ομάδας επαφής» οργανωμένης από τον ΟΗΕ στο Βερολίνο. Οι Αμερικανοί αξιωματούχοι τού είπαν ότι αν ο Μπιν Λάντεν δεν παραδινόταν άμεσα, οι ΗΠΑ θα αναλάμβαναν στρατιωτική δράση για να σκοτώσουν ή να συλλάβουν τόσο τον Μπιν Λάντεν όσο και τον ηγέτη των Ταλιμπάν μουλά Ομάρ. Στόχος των ΗΠΑ, σύμφωνα με τον Ν. Ναΐκ ήταν η ανατροπή του καθεστώτος των Ταλιμπάν και η δημιουργία μιας μετριοπαθούς μεταβατικής κυβέρνησης, πιθανότατα υπό τον πρώην Αφγανό βασιλιά Ζαχίρ Σαχ. Οι Αμερικανοί θα χρησιμοποιούσαν ως βάση τους το Τατζικιστάν, στο οποίο βρίσκονταν ήδη Αμερικανοί σύμβουλοι. Πάντα σύμφωνα με τον Πακιστανό διπλωμάτη, στις επιχειρήσεις θα συμμετείχε και το Ουζμπεκιστάν ενώ 17.000 Ρώσοι στρατιώτες ήταν ήδη σε επιφυλακή. Σε άρθρο των India
Times (26 Ιουνίου
2001) αναφερόταν ότι η Ινδία και το Ιράν θα
«διευκόλυναν» τα σχέδια των ΗΠΑ και της
Ρωσίας για «περιορισμένη στρατιωτική
δράση» κατά των Ταλιμπάν. Η εφημερίδα
αναφέρει ότι ο γενικός γραμματέας του
υπουργείου Εξωτερικών της Ινδίας είχε
συμμετάσχει σε σχετική συνάντηση Ρώσων
και Ινδών ειδικών στη Μόσχα και ότι ο
Νικολάι Πατρόσεφ, διευθυντής του
Ομοσπονδιακού Γραφείου Ασφαλείας της
Ρωσίας (πρώην KGB), είχε
επισκεφθεί για τον ίδιο λόγο την
Τεχεράνη. Ινδοί αξιωματούχοι είπαν στην
εφημερίδα ότι τις στρατιωτικές
επιχειρήσεις θα τις αναλάμβαναν οι
Ρώσοι με τους Αμερικανούς σε συνεργασία
με το Τατζικιστάν και το Ουζμπεκιστάν.
Οι Ινδοί διπλωμάτες είπαν επίσης ότι η
κίνηση κατά των Ταλιμπάν αποφασίστηκε
μετά από συναντήσεις του Κόλιν Πάουελ με
τον Ιγκόρ Ιβανόφ, υπουργό Εξωτερικών της
Ρωσίας, και του Πάουελ με τον Ινδό
υπουργό Εξωτερικών Τζασουάντ Σινγκ.
