-
Γιώργος
Καραμπελιάς (επιμ.): Εβραίοι εναντίον του Σιωνισμού
-
W.
Travis Hanes
III, Frank
Sanello:
Οι Πόλεμοι του Οπίου - Η Εξάρτηση μιας
Αυτοκρατορίας και η Διαφθορά μιας άλλης
-
Πίτερ
Λεβέντα: Ναζί και Αποκρυφισμός - Το
Παρασκήνιο μιας Σκοτεινής Σχέσης
-
Χρήστης
Βιβλίων
|

|
Γιώργος
Καραμπελιάς (επιμ.)
Εβραίοι
εναντίον του Σιωνισμού
Εναλλακτικές
Εκδόσεις
Αθήνα 2004
Διάφοροι
μεταφραστές
[238 σελ., 12,5Χ21
cm, 15 ευρώ]
Είκοσι συνολικά συγγραφείς –πλην
του επιμελητή που υπογράφει τρία κείμενα, «Εισαγωγή»,
«Οι Ισραηλινοί Φονταμενταλιστές μετά την 11η
Σεπτεμβρίου», «Υπάρχει Σιωνιστική
Συνωμοσία;»– συμμετέχουν με κείμενά τους (κάποιοι
με περισσότερα του ενός) σ’ αυτόν τον τόμο.
Τα κείμενα, συχνά αποσπάσματα άρθρων ή
κεφαλαίων βιβλίων, σπανίως ξεπερνούν τις 15
σελίδες.
Το βιβλίο είναι χωρισμένο σε
τέσσερα μέρη: «Η Παρουσία των Εβραίων στις
ΗΠΑ», «Ισραήλ και Παλαιστίνη», «ΗΠΑ-Ισραήλ-Τουρκίας»
και «Σιωνισμός και Ολοκαύτωμα».
Ο σιωνισμός είναι το
εθνικιστικό κίνημα των εβραίων που είχε ως
στόχο του τη δημιουργία και την υποστήριξη
ενός εβραϊκού εθνικού κράτους στην
Παλαιστίνη. Ιδρυτής του σιωνιστικού
κινήματος θεωρείται ο Τέοντορ Χερτσλ, που
είχε συγκαλέσει και το πρώτο σιωνιστικό
συνέδριο στη Βασιλεία της Ελβετίας το 1897.
Το πρώτο σύγχρονο σιωνιστικό βιβλίο,
ωστόσο, όπως αναφέρεται στην «Εισαγωγή»,
είχε εκδοθεί μερικές δεκαετίες πριν.
Συγγραφέας του βιβλίου Ρώμη
και Ιερουσαλήμ–Το Τελευταίο Εθνικό Ζήτημα
ήταν ο Μόζες Χες, που υποστήριζε «πως,
παράλληλα με τον σοσιαλισμό, θα πρέπει να
λυθεί και το εθνικό ζήτημα των Εβραίων με
την ίδρυση του σιωνιστικού κράτους στην
Παλαιστίνη».
Ο Μόζες Χες (1812-1875), ο «κομμουνιστής
ραββίνος» όπως τον χαρακτήριζαν στα μέσα
του 19ου αιώνα, αποτελεί μία πολύ
ενδιαφέρουσα προσωπικότητα. Μέντορας των
νεαρών Μαρξ και Ένγκελς, και συνεργάτης
τους σε αρκετά από τα πρώτα σοσιαλιστικά
έργα τους, ήταν από τους πρώτους ανθρώπους
που αυτοχαρακτηρίστηκαν «κομμουνιστές».
Αργότερα διαφώνησε με τον Μαρξ, που είχε
ανακαλύψει τη δική του Σιών στο
προλεταριάτο.
Ο Γ. Καραμπελιάς, ήδη από τις
πρώτες γραμμές της «Εισαγωγής», τονίζει
την παρατεταμένη κρίση στην οποία έχει
εισέλθει τις τελευταίες δεκαετίες η
νεώτερη δυτική σκέψη, κρίση κατά την οποία
«ακόμα και ένα μέρος της Αριστεράς –ίσως η
πλειοψηφία των αριστερών και φιλελεύθερων
διανοουμένων– θα μεταβληθεί στους κατ’
εξοχήν ιδεολογικούς εκπροσώπους και
φορείς της νέας παγκοσμιοποιητικής και
ισοπεδωτικής ιδεολογίας του ιμπεριαλισμού».
