ΑΡΧΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ

 


Η ΣΥΚΟΦΑΝΤΙΑ ΕΝΟΣ ΕΘΝΟΣΩΤΗΡΑ

«Αυτή τη φορά ο λόγος για έναν αρχαιολάτρη από τη Θεσσαλονίκη, ο οποίος έκανε ανακοινώσεις στο διαδίκτυο. Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή:

»Μέσα στο 2003 ένας γλωσσολόγος δημοσίευσε σε ηλεκτρονική μορφή κείμενό του όπου έγραφε μεταξύ άλλων ότι η Αλβανική ανήκει στην ίδια γλωσσική οικογένεια με την Ελληνική.

»Ο εν λόγω αρχαιολάτρης, λοιπόν, από την παρατήρηση αυτή έβγαλε το συμπέρασμα ότι ο συντάκτης του άρθρου είναι Αλβανός που έχει αποκτήσει ελληνικό επώνυμο με αδιαφανείς διαδικασίες και έχει έλθει στην Ελλάδα για να εξυπηρετήσει ανθελληνικούς σκοπούς...

»Επίσης, επειδή ο συντάκτης του γλωσσολογικού κειμένου είχε ανοίξει σελίδα σε ιδιωτική εταιρεία και δεν χρησιμοποιούσε πανεπιστημιακό σέρβερ (η Φιλοσοφική  δεν  δίνει τέτοια δυνατότητα), ο συγκεκριμένος αρχαιολάτρης συμπέρανε ότι ο αρθρογράφος κατά πάσα πιθανότητα δεν έχει σχέση με τον επιστημονικό κόσμο...

»Επειδή οι απόψεις για την ιστορία, την κοινωνία και τη γλώσσα συνδέονται με την ταυτότητα ορισμένων, είναι σαφές ότι η ιδεολογική φόρτιση είναι μεγάλη και ο νηφάλιος διάλογος με βάση επιστημονικές αρχές ηττημένος εκ των προτέρων. Στις προαναφερθείσες περιπτώσεις, συνέβη ό,τι πιο αναμενόμενο από έναν φανατισμένο ημιμαθή: μην μπορώντας να ακολουθήσει τον επιστημονικό διάλογο, κατέφυγε στην ανώριμη λύση να λοιδορήσει και να πετάξει λάσπη, νομίζοντας μέσα στην απλουστευτική λογική του ότι, αν κατηγορήσει τον συνομιλητή του ως Αλβανό (λες και είναι ντροπή κάποιος να είναι Αλβανός) ή αν αμφισβητήσει την επιστημονική του ιδιότητα, θα καταφέρει να ακυρώσει και την υπόσταση και τα λεγόμενα του συνομιλητή του.

»Στη ρίζα όλης αυτής της τραβεστικής λογικής, χωράνε όλα, ο ρατσισμός, η ξενοφοβία και ένα σωρό άλλες πνευματικές αγκυλώσεις που ακυρώνουν εκ των προτέρων κάθε προσπάθεια για διάλογο. Το πρόβλημα έγκειται στις προθέσεις. Ο επιστήμονας ξεκινά με πρόθεση να βρει την αλήθεια και πιστεύει ότι είναι λογικό στον διάλογο να αντιπαρατίθεται με επιχειρήματα. Ο φανατικός ξεκινά με την πρόθεση να βιάσει την επιστήμη, ώστε να της εκμαιεύσει υπερεθνικιστικές εκτρωματικές γλωσσικές, ιστορικές και κοινωνικές απόψεις. Παράλληλα, ο φανατικός πιστεύει πως όποιος λέει κάτι που δεν τον ευχαριστεί είναι εχθρός με σκοτεινά κίνητρα, πράκτορας κάποιων εξωτερικών εχθρών και πιστεύει ότι με το να πετάξει αυτήν τη λασπολογία έχει καταφέρει να αντικρούσει (!) όλην την επιχειρηματολογία που του παρατέθηκε! Για να ολοκληρώσω το ψυχογράφημα του φανατικού, το οποίο περιγράφω εξ ιδίας πείρας, να προσθέσω την ακλόνητη πεποίθηση του φανατικού όταν στριμωχτεί και ανατραπεί όλη η σαθρή επιχειρηματολογία του πως κάποια απάντηση θα πρέπει να υπάρχει που να αναιρεί τα επιχειρήματα στα οποία ο ίδιος αδυνατεί να απαντήσει. Σε αυτό το σημείο, ο φανατικός σε θέματα εθνικά και πολιτικά μοιάζει με τον φανατικό μιας θρησκείας που πιστεύει στην αλήθεια του δόγματός του σαν μια αξία αναλλοίωτη, έξω από τον κόσμο τούτο και ελπίζει σε μια απάντηση δίκην δευτέρας παρουσίας που να διαψεύδει τις έξωθεν δυσπιστίες. Ας μην μπερδεύουμε τις αφετηρίες, γιατί εκεί έγκειται η ποιοτική διαφορά: ο επιστήμονας έχει να αναζητήσει μιαν αλήθεια που θα βρει με τα επιστημονικά εργαλεία. Ο φανατικός θέλει να υπερασπιστεί ένα δόγμα και κάθε επιστημονική μέθοδος κρίνεται ως καλή ή κακή με βάση το αν επιβεβαιώνει ή διαψεύδει αντίστοιχα το δόγμα».

 

Άρης Δερμιτζάκης

 (γλωσσολόγος)


ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΑΛΦΑΒΗΤΟΥ       

Ι.

Ο αρχαιολάτρης από τη Θεσσαλονίκη έγραψε:

«Να ρωτήσω κι εγώ με τη σειρά μου: oι Έλληνες, αφού πήραν τα γράμματα από τους Σημιτοφοίνικες... Γιατί η Φοινικική τότε συγκαταλέγεται στη σημιτο-χαμιτική οικογένεια κι όχι στην ινδοευρωπαϊκή;».

«Η παραπάνω ερώτηση δείχνει νομίζω ότι οι γλωσσολόγοι που συνομιλούν με τους αρχαιολάτρες είναι τουλάχιστον αφελείς.

»Έχοντας διαβάσει τέτοιες συζητήσεις, μόνο σε αυτό το συμπέρασμα μπορώ να καταλήξω.

»Τι προσπαθείτε, κύριοι; Να αποδείξετε σε ανθρώπους που έχουν βγάλει ήδη τα συμπεράσματά τους, μια επιστημονική θεωρία;;

»Για να γίνει αυτό, θα έπρεπε να κάνετε copy-paste όλη τη σχετική βιβλιογραφία. Αλλά, όπως αποδεικνύει το παραπάνω ερώτημα, και πάλι δεν θα είχε κανένα νόημα. Δεδομένου ότι οι συνομιλητές σας είναι άτομα χωρίς επαφή με το αντικείμενο, δεν μπορούν να κατανοήσουν τα επιχειρήματά σας.

»Για να μην παρεξηγηθώ, δεν λέω ότι είναι αμόρφωτοι ή οτιδήποτε. Αλλά είναι τυχαίο άραγε ότι αυτές οι απόψεις υποστηρίζονται μόνο από  μη γλωσσολόγους;;; Δεν έχουν γνώση του αντικειμένου, άρα είναι λογικό να υποστηρίζουν αυτά τα πράγματα.        

»Προσπαθείτε να διδάξετε γεωμετρία σε κάποιον που μόλις ξέρει να μετράει τα δάχτυλά του. Τι πιθανότητες υπάρχουν να έχετε αποτέλεσμα;;; Ελάχιστες.

»Είναι τυχαίο, πιστεύετε, ότι οι συνομιλητές σας ασχολούνται με αυτό το τμήμα της επιστήμης της γλωσσολογίας και όχι π.χ. με τις ομοιότητες ανάμεσα στην κυπριακή και την ποντιακή διάλεκτο;;;;

»Το θέμα έχει προφανώς άλλες προεκτάσεις και κατά συνέπεια, τουλάχιστον, ματαιοπονείτε. Το σύνολο των ανθρώπων που υποστηρίζουν αυτές τις απόψεις είναι μη αριστεροί (γιατί οι αριστεροί έχουν κόλλημα με τη λέξη  πατρίδα,  οπότε δεν θα υποστήριζαν κάτι που να συμφέρει την Ελλάδα, ακόμη και αν ήταν ηλίου φαεινότερο ότι είναι σωστό) που δεν έχουν σπουδάσει γλωσσολογία.