World Trade Center 1993 Στις 26 Φεβρουαρίου 1993, στα υπόγεια του πρώτου από τους δίδυμους πύργους του Παγκοσμίου Κέντρου Εμπορίου στη Νέα Υόρκη, εξερράγη βόμβα σκοτώνοντας έξι άτομα και τραυματίζοντας περισσότερα από χίλια. Το εντυπωσιακό είναι ότι το FBI παρακολουθούσε ήδη την ομάδα που τοποθέτησε τη βόμβα. Το ακόμα εντυπωσιακότερο στοιχείο είναι ότι ο άνθρωπος που κατασκεύασε τη βόμβα ήταν πληροφοριοδότης του FBI. Το συμπέρασμα βγαίνει αβίαστα: το FBI επέτρεψε την τοποθέτηση της βόμβας είτε λόγω «αμέλειας» ή «αφέλειας» είτε σκόπιμα για να εξυπηρετήσει τους δικούς του σκοπούς. Οι έρευνες των Αμερικανών δημοσιογράφων (περιοδικό The Shadow, τεύχη Οκτωβρίου 1994 και Ιανουαρίου 1995) δείχνουν ότι συνέβη το δεύτερο. Το FBI χρησιμοποίησε τον πληροφοριοδότη Εντάμ Σαλέμ, απόστρατο αξιωματικό του αιγυπτιακού στρατού, ως προβοκάτορα, τοποθετώντας ουσιαστικά το ίδιο τη βόμβα. Ο Σαλέμ κατασκεύασε τη βόμβα με τις οδηγίες του FBI, και παρότι κάποιοι στο FBI σκέφτηκαν να τοποθετήσουν ψεύτικα εκρηκτικά στη βόμβα και απλώς να συλλάβουν τους «φανατικούς ισλαμιστές» την ώρα που θα την τοποθετούσαν, τελικά επικράτησε η άποψη να χρησιμοποιηθούν πραγματικά εκρηκτικά. Λόγω «ανικανότητας» όμως οι ομοσπονδιακοί πράκτορες δεν κατάφεραν να συλλάβουν τους τρομοκράτες πριν από την έκρηξη. Ο Σαλέμ είχε μαγνητοφωνήσει εκατοντάδες ώρες συνομιλιών του με τους πράκτορες του FBI και παρότι οι συνομιλίες χρησιμοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια της προανάκρισης δεν θεωρήθηκαν ως στοιχεία κατά τη διάρκεια της δίκης επειδή είχαν καταγραφεί χωρίς τη συγκατάθεση των πρακτόρων του FBI! Το 1996 δικάστηκαν και καταδικάστηκαν για τη βομβιστική επίθεση ο τυφλός Αιγύπτιος σεΐχης Ομάρ Αμπντούλ Ραχμάν, πνευματικός ηγέτης της Γκάμα αλ-Ισλαμίγια σε ισόβια κάθειρξη, ενώ εννέα ακόμα μέλη της ομάδας του καταδικάστηκαν σε φυλάκιση που κυμαίνονταν από 25 χρόνια ως ισόβια κάθειρξη. Ήταν η πρώτη φορά που η Καμπούλ συνδέθηκε με τη διεθνή τρομοκρατία, αφού τα μέλη της ομάδας του Ραχμάν είχαν εκπαιδευτεί από τη CIA και πολεμήσει στο Αφγανιστάν. Ο Ραχμάν, που δεν έκρυβε καθόλου τις εξτρεμιστικές του απόψεις, είχε αποκτήσει στενές σχέσεις με τις αμερικανικές και πακιστανικές μυστικές υπηρεσίες από τα τέλη της δεκαετίας του 1980 στο Πακιστάν. Οι Αμερικανοί τον θεωρούσαν τότε «πολύτιμο κεφάλαιο» στον αγώνα κατά των Σοβιετικών. Ο σεΐχης Ομάρ Ραχμάν είχε ιδρύσει τότε στο Πεσαβάρ του Πακιστάν την οργάνωση Υπηρεσιακό Γραφείο, που στρατολογούσε μουσουλμάνους από όλο τον κόσμο ως εθελοντές για να πολεμήσουν στο Αφγανιστάν. Οι σχέσεις του σεΐχη με τις ΗΠΑ συνεχίστηκαν και μετά την αποχώρηση των Σοβιετικών από το Αφγανιστάν το 1989, και το 1990 του παραχωρήθηκε βίζα για τις ΗΠΑ και στη συνέχεια πράσινη κάρτα… «Αφελείς» οι μεν, «αχάριστοι» οι δε… Η έκρηξη της βόμβας θεωρήθηκε ως η
χειρότερη, ή
η μεγαλύτερη, ή η στυγερότερη,
ή η
πιο θανατηφόρα, ή
πιο καταστροφική κ.λπ.
