![]() |
|||||||||||||||||||
![]() |
|||||||||||||||||||
![]() |
|||||||||||||||||||
Μπροστά μας η διαστημική βάση hoax...θα σταματήσουμε για ανεφοδιασμό...εδώ όσοι επιβάτες θέλουν μπορούν να βγουν από το σκάφος και να περιηγηθούν στα διάφορα επίπεδα του διαστημικού σταθμού...είναι σα μια μικρή όαση του διαστήματος όπου ξαποσταίνουν τα καραβάνια και ξεδιψάνε οι ταξιδευτές...η μετακίνηση γίνεται με τη μέθοδο του αιωρισμού...ο καθένας μετακινείται μέσα στη δική του, προσωπική φούσκα...όπως και στη ζωή δηλαδή... στρίβοντας το σώμα σας αλλάζετε την πορεία της φούσκας σας...βλέπετε, ο διακτινισμός ανήκει ακόμα στη σφαίρα της επιστημονικής φαντασίας...κι όσο πιο μεγάλη η φούσκα σας, τόσο πιο μικρή η βόλτα...γι' αυτό προτείνω να διαλέγετε μικρές φούσκες...όσο πιο μικρές τόσο καλύτερα...όπως πρέπει να είναι και τα λόγια μας...καλή ξενάγηση και να προσέχετε τις φούσκες σας...μη τις φουσκώνετε πολύ και σκάσουν στο διάστημα...δεν θα σας βρουν ποτέ...τουλάχιστον αν συμβεί αυτό, φροντίστε να είσαστε κοντά στο σκάφος μήπως και καταφέρουμε να σας περισυλλέξουμε... | |||||||||||||||||||
"...Τέτοια ώρα ακριβώς, μεσουρανεί γαλάζιος, βλεφαρίζοντας ο Βέγας. Η νύχτα ήτανε γεμάτη τριζόνια. Από το διαπλατωμένο παράθυρο, το παιδί, με κρατημένη την ανάσα, τ' άκουγε μέσα στην εξοχή να σέρνουν τις τρίλλιες τους ασταμάτητα. Σαν και να κελαηδούσαν τ' αστέρια...Ανάσανε βαθειά. Με την πνοή, τη μαργωμένη από πάχνη κι αστροφεγγιά, που κυκλοφόρησε στα πλεμόνια του, το παιδί δροσίστηκε, χαμογέλασε φιλικά στη νύχτα. Η μετάληψή της αλάφρωνε την καρδιά του. Πάσχισε ανυπόμονο ν' ανακαλέσει από την αφάνεια το τοπίο που πρέπει να γραφόταν εκεί κάτω. Δε μπόρεσε. Κάτω από την τετράπλατη αστροφεγιά, η γη έδειχνε ακόμα πιο μαύρη, πένθιμη. Ούτε σπίθα φως πουθενά, όσο που φτάνει το μάτι. Ούτε μια λαμπυρίδα να ξαγρυπνάει στο χορτάρι. Το πλοίο πορεύεται μ' όλα του τα φώτα σβηστά, καθώς σ' ώρα κρίσιμη, ώρα κινδύνου. Τότε, γύρισε τα μάτια του ψηλά, στο στερέωμα, που ήτανε πάντα πιο γνώριμο. Προσανατολίστηκε...Ξέκρινε αμέσως τη Μεγάλη Άρκτο με τα εφτά της αστέρια, αριστερά και κάτω τον Αρκτούρο, ζωηρό σαν σπίθα φυσημένη από μακρινό άνεμο. Ψηλά, κατάκορφα, έλαμπε υγρός, ζαφειρένιος, ο φιλικός του Βέγας. Ανάσανε μ' ανακούφιση, όπως όταν ξαναβρίσκεις τον εαυτό σου σε γνώριμο περίγυρο. Ο ουρανός σ' ακολουθεί παντού, όπου κι αν πας... ...Όλα τούτα τα μέρη του ήταν άγνωστα. Σήκωσε τα μάτια του, είδε τον ουρανό κι ανασκελώθηκε στο σκαφίδι, με τα δάχτυλα πλεγμένα πίσω απ' το κεφάλι του, να τον κοιτάζει. Αφαιρεμένος σιγοσφύριζε. Σύγκαιρα, καθώς το είχε συνήθειο κάθε φορά που έχανε την επαφή του με τον γύρω κόσμο, βάλθηκε να διαβάζει τη διαπλατωμένη σελίδα τ' ουρανού. Κατάκορφα, σημαδευτόν στο μισοφρύδι του, ξεχώρισε το φιλικό του Βέγα, να βλεφαρίζει γαλάζιος κι υγρός, άγρυπνο μάτι. Η ψυχή του παιδιού ανακλαδίστηκε, μυρμίδισε από τη λαχτάρα του άγνωστου. Κάθε φορά που κοίταζε έτσι το στερέωμα, ένιωθε να τον κυριεύει το ίδιο θάμπος. Στα βιβλία του είχε διαβάσει αξιώματα, θεωρήματα, εξισώσεις. Εκεί, στις τυπωμένες σελίδες, όλα μεταφράζονταν σε τύπους μαθηματικούς. Όλ' αυτά ελάχιστη έδιναν απόκριση στο ερώτημα που του έψαινε τα χείλη. Αποκαμωμένος, καταπνίγοντας ένα κύμα αηδίας, σφαλούσε το βιβλίο κι απόμενε με τα μάτια σφαλιστά, να ονειρεύεται. Αυτό που ζητούσε να μάθει, δεν ήτανε προσδιορισμοί αλγεβρικοί. Κάτι άλλο τον βασάνιζε κι αυτό δεν μπορούσε να το ξεκαθαρίσει ούτε κι ο ίδιος. Τι ανασαίνει πίσω απ' όλα τούτα, αυτό γύρευε να μαντέψει. Γιατί να είναι έτσι κι όχι αλλιώς. Όλοι εκείνοι οι κόσμοι, γαλάζιοι, ρόδινοι, ζαφειρένιοι, κίτρινοι, μενεξελιοί, είναι σπίθες φωτιάς από άγνωστη, αιώνια φλόγα. Τις νύχτες, σαν κλείνεις τα μάτια σου, τους μαντεύεις να ταξιδεύουν, να πορεύονται σταθερά. Μαντεύεις σα βούισμα μέλισσας το τραγούδι τους. Είναι γεμάτος μουσική ο αέρας, μηνύματα, συνθήματα από καράβια που πλέουν κουβαλώντας ψυχές. Μια φράση του μακρινού φίλου ανέτειλε στη θύμισή του: "Αυτό κι αν ακόμα ήτανε βολετό να το μάθεις κι αν ακόμα έσκυβε κανένας να σου το πει, δεν θα το καταλάβαινες". "Γιατί;", είχε ρωτήσει. "Γιατί δεν λέγεται με λόγια"..." ΤΑΞΙΔΙ ΜΕ ΤΟΝ ΕΣΠΕΡΟ - ΑΓΓΕΛΟΣ ΤΕΡΖΑΚΗΣ |
|||||||||||||||||||
Μια βόλτα αλλιώτικη | |||||||||||||||||||
![]() |
|||||||||||||||||||
![]() |
|||||||||||||||||||
![]() |
![]() |
||||||||||||||||||
Αρχή | |||||||||||||||||||