»Δεν είναι κακοπροαίρετοι, πιστεύω. Αλλά νιώθουν ότι οι Έλληνες είναι κάπως καλύτεροι από τους άλλους λαούς. Πιστεύοντας κάτι τέτοιο, ενοχλούνται όταν ακούν ότι οι Έλληνες δανείστηκαν κάτι από άλλους λαούς ή ότι η ιστορία της γραφής τους (άρα και του πολιτισμού τους) δεν προηγείται χιλιάδες χρόνια των υπόλοιπων λαών.

»Γιατί, αν δεν ισχύουν αυτά, τι σόι ανωτερότητα έχουμε;;;

»Η συζήτηση που κάνετε έχει το ίδιο νόημα με μία στην οποία θα προσπαθούσατε να πείσετε τον κύριο Τάκη Τσουκαλά ότι ο Ολυμπιακός δεν είναι η καλύτερη ομάδα.

»Το συμπέρασμα για τον κύριο Τσουκαλά υπάρχει ήδη. Ξέρει ποια είναι η καλύτερη ομάδα. Είναι σίγουρος γι
αυτό. Μένει μόνο να βρει τα στοιχεία που το επιβεβαιώνουν. Και τα στοιχεία που δεν συμφωνούν με αυτό, είτε είναι λάθος, είτε δεν ερμηνεύονται σωστά.

»Άρα, η προσπάθειά σας να αποδείξετε γλωσσολογικές αλήθειες εδώ δεν έχει νόημα. Αν τους ενδιέφερε η επιστήμη σας, θα γινόντουσαν και αυτοί γλωσσολόγοι. Η πατρίδα μας τους ενδιαφέρει».

Αλέξανδρος Φατσής

(από συζήτηση στο διαδίκτυο)

 

ΙΙ.

Ο αρχαιολάτρης από τη Θεσσαλονίκη έγραψε:

«Αφού η προέλευση του αλφαβήτου είναι φοινικική, γιατί η Ελληνική θεωρείται ινδοευρωπαϊκή και όχι ...σημιτο-χαμιτική γλώσσα;».

«Οι Έλληνες, αφού πήραν τα γράμματα από τους Σημιτοφοίνικες..., γιατί η Φοινικική τότε συγκαταλέγεται στη σημιτο-χαμιτική οικογένεια κι όχι στην ινδοευρωπαϊκή;».

Και μόνο αυτά τα ερωτήματα είναι αρκετά, για να αποκαλύψουν τη σύγχυση των «αρχαιολατρών». Μα, ο δανεισμός των συμβόλων του ελληνικού αλφαβήτου από τη φοινικική γραφή αποτελεί θέμα εντελώς άσχετο με την ένταξη της Ελληνικής στην ινδοευρωπαϊκή οικογένεια γλωσσών ή της Φοινικικής στις σημιτο-χαμιτικές γλώσσες. Ο παράγοντας που ορίζει σε ποια οικογένεια ανήκει μια γλώσσα είναι η γραμματικοσυντακτική της δομή. H γλώσσα Σουαχίλι για να αναφέρουμε μια περίπτωση δεν μπορεί να θεωρηθεί ινδοευρωπαϊκή, γιατί είναι  συγκολλητική γλώσσα  (agglutinative language), σε αυτήν δηλ. διάφορα μορφήματα παρατάσσονται το ένα μετά το άλλο σε μια λέξη αντίστοιχη με τη φράση των ινδοευρωπαϊκών γλωσσών. Παράδειγμα: wametulipathey have paid us, consisting of  wa- they +  -me-  Perfect +  -tu-  us-lip-  pay-a  Indicative (Trask 1997: 10). Μήπως το γεγονός ότι η τουρκική γλώσσα γράφτηκε το 1928 σε λατινικό αλφάβητο, ενώ έως τότε αποδιδόταν στην αραβική γραφή, σημαίνει ότι θα πρέπει να ενταχθεί στην ίδια οικογένεια π.χ. με την Αγγλική, όπου χρησιμοποιείται επίσης λατινικό αλφάβητο;

----------------------------------------------------------

Trask R. 1997:  A student’s dictionary of language and linguistics  (London: Arnold).

Β. Α.

ΙΙΙ.

Ο αρχαιολάτρης από τη Θεσσαλονίκη έγραψε:

«Ο Ηρόδοτος είπε ότι ο Κάδμος έφερε τα γράμματα. Τι ήταν όμως τα γράμματα;

1 γράμμα = 3 αττικές δραχμές. ΗΤΑΝ ΝΟΜΙΣΜΑ (Διόδωρος Σικελιώτης).

Παιδιά επειδή αυτά είναι σοβαρά θέματα ας μη μιλάμε για πράγματα που δεν γνωρίζουμε καλά γιατί είναι κι αυτό ένα είδος διαστρέβλωσης».

Σύμφωνα με το γνωστό χωρίο του Ηροδότου (5, 58 ) για την προέλευση του ελληνικού αλφαβήτου από το φοινικικό: «οι δε Φοίνικες ούτοι οι συν Κάδμω απικόμενοι [...] άλλα τε πολλά [...] εσήγαγον διδασκάλια ες τους Έλληνας και δη και γράμματα, ουκ εόντα πριν Έλλησι ως εμοί δοκέειν, πρώτα μεν τοίσι και άπαντες χρέωνται Φοίνικες. Mετά δε χρόνου προβαίνοντος άμα τη φωνή μετέβαλλον και τον ρυθμόν των γραμμάτων».

Πρώτον, είναι ατυχής η προσπάθεια να αποδοθεί άλλη σημασία στη λέξη  γράμματα  του αρχαίου κειμένου, όπως «νομίσματα». Τα συμφραζόμενα συνηγορούν στη χρήση από τον Ηρόδοτο της λέξης γράμματα  με τη σημασία «γράμματα». Εδώ χρειάζεται απλή λογική...

Δεύτερον, ακόμη κι αν αληθεύει ότι το  γράμμα  ήταν νόμισμα στον ...Διόδωρο Σικελιώτη, εγώ απλώς να υπενθυμίσω μια λεπτομέρεια, ότι ο Ηρόδοτος έζησε τον 5ο αι. π.Χ., ενώ ο Διόδωρος τον 1ο αι. π.Χ.

Κατά τα άλλα, συμφωνώ με τον «αρχαιολάτρη» από τη Θεσσαλονίκη: «επειδή αυτά είναι σοβαρά θέματα, ας μη μιλάμε για πράγματα που δεν γνωρίζουμε καλά, γιατί είναι κι αυτό ένα είδος διαστρέβλωσης»...

Β. Α.

 

ΙV.

Ο αρχαιολάτρης από τη Θεσσαλονίκη έγραψε:

«Διάβασα και κάτι περί ετυμολογίας των λέξεων. Ερώτηση: γιατί είναι πόσες λέξεις που μεταφράζονται στα Ελληνικά ενώ αποδίδονται σε άλλους ενώ στην δική τους γλώσσα δεν υπάρχει μετάφραση; Π.χ.  Φοίνικας  και  Ιεροσόλυμα;».

Κατ’αρχάς, δεν είναι πολύ κατανοητό το περιεχόμενο του κειμένου. Μάλλον όμως το κεντρικό νόημα είναι ότι η ελληνική ετυμολογική προέλευση των λέξεων  Φοίνικας  και  Ιεροσόλυμα  αναιρεί τη φοινικική καταγωγή του ελληνικού αλφαβήτου. Το ακριβές είναι ότι η αρχ. λ.  Φοίνιξ είναι μυκηναϊκή, αλλά έχει αβέβαιη απώτερη ετυμολογική προέλευση (λεπτομέρειες στο λήμμα Φοίνικας του λεξικού Μπαμπινιώτη). Αλλά και ελληνική να είναι η λέξη, δηλ. να μην είναι αρχαιότατο δάνειο, αυτό δεν σημαίνει τίποτα για το θέμα του αλφαβήτου, που απασχολεί τον κύριο.