τρομοκρατική ενέργεια που έγινε ποτέ
στο έδαφος των ΗΠΑ. Μέχρι την επόμενη,
φυσικά, που ήταν η ανατίναξη του
ομοσπονδιακού κτηρίου στην πόλη της
Οκλαχόμα στις 19 Απριλίου 1995. Ο μοναδικός
(!;) ένοχος, Τίμοθυ Μακ Βη εκτελέστηκε
πρόσφατα. Το περίεργο είναι ότι κανείς
πράκτορας της Υπηρεσίας Οινοπνεύματος,
Καπνού και Όπλων, που είχε τα γραφεία της
στο κτήριο, δεν σκοτώθηκε εκείνη την
ημέρα. Μυστηριωδώς απουσίαζαν όλοι
εκείνο το πρωινό… Ο Τσαρλς Κέυ,
βουλευτής της Οκλαχόμα, του οποίου η
γραμματέας σκοτώθηκε από την έκρηξη,
ερεύνησε ο ίδιος το περιστατικό και
κατέληξε στο συμπέρασμα ότι επρόκειτο
πάλι για μια επιχείρηση του FBI
που «πήγε
στραβά». Φυσικά, τα στοιχεία των ερευνών
του Κέυ αγνοήθηκαν από τα κατεστημένα
μέσα ενημέρωσης μέχρι τον Ιανουάριο του
1997, όταν το τηλεοπτικό δίκτυο ABC
μετέδωσε το
πρώτο μέρος μιας έρευνας (στην εκπομπή
(20/20 με τους Μπάρμπαρα Γουώλτερς και Τομ
Τζέρρολντ), που έδειχνε ότι πιθανόν
βρισκόταν σε εξέλιξη μια επιχείρηση
συγκάλυψης του ρόλου που είχε παίξει
στην έκρηξη το FBI. Το
δεύτερο μέρος της εκπομπής δεν
μεταδόθηκε ποτέ, μετά από πιέσεις του
υπουργείου Δικαιοσύνης…
Οι δράστες Διέθεταν οι Αμερικανοί, πριν από τις 11 Σεπτεμβρίου, κάποια στοιχεία ή ενδείξεις ότι επίκειτο τρομοκρατικό χτύπημα στο έδαφός τους; Το μόνο σίγουρο. Θα αναφέρω δύο μόνον – από τα πάμπολλα που υπάρχουν. Ο πρώην υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Τζορτζ Σουλτς δήλωσε στις 13 Σεπτεμβρίου ότι εξεπλάγη όταν πληροφορήθηκε πως σε υπόμνημα του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, τέσσερις ημέρες πριν από την τρομοκρατική επίθεση, αναφερόταν ότι υπήρχε κίνδυνος τρομοκρατικού χτυπήματος κατά αμερικανικών στόχων εκτός ΗΠΑ από «εξτρεμιστικές ομάδες συνδεδεμένες με την οργάνωση Αλ Κάιντα του Οσάμα Μπιν Λάντεν». Ο Τζ. Σουλτς δήλωσε ότι δεν γνωρίζει την πηγή των πληροφοριών πάνω στις οποίες στηρίχτηκε το υπόμνημα. Σύμφωνα με τη βρετανική Daily Telegraph (16 Σεπτεμβρίου), δύο ανώτεροι αξιωματικοί της Μοσσάντ, της μυστικής υπηρεσίας του Ισραήλ, είχαν σταλεί στην Ουάσιγκτον τον περασμένο Αύγουστο για να προειδοποιήσουν το FBI και τη CIA ότι σύμφωνα με πληροφορίες τους περί τους 200 τρομοκράτες ετοίμαζαν μία μεγάλη επιχείρηση στο έδαφος των ΗΠΑ. Δεκάδες, ίσως και εκατοντάδες, μουσουλμάνοι αραβικής ή μη καταγωγής ζουν για μήνες και χρόνια στις Ηνωμένες Πολιτείες, πολλοί από αυτούς με πλαστά χαρτιά, πολλοί καταζητούμενοι ήδη από τις αμερικανικές αρχές, πολλοί από αυτούς εκπαιδεύονται ως κυβερνήτες μεγάλων αεροσκαφών, και οι αρχές δεν παίρνουν τίποτα είδηση. Ενδιαφέρον… Είναι