Και συνεχίζει αμέσως μετά: «στην ίδια
κατεύθυνση –εξέλιξη εξίσου σημαντική και
βαρύνουσα για το μέλλον της Δύσεως– είναι
η εξάντληση του
ιουδαϊκού επαναστατικού μεσσιανισμού και
η εκτεταμένη ταύτισή του με τον σιωνισμό…»
Δεν θα ήταν καθόλου
παρακινδυνευμένο αν σημειώναμε ότι ο
επαναστατικός μεσσιανισμός (του
μαρξιστικού προλεταριακού κινήματος,
κυρίως) και ο «αριστερός σιωνισμός» δεν
αποτελούν παρά τις δύο όψεις του
νομίσματος του «εβραϊκού κοσμικού
μεσσιανισμού». Η Αριστερά δεν εισήλθε σε
μία παρατεταμένη «κρίση» μετά τα γεγονότα
του 1968, όπως ψελλίζουν κάποιοι, αλλά μετά
τον Πόλεμο των Έξι Ημερών του 1967 μεταξύ
Ισραήλ και Αράβων. Αυτός ο πόλεμος
σηματοδοτεί τη στροφή μεγάλου αριθμού
αριστερών διανοούμενων στην Ευρώπη (κυρίως
στη Γαλλία) και στις ΗΠΑ, που στην
πλειοψηφία τους ήταν εβραϊκής καταγωγής,
από τις αρχές του επαναστατικού
μεσσιανισμού σε εκείνες του σιωνισμού και
της με κάθε τρόπο υπεράσπισης του κράτους
του Ισραήλ. Αποτελεί εξάλλου κοινό μυστικό
ότι σε πολλές περιπτώσεις μαρξιστικών-αριστερών
κινημάτων και κομμάτων (Ρωσία, Πολωνία,
Γερμανία, ΗΠΑ, Γαλλία, μεταξύ άλλων), η
πλειοψηφία των μελών τους ήταν εβραϊκής
καταγωγής, και σε κάθε περίπτωση οι εβραίοι
πλειοψηφούσαν στο επίπεδο των
καθοδηγητικών και των ιδεολογικών οργάνων.
Άλλωστε δεν αποτελεί
ενδιαφέρουσα περίπτωση μόνον η μεταλλαγή
των ιδεών του Μόζες Χες αλλά και η
μεταλλαγή των ιδεών των Αμερικανών
τροτσκιστών που από την εξαγωγή της
διαρκούς και παγκόσμιας επανάστασης του
Τρότσκυ, είναι σήμερα οι κύριοι εκφραστές «της
παγκόσμιας εξαγωγής της δημοκρατίας», του
δόγματος Μπους. Αλλά αυτά είναι ζητήματα τα
οποία ελάχιστοι θίγουν σήμερα, οπότε,
αναγκαστικά θα πρέπει να περιοριστούμε στα
όσα ενδιαφέροντα έχουν να μας πουν οι
συγγραφείς του βιβλίου Εβραίοι εναντίον του Σιωνισμού.
Στο πρώτο μέρος του βιβλίου
μπορούμε να διαβάσουμε κείμενα με την
κοινωνική και οικονομική ανέλιξη των
αμερικανοεβραίων, για το φιλο-ισραηλινό
λόμπυ στις ΗΠΑ, για την περίφημη Αντι-Δυσφημιστική
Ένωση (ADL),
για την εβραϊκή «αυλή» του Μπιλ Κλίντον,
για τον τρόπο με τον οποίο
αντιμετωπίζονται από τα αμερικανικά μέσα
ενημέρωσης οι «κακοί» Άραβες και οι «καλοί»
Ισραηλινοί.
Στο δεύτερο μέρος του βιβλίου
αρκετοί αριστεροί και προοδευτικοί
διανοούμενοι εβραϊκής καταγωγής ασκούν
δριμύτατη κριτική στη ρατσιστική πολιτική
του κράτους του Ισραήλ εναντίον των
Παλαιστινίων, και όσοι από εσάς
κρυφογελάσετε διαβάζοντας το κείμενο του
Ίσραελ Σαχάκ, «Το DNA
των Εβραίων είναι Διαφορετικό», σκεφτείτε
μόνον το διαφορετικό και ανώτερο (Βεβαίως!
Βεβαίως!) DNA
διαφόρων Ελληναράδων. Ο ρατσισμός και οι
δυσλειτουργίες του γενετικού κώδικα
πλήττουν αδιάκριτα – ακόμη και τους «περιούσιους
λαούς».
Το τρίτο μέρος του βιβλίου
ασχολείται με τις στρατηγικές σχέσεις ΗΠΑ
και Ισραήλ αλλά και τον
«καλύτερο γείτονα του Ισραήλ», την Τουρκία.
Τα πράγματα μερικές φορές αλλάζουν…
Στο τέταρτο μέρος του βιβλίου, ο
Γ. Καραμπελιάς αναφέρει ότι οι Εβραίοι
αντισιωνιστές υποστηρίζουν ότι «οι
σιωνιστές κάνουν ό,τι μπορούν για να επιβεβαιώσουν
την αντίληψη της σιωνιστικής συνωμοσίας»,
και πως δεν πρέπει να υιοθετήσουμε μία «αστυνομική
αντίληψη της ιστορίας».
Ο Ίλαν Γκράιλσαμερ
στο κείμενό του «Οι Σιωνιστικές Ευθύνες»
θίγει ένα θέμα ταμπού για την ισραηλινή
κοινωνία, τη σιγή ιχθύος που τήρησαν οι
ιουδαϊκές οργανώσεις και το σιωνιστικό
κίνημα των ελεύθερων χωρών κατά τη
διάρκεια του Ολοκαυτώματος.