Πρώτον, γιατί οι Φοίνικες αυτοαποκαλούνταν  Χαναναίοι  (εβραϊκή λέξη) – άρα τι σημασία έχει πώς τους αποκαλούσαμε εμείς;

Δεύτερον, γιατί τα ονόματα των γραμμάτων ετυμολογούνται με άριστη τεκμηρίωση από τη φοινικική γλώσσα. Ένα από τα στοιχεία που αποδεικνύουν ότι το ελληνικό αλφάβητο έχει βορειοσημιτική / φοινικική προέλευση είναι η (μη ελληνική) ονομασία – και η ακλισία – των γραμμάτων. Τα ονόματα άλφα,  βήτα,  γάμμα  κ.λπ. δεν ετυμολογούνται από την Ελληνική, δεν σημαίνουν τίποτε και δεν κλίνονται στη γλώσσα αυτήν. Στη Φοινικική, αντίθετα, το ’aleph- άλφα σημαίνει «βόδι», το bêt- βήτα «το σπίτι», το gimel- γάμμα «καμήλα» (εβρ. gāmāl, αραμαϊκό gamlā), το dālet dāleth)- δέλτα «θύρα» κ.λπ. 

Όσο για τα  Ιεροσόλυμα,  είναι εξελληνισμένη μορφή του  Ιερουσαλήμ.  Η τελευταία είναι εβραϊκή λέξη, που δασύνεται κατά παρετυμολογική σύνδεση με το επίθ.  ιερός  (βλ. τα λήμματα  Ιεροσόλυμα  και Ιερουσαλήμ  του λεξικού Μπαμπινιώτη). Αλλά και ελληνικές να ήταν οι λέξεις, ισχύει η παραπάνω παρατήρηση για την ετυμολογική προέλευση των ονομάτων των γραμμάτων.

Σχετικά με την καταγωγή του ελληνικού αλφαβήτου, βλ. περισσότερα εδώ.

Β. Α.

 


ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ

 

Ι.

Ο αρχαιολάτρης από τη Θεσσαλονίκη έγραψε:

«Η ινδοευρωπαική δεν είναι θεωρία αλλά υπόθεση».

    Aπάντηση: «Έχουμε “ΙΕ” γεγονός (ότι οι γλώσσες του μισού πλανήτη μοιάζουν συστηματικά), ΙΕ υπόθεση (ότι οι ομοιότητες οφείλονται στο ότι όλες αυτές οι γλώσσες κατάγονται από μία) και πολλές ΙΕ θεωρίες που ασχολούνται με το πότε, το πώς και το γιατί» (Δημήτρης Κ., βλ. πιο κάτω).

 

ΙΙ.

Ο αρχαιολάτρης από τη Θεσσαλονίκη έγραψε:

«Μου αρέσει που όλοι αναφέρουν τον Ηρόδοτο κυρίως για τον Κάδμο. Δεν κοιτούν τι λέει όμως για τους Σόλυμους, τους Δραβίδες και την ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗ των Ελλήνων».

Aπάντηση: «Η ουσία είναι ότι η ινδοευρωπαϊκή θεωρία (προσέξτε, ακόμα και το, κατεμέ αυτονόητο, γλωσσικό της κομμάτι) απορρίπτεται όχι σε λογική βάση (η λογική επιχειρηματολογία γίνεται- μάταιη- προσπάθεια να εφευρεθεί εκ των υστέρων), αλλά στην βάση της εκ προοιμίου τοποθέτησης των Ελλήνων σε μεταφυσικού χαρακτήρα βάθρα και της (ψυχαναγκαστικής) εμμονής στο αυτόχθονο και την (ανέκαθεν) πρωτοκαθεδρία τους» (Ιστολόγιον).

 

ΙΙΙ.

Με αφορμή μια περίπτωση όπου «ανακαλύφθηκαν» ελληνικές λέξεις σε κάποια γλώσσα της Ασίας και προσκομίστηκαν ως «τεκμήρια» γι’ αυτό ορισμένες «ομοηχίες» του τύπου  εδώ- ιό, ζώο- σάα  κ.ά., ο Στάντης Αποστολίδης σε άρθρο του (εφημ.  Ελευθεροτυπία,  10.3.1998) επεσήμανε πολύ εύστοχα: «πέραν του ότι αυτές  δεν είναι καν πραγματικές ομοηχίες,  παρά μόνο για τ’αφτιά εκείνων που ακούν ό,τι θέλουν ν’ακούσουν, ομοηχίες τέτοιες ή και πειστικότερες, συναντιούνται σε κάμποσες περιπτώσεις μεταξύ δύο γλωσσών κι είναι απλά συμπτωματικές,  δεν υποδεικνύουν γλωσσολογικές συγγένειες, αν δεν υπάρχουν παραλληλίες στις γλωσσικές δομές  (στη Γραμματική, στη Σύνταξη, στη Φωνολογία). Και τούτα θα τά’ξεραν οι γράφοντες, αν ήταν γλωσσολόγοι». Για παράδειγμα, το αρχαιοελληνικό  δίδωμι  πράγματι συνδέεται ετυμολογικά με το αρχαίο ινδικό dadami, εφόσον οι δύο αυτοί ρηματικοί τύποι εμφανίζουν κοινή ρίζα, κατάληξη και ενεστωτικό διπλασιασμό. Τέτοια στοιχεία δεν μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο δανεισμού από τη μια γλώσσα στην άλλη, όπως θα υπέθετε κανείς. Κατά τον Χαραλαμπάκη (1997: 246), μια τέτοια υπόθεση «καταρρίπτεται με το ακαταμάχητο επιχείρημα ότι δεν υπάρχουν δάνεια ριζών». Ακόμη, μια γλώσσα δεν δανείζει σε άλλες τα αριθμητικά της, τις αντωνυμίες της, την κλίση ονομάτων και ρημάτων στο σύνολό της, τις συντακτικές της δομές κ.ά., δηλ. τα κοινά στοιχεία που παρατηρούνται σε διάφορες ευρωπαϊκές και ασιατικές γλώσσες. Άρα, η ετυμολογική σχέση ανάμεσα στους συγκεκριμένους τύπους αποδεικνύει τη γενετική συγγένεια των γλωσσών όπου ανήκουν και την προέλευσή τους από μια κοινή πρωτογλώσσα, την ινδοευρωπαϊκή στην προκειμένη περίπτωση. Η συγγένεια, όμως, των διαφόρων ινδοευρωπαϊκών γλωσσών δεν θεμελιώνεται σε ευκαιριακές και συμπτωματικές ομοηχίες λέξεων, αλλά στην εκτεταμένη και συστηματική παραλληλία γλωσσικών δομών. Γι’αυτό, ο Χαραλαμπάκης (1997: 246) και πάλι τονίζει ότι: «η πεποίθηση για την ύπαρξη μιας ινδοευρωπαϊκής πρωτόγλωσσας ή πρωτογλώσσας δεν αποτελεί αποκύημα της φαντασίας των επιστημόνων, αλλά στηρίζεται – με βάση τα σημερινά τουλάχιστον επιστημονικά δεδομένα – στις συστηματικές φωνολογικές ομοιότητες και διαφορές μιας σειράς γλωσσών, οι οποίες αποτέλεσαν για μεγάλο χρονικό διάστημα ένα είδος “γλωσσικού συνδέσμου”, για να ακολουθήσει αργότερα κάθε μια τον δικό της δρόμο». Όπως επισημαίνει ο Haudry (1995: 9), η υπόθεση για την ύπαρξη μιας ινδοευρωπαϊκής μητέρας-γλώσσας «είναι η μόνη που παίρνει υπόψη της πολυάριθμες, πολύπλοκες και ακριβείς ομοφωνίες που εντοπίζονται μέσα στη γραμματική και το λεξιλόγιο των περισσότερων γλωσσών της Ευρώπης και πολλών γλωσσών της Ασίας». Ο Joseph (2001: 128) χαρακτηρίζει εντυπωσιακές τις αντιστοιχίες των γλωσσών διαφόρων οικογενειών, μεταξύ των οποίων είναι και η ινδοευρωπαϊκή.

