ΑΝΥΠΟΤΑΧΤΕΣ ΨΥΧΕΣ
κείμενο: Blue Dream
"...Σκέφτομαι...όπως φυσάει ο άνεμος έξω από το παράθυρό μου και μαστιγώνει η βροχή τα τζάμια, πόσο μ' αρέσει αυτό το ερωτικό ταξίδι τους. Ναι, ένα ερωτικό ζευγάρι είναι ο άνεμος και η βροχή. Που αλλάζει μεταξύ του δώρα κάθε λεπτό που περνάει. Αυτός, παρασύρει στο διάβα του κάθε τι ευάλωτο στη δύναμή του, μαζί και τις ψυχές μας. Τις στροβιλίζει σαν αδύναμα χάρτινα παιχνιδάκια που αλλάζουν κατεύθυνση σε ανύποπτο χρόνο, ανάλογα με τις επιθυμίες του.. Τις ταξιδεύει μέσα σε παραμυθένιους κόσμους και πορφυρένιους ουρανούς και μετά, τις προσφέρει δώρο στην αγαπημένη του, τη βροχή. Αυτή με τη σειρά της, αφού ξεπλύνει με τα αιθέρια νερά της τις πληγές τους, τις επιστρέφει καθάριες, εξαγνισμένες, στον αιώνιο σύντροφό της.

Έτσι αλλάζουν δώρα κάθε στιγμή και ταξιδεύουν τις ψυχές μας αυτοί οι δυο τρελοί εραστές. Και είναι ονειρικό το συναπάντημα, από τη μια, δυο αγριεμένων εραστών κι από την άλλη, των μικρών, ανυπεράσπιστων και ταξιδιάρικων ψυχών μας. Κι όταν κοπάσει το πάθος του τρομερού ερωτικού ζευγαριού, την ώρα ακριβώς που χλαρώνουν από τα κύματα της πρωτόγονης ηδονής τους, αφήνουν τις μικρές ανάλαφρες ψυχούλες να πέσουν. Δεν τις χρειάζονται πια, τις ταξίδεψαν και φτάνει. Κι αυτές πέφτουν σαν τα φύλλα των δέντρων μετά από τη θύελλα, ψάχνοντας έδαφος για ν' ακουμπήσουν. Άλλες κάθονται απαλά σε παραδεισένιους κήπους, ανάμεσα σε πολύχρωμα λουλούδια και καταπράσινες φυλλωσιές. Άλλες πάλι βρίσκουν τη γαλήνη τους πάνω στα βότσαλα της άμμου, εκεί που τις χαϊδεύει το κύμα ψιθυρίζοντάς τους λόγια παρηγοριάς. Και κάποιες άλλες, χάνοντας την ισορροπία τους, τσακίζονται στα πιο απόκρημνα βράχια, γλιστρούν προσπαθώντας μάταια να γαντζωθούν από κάπου και το άυλο σώμα τους γίνεται κομμάτια σ' αυτή τη θανάσιμη πτώση προς την άβυσσο.

Είναι όμως και κάποιες ψυχές από άλλο υλικό φτιαγμένες. Ανυπόταχτες. Τους αρέσει να θαυμάζουν το παιχνίδι του ανέμου με τη βροχή, αλλά παράλληλα χαράζουν από μόνες τους τα δικά τους ταξίδια. Αυτές οι ψυχές έχουν κάτι μέσα τους από τον ίδιο τον άνεμο. Έχουν αναπτύξει τις αντιστάσεις τους ύστερα από πολλές πτώσεις σε αβύσσους και σκοτάδια, απ' τα οποία κατάφεραν να αναρριχηθούν. Και έμαθαν να αντιστέκονται. Ορθώνονται περήφανες μπροστά στη μανία του ανέμου και της βροχής και τους φωνάζουν κατάμουτρα: "Είμαστε πιο δυνατές, δεν μπορείτε να μας αγγίξετε". Κι ο άνεμος τότε αυξάνει τη δύναμή του. Γεμίζει τα πνευμόνια του και ξεφυσάει οργισμένος. Δεν του αρέσει να του αντιστέκονται. Ορμάει πάνω τους με λύσσα. Αυτά τα δώρα του είχε ζητήσει η αγαπημένη του, η βροχή. Τα πιο δύσκολα. Η μάχη είναι αδυσώπητη. Ώρες-ώρες λυγίζουν, μα η ανάγκη τους να μείνουν ανέγγιχτες, να κρατήσουν την ισορροπία τους, τις κάνει όλο και πιο δυνατές. Και στο τέλος τα καταφέρνουν να σταθούν όρθιες. Ο πολιορκητής αναγκάζεται να υποχωρήσει ντροπιασμένος.

Κι όταν περάσει η μπόρα αφήνονται στο χάδι του θεραπευτή ήλιου για να στεγνώσουν τα κορμιά τους και να επουλώσουν τα τραύματα. Και μετά τραγουδούν. Χαίρονται που δεν άφησαν τον άνεμο και τη βροχή να τις παρασύρουν εκεί που δεν ήθελαν να ταξιδέψουν. Γιατί αυτές, οι αντάρτισσες ψυχές, έχουν ένα μοναδικό δικό τους τρόπο να αναγνωρίζονται μεταξύ τους. Οσφραίνονται, αφουγκράζονται και ξέρουν να περιμένουν. Όσο κι αν χρειαστεί μπορούν να περιμένουν την αδερφή ψυχή τους, ακόμα κι αν βρίσκεται στην άλλη άκρη της γης, ακόμα κι αν πρέπει να περάσει τα δυσκολότερα εμπόδια. Και το ξέρουν πως θα 'ρθει, γιατί αλλιώς η αντίσταση δεν θα είχε κανένα νόημα. Υπάρχουν εκεί, σε δυο άκρες της γης, ταγμένες για να ζήσουν μαζί και είναι σίγουρες πως θα το πετύχουν. Και στο τέλος πάντα δικαιώνονται...

Στους αστερισμούς της φωτιάς