Ο Νόρμαν
Φινκελστάιν είναι γνωστός στο ελληνικό
κοινό από το βιβλίο του Η
Βιομηχανία του Ολοκαυτώματος (Εκδόσεις
του Εικοστού πρώτου, 2001), και η αντιμετώπισή
του από το εβραιοαμερικανικό ακαδημαϊκό
και δημοσιογραφικό κατεστημένο, καθώς και
κάποια αποσπάσματα από το βιβλίο του,
αποτελούν τα δύο τελευταία κείμενα αυτού
του μέρους.
Συνολικά, η εντύπωση που αφήνει
το βιβλίο είναι θετική. Παρά τον
αποσπασματικό χαρακτήρα του, τα κείμενα
που δημοσιεύονται σ’ αυτό δίνουν στον μέσο
Έλληνα αναγνώστη, που ενδιαφέρεται να
κατανοήσει πολύ σημαντικές όψεις του
σύγχρονου κόσμου, πλήθος σημαντικών
πληροφοριών που θα τον βοηθήσουν να βάλει
κάποια κομμάτια του ιστορικού παζλ της
εποχής μας στη σωστή τους θέση.
|
|
W.
Travis Hanes III, Frank Sanello
Οι Πόλεμοι του
Οπίου
Η Εξάρτηση μιας Αυτοκρατορίας
και η Διαφθορά μιας άλλης
Εκδόσεις Γκοβόστη
Αθήνα 2004
Μετάφραση: Γιάννης
Ασημακόπουλος
[414 σελ., 22,5x15 cm,
ευρετήριο, 20 ευρώ]
Διάβαζα προ ετών το βιβλίο ενός
Χιλιάνου ιστορικού (ινδιάνικης καταγωγής)
για τη μέθοδο που χρησιμοποίησαν στην αρχή
το ισπανικό κράτος και στη συνέχεια το
χιλιάνικο για να καταφέρουν να κάμψουν την
αντίσταση των Ινδιάνων Μαπούτσε (Αραουκάνων)
της Χιλής, κάτι που τελικά κατάφεραν μετά
από 350 χρόνια, και μόλις στις αρχές της
δεκαετίας του 1880. Η μέθοδος ήταν εξαιρετικά
απλή: στην αρχή έστελναν τους «εξερευνητές»,
μετά τους ιεραπόστουλους, στη συνέχεια
τους εμπόρους και, τελικά, τον στρατό.
Ουδέν καινόν υπό τον ήλιον.
Την ίδια μέθοδο εφήρμοζε και η
Βρετανική Αυτοκρατορία στις καλύτερες
αποικιοκρατικές στιγμές της. Η περίπτωση
της Κίνας αποτελεί ένα τέτοιο παράδειγμα.
Αν εξαιρέσουμε τους «εξερευνητές», τους
γεωγράφους και τους ιεραπόστολους, που
ποτέ δεν απέκτησαν το δικαίωμα να
κινούνται με πάσα ελευθερία στο κινεζικό
έδαφος, ο Αυτοκράτορας της Κίνας είχε
καταστήσει σαφές στη Βασίλισσα της Μεγάλης
Βρετανίας ότι ουδόλως ενδιαφερόταν η χώρα
του για εμπορικές συναλλαγές, αφού
παρήγαγε όλα όσα ήταν απαραίτητα στους
κατοίκους της.
Και πώς ακριβώς «ανοίγει» μία
τέτοια κλειστή οικονομία; Με το όπιο. Με το
λαθρεμπόριο οπίου – υπό τις ευλογίες της
Αυτής Μεγαλειότητος. Μερικά εκατομμύρια
Κινέζοι εθίζονται στο ναρκωτικό, η
διαφθορά εξαπλώνεται σε όλα τα κλιμάκια
του κρατικού μηχανισμού, τα κέρδη ρέουν,
μέχρι κάποια στιγμή που ο Αυτοκράτορας
αποφασίζει να θέσει τέρμα στην ασυδοσία
των αλλοδαπών λαθρεμπόρων και των ντόπιων
συνεργατών τους.
Τα υπόλοιπα είναι ιστορία.
Πρώτος πόλεμος του οπίου (1839-42). Δεύτερος
πόλεμος του οπίου (1856-1860, αυτή τη φορά στο
πλευρό των Βρετανών θα βρεθούν οι Γάλλοι).
Ήττες της Κίνας και στους δύο πολέμους.
Τεράστιες πολεμικές επανορθώσεις.
Νομιμοποίηση των εισαγωγών οπίου. Γενική
εξαθλίωση, λόγω εθισμού, του κινεζικού
πληθυσμού.
Τι άλλο; Α! Το βιβλίο!