«Ούτως εξετάζοντες ευρίσκομεν πολλά τα κοινά εν πολλαίς των αδελφών Ιαπετικών γλωσσών και δη καταγόμενα εκ της αρχαίας, της μητρός Ιαπετικής, ήτοι πρώτον παμπόλλας απλάς και συνθέτους λέξεις (ων μάλιστα αποδεικτικαί τα αριθμητικά, αι αντωνυμίαι και τα ονόματα τα δηλωτικά της συγγενείας,  πατήρ, μήτηρ κλπ.), έπειτα τον καθολικόν χαρακτήρα της κλίσεως των ονομάτων και ρημάτων (ήτις κρίνεται το βεβαιότατον τεκμήριον της συγγενείας των γλωσσών προς αλλήλας), τας παραγωγικάς καταλήξεις, την σύνθεσιν των λέξεων και, το σπουδαιότατον, άτε ενδεικτικόν της ομοίας καθόλου διανοητικότητος των λαών τούτων εν αντιθέσει προς άλλους, την σύνταξιν. Ταύτα πάντα δεν είναι εκ των στοιχείων εκείνων, άτινα μεταφέρονται από γλώσσης εις γλώσσαν, αλλά μόνον κληρονομούνται από γενεάς εις γενεάν, και δι'αυτό κρίνονται αποδεικτικά της συγγενείας, ήτοι της κοινής καταγωγής των γλωσσών».

Χατζιδάκις Γεώργιος 1924,  Ακαδημεικά Αναγνώσματα,  τόμ. Α (Αθήναι, β έκδοση ), σ. 4

 

ΙV.

Ο αρχαιολάτρης από τη Θεσσαλονίκη έγραψε:

«Βάζεις την Αλβανική γλώσσα ανάμεσα στην Ελληνική και την Ινδική. Αυτό δεν είναι μόνο αντιεπιστημονικό (τι θα μας πεις δηλαδή για την Αλβανική γλώσσα; ) αλλά και αστείο. Άσε την ποιότητα, την παραβλέπω, αλλά υπάρχουν και κάτι χιλιάαααααααδες χρόνια διαφορά ύπαρξης».

Εδώ πρόκειται για χωρίο που δείχνει την έλλειψη επιστημονικής σκέψης και τον ιδεολογικό φανατισμό μερικών. Εκφράζεται η απορία πώς είναι δυνατόν οι γλωσσολόγοι να «βάζουν μαζί», λ.χ., την Ελληνική και γλώσσες με πολύ μεταγενέστερες πρώτες γραπτές μαρτυρίες. Ωστόσο, ακόμη και τέτοιες γλώσσες μπορεί κάλλιστα να ανήκουν στην ίδια γλωσσική οικογένεια με την Ελληνική. Ακόμη και μια γλώσσα που δεν έχει καμία γραπτή μαρτυρία μπορεί να συνδέεται  γενετικά  με κάποια άλλη, που χαρακτηρίζεται από πλούσια γραμματεία. Ο εθνικιστικός φανατισμός, όμως, εμποδίζει τέτοιες λεπτές διακρίσεις.

 

V.

Το ίδιο άτομο αναρωτήθηκε, επίσης, πώς γίνεται να ανήκουν στην ίδια οικογένεια γλώσσες που δεν μιλήθηκαν την ίδια εποχή και προέβαλε ως επιχείρημα μια βιολογική εξέταση που θα έδειχνε ότι τρεις άνθρωποι είναι αντίστοιχα παππούς, γιος και εγγονός, άρα δεν ανήκουν στην ίδια γενιά.

Ο αρχαιολάτρης από τη Θεσσαλονίκη έγραψε:

«Υποθετική ερώτηση: Βρίσκονται 3 τάφοι. Συγκρίνουν το DNA του παππού, του πατέρα και του υιού. Θα βρούν ότι έχουν συγγένεια. Έζησαν και οι 3 την ίδια περίοδο; ».

Μα, αυτή είναι η έννοια της γλωσσικής οικογένειας: μπορεί να περιλαμβάνει  πρωτογλώσσες  και  θυγατρικές  γλώσσες (βλ. Joseph 2001: 128). Επομένως, τι επιχείρημα είναι αυτό;

 

VI.

Επίσης, ορισμένοι αποδίδουν τη συγγένεια των ινδοευρωπαϊκών γλωσσών σε δανεισμό από την Ελληνική, πράγμα που αποδεικνύεται δήθεν ως προς τις ασιατικές τουλάχιστον γλώσσες από τις «μυθικές παραδόσεις περί εκστρατείας του Διονύσου και του Ηρακλέους στην Ινδική». Όπως είδαμε, βεβαίως, είναι αβάσιμος γλωσσολογικά ο ισχυρισμός ότι τέτοιου είδους στοιχεία, όπως συντακτικές δομές κ.λπ. υπήρξαν αντικείμενο δανεισμού από τη μια γλώσσα στην άλλη. Μια γλώσσα δεν δανείζει σε άλλες τα αριθμητικά της, τις αντωνυμίες της, την κλίση ονομάτων και ρημάτων στο σύνολό της, τις συντακτικές της δομές κ.ά., δηλ. τα κοινά στοιχεία που παρατηρούνται σε διάφορες ευρωπαϊκές και ασιατικές γλώσσες. Και οι μυθικές παραδόσεις δεν είναι επιχείρημα για την ετυμολόγηση των χιλιάδων συγγενών ινδοευρωπαϊκών λέξεων από την Ελληνική.

Ο Παρασκευάς Σταυρόπουλος έγραψε:

«Ο Διόνυσος είναι μυθολογία. Το ταξίδι του προς την Ινδία το προβάλλουν μερικοί ως “απόδειξη” (βλ. άρθρο του Απ. Τζαφερόπουλου, εφημ.  Ελληνική Αγωγή,  Ιανουάριος 1999) της επιρροής της ελληνικής γλώσσας στην Σανσκριτική. Όλα αυτά εντάσσονται βέβαια στην άρνηση της ύπαρξης μίας ΙΕ γλώσσας και στην υποστήριξη της προέλευσης των ΙΕ γλωσσών από την ελληνική γλώσσα. Το να χρησιμοποιεί κανείς τη μυθολογία για να αποδείξει την ελληνική προέλευση της Σανσκριτικής είναι μάλλον στρέβλωση των στοιχείων για να οδηγηθεί στο συμπέρασμα που τον συμφέρει».

----------------------------------------------------------

Xαραλαμπάκης       Χριστόφορος    1997: «Ασύλληπτες  περιγραφές  γονιμοποιήσεων του ευρωπαϊκού λόγου από την ελληνική γλώσσα.  Περιθωριακές  σημειώσεις σε ένα αλλόκοτο βιβλίο».  Θαλλώ  9, 243- 251.

Haudry Jean 19852Les  Indo-Européens   (Paris: Presses  Universitaires  de  France) Οι Ινδοευρωπαίοι, μτφρ. Αριστέας Παρίση (Αθήνα: Καρδαμίτσας, 1995)].

Joseph Brian 2001:  Η ινδοευρωπαϊκή οικογένεια. Οι γλωσσικές μαρτυρίες. Στον Χριστίδη [επιστημ. επιμ.] (2001: 128-134, μτφρ. Ι. Βλαχόπουλου).

 

VII.

Ο αρχαιολάτρης από τη Θεσσαλονίκη έγραψε:

«Να σας θυμίσω και τον “schwa indogermanicum”, τον περίφημο ΑΚΑΘΟΡΙΣΤΟ φθόγγο που επινόησαν για να καλύψουν τα:  πατήρ - pater - pita - fadar. Παίρνουν λοιπόν τα  π, τ, ρ,  τα οποία αφού είναι κοινά υπήρχαν και στη δήθεν πρωτότυπη ινδοευρωπαϊκή λέξη και το  -ι  αντί για  -α  το δικαιολογούν με το schwa indogermanicum (ότι νάναι δηλαδή...)».

Ενώ οι υπόλοιποι φθόγγοι, οι μαρτυρημένοι, οι μη επινοημένοι, ταυτίζονται ή μοιάζουν μεταξύ τους όλως τυχαίως...

Β. Α.

VIII.

«Το αντικείμενο της Ιστορικοσυγκριτικής Γλωσσολογίας είναι εντελώς συγκεκριμένο και η μεθοδολογία αυστηρή, δεδομένη και η ίδια για όλους. Και ΝΑΙ, υπάρχει τεκμηρίωση. Με αδιάψευστα στοιχεία, πηγές και ντοκουμέντα: τα κείμενα. Η σύγκριση των γλωσσών, εσωτερική (μεταξύ των διαφόρων φάσεων μιας γλώσσας) και εξωτερική (μεταξύ των γλωσσών) μάς οδηγεί στη διαπίστωση συστηματικών ομοιοτήτων και διαφορών, που οφείλονται σε κάποια κοινή καταγωγή και στη δράση κάποιων επιμέρους (υποχρεωτικών και γενικών για κάθε γλώσσα) φωνολογικών νόμων. Από τις ομοιότητες και τις διαφορές, αναγόμαστε στη διατύπωση των φωνολογικών νόμων / μεταβολών που ίσχυσαν σε κάθε γλώσσα μετά την απόσπασή της από την πρωτογλώσσα, και με τη σύγκριση και τη μέθοδο της επανασύνθεσης, οδηγούμαστε μονοσήμαντα πλέον και με λογική αναγκαιότητα στην αρχική γλωσσική μορφή, στη μία κοινή ρίζα. Έτσι, κανένας δεν μπορεί ουσιαστικά να αμφισβητήσει ότι η κοινή ρίζα π.χ. των νέος,  new, neu, novus, neuf είναι το ΙΕ *new-».

