ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΣ
Σχετικά με τον παράδεισο, που λες, είχα ρωτήσει κάποτε έναν ξυπόλυτο άγγελο. Κατά πού πέφτει, τι χρώμα έχουν τα φεγγάρια του, αν δέχονται κινδύνους ή οι φρουροί του είναι υπέρ των φυλετικών διακρίσεων. Τέτοια πράγματα. Πρέπει να του φάνηκα πολύ αφελής. Γέλασε στην αρχή. Μετά με κοίταξε παράξενα, με ένα βλέμμα βαθύ σαν εποχή χαμένη. Μου έμοιαζε να παραμονεύει γιορτή πίσω από τη σκόνη της δεξιάς του φτερούγας, αλλά έκανα λάθος. Με τους αγγέλους συμβαίνουν παράξενα πράγματα. Ή βρυχώνται ή δεν υπάρχουν.
Ποτέ δεν κατάλαβα ποιος τους σύνδεσε με θεϊκές αποστολές και τέτοιες αηδίες. Μετά τους χώρισαν σε έκπτωτους και μη. Μα την αλήθεια, αν μπορούσες να τους δεις τι γέλιο κάνουν στα παρασκήνια του παράδεισου, ξαπλωμένοι ανά τέσσερις σε ένα σύννεφο με σχήμα καρδιάς, όλη μέρα συζητάνε για τη σεξουαλική απελευθέρωση στην κόλαση. Πού και πού ρίχνουν και καμιά λοξή ματιά κατά 'κει αλλά προσέχοντας πάντα μη πέσουν στην αντίληψη του Άγιου Λουκά.
Ποιος Πέτρος και σαχλαμάρες. Πού τα βρήκες γραμμένα αυτά; Θα μπορούσαν ποτέ να ζουν με έναν Πέτρο οι άγγελοι; Anyway (επειδή συνηθίζεται δηλαδή το λέω).
Στο θέμα μας. Ο παράδεισος, λοιπόν, δεν είναι τίποτ' άλλο από ένας τεράστιος κήπος φυτεμένος με μαργαρίτες. Μ' αγαπά δε μ' αγαπά. Από το πρωί μέχρι το βράδυ-που εκεί κρατάει κάπως περισσότερο-δεν ασχολείται με τίποτ' άλλο ο Άγιος Κοσμάς. Κι είναι τόσο μαλάκας που πλησιάζοντας στο τελευταίο πέταλο ξεχνάει κάθε φορά τι του έβγαινε ως εκείνη τη στιγμή. Μέχρι που πιάνει στα χέρια του την επόμενη μαργαρίτα. Κι αυτό το βιολί συνεχίζεται στους αιώνες των αιώνων. Αμήν. Έχει ξεσκίσει μαργαρίτες ο Άγιος Θωμάς που δεν τις έχει δει ανθρώπου μάτι σε μια ολόκληρη ζωή! Δεν αστειεύομαι καθόλου. Όλα τούτα μου τα είπε ο άγγελος με κάθε λεπτομέρεια και δεν είναι καθόλου για αφορισμό όσα λέω. Αν τον αγαπά ο Θεός του ψάχνει, δεν γυρεύει να μάθει τι σκέφτεται για πάρτι του η γκόμενα, ποιος τη χέζει αυτή.

"Μη μαδάς τη μαργαρίτα Παύλε!", ακούγεται υπόκωφη η φωνή του Κυρίου.

"Ύψιστε, δεν τη μαδάω ακριβώς, την κλαδεύω!", απαντάει ο άγιος.

Έτσι περνάνε, που λες, όμορφα τα μερόνυχτα στον παράδεισο. Δίχως πλήξη. Μια φορά μάλιστα, μου είπε ο άγγελος, έκανε την εμφάνισή του εκεί μέσα κι ένας άγιος αλανιάρης. Μάγκας. Δε χαμπάριζε από αγάπες και συμπαθούσε πολύ τα λουλούδια για να κάθεται να τα μαδάει. Πάνω από τους ώμους του φτερούγιζαν πεταλούδες κι αυτό έκανε τους άλλους άγιους να ζηλεύουν και να αναρωτιούνται πώς μπορεί και το πετυχαίνει. Τον παραφύλαξαν αλλά τους πήρε μυρωδιά και τους κρύφτηκε. Μετά, τον ρώτησαν στα ίσια ποιο είναι το κόλπο, του πρότειναν μάλιστα και ένα καλό μπαξίσι αν τους μάθαινε το τρικ. Ο μπαγαπόντης Άγιος Τρομάρας, έτσι ήταν το όνομά του, κατά κόσμον Τρύφωνας Μαραθόπουλος, ήταν μανούλα σε κάτι τέτοια και ψοφούσε για άγριες πλάκες. Τους υπέδειξε λοιπόν πως πρέπει να αλειφθούν από βραδύς με μπόλικο μέλι και το πρωί να καθίσουν ακίνητοι στον ήλιο και με αυτό τον τρόπο θα τραβούσαν πάνω τους όλες τις πεταλούδες του δάσους. Και το έκαναν οι χοντροβλάκες, μόνο που δεν τράβηξαν τις πεταλούδες αλλά τις μέλισσες όλου του παράδεισου κι ακόμα τρέχουν. Γιατί άρχισα να σου μιλάω για τον παράδεισο σήμερα; Το ξέχασα κι όλας. Είναι και η εμπειρία μου από τη συνάντηση με τον άγγελο που με έχει κάνει να σαστίσω.

Αλήθεια, έχεις δει ποτέ σου άγγελο από κοντά; Ούτε θα δεις ποτέ βρε κορόιδο! Γιατί πολύ απλά δεν υπάρχουν. Ένα τσογλάνι του κερατά, εγγονάκι της γειτόνισσας, της κυρά Μαρίκας ήταν, που είχε στήσει το όλο κόλπο με τα υπόλοιπα δαιμόνια της γειτονιάς μου για να με κουρδίσουν, ξέροντας τη μανία μου με τα υπερφυσικά και τα παράξενα. Είχαν κολλήσει κάτι ψεύτικα φτερά στην πλάτη του και του είχαν βάψει ξανθά τα μαλλιά για να μασήσω. Και μάσησα! Κι όταν πήγα να βρω τον πατέρα του κωλόπαιδου για να διαμαρτυρηθώ ξέρεις πώς μου συστήθηκε; Τρύφωνας Μαραθόπουλος! Α, ρε τσογλάνι, έτσι και σε πιάσω στα χέρια μου το έχεις εξασφαλίσει στην πραγματικότητα το σύννεφό σου!
7 Απριλίου 2000
ΔΙΕΚΔΙΚΗΣΕΙΣ
ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΤΑ ΧΙΟΥΜΟΡΙΣΤΙΚΑ