Ο πρώτος συγγραφέας είναι
ιστορικός και εκπαιδευτικός, «ένας από
τους πιο αναγνωρισμένους, διεθνώς,
ειδικούς επί βρετανικών θεμάτων του 19ου
αιώνα», και συγγραφέας ιστορικών βιβλίων,
ενώ ο δεύτερος είναι «γνωστός συγγραφέας
και αρθρογράφος πολλών εφημερίδων, που «έχει
γράψει 15 βιβλία».
Το αποτέλεσμα; Σχεδόν
απογοητευτικό. Αντί για βιβλίο ιστορίας
θυμίζει αναγνώσματα του τύπου «Οι
κουρσάροι του Αιγαίου» – ή όποιας άλλης
θάλασσας. Κάτι σαν χρονογράφημα του
προπερασμένου αιώνα: «Κι ύστερα…», «και
δυο μέρες μετά…», «Τρεις μήνες αργότερα…»
και ούτω καθεξής. Μια στεγνή, μέχρι ανίας,
χρονολογική εξιστόρηση των γεγονότων,
δίχως σχεδόν την παραμικρή ανάλυση. Κι όταν
επιχειρούν να προβούν έστω και σε κάποια
ψήγματα ανάλυσης, το αποτέλεσμα είναι
ανούσιοι και συχνά απαράδεκτοι
χαρακτηρισμοί.
Μερικά δείγματα γραφής:
«Η Κίνα αυτοαποκαλούνταν “Κεντρικός
Πολιτισμός” και “Κεντρικό Βασίλειο”,
χωρίς οι χαρακτηρισμοί αυτοί να έχουν
σχέση με τη γεωγραφική της θέση» (σελ. 37). Ως
γνωστόν, κέντρο του «γεωγραφικού σύμπαντος»
είναι το Γκρήνουιτς. Εξάλλου, από εκεί δεν
διέρχεται και ο πρώτος μεσημβρινός;
«Η Αυλή των διπλοπρόσωπων
ευνοούμενων μανδαρίνων και ευνούχων του Qianlong,
ήταν πιο διεστραμμένη και ακόλαστη από την
Αυλή του Βυζαντινού Αυτοκράτορα» (σελ. 39).
Στο Μπάκιγχαμ δεν υπάρχουν, ως γνωστόν,
ευνούχοι…
«Η λανθασμένη πίστη του Lin ότι απαγορευόταν το όπιο στη
Βρετανία έδειχνε την τυπική άγνοια των
Κινέζων ως προς τα πολιτιστικά θέματα των
βαρβάρων» (σελ. 67). Ή όπως το είχε θέσει ο
Τζωρτζ Μπέρναρ Σω, «Είναι βάρβαρος και
νομίζει ότι τα έθιμα της φυλής του, στη
Βρετανία, είναι νόμοι της φύσης».
Μάταια περιμένει να συναντήσει
στις εκατοντάδες πυκνογραμμένες σελίδες
κάποια ανάλυση για την οικονομία του οπίου,
για τους εμπόρους οπίου, για την Εταιρεία
Ανατολικών Ινδιών, για τους Αμερικανούς (Russel
& Co.–Skull
& Bones) ή
τους Άγγλους εμπόρους οπίου. Μόνον
κάποιες σκόρπιες αναφορές.
Και αρκετά λάθη. Το Beitang
στη σελίδα 296 είναι «οκτώ μίλια βόρεια
από το Πεκίνο», στη σελίδα 302 βρίσκεται «160
μίλια βόρεια του Πεκίνου», στη σελίδα 311
έχει μετατοπιστεί «σε απόσταση λιγότερη
από πενήντα μίλια βόρεια του Πεκίνου», ενώ
στη σελίδα 321 βρίσκεται πια «οκτώ μίλια
βορείως των Οχυρών Dagu».
Πού, τελικά, βρίσκεται αυτή η αεικίνητη
πόλη του Beitang;
Με τη βοήθεια του Encarta World Atlas
ανακαλύπτουμε ότι η μόνη σωστή απόσταση
είναι η τελευταία. Κάτι που σημαίνει ότι το Beitang
βρίσκεται 90 μίλια νοτιοανατολικά του
Πεκίνου.
Ένα από τα πιο ενδιαφέροντα
σημεία αυτού του ανούσιου βιβλίου είναι τα
όσα αφορούν στον «αβρόφρονα ευπατρίδη» (όπως
χαρακτηρίζεται στη σελίδα 278) Λόρδο Έλγιν,
γιο του… δικού μας Λόρδου Έλγιν, που
λεηλάτησε τον Παρθενώνα. Οι καλοί μας
συγγραφείς τηρούν τις «σωστές» πάντα
αποστάσεις:
«Ο Λόρδος Elgin
ήταν ο γιος του περίφημου συλλέκτη
αρχαιοτήτων, σωτήρα ή βάνδαλου –αναλόγως
με το εάν είναι κανείς Βρετανός ή Έλληνας–
που απέσπασε τις ζωφόρους του ετοιμόρροπου
Παρθενώνα από το αρχαίο τους οικοδόμημα,
στέλλοντάς τες στην Αγγλία για να τις
διαφυλάξει μακριά από την Αθήνα, που
σπαρασσόταν από τον πόλεμο ή για προσωπικό
του όφελος» (σελ. 246).