Δ. Μ.


ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ «ΚΟΥΦΙΑ ΓΗ»

Ο αρχαιολάτρης από τη Θεσσαλονίκη έγραψε:

«Εγώ πιστεύω στην κούφια Γη».

 

«Συζητάτε, κύριοι, με ανθρώπους που πιστεύουν και ότι η Γη είναι κούφια. Και ας λένε οι γεωλόγοι ό,τι θέλουν. Και, για να γίνω πιο σαφής, όσοι πιστεύουν ότι η Γη είναι κούφια, πιστεύουν ότι σε αυτή ζει και ένας περίεργος λαός, οι Γκρίζοι. Τι είναι οι Γκρίζοι;;; Οι γνωστοί μας καλικάντζαροι (και  δεν  αστειεύομαι).

»Για του λόγου το αληθές, ρίξτε μια ματιά εδώ:

»Μιλάτε δηλαδή, κύριοι, με ανθρώπους που πιστεύουν στους καλικάντζαρους!!!!! Δεν θα πιστέψουν ότι οι δεινόσαυροι μιλούσαν Ελληνικά;;;; Πόσο μάλλον αφού κάτι τέτοιο συνηγορεί και με την εθνική-βιολογική τους ανωτερότητα.

»Έκανα σε άλλο μου κείμενο έναν παραλληλισμό με τον κύριο Τσουκαλά. Αλλά, τουλάχιστον, ο κύριος Τσουκαλάς πιστεύει σε κάτι που όντως υπάρχει. Δεν βγήκε να πει ότι οι παίκτες του Ολυμπιακού (ή / και οι οπαδοί) είναι υπερφυσικά όντα με θεϊκές ιδιότητες κ.λπ. κ.λπ.

»Αναρωτιέμαι: τους γλωσσολόγους τούς πληρώνουν οι Εβραίοι και δεν παραδέχονται ότι οι δεινόσαυροι μιλούσαν Ελληνικά. Τους γεωλόγους ποιος τους πληρώνει και δεν παραδέχονται ότι η Γη είναι κούφια; Οι καλικάντζαροι;;; ».

 

Αλέξανδρος Φατσής

(από συζήτηση στο διαδίκτυο)

 


ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΙΝΔΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ

Ο αρχαιολάτρης από τη Θεσσαλονίκη έγραψε:

«Τα αρχαία ινδικά ονομάζονται σανσκριτικά (ή μιλάμε επιστημονικά με όρους ή όχι...)».

Είναι εξοργιστικός ο συνδυασμός ημιμάθειας και ειρωνείας. Ο συγκεκριμένος «αρχαιολάτρης», με βάση τον όρο  αρχαία Ινδική  που χρησιμοποιούνταν σε ένα γλωσσολογικό κείμενο, έβγαλε το συμπέρασμα ότι ο συντάκτης του αγνοεί πως η αρχαία Ινδική είναι η Σανσκριτική.  Στην πραγματικότητα, βεβαίως, η Σανσκριτική αντιπροσωπεύει κυρίως την κλασική περίοδο (800-400 π.Χ.) της αρχαίας Ινδικής και όχι το σύνολό της. Yπάρχει και η Βεδική.  Αλλά, ακόμη κι αν οι δύο όροι ταυτίζονταν, σε καμιά περίπτωση δεν θα μπορούσε να βγει το συμπέρασμα ότι ο γλωσσολόγος που χρησιμοποιεί τον πρώτο όρο αγνοεί ότι ο δεύτερος δηλώνει κι αυτός την αρχαία Ινδική, έστω την κλασική της περίοδο κυρίως, όπως προαναφέρθηκε. Ένα τέτοιο συμπέρασμα είναι παντελώς αυθαίρετο και διατυπώθηκε μόνο για έναν σκοπό, την προσωπική επίθεση. Και βέβαια χρησιμοποιείται ο όρος  αρχαία Ινδική.  Ο Γ. Μπαμπινιώτης άλλωστε (Συνοπτική Ιστορία της ελληνικής γλώσσας,  Αθήνα 1986: 37) κάνει λόγο ακριβώς για την  αρχαία Ινδική,  τμήμα της οποίας είναι η  Σανσκριτική.  Η  αρχαία Ινδική δηλ. αντιπροσωπεύει έναν γενικότερο όρο που καλύπτει και την προκλασική και την κλασική περίοδο της αρχαίας Ινδικής, αλλά και διάφορες διαλέκτους, όπως ο γενικός όρος  αρχαία Ελληνική  μπορεί να δηλώνει μια χρονική περίοδο ευρύτερη από την κλασική, αλλά και μια ποικιλία διαλέκτων (αρχαία Eλληνική είναι όχι μόνο η αττική διάλεκτος, αυτή δηλ. που έπαιξε τον σπουδαιότερο ρόλο στην εξέλιξη της ελληνικής γλώσσας, αλλά και η δωρική, π.χ.). Αυτήν την πρακτική εφαρμόζει και η  Encyclopedia of Indo-European culture  των J.P. Mallory και D.Q. Adams (εκδ.), London, Chicago: Fitzroy Dearborn, 1997 (ΕΙΕC).

Επίσης, ο Θεσσαλονικιός «αρχαιολάτρης» ισχυρίστηκε ότι «διόρθωσε» τον συντάκτη του ίδιου γλωσσολογικού κειμένου με την παρατήρηση ότι ο σανσκριτικός τύπος είναι pita και όχι pitar, όπως αναφερόταν στο κείμενο. Ως προς τους τύπους pitar και pita, ας ξεκαθαρίσουμε εξαρχής ότι υπάρχουν και οι δύο. Ο Γ. Μπαμπινιώτης (Συνοπτική Ιστορία της ελληνικής γλώσσας, Αθήνα 1986: 25), για παράδειγμα, χρησιμοποιεί τον τύπο pita (με το σημάδι της μακρότητας πάνω από το a και τόνο), αλλά και τον pitar (Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας, β΄ έκδοση, Αθήνα 2002: 17). Ο Η. Frisk, ο P. Chantraine και ο J.  Pokorny στα λεξικά τους (βλ. αναλυτικά βιβλιογραφικά στοιχεία στον Μπαμπινιώτη 1986: 231), καθώς και οι J.P. Mallory και D.Q. Adams στην  Ινδοευρωπαϊκή Εγκυκλοπαίδεια  (ΕΙΕC) δίνουν τον τύπο pitar.

Ο τύπος pitar με r μπορεί να δικαιολογηθεί ως αντίστοιχος με τους λοιπούς συγγενείς τύπους (όπως το pater της Λατινικής), που περιλαμβάνουν όλοι r.

O τύπος pita (χωρίς το r) μπορεί να δικαιολογηθεί ως τύπος της ονομαστικής (οι πτώσεις είναι συνολικά 8 στη Σανσκριτική).

Η οριζόντια γραμμή πάνω από το a δηλώνει απλούστατα ότι είναι μακρό.

Τέλος, ο τόνος συνιστά συμμόρφωση με παλιότερα δεδομένα, αφού στη Βεδική δηλωνόταν, σε αντίθεση με την κλασική Σανσκριτική.

Αυτά ως απάντηση στον
«
αρχαιολάτρη» από τη Θεσσαλονίκη...

ΥΓ.: αξιοσημείωτη και η παρατήρηση ενός φίλου, με αφορμή τα παραπάνω:

«Καλά όλα αυτά, αλλά μήπως μπορούν να καταλάβουν αυτοί οι άνθρωποι κάτι που δεν συμφωνεί με την πολιτική τους ατζέντα;;;».

Β. Α.

