Τούτη η ώρα είναι η πιο όμορφη...αυτή που στη γη αποκαλείτε χάραμα...εδώ βέβαια δεν επικρατούν οι ίδιες συνθήκες, όμως το ουράνιο φως που διαχέεται στο άπειρο και η γαλακτώδης ακτινοβολία που εκπέμπει ο μυστηριώδης Γαλαξίας που πρόκειται να εξερευνήσουμε, προσδίδουν τη δική τους οπτική ομορφιά στο ανεξερεύνητο χάος του σύμπαντος...μια ύστατη ματιά στις παρυφές των βουνών του πλανήτη μου...εκεί που βρίσκονται τα περισσότερα σπήλαια στα οποία φιλοξενούνται οι τελευταίοι των Οναριανών...και μετά αναχώρηση...στο δρόμο προς το Γαλαξία και τη μεγάλη επιστροφή...ελπίζω να έχουν λίγο χώρο οι αποσκευές σας για μερικά ακόμα
αναμνηστικά της κοσμικής βόλτας μας...
"...Να πω με σαφήνεια και με σκληρότητα να καθορίζεις την παντοδυναμία του νου μέσα στα φαινόμενα και την ανικανότητα του νου πέρα από τα φαινόμενα, πριν να κινήσεις για τη λύτρωση. Αλλιώς δε μπορείς να λυτρωθείς..."

"...Δε δέχουμαι τα σύνορα, δε με χωρούν τα φαινόμενα, πνίγομαι. Ο νους βολεύεται, έχει υπομονή, του αρέσει να παίζει, μα η καρδιά αγριεύει, δεν καταδέχεται αυτή να παίξει, πλαντάει
και χιμάει να ξεσκίσει το δίχτυ της ανάγκης..."

"...Που πάμε; Μη ρωτάς. Ανέβαινε, κατέβαινε. Δεν υπάρχει αρχή, δεν υπάρχει τέλος. Υπάρχει η τωρινή τούτη στιγμή, γιομάτη πίκρα, γιομάτη γλύκα και τη χαίρουμαι όλη. Καλή είναι η ζωή, καλός ο θάνατος, η γης στρογγυλή και στέρεη σα στήθος γυναίκας στις πολυκάτεχες παλάμες μου. Δίνουμε σε όλα. Αγαπώ, πονώ, αγωνίζομαι. Ο κόσμος μου φαντάζει πλατύτερος από το νου,
η καρδιά μου ένα μεγάλο μυστήριο, σκοτεινό και παντοδύναμο..."

"...Ένα καράβι είναι το σώμα μας και πλέει απάνω σε βαθυγάλαζα νερά.
Ποιος είναι ο σκοπός μας; Να ναυαγήσουμε..."

"...Ότι ζεις στην έκταση ποτέ δε θα μπορέσεις να το στερεώσεις σε λόγο.
Όμως, μάχου ακατάπαυστα να το στερεώσεις σε λόγο. Πολέμα με μύθους, με παρομοιώσεις, με αλληγορίες, με κοινές και σπάνιες λέξεις, με κραυγές και με ρίμες να του δώσεις σάρκα και οστά, να στερεώσει..."

ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ - ΑΣΚΗΤΙΚΗ
Και λίγες Οναριανές κουβέντες...

ΣΕΜΙΡΑΜΙΣ

κείμενο:
Blue Dream

Καρφώνω επιδέξια φοβάμαι. Ανάβω ήλιους, σβήνω φεγγάρια, σκοτώνω καιρούς. Αναρριχιέμαι σε κήπους κρεμαστούς κεντώντας στις πέργκολες τα χαρτογραφημένα σχέδιά μου. Μια σειρά καρποί από αστέρια.
Κίτρινα, κόκκινα, μενεξελιά, γαλάζια.
Μα ποιος μπορεί να οσμιστεί πελάγη και σύννεφα;
Ύστερα πάλι είναι και 'κείνα τα βαθυγάλανα μεσοκύματα
που μου ραντίζουν το μέτωπο.
Κάθε έξι τέτοια μια ανάσα κοντύτερα στο Σέλας των παγετώνων.
Βόρειο χειμάδι ταξιδευτών.
Κροταλίζουν οι σκέψεις μου και γίνονται αντιληπτές. Τις ανακαλώ στην τάξη και δεν με ακούνε. Κι εγώ συνεχίζω να καρφώνω. Μια σφυριά, δυο σφυριές. Μεγαλώνει ο θόρυβος και μου σκεπάζει το θρόισμα των βημάτων της Άνοιξης. Εκείνη, παρ' ότι κοντοστάθηκε και με κοίταξε-μπορεί και να μου έγνεψε-απομακρύνεται σπέρνοντας τους λειμώνες.
Λουλουδιάζοντας τα παρτέρια. Αλλά απομακρύνεται.
Σεμίραμις, βασίλισσα της Ασσυρίας και των κρεμαστών κήπων της Βαβυλώνας που πάνω τους αναρριχήθηκα, πάψε να προστατεύεις τα άδυτα.
Έτσι κι αλλιώς άδυτα θα παραμείνουν για τους κοινούς θνητούς.
Κρύψε τον άνεμο του ολέθρου στις σκοτεινές σου κατακόμβες.
Ελευθέρωσε την ενάλια πνοή. Ταξιδεύω. Να με θυμάσαι...

Ανυπόταχτες ψυχές