Ετοιμόρροπος ο
Παρθενώνας; Και από ποιον άραγε πόλεμο
σπαρασσόταν η Αθήνα την πρώτη δεκαετία του
19ου αιώνα;
Ο υιός Έλγιν, λοιπόν, ήταν στη
διάρκεια του Δευτέρου Πολέμου του Οπίου
ειδικός απεσταλμένος της Βρετανικής
Κυβέρνησης στην Κίνα, έχοντας την εντολή να
αναλάβει διαπραγματεύσεις με τους
Κινέζους ή να διεξαγάγει πόλεμο, «όποιο από
τα δύο ήταν αναγκαίο για την επίτευξη των
σκοπών της Βρετανίας» (σελ. 311). Ο Λόρδος
Έλγιν δεν κατάφερε να εμποδίσει τα γαλλικά
και τα βρετανικά στρατεύματα από το να
λεηλατήσουν και να πυρπολήσουν το Θερινό
Ανάκτορο του Αυτοκράτορα της Κίνας.
Εκατοντάδες άμαξες φορτώθηκαν με σπάνια
έργα τέχνης και χρυσό. «Δεν είμαι κλέφτης»,
έγραψε συντετριμμένος στο ημερολόγιο του ο
αβρόφρων ευπατρίδης…
|
|
Πίτερ Λεβέντα
Ναζί και
Αποκρυφισμός
Το Παρασκήνιο μιας Σκοτεινής
Σχέσης
Εκδόσεις Κέδρος
Αθήνα 2005
Μετάφραση: Κατερίνα Χαλμούκου
[498 σελ., 22,5x15 cm,
ευρετήριο, 17 ευρώ]
Η θέση του Π. Λεβέντα, που είναι
«ειδικός σε θέματα αποκρυφισμού και
πρόεδρος του διεθνούς τμήματος μιας
εταιρείας τηλεπικοινωνιών», είναι
ξεκάθαρη: «οι ναζί δεν ήταν απλώς ένα
πολιτικό κόμμα», αλλά «δόγμα,
και ως τέτοιο είχε όλα τα γνωρίσματα ενός
τυπικού δόγματος, από πνευματικό ηγέτη
μέχρι αδελφότητα ομοιόμορφα ντυμένων
μαθητών, μυστικά τελετουργικά που
οργανώνονταν σε απόμερα κάστρα και ένα
σύμβολο –ένα τοτέμ– (σ.σ. τη σβάστικα) που
συνόψιζε την ιδεολογία τους» (σελ. 188).
Και
επιμένει: «Έχουμε επικεντρώσει την προσοχή
μας στο Ναζιστικό Κόμμα ως δόγμα και στο
Τρίτο Ράιχ ως μια κυβέρνηση σκοτεινών
μυημένων. Οπαδών της μαύρης μαγείας, αν
θέλετε […] Είναι εξαιρετικά σημαντικό να
συμφιλιωθούμε με αυτή την πλευρά του
Τρίτου Ράιχ αν θέλουμε να κατανοήσουμε τις
σύγχρονες εκφάνσεις του σε όλο τον κόσμο
[…] Το φαινόμενο αυτό [σ.σ. των σύγχρονων
εκφάνσεων] δεν μπορεί να γίνει κατανοητό με
καθαρά οικονομικούς, πολιτικούς ή
κοινωνικούς όρους, αλλά ως ένα ουσιαστικά
θρησκευτικό κίνημα με τις εικόνες, τις
λιτανείες, τα σατανιστικά του τελετουργικά»
(σελ. 326).
Δεν πιστεύω ότι με μία –μικρή ή
μεγάλη– δόση αποκρυφισμού μπορούμε να
κατανοήσουμε καλύτερα φαινόμενα όπως
εκείνα του ναζιστικού κόμματος ή του
χιτλερικού Τρίτου Ράιχ. Όσο αποτρόπαια και
αν ήταν τα έργα των Γερμανών
εθνικοσοσιαλιστών, δεν υπήρξαν χειρότερα
εκείνων που συνέβησαν σε όλα τα μήκη και
πλάτη του πλανήτη καθ’ όλη τη διάρκεια του
20ου αιώνα: από τη Σοβιετική Ένωση των
Λένιν-Τρότσκυ-Στάλιν ως την Καμπότζη του
Πολ Ποτ, και από την Κίνα του Μάο ως την
Τουρκία των Νεότουρκων και του Ατατούρκ,
για να αναφέρουμε ελάχιστα μόνον
παραδείγματα.
