ΚΑΠΕΤΑΝ ΝΙΚΗΦΟΡΟΣ (ΒΡΕΤΤΑΚΟΣ)
ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΤΟΥΣ ΤΑΞΙΔΟΦΟΡΟΥΣ
ΚΑΠΕΤΑΝ ΝΙΚΟΣ (ΓΚΑΤΣΟΣ)
Ανάμνηση από τον Ταΰγετο

"Έστηνε η Άνοιξη την προτομή μου
σε μικρούς λόφους ειρήνης,
έλαμπε καθισμένο στο ραβδί μου ένα πουλί από φως
κι έβρεχε ιριδισμούς στα πρόβατα το αιώνιο σέλας της αγάπης.

Μες στη σιωπή, το θαλασσί φλοίσβημα του αίματός μου
ανάδινε τον ήχο του αδραχτιού της μητέρας μου,
που ύφαινε στων σταχτιών το πράσινο και το λευκό μαλλί του αυγερινού.

Μικρός Εωσφόρος του φωτός στου Ευρώτα τις ροδοδάφνες,
έπαιρνα δίπλα τα βουνά βρεγμένος από το φεγγάρι
με δυο άσπρους κρίνους στην καρδιά,
μ' εφτά σημαίες στα χείλη,
κι απάνω από των γερακιών  τις ατελεύτητες μοναξιές
επόπτευα το σύμπαν, θησαυρίζοντας τοπία
κι αλλοτινά φώτα στη μνήμη μου"
"Αξίζει παναθεμάτη αυτή η παλιοζωή. Να αναπνέεις και να χαίρεσαι, ξεχνώντας πως έχεις σάρκα και οστά. Νομίζεις πως έχεις τη θάλασσα μέσα σου, τον ήλιο, τον κόσμο ολόκληρο. Τι άλλο θέλεις καλύτερο για να ζεις σε τούτο τον κόσμο χωρίς να μισείς;"
Γυμνό παιδί
Πλούμιτσα

"Δεν οφείλω στον κόσμο τούτο τίποτα, ενώ τούτος
ο κόσμος που καπνίζουν τα βουνά του,
πούναι από τα θεμέλια ταραγμένος
κι έχει βασιλεμένο το φεγγάρι
της καλοσύνης πίσω του, μου οφείλει
και θα μου οφείλει πάντα αυτό το στάχυ
που το σπέρνω τρυπώντας τις μεγάλες
πέτρες της γης και που αύριο, κλαδωμένο
στον ήλιο και στο χρόνο, θα σαλεύει
πάνω από τα βουνά, πεντοβολώντας
προς όλα τα σημεία, μες στης ειρήνης
την ολοκάθαρη άπλα: την α γ ά π η!"
Δίχως πανί

"Δίχως πανί, δίχως κουπί, αν μας σέρνει
ο γιαλός μας,
δίχως άστρο αν μας θέλει η νύχτα,
δίχως ήλιο αν μας καλεί η ημέρα,
πού είναι ο κόσμος;"
Κάτω από σκιές και φώτα
Δειλινά

"Τα βήματα του φθινοπώρου αντήχησαν
νωρίς, κι είπε με πίκρα η αδελφή μου:
"Η νυχτερινή βροχή τα ρόδα μας
τα μάδησε, αδελφούλη μου, και τώρα;"

Ένα βιβλίο ρομαντικό θα συλλογίστηκε...
Μα εγώ αναμέτρησα στο νου μου τις ιστορίες
γύρω απ' αυτά τα ρόδα που πεθάνανε
στη φύση ανάμεσα και στην καρδιά μου"
Κάτω από σκιές και φώτα
"Τον καιρό που γεννήθηκα-
κείνα τα χρόνια, μου 'χε ο Θεός
φυλάξει τα δέντρα. Ήταν αστέρια στον ουρανό...
Μπροστά μου ο Ταΰγετος στεκόταν ανέπαφος...
Ήταν ο κόσμος τούτος τόσο όμορφος, που μπέρδευε εύκολα
κανείς τα φαινόμενα...
Τον καιρό που γεννήθηκα-κείνα τα χρόνια,
δεν πλανιότανε ούτε υποψία κακής φωτιάς στον ορίζοντα"
Αυτοβιογραφία
"Μεταφέρω από τόπο σε τόπο
τη λύπη μου, αυτό το καλύβι
με τα ελάχιστα πράγματα:
τα χαρτιά, τις μνήμες, τις πέννες μου.
Το πιο μεγάλο μου απ' όλα
τα πράγματα, μες
στον άδειο μου χώρο,

είναι τα χέρια μου"
Αυτοβιογραφία
2