όμως έτσι τα πράγματα; Το FBI είχε πληροφορίες για ύποπτες κινήσεις κάποιων ατόμων εβδομάδες πριν, αλλά δεν κατάφερε να τα εντοπίσει. Ο υπουργός Συγκοινωνιών των ΗΠΑ δηλώνει ότι είχαν πολλές διαφορετικές πληροφορίες αλλά ότι οι διάφορες υπηρεσίες δεν κατάφεραν να συντονιστούν μεταξύ τους. Κλασική περίπτωση «ανικανότητας» και «έλλειψης συντονισμού»; Μάλλον όχι. Πιστεύω ότι οι αμερικανικές υπηρεσίες γνώριζαν πολύ καλά ότι κάποιοι φανατικοί μουσουλμάνοι ετοίμαζαν μια σειρά αεροπειρατειών στις Ηνωμένες Πολιτείες. Όλες οι μυστικές υπηρεσίες της Δύσης και της Μέσης Ανατολής είχαν εμπλακεί στη χρηματοδότηση των μουσουλμάνων στο Αφγανιστάν. Είναι αδύνατο κάποια από αυτές να μην είχε πληροφορίες για τα πλήγματα. Οι ΗΠΑ περίμεναν απλώς την κατάλληλη αφορμή για να προχωρήσουν από κοινού με τους (σημερινούς συμμάχους τους, ας μην το ξεχνάμε) Ρώσους στο μοίρασμα της Κεντρικής Ασίας. Αυτό που πιθανότατα δεν περίμεναν ήταν οι αεροπειρατές να πλήξουν με τα αεροπλάνα κατοικημένες περιοχές. Μια σειρά ταυτόχρονων αεροπειρατειών στις ΗΠΑ, από μουσουλμάνους εκπαιδευμένους πιλότους, που θα οδηγούσαν οι ίδιοι τα αεροσκάφη, πιθανώς προς την Κούβα (με ένα σμπάρο, δύο τρυγόνια), ήταν κάτι αναμενόμενο. Όχι όμως και η συντριβή των αεροσκαφών στους δίδυμους πύργους και στο Πεντάγωνο. Το ζήτημα των σχέσεων των δραστών με το δίκτυο του Οσάμα Μπιν Λάντεν δεν είναι απλώς θέμα απονομής δικαιοσύνης, είναι και ζήτημα ουσίας. Αν πράγματι πίσω από τις επιθέσεις κρύβεται ο Οσάμα Μπιν Λάντεν, ή κάποιο άλλο –άγνωστο– δίκτυο φανατικών ισλαμιστών τότε η κατάσταση δεν προδιαγράφεται καθόλου ρόδινη για τον πλανήτη. Οι άνθρωποι που επιφέρουν τέτοια πλήγματα, όπως εκείνα της 11ης Σεπτεμβρίου, δεν θα διστάσουν διόλου να κλιμακώσουν τη δράση τους, χρησιμοποιώντας πυρηνικά ή βιολογικά όπλα. Από την άλλη, είναι ίσως η πρώτη φορά που εύχομαι οι τρομοκρατικές επιθέσεις στις ΗΠΑ να ήταν έργο κάποιων κρυφών κέντρων εξουσίας, αδιάφορο ποιων, που τις πραγματοποίησαν για να προωθήσουν τους δικούς τους σκοπούς (παγκοσμιοποίηση, περιορισμός των πολιτικών ελευθεριών, «αντιτρομοκρατία», πετρέλαια, ναρκωτικά, όπλα…). Τέλος, η γελοιότητα φράσεων όπως «Είμαστε όλοι Αμερικανοί» ή «Είμαστε όλοι Νεοϋορκέζοι» καταδεικνύεται όταν λάβουμε υπόψη μας και κάποια άλλα θύματα (όχι και τόσο αθώα), αφού «Δεν είμαστε όλοι καραβανάδες του Πενταγώνου». Είμαστε απλώς άνθρωποι και η ανθρώπινη ζωή –η ζωή του καθενός μας– είναι μία, μοναδική και ανεκτίμητη! Χρήστος Μόρφος 2-10-2001 |
[Η διεύθυνση αυτής της σελίδας είναι: http://www.oocities.org/xmorfos/didymo.htm]