Συνεπώς, είτε θα πρέπει να
αναπτύξουμε μία ιστορικο-αποκρυφιστική
θεωρία των πάντων είτε θα πρέπει να
παραδεχτούμε ότι ο χαρακτηρισμός, στον
οποίο καταφεύγουν συχνά κάποιοι, ότι
ολόκληρη η ναζιστική περίοδος ήταν «αδιανόητη»
είναι ανεπαρκέστατος. Είτε έχουμε
ερευνήσει και μελετήσει το ναζιστικό
φαινόμενο από οικονομικής, πολιτικής ή
κοινωνικής πλευράς και δεν έχουμε
καταλήξει σε κάποιο συμπέρασμα, οπότε
μπορούμε να καταφύγουμε πιθανώς και στον
αποκρυφισμό, είτε χαρακτηρίζουμε το
φαινόμενο «αδιανόητο» οπότε οποιαδήποτε
ψυχολογικίστικη ή αποκρυφιστική ή όποια
άλλη μέθοδος είναι καλύτερη από το τίποτα.
Σημαίνει άραγε κάτι ότι, ήδη από
το 1919, κάποιοι χαρακτήριζαν τη Συνθήκη των
Βερσαλλιών ως προσωρινή κατάπαυση των
εχθροπραξιών στην Ευρώπη; Λαμβάνουν άραγε
οι «ιστορικοί» ή οι ιστορικοί υπόψη τους
τις οικονομικές δυνάμεις που στήριξαν τον
Χίτλερ στην πορεία του προς την εξουσία και,
αργότερα, χρηματοδότησαν την πολεμική
μηχανή του; Το πρόγραμμα ευγονικής των ναζί
είναι άραγε τόσο «αδιανόητο», αν λάβουμε
υπόψη μας ότι παρόμοια προγράμματα –αν και
σε πολύ μικρότερη κλίμακα– εφαρμόζονταν
ήδη σε μερικές από τις πιο κραταιές
δημοκρατίες του πλανήτη
– Σκανδιναβικές χώρες, Αγγλία,
Ηνωμένες Πολιτείες; Ή είναι άραγε τόσο «αδιανόητο»
το γεγονός ότι οι ναζί επιδίωξαν να
θεμελιώσουν τις ρατσιστικές θεωρίες τους
περί «ανώτερης φυλής» σε αποκρυφιστικές
θεωρίες αμφιβόλου προελεύσεως; Και πώς
αλλιώς θεμελιώνονται οι θεωρίες περί «ανωτέρων
φυλών» αν όχι πάνω σε μεταφυσικές ή
αποκρυφιστικές πομφόλυγες;
Ο αποκρυφισμός έπαιξε έναν
κάποιο ρόλο στη διαμόρφωση της ναζιστικής
ιδεολογίας. Όπως παραδέχεται και ο Π.
Λεβέντα, «ουσιαστικά δεν αποδείχθηκε ποτέ,
και μάλλον δεν πρόκειται να αποδειχθεί
ούτε στο μέλλον, αν ο Χίτλερ πράγματι ανήκε
σε κάποια αποκρυφιστική στοά» (σελ. 102), και
επίσης «δεν ήταν εντελώς
εύπιστος. Δηλαδή δεν παραδινόταν στην
τυφλή αποδοχή των αποκρυφιστικών ιδεών» (σελ.
109). Όλα τα υπόλοιπα, όσον αφορά στις
αποκρυφιστικές τάσεις του Χίτλερ, είναι
φήμες μέσα σε θρύλους μέσα σε παραμύθια.
Σίγουρα είχε γνωρίσει κάποιους που είχαν
αποκρυφιστικά ενδιαφέροντα. Και λοιπόν;
Αυτό καθιστά τον ίδιο αποκρυφιστή ή
υποχείριο αποκρυφιστών; Και ο Χίμλερ είχε
κάποια αποκρυφιστικά ενδιαφέροντα και
συμβουλευόταν συχνά τον αστρολόγο του. Τι
αποδεικνύει αυτό; Ότι ο αποκρυφιστής-ναζί
Χίμλερ ήταν μεγαλύτερος εγκληματίας από
τον ναζί Χίμλερ; Ή ότι ο Χίμλερ κατείχε στη
ναζιστική ιεραρχία τη θέση που κατείχε
λόγω των αποκρυφιστικών του ενδιαφερόντων;
Φαιδρότητες.
Οι «αλλόκοτες θεωρίες» (σελ. 57)
της μαντάμ Μπλαβάτσκι επηρέασαν πράγματι
κάποιους Γερμανούς αποκρυφιστές. Και η Άνι
Μπέζαντ, «διάδοχος της Μπλαβάτσκι στην
προεδρία της Θεοσοφικής Εταιρείας,
αναδείχθηκε σε σημαντική προσωπικότητα
στην πολιτική σκηνή της Ινδίας» (σελ. 57). Οι
σοσιαλιστικές ιδέες της Μπέζαντ επηρέασαν
άραγε το θεοσοφικό κίνημα; Γιατί μέχρι να
μυηθεί στη θεοσοφία από την Μπλαβάτσκι
ήταν μέλος της Φαβιανής Εταιρείας της
Αγγλίας. Και επίλεκτα μέλη της Φαβιανής
Εταιρείας ήταν και μέλη της Εταιρείας
Ψυχικών Ερευνών, και αν αρχίσουμε να
καταγράφουμε τα μέλη αυτών των εταιρειών,
τις φιλικές και οικογενειακές τους σχέσεις,
θα βρεθούμε στην καρδιά του πολιτικο-οικονομικού
κατεστημένου της Μεγάλης Βρετανίας, στα
τέλη του 19ου αιώνα.
