ΚΑΠΕΤΑΝΙΣΣΑ ΕΜΙΛΥ (ΝΤΙΚΙΝΣΟΝ)
ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΤΟΥΣ ΤΑΞΙΔΟΦΟΡΟΥΣ
ΚΑΠΕΤΑΝ ΕΥΓΕΝΙΟΣ (ΑΡΑΝΙΤΣΗΣ)
"Ο ναυτικός δεν μπορεί να ιδεί τον Βορρά, αλλά ξέρει πως η βελόνα μπορεί"

"Στέλνω Δυο Δύσεις-
Σε αγώνα που κάναμε-η Μέρα κι Εγώ-
Εγώ τέλειωσα Δυο-κι Αστέρια αρκετά-
Όσο Αυτή-έφτιαχνε μόνο Μια-

Η δικιά της πιο πλατιά-μα
Όπως έλεγα σε μια φίλη-
Να την Κουβαλάς στο Χέρι-
Η δικιά μου-πιο βολικιά"


"Ξέρω έναν τόπο όπου το Θέρος παλεύει
Μ' έναν τόσο έμπειρο Χειμώνα-
Που-κάθε χρόνο-πίσω τα Λευκάνθεμά του παίρνει-
Και τα γράφει στη στήλη-
"Χαμένα"-"

"Να κεντρίζεις Κάποιον
Που τον Άφθονο Ρήνο έχει κλείσει
Στο Ερμάρι του μέσα-Πιο καλά
Προσφέροντας νάχεις ξεψυχήσει"


"Στα Δέντρα ένας Ψίθυρος-να τον πάρεις-
Για Αγέρι-όχι αρκετά δυνατός-
Ένα Αστέρι-όχι αρκετά μακρινό να το ψάξεις-
Ούτε αρκετά κοντινό-να το βρεις-

Ένα μακρύ-μακρύ Κίτρινο-πάνω στη Χλόη-
Μια Χλαλοή-σαν από πόδια-
Αθόρυβα-σαν τα Δικά μας-σε Μας-
Μα σβέλτα πιο πολύ-Πιο Γλυκά-

Σε Βιάση ένα Σπιτικό μ' Ανθρωπάκια
Σε Σπίτια καθόλου ορατά-
Όλα αυτά-κι άλλα πολλά-αν έλεγα-
Δεν θάσαν ποτέ πιστευτά-

Μα τότε υποσχέθηκα ποτέ να μην πω-
Πώς μπορούσα ν' αθετήσω τον Λόγο;
Έτσι πάρε τη Στράτα σου-κι εγώ τη Δικιά μου-
Φόβος κανένας να χάσεις τον Δρόμο"


"Θα μπορούσα-για Σένα-πιο πολλά να κάνω-
Αν ήσουν μια Άγρια Μέλισσα-
Αφού για τη Βασίλισσα-
Μια Ανθοδέσμη έχω μόνο;"


"Ανεύρεσις η πρώτη Πράξη
Η δεύτερη, απώλεια,
Τρίτη, Εκστρατεία για
το
"Χρυσόμαλλο Δέρας"
Τέταρτη, Ανακάλυψη καμιά-
Πέμπτη, κανένα Πλήρωμα-
Τελικά, ούτε Χρυσόμαλλο Δέρας-
Κι αυτός-ο Ιάσων-μια ψευτιά"


"Ένα Παντού από Ασήμι
Από Άμμο τα Σχοινιά
Να το κρατούν να μη σβήσει
Το Ίχνος που λεν' Στεριά"


"Σε Όσους τα Πρωινά για Νύχτες μετράνε,
Τότε τα Μεσονύχτια-τι πρέπει νάναι!"


"Μιλούσαμε μεταξύ μας για μας
Χωρίς κανείς από εμάς να μιλάει-
Τα δευτερόλεπτα ακούγαμε να Τρέχουν
Και τα Πέταλα του Ρολογιού-
Μπροστά στα Παράλυτα Πρόσωπά μας
Σταματώντας ο Χρόνος έδειξε οίκτο-
Για Χάρη Κιβωτούς μας πρόσφερε-
Αραράτ-πήραμε όμως εμείς-"


"Δεν είναι τόσο ψηλός των Χρόνων ο Σωρός
Όσο τότε που 'χες έρθει ξανά
Μα κάθε Μέρα όλο και ψηλώνει
Απ' της μνήμης το Πάτωμα
Κι όσο πατάω στην Καρδιά μου επάνω
Μπορώ ακόμα την κορφή του να φτάσω
Να σβήσω το βουνό με τη μορφή σου
Και πριν πέσω τον εαυτό μου να πιάσω"
Emily Dickinson