 

 


ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΟΥΓΓΡΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ

Ο αρχαιολάτρης από τη Θεσσαλονίκη έγραψε:

«Τώρα πώς γίνεται η κοιτίδα των Ινδοευρωπαίων να είναι οι ουγγρικές πεδιάδες και η Ουγγρική να μην είναι ινδοευρωπαϊκή γλώσσα... και οι ίδιοι αναρωτιούνται... ».

Φυσικά, οι γλωσσολόγοι καθόλου δεν αναρωτιούνται γιαυτό και τα όποια ειρωνικά σχόλια του εν λόγω αρχαιολάτρη είναι περιττά.

Πρώτον, η κοιτίδα των ΙΕ είναι ένα ανοιχτό θέμα, που δεν είναι του παρόντος να συζητηθεί.

Δεύτερον, απάντηση για τα περί της ουγγρικής γλώσσας δίνουν τα παρακάτω κείμενα, που προέρχονται από εργασία συναδέλφου με τίτλο  Η φιννοουγρική οικογένεια γλωσσών
:

 

«Ο όρος  φιννοουγρικός  δημιουργήθηκε το τελευταίο τέταρτο του 19ου αι. με την ίδια λογική με την οποία κατασκευάστηκε ο όρος «ινδοευρωπαϊκός»: η κοιτίδα των φιννοπερμικών γλωσσών αποτελούσε το δυτικότερο όριο ενώ η κοιτίδα των ουγρικών γλωσσών αποτελούσε το ανατολικότερο όριο της περιοχής μέσα στην οποία μιλιούνταν αρχικά οι γλώσσες της οικογένειας (η Ουγγρική αν και ανήκει στον ουγρικό κλάδο ωστόσο είναι η δυτικότερη φιννοουγρική γλώσσα· η κοιτίδα της είναι ανατολικά των Ουραλίων και η σημερινή θέση των ομιλητών της οφείλεται σε μετακίνηση στην Παννονική πεδιάδα)». (σελίδες 3-4).

 

«Οι Ούγγροι εμφανίζονται στην ιστορία τον 9ο αι. Οι πρώτες πληροφορίες προέρχονται από αραβοπερσικά και βυζαντινά χρονικά [1]. Εκείνον τον καιρό οι ουγγρικοί πληθυσμοί ήτανε νομαδικοί λαοί ιππέων στις στέπες της νότιας Ρωσίας οι οποίοι  το 896 μ.Χ. μετακινήθηκαν στην περιοχή της Παννονικής πεδιάδας  (Λεκάνη των Καρπαθίων) υπό τον βασιλιά Arpad και υποδούλωσαν τους εκεί σλαβικούς πληθυσμούς οι οποίοι είχαν αφομοιωθεί ως τον 13ο αι. (σελίδα 14).

[1] Στο De administrando imperio του Κωνσταντίνου του Πορφυρογέννητου αναφέρονται ως Τούρκοι. Στην παρ. 13 «Περί των πλησιαζόντων εθνών τοις Τούρκοις» ο συγγραφέας αναφέρει ότι οι «Τούρκοι» συνορεύουν δυτικά με τη Φραγγία (προφανώς εννοεί την ανατολική Φραγκία που συμπίπτει γεωγραφικά με τη σημερινή Αυστρία και Γερμανία και που προέκυψε μετά τη διάσπαση της Φραγκικής αυτοκρατορίας με τη συνθήκη του Βερντέν το 843 μ.Χ.) και τη Μεγάλη Μοραβία (στα εδάφη της σημερινής Τσεχίας, Σλοβακίας και τμήματος της Ουγγαρίας) για την οποία αναφέρει πως «παντελώς ηφανίσθη παρά των τοιούτων Τούρκων»· η ιστορική πραγματικότητα είναι πως οι Τσέχοι απαλλάχθηκαν από τον ζυγό των Αβάρων στα τέλη του 8ου αι. και πως τα δύο εφήμερα κράτη τους, η Μεγάλη Μοραβία και η Βοημία υποτάχθηκαν την περίοδο 905-908 στον βασιλιά της Ανατολικής Φραγκίας Αρνούλφο ενώ οι Ούγγροι επέδραμαν και κατέκτησαν την Σλοβακία (βλ.  Ελληνική Εκπαιδευτική Εγκυκλοπαίδεια,  τ. 24, σ. 370)· ως γειτονικός λαός αναφέρονται επίσης και οι Χρωβάτοι, οι σημερινοί δηλαδή Κροάτες (Κροατία < Hrvatska). Από τα παραπάνω βγαίνει το συμπέρασμα ότι ο λαός που ο Κωνσταντίνος ο Πορφυρογέννητος αναφέρει με το όνομα «Τούρκοι» είναι οι Ούγγροι. Στην παρ. 38 «Περί της γενεαλογίας του έθνους των Τούρκων και όθεν κατάγονται» άλλωστε αναφέρεται εκτενέστατα στην ιστορία της εγκατάστασης των «Τούρκων» και στον «Αρπαδή» ο οποίος δεν είναι άλλος από τον Άρπαντ (Arpad) , τον γνωστό ως πρώτο ηγέτη των Ούγγρων, ο οποίος τους οδήγησε στα εδάφη της σημερινής Ουγγαρίας το 896 μ.Χ. ».

 Η σημερινή θέση των ομιλητών της ουγγρικής γλώσσας οφείλεται σε μετανάστευση, που έγινε πολύ μετά τη διάσπαση της Ινδοευρωπαϊκής σε επιμέρους γλώσσες.

Αυτά ως απάντηση στον
αρχαιολάτρηαπό τη Θεσσαλονίκη.

Β. Α.

 


ΣΧΟΛΙΑ ΓΙΑ ΤΟΝ «ΑΡΧΑΙΟΛΑΤΡΗ» ΑΠΟ ΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ

«Δυστυχώς η συνωμοσιολογία και η προπαγανδολογία είναι η δικαιολογία μερικών για να καλύπτουν τα τεράστια κενά που έχουν οι έκδηλα εθνικιστικά προκατειλημμένες τοποθετήσεις τους απέναντι σε επιστημονικά ζητήματα. Είναι μία λύση που πιάνει σε αφελείς που δέχονται όποια άποψη τους σερβίρουν, αρκεί αυτή να είναι εθνωφελής, να είναι ορθή εθνικά. Τραγική έλλειψη κριτικού νου».

[...]

«Κανόνας: ΔΕΝ εμπιστευόμαστε ελληνόψυχους. Σίγουρα λένε ψέματα ή, αν λένε αλήθειες, λένε μισές αλήθειες, γεγονός που τους καθιστά εκ νέου ψεύτες. Αυτοί οι τύποι έχουνε μία πολιτική ατζέντα και μία ιδεολογία που προσπαθούνε να παρουσιάσουν ως αυθεντία. Γιαυτό ψάχνουνε να βρούνε επιστημονικοφανή ερείσματα για να μας την πλασάρουν σαν αναντίρρητη αλήθεια. Δυσπιστούμε και δεν είναι ντροπή: αφού ξέρουμε το ποιόν τους και το βεβαρημένο εθνικό μητρώο τους...».

 

Παρασκευάς Σταυρόπουλος

(γλωσσολόγος)


ΠΟΙΚΙΛΑ ΣΧΟΛΙΑ

«Οι θεωρίες συνωμοσίας είναι ηλίθιες. Η παγκοσμιοποίηση απλά συμβαίνει, δεν υπάρχει κάποιο σκοτεινό μυαλό που να την προκαλεί (αν και αναμφίβολα υπάρχουν σκοτεινά και φωτεινά μυαλά που αντί να κάθονται να κλαψουρίζουν προτιμούν να επωφεληθούν). Και τέλος πάντων, εγώ ποτέ δεν κοιτάω τα κίνητρα κάποιου. Αν μπορεί να με πείσει με σοβαρά επιχειρήματα (και η ΙΕ γλωσσολογία έχει χίλια δυο) σκασίλα μου αν είναι παγκοσμιοποιητής ή ελληναράς.

[...]

Ειδικά τώρα για την ΙΕ γλωσσολογία, μου φαίνεται πολύ απίθανο αυτοί οι παγκοσμιοποιητές εδώ και 3.800 χρόνια (γιατί τέτοια ηλικία έχει το παλιότερο χιττιτικό κείμενο) να επεμβαίνουν συστηματικά σε 400 συνολικά γλώσσες κάνοντάς τες να μοιάζουν τόσο πολύ. Και δεν καταλαβαίνω με ποιον τρόπο η αποδοχή της ΙΕ γλωσσολογίας συνιστά αντεθνική πράξη ή εξυπηρετεί τα συμφέροντα των παγκοσμιοποιητών. Αυτό πραγματικά αδυνατώ να το καταλάβω!