Ένα μικρό
παράδειγμα: ο Τζέραλντ Μπάλφουρ, αδελφός
του πρωθυπουργού της Μεγάλης Βρετανίας
Άρθουρ Μπάλφουρ (και οι δύο ήταν μέλη της
Εταιρείας Ψυχικών Ερευνών), είχε
παντρευτεί την αδελφή της Έμιλυ Λύττον
Λούτυενς, που ήταν μαθήτρια και φίλη της
Άνι Μπέζαντ και θετή μητέρα του
Κρισναμούρτι. Η Λύττον Λούτυενς ήταν
εγγονή του Έντουαρντ Μπάλγουερ Λύττον που
ήταν και ο πρώτος που αναφέρθηκε, στο
μυθιστόρημά του για την Επερχόμενη
Φυλή, στη δύναμη Vril,
που τόσο εντυπωσίασε τους Γερμανούς
αποκρυφιστές ώστε ίδρυσαν και μυστική
εταιρεία με το όνομα Vril.
Και ένας άλλος αδελφός Μπάλφουρ, ο Τζέιμς,
είχε παντρευτεί την αδελφή του λόρδου
Ρόμπερτ Σέσιλ, που επηρέαζε από το
παρασκήνιο και το προσκήνιο την πολιτική
ζωή της Μεγάλης Βρετανίας σε στενή
συνεργασία με τον περιβόητο Σέσιλ Ρόουντς.
Τι μας λένε όλα αυτά;
Μας λένε ότι όταν διαβάζουμε
ένα βιβλίο για τον αποκρυφισμό και την
πολιτική ή θα πρέπει να κρατάμε μικρό
καλάθι για να χωράει μόνον ο αποκρυφισμός,
οπότε θα είμαστε ανόητοι, ή θα πρέπει να
κρατάμε μεγάλο καλάθι ώστε να χωράνε όλα.
Γιατί τι σημαίνει άραγε αυτό που αναφέρει ο
Π. Λεβέντα στη σελίδα 356 του βιβλίου του ότι
ο «μάγος» Άλιστερ Κρόουλι «είχε σχέσεις σε
κάποιο βαθμό με τους αρχιπράκτορες της ΜΙ5»
(της μυστικής υπηρεσίας της Μεγάλης
Βρετανίας);
Υπήρξαν –ή υπάρχουν– άραγε και
άλλοι «μάγοι», «αποκρυφιστές», «ερευνητές»
που είχαν –ή έχουν– «κάποιες σχέσεις με
αρχιπράκτορες» μυστικών υπηρεσιών;
|
|
Χρήστης Βιβλίων
Τις ημέρες που γράφονταν αυτές
οι γραμμές γινόταν κάτω από τη σκιά της
Ακρόπολης η Γιορτή του Βιβλίου. Δεν ξέρω
ποιανού ιδέα ήταν να μεταφερθεί η Γιορτή
του Βιβλίου από το Πεδίο του Άρεως (όπου την
προτιμώ) ούτε γνωρίζω ποιανού ιδέα ήταν να
ονομαστεί ο μεγαλύτερος κάτωθεν της
Ακροπόλεως δρόμος (ήδη πεζόδρομος) σε οδό (Αγίου)
Διονυσίου Αρεοπαγίτου. Ίσως επειδή
πρόκειται για τον πολιούχο άγιο της Αθήνας
κάποιοι να θέλησαν να ισορροπήσουν «πνευματικά»
τον χώρο της Παλλάδος. Ο Άγιος, λοιπόν, είχε
και μία κάποια μακρινή και ενδιαφέρουσα, θα
έλεγα, σχέση με το βιβλίο.
Γεννήθηκε, λέει ο συναξαριστής
του (δηλαδή ο άνθρωπος που ανέλαβε τις public
relations
του μάρτυρα μετά το θάνατό του), στην
Αθήνα και βρισκόταν για σπουδές στην
Ηλιούπολη της Αιγύπτου όταν απόρησε με την
έκλειψη του ηλίου που συνέβη, όπως έμαθε
αργότερα, την ώρα που ο Ιησούς παρέδιδε το
πνεύμα. Χρόνια αργότερα, ακούγοντας στην
Αγορά τον Παύλο και λύνοντας την απορία
τόσων χρόνων προσηλυτίστηκε αμέσως στο
χριστιανισμό μαζί με την Δάμαρι (η Δαμάρεως
είναι οδός στο Παγκράτι). Αρκετά χρόνια
αργότερα, στα Ιεροσόλυμα γνώρισε τη
Θεοτόκο και παραβρέθηκε, μάλιστα, και στην
Κοίμησή της. Ήταν παρών και στο μαρτύριο
του Παύλου έξω από τη Ρώμη, και τελικά
εστάλη από τον πάπα της Ρώμης Κλήμεντα Α΄
στη Γαλλία για να κηρύξει το Ευαγγέλιο,
όπου και αποκεφαλίστηκε κοντά στο Παρίσι.
