Esox lucius  

Τούρνα  

Είναι ένα οστεώδες ψάρι, της οικογένειας των εξοκιδών. Το σώμα του είναι μακρόστενο και ατρακτοειδές. Μπορεί να φτάσει σε μήκος μέχρι ένα μέτρο, και βάρος τα 10 κιλά,  συνήθως όμως την συναντάμε σε μήκος 30-50 εκατοστά.                      Έχει μεγάλο στόμα και ισχυρά δόντια, χαρακτηριστικά των σαρκοφάγων ψαριών, το  ρύγχος μοίζει με σπάτουλα, στόμα πολύ πλατύ με μικρά δόντια πολύ κοφτερά, που γυρίζουν προς τα μέσα. Το ραχιαίο πτερύγιο της είναι κοντό και βρίσκεται πολύ πίσω στο σώμα, σε ακριβή αντιστοιχία με το εδρικό πτερύγιο. Το ουραίο πτερύγιο χωρισμένο στα δυο, είναι δυνατό και αρκετά πλατύ έτσι, μπορεί να δώσει στο μακρόστενο σώμα μια ταχύτητα εκκίνησης, φανταστική.                                    Η τούρνα είναι ψάρι πολύ κοινό σ' όλους τους χείμαρρους της Ευρώπης. Προτιμάει νερά στάσιμα ή λίγο τρεχούμενα, τη συναντούμε σε όλα τα είδη των λιμνών εκτός από αυτές που έχουν όξινα ή πολύ φτωχά  σε οξυγόνο νερά.              Προτιμάει την πλούσια  βλάστηση, γιατί κάθεται μέσα σ' αυτή ή στις άκρες της, περιμένοντας ακίνητη, παίρνοντας την όψη και τα χρώματα του περιβάλλοντος, έτοιμη να πεταχτεί πάνω σε ένα θήραμα που την πλησιάζει. Για να μιλήσουμε για τις ικανότητες της να μιμείται το περιβάλλον, πρέπει να πούμε, ότι την διακρίνουμε αμέσως, παρατηρώντας το χρώμα του δέρματος της. Υπάρχουν τούρνες ασημί, που ζουν σε καθαρά νερά με αμμώδη βυθό, άλλες πράσινες ή ανοιχτοπράσινες, που ζουν σε καθαρά νερά με αμμώδη βυθό, άλλες πράσινες σκούρες ή καφέ, που προτιμούν βαθιά νερά με βραχώδη βυθό, τελείως ανομοιόμορφο. Αυτό το ψάρι σταματάει στο βυθό ή σε μέτριο βάθος, γενικά σε μια θέση κάπως λοξή, με το ρύγχος προς τα πάνω.  Αυτή η θέση, του επιτρέπει μια πιο σφαιρική παρατήρηση του περιβάλλοντος που βρίσκεται.                 Είναι ένα σαρκοφάγο, που πολλοί