[...]

Ερχόμαστε τώρα στις αντιρρήσεις [ενν. στην ινδοευρωπαϊκή θεωρία]. Και δεν μιλάμε για αντιρρήσεις σε επιμέρους σημεία της θεωρίας, αλλά για καθολική απόρριψη. Αυτή προέρχεται από δύο ομάδες ψευδοεπιστημόνων. Η μία είναι Έλληνες αρχαιολάτρες και η άλλη είναι Ινδοί αρχαιολάτρες. Και οι δύο ξεκινούν από την (αντιεπιστημονική) άποψη ότι οι πρόγονοί τους ήταν αυτόχθονες στον αιώνα τον άπαντα. Και οι δύο θεωρούν πως κατά κάποιον τρόπο “πλήττονται” οι αρχαιότατοι πολιτισμοί τους ή η φοβερή και τρομερή εθνική τους ανωτερότητα αν αποδειχθεί ότι ήρθαν από αλλού και συγγενεύουν γλωσσικά με τους Δυτικοευρωπαίους. Ωστόσο η γλωσσική συγγένεια είναι πολύ προφανής για να την προσπεράσουν έτσι. Πρέπει να δώσουν μια εξήγηση.

Δεν πρέπει να προκαλεί έκπληξη λοιπόν ότι η ελληνική πλευρά θεωρεί ότι όλοι κατάγονται από τους Έλληνες και η Ινδική πλευρά θεωρεί ότι όλοι κατάγονται από τους Ινδούς. Τα επιχειρήματα είναι συνήθως φαιδρότατα. Για παράδειγμα, στο κείμενό του “What is the Aryan Migration Theory” […] ένας Ινδός καθηγητής σβήνει μονοκονδυλιά πολλά από τα επιχειρήματα των αντιπάλων του με το φοβερό αντεπιχείρημα ότι είναι κομμουνιστές (!).

[…]

Το ξεμπρόστιασμα της ψευδοεπιστήμης είναι καθήκον. Δεν βλέπω γιατί δεν είναι χρήσιμο να τονίζω ότι δεν είναι θεμιτό επιστημονικά να απορρίπτεις μια άποψη με κριτήριο αν ο φορέας της είναι κομμουνιστής, ή να ξεκινάς με το αξίωμα ότι η δική σου γλώσσα είναι η ανώτερη και τελειότερη όλων.

[…]

[…] Eγώ προτιμώ να εμπιστεύομαι τα συμπεράσματα ενός γλωσσολόγου, που μαθαίνει 4 χρόνια στο προπτυχιακό και 3 στο διδακτορικό τί και πώς πρέπει να συγκρίνει. Πείτε με αφελή (αλλά την επόμενη φορά που θα αρρωστήσετε μην πάτε σε γιατρό, γιατί “έχει τις δικές του σκοπιμότητες”).

[…]

Μύθοι, μύθοι, μύθοι παντού. Όπως ότι […] οι λέξεις της ελληνικής έχουν τη μοναδική ιδιότητα να αντιστοιχούν ακριβώς στο πράγμα που περιγράφουν (ξεχάσαμε τις αφηρημένες έννοιες μου φαίνεται), μέχρι και ότι ένας σκελετός […] είναι απόδειξη της αυτοχθονίας των Ελλήνων.

[…]

[…] ένας τύπος βγάζει λανθασμένους τους συγγραφείς του 3ου αιώνα π.Χ. που διαφωνούν με την άποψή του ότι η νέα ελληνική έχει πανομοιότυπη προφορά με την αρχαία! Αυτό είναι φιλοπατρία; Να κόβεις και να ράβεις το παρελθόν στα διεστραμμένα εθνικιστικά σου κολλήματα;

Είμαι σίγουρος ότι κάθε ελληνόπληκτος βαθιά μέσα του μάλλον τσαντίζεται με αυτούς τους αρχαίους, που δεν ήξεραν βλέπεις οι άμοιροι ότι 2.500 χρόνια μετά οι απόγονοί τους θα ναρκώνονταν με το παραισθησιογόνο της Τέλειας Αρχαιότητας και δυστυχώς έγραψαν με χίλιους δυο τρόπους ότι δεν ήταν αυτόχθονες, ούτε τα ανακάλυψαν όλα μόνοι τους, ούτε μιλούσαν όπως οι νεότεροι […].

[…]

Μ αρέσει που κράζετε επειδή δήθεν οι Ινδοευρωπαίοι δεν άφησαν ίχνη, αλλά δεν έχετε ΚΑΝΕΝΑ ΑΠΟΛΥΤΩΣ ΠΡΟΒΛΗΜΑ να αποδεχθείτε ότι μια ξύλινη πλάκα [...] σημαίνει αυτομάτως ότι το 6.000 π.Χ. ζούσαν Έλληνες στην Καστοριά.

[…]

Ξεκινήσαμε να συζητάμε για την ΙΕ θεωρία, μια γενικά παραδεκτή επιστημονική άποψη, η οποία (όπως κάθε επιστημονική άποψη) δεν είναι a priori σωστή. Κάθε επιστημονική άποψη δέχεται κριτική και αν δεν μπορεί να αντισταθεί στην κριτική, αναθεωρείται ή απορρίπτεται. Το ενδιαφέρον είναι ότι η ΙΕ θεωρία στην τρέχουσα μορφή της είναι το προϊόν αναθεωρήσεων που οφείλονται σε κριτική 150 χρόνων. Συνεπώς είναι πολύ πιο κοντά στην αλήθεια απ ό,τι ήταν όταν ξεκίνησε, για τον απλούστατο λόγο ότι η -βάσιμη- κριτική την έχει βελτιώσει.

Από την πλευρά των αρχαιολατρών […] εκφράζονται διάφορα επιχειρήματα ενάντια στη θεωρία. Πρέπει να συνειδητοποιήσουν όλοι όμως […] πως δεν μπορούν να απαιτούν για την κριτική τους ευνοϊκή αντιμετώπιση και αξιωματική αποδοχή, τη στιγμή που η άποψη την οποία κρίνουν έχει δεχθεί πρόθυμα τεράστια κριτική και έχει αναθεωρηθεί (εξίσου πρόθυμα) πολλάκις! Την ίδια ακριβώς κριτική (η οποία είναι διεξοδική, όχι λυσσαλέα) θα δεχθεί και ο αντίλογος και αν δεν μπορεί να αντιτάξει επιχειρήματα θα πρέπει να απορριφθεί […].

Απλώς εφ’ όσον κάποιος “τη λέει” σε μια επιστημονική θεωρία, θα πρέπει να καταλάβει ότι παίζει πλέον στο πεδίο της επιστήμης και θα δεχθεί επιστημονική κριτική. Και ως μέλος του ακαδημαϊκού χώρου σε βεβαιώνω ότι δεν υπάρχει ΤΙΠΟΤΑ πιο αμείλικτο, επίμονο και εκνευριστικό από την επιστημονική κριτική. […] Αν ο […] μου λέει πως η ελληνική είναι η μόνη πραγματική γλώσσα, δεν πρέπει να του επισημάνω ότι γλωσσολογικά βρίσκεται σε άλλον πλανήτη;

[…]

[…] Η ψευδοεπιστήμη είναι επίσης ένα πλέγμα αντιλήψεων που σε γενικές γραμμές συνδέονται μεταξύ τους (αν και εδώ έχουμε πολύ περισσότερες αντιφάσεις, λ.χ. υπάρχουν άτομα που πιστεύουν ΤΑΥΤΟΧΡΟΝΑ ότι οι Έλληνες είναι εξωγήινοι, ότι οι Έλληνες ζούσαν από πάντα στην Ελλάδα, ότι οι Έλληνες είναι απόγονοι του Homo Erectus των Πετραλώνων). Γκρεμίζοντας τη μία αντίληψη αποδυναμώνουμε ολόκληρο το οικοδόμημα. Και σε διαβεβαιώ ότι δεν είναι καθόλου δύσκολο να γίνει αυτό, γιατί το οικοδόμημα της ψευδοεπιστήμης δεν έχει ούτε τη μισή από τη σταθερότητα του οικοδομήματος της επιστήμης, για τον απλούστατο λόγο ότι οι ψευδοεπιστήμονες πάντοτε προσαρμόζουν τα δεδομένα στις απόψεις τους (αντί για το αντίθετο) και επιπλέον σιχαίνονται την κριτική.