Το κακό με τον βίο του Αγίου
είναι ότι ο συναξαριστής του μπέρδεψε τη
ζωή δύο διαφορετικών Διονυσίων (ενός που
έζησε στην Αθήνα τον 1ο αιώνα και ενός
που έζησε στη Λουτέτσια-Παρίσι τον 3ο
αιώνα).
Το κακό με τον βιογράφο του
Αγίου είναι το γεγονός ότι έγραψε το
συναξάρι του προς τα τέλη του 5ου, αν
όχι στις αρχές του 6ου αιώνα. Η ανάγκη
για το συναξάρι του Αγίου, δημιουργήθηκε
όταν ένας Σύριος συνέγραψε γύρω στο 500
τέσσερις μεγάλες πραγματείες και δέκα
επιστολές, τις οποίες υπέγραψε ως
Διονύσιος Αρεοπαγίτης, το όνομα του οποίου
αναφέρεται άπαξ στις Πράξεις των Αποστόλων.
Το συναξάρι βασίστηκε στα όσα έλεγε ο ίδιος
ο πλαστογράφος (έκλειψη ηλίου, θάνατος της
Θεοτόκου κ.λπ.).
Το ακόμα χειρότερο με τον «Άγιο»
είναι το γεγονός ότι το ένδοξο Corpus
των Αρεοπαγιτικών, «ένα μίγμα αρχαίας
φιλοσοφίας και χριστιανισμού, του οποίου η
ακτινοβολία έπεφτε όμως και στην πολιτική
[…] επηρέασε σε ανυπολόγιστο βαθμό
περισσότερο από μία χιλιετία τη Δύση. Ο
απατεώνας έγινε “επί αιώνες ο
αρχιδιδάσκαλος του Δυτικού Κόσμου”». Το
έργο του απατεωνίσκου, που «ερμηνεύθηκε
και θεωρήθηκε ως έργο του Αγίου Πνεύματος»,
επηρέασε τους επιφανέστερους θεολόγους (Μάξιμο
τον ομολογητή, Θωμά Ακινάτη,
Αλβέρτο τον
Μέγα). Τον 13ο αιώνα, «το Πανεπιστήμιο
των Παρισίων ανακήρυξε πανηγυρικά τον
πλαστογράφο σε Απόστολο της Γαλλίας και
Μέγα Διδάσκαλο του χριστιανικού κόσμου –
κατά περίεργο τρόπο ήταν ο μοναδικός
συγγραφέας της Ανατολής που παρέμεινε
ζωντανός στη Δύση».
Συγχύσεις, συγχύσεις και
μπερδέματα. Έχουμε ένα πρόσωπο: ο Διονύσιος
Αρεοπαγίτης γεννήθηκε γύρω στο 8 μ.Χ. και
έζησε στην Αθήνα τον 1ο αιώνα. Στα
μέσα του δεύτερου αιώνα υποτίθεται ότι
ένας άλλος Διονύσιος, επίσκοπος
Κορίνθου, αναφέρει πως ο Διονύσιος
Αρεοπαγίτης ήταν ο πρώτος χριστιανός
επίσκοπος της Αθήνας και μαρτύρησε σ’ αυτή
επί Δομιτιανού ή επί Αδριανού (δηλαδή την
περίοδο από το 81 ως το 138!). Ένας άλλος
Διονύσιος μαρτύρησε τον τρίτο αιώνα στο
Παρίσι. Το 500 κάποιος πλαστογράφος (γνωστός
ως Ψευδο-Διονύσιος) υπογράφει κάποια
θεολογικά κείμενα με το όνομα του
Διονυσίου Αρεοπαγίτη στα οποία αναφέρει
και όλα τα «βιογραφικά στοιχεία» του, που
κάποιες δεκαετίες αργότερα ένας ανώνυμος
συναξαριστής θα συγκολλήσει με διάφορους
άλλους θρύλους και ανακρίβειες για να
δημιουργήσει τον «Βίο του Αγίου».
Τα «βιογραφικά» στοιχεία του
Αγίου έχουν αντληθεί από το Παγκόσμιο
Βιογραφικό Λεξικό της Εκδοτικής Αθηνών.
Τα
περί του πλαστογράφου και «αρχιδιδασκάλου
της Δύσης» από τον τρίτο τόμο (Αρχαία
Χριστιανική Εκκλησία – Α΄ Πλαστογραφίες,
Απάτες Θαυμάτων-Λειψάνων-Προσκυνημάτων)
του έργου του Καρλχάιντς Ντέσνερ Η
Εγκληματική Ιστορία του Χριστιανισμού,
εκδ. Κάκτος, μετ. Μαίρη Αργυροηλιοπούλου,
Αθήνα, 2004, σελ. 206-210.
|
|