ΚΑΠΕΤΑΝ ΝΙΚΟΣ (ΓΚΑΤΣΟΣ)
ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΤΟΥΣ ΤΑΞΙΔΟΦΟΡΟΥΣ
ΚΑΠΕΤΑΝ ΝΙΚΟΣ (ΕΓΓΟΝΟΠΟΥΛΟΣ)
"Με την πατρίδα τους δεμένη στα πανιά
και τα κουπιά στον άνεμο κρεμασμένα
Οι ναυαγοί κοιμήθηκαν ήμεροι σαν αγρίμια νεκρά
μέσα στων σφουγγαριών τα σεντόνια
Αλλά τα μάτια των φυκιών είναι στραμμένα στη θάλασσα"
"Καληνύχτα λοιπόν
βλέπω σωρούς πεφταστέρια να σας λικνίζουν τα όνειρα
μα εγώ κρατώ στα δάχτυλά μου τη μουσική γα μια καλύτερη μέρα.
Οι ταξιδιώτες των Ινδιών ξέρουνε περισσότερα να σας πουν
απ' τους Βυζαντινούς χρονογράφους"
"Στα στήθια που σιγότρεμε μια δακρυσμένη τριανταφυλλιά
Θα λάμπει ένα άστρο σιωπηλό σαν ανοιξιάτικη μαργαρίτα.
Μα εσύ θα μένεις ακίνητος
Με του Ακρίτα τ' άλογο και το κοντάρι του Αη-Γιωργιού θα ταξιδεύεις στα χρόνια
Ένας ανήσυχος κυνηγός απ' τη γενιά των ηρώων
Μ' αυτές τις σκοτεινές μορφές που θα σε παραστέκουν αιώνια
Ώσπου μια μέρα να σβηστείς κι εσύ παντοτεινά μαζί τους
Ώσπου να γίνεις πάλι μια φωτιά μες στη μεγάλη Τύχη που σε γέννησε
Ώσπου και πάλι στις σπηλιές των ποταμιών ν' αντηχήσουν
Βαριά σφυριά της υπομονής"
Αμοργός
"Χρόνια και χρόνια πάλεψα με το μελάνι και το σφυρί βασανισμένη καρδιά μου
Με το χρυσάφι και τη φωτιά για να σου κάμω ένα κέντημα
Ένα ζουμπούλι πορτοκαλιάς
Μιαν ανθισμένη κυδωνιά να σε παρηγορήσω
Εγώ που κάποτε σ' άγγιξα με τα μάτια της πούλιας
Και με τη χαίτη του φεγγαριού σ' αγκάλιασα
και χορέψαμε μες στους καλοκαιριάτικους κάμπους
Πάνω στη θερισμένη καλαμιά και φάγαμε μαζί το κομμένο τριφύλλι
Μαύρη μεγάλη μοναξιά με τόσα βότσαλα τριγύρω στο λαιμό
τόσα χρωματιστά πετράδια στα μαλλιά σου"