[…] Δεν είμαι και κανένας σοφός. Είμαι απλά ένας σκεπτικιστής που ό,τι φοβερό και τρομερό επιχείρημα μου παρουσιάσει με ύφος 50 καρδιναλίων η “αντιπολίτευση” μπορώ να το καταρρίψω ψάχνοντας 5 λεπτά στο Google. Δεν τους προβληματίζει άραγε αυτό; Δεν τους περνάει από το μυαλό ούτε για μια στιγμή ότι οι αντιλήψεις τους εφ’ όσον καταρρίπτονται τόσο εύκολα από οποιονδήποτε κάνει τον κόπο να τις ψάξει λίγο, υπάρχει μία έστω πιθανότητα να μην είναι και τόσο σωστές; Προσωπικά […] πίστευα ότι υπήρχε πολύ περισσότερη αλήθεια στις ελληνόπληκτες θέσεις. Τώρα είμαι σχεδόν βέβαιος ότι το όλο πράγμα είναι μια ατελείωτη συρραφή ψεμάτων και παρερμηνειών που δεν αντέχουν στην παραμικρή κριτική.

[…]

Δεν είμαστε όλοι εμείς Έλληνες; Γιατί; Επειδή το λέει κάποιος που έχει αποφασίσει – παντελώς αυθαίρετα – ότι η Ελλάδα (και ο πολιτισμός) άρχισε το 750.000 π.Χ. και τελείωσε με την επικράτηση του Χριστιανισμού και ότι μόνο όσοι πιστεύουν σε αυτήν την προφανή βλακεία είναι Έλληνες;

Δεν προσβάλλουν [ενν. οι εκφράσεις μου] όλους τους Έλληνες, προσβάλλουν μόνο τα θύματα των νεοεποχίτικων δοξασιών και τα νεοναζιστικά ξαδερφάκια τους. Όλοι αυτοί, αν θες την ταπεινή μου γνώμη, με τη θρησκευτική λατρεία της αρχαιότητας και την έλλειψη παιδείας και στοιχειώδους λογικής που τους διακρίνει (αλλά και με τα ορθογραφικά λάθη τους) αξίζουν πολύ λιγότερο τον τίτλο του Έλληνα απ’ όσο αρέσκονται να πιστεύουν […].

[…]

Και μια γενική παρατήρηση: το κεντρικό γλωσσολογικό επιχείρημα, ότι δηλαδή ο μισός πληθυσμός του πλανήτη […] μιλάει γλώσσες συγγενικά σχετιζόμενες μεταξύ τους χωρίς αυτό να εξηγείται με δάνεια και άρα υπήρξε κοινή πρωτο-γλώσσα πρόγονος είναι απλά σωστό. Καμία εναλλακτική λύση δεν εξηγεί το φαινόμενο. ΟΚ, στο μυαλό ενός αμαθούς εθνικιστή μπορεί “όλα να προέρχονται από τους Έλληνες”, αλλά αυτές οι “εξηγήσεις” απλά δεν στέκουν σε αντικειμενική κριτική.

[…]

Πρώτα προσπαθούν να σε προσεταιριστούν, μετά όταν δεν ψαρώσεις είσαι ο ανθέλληνας, μετά προσπαθούν να σε βγάλουν κακό / ψεύτη / αγενή / άρρωστο, και όταν κάποια στιγμή δεν μπορούν να κάνουν τίποτε άλλο από το να αντιμετωπίσουν τα επιχειρήματά σου, συμπεραίνουν ότι είσαι μία ολόκληρη εξοπλισμένη μηχανή προπαγάνδας, με άτομα να ψάχνουν για πληροφορίες και επιχειρήματα και άλλα άτομα να μπαίνουν στο σάιτ και να συμφωνούν μαζί σου, ή ίσως ένας πραγματικά μανιακός που τα κάνει όλα αυτά. Θλιβερό.

[…]

[…] Έχουμε “ΙΕ” γεγονός (ότι οι γλώσσες του μισού πλανήτη μοιάζουν συστηματικά), ΙΕ υπόθεση (ότι οι ομοιότητες οφείλονται στο ότι όλες αυτές οι γλώσσες κατάγονται από μία) και πολλές ΙΕ θεωρίες που ασχολούνται με το πότε, το πώς και το γιατί.

[…]

Όπως είπα, το γεγονός στα περί ΙΕ είναι ότι αυτές κι αυτές οι γλώσσες μοιάζουν. Γκαραντί. Οτιδήποτε άλλο θα πρέπει να συμφωνεί με αυτό. Να ξεκινάει “μπλα μπλα μπλα” και να καταλήγει “και έτσι αυτές οι γλώσσες μοιάζουν και μάλιστα με τον συγκεκριμένο τρόπο”.

[…]

[…] η γλωσσική συγγένεια των ΙΕ γλωσσών είναι απλά αναντίρρητη. Οποιαδήποτε θεωρία θα πρέπει να την εξηγεί. Δεν γίνεται να την προσπεράσουμε σαν αποικιοκρατικά ψέματα. Υπάρχουν εκατοντάδες χιλιάδες σελίδων που την τεκμηριώνουν».

 

Δημήτρης K.

 (από συζήτηση στο διαδίκτυο)


ΤΕΛΙΚΟ ΣΧΟΛΙΟ

«[...] Δεν θα ξόδευα ούτε μια λέξη για να απαντήσω σε αυτά τα νούμερα... Είναι γελοίο να τους μιλάς με πορίσματα αντλούμενα από επιστημονικά συγγράμματα ή κι απτα ίδια ταρχαία κείμενα και να σαπαντούν με παραπομπές στο πόνημα της μεγίστης επιστήμονος Τζιροπούλου... Είναι σαν να πηγαίνει ο Μπαμπινιώτης στο Blue Sky να συζητήσει... με τον Πλεύρη ή με τον Γεωργιάδη... Σε ποια βάση, με τι όρους, σε ποια...γλώσσα; [...] Πάντως οφείλω να εκφράσω τον θαυμασμό μου και τη συμπαράστασή μου στα παιδιά που υπερασπίζονται την επιστημονική αλήθεια μέσα σε αυτήν τη σφηκοφωλιά... Πάντα υπάρχει ο κίνδυνος με τα επιχειρήματά τους να πείσουν κανένα χριστιανό που διαθέτει κοινή λογική και δεν έχει ακόμα πωρωθεί από τον φανατισμό των ηλιθίων... Και επειδή είδα ότι κάποιος [...] πολύ επικαλείται τον Νίκο Γκάτσο, να πω ότι και η υπογραφούλα μου είναι ένα δικό του τετράστιχο, από μια ευρύτερη σύνθεση που ονομάζεται  Ελλαδογραφία,  και τους είναι αφιερωμένο εξαιρετικά...

Πότε θανθίσουνε τούτοι οι τόποι,
πότε θα
ρθούν καινούργιοι ανθρώποι,
να συνοδέψουνε τη βλακεία
στην τελευταία της κατοικία;

»Απλά, ως ένα σημείο αμφιβάλλω και για την απήχηση που όντως έχουν αυτές οι αντιεπιστημονικές και ακραίες απόψεις... Και εδώ παραθέτω ένα κλασικό παράδειγμα του Έκο: Μια επαρχιακή εφημερίδα με 500 αναγνώστες γράφει ότι ο Πάπας είναι ομοφυλόφιλος... Το Βατικανό εκδίδει μια διάψευση για όλες τις εφημερίδες, απευθύνει διάγγελμα δια της ιταλικής τηλεόρασης, αποκαθιστώντας τη φήμη του Πάπα και καταδικάζοντας το κατάπτυστο μύθευμα... Αποτέλεσμα; Εκεί που τοξεραν 500 άνθρωποι, τώρα 20.000.000 άνθρωποι μαθαίνουν, έστω κι αρνητικά, ότι κυκλοφόρησε η φήμη πως ο Πάπας είναι γκέυ... Ελπίζω να μην πέσουμε κι εμείς στην ίδια παγίδα, την παγίδα της προπαγάνδας...».
 

Δημήτρης Μιχελιουδάκης

(γλωσσολόγος)

 


 

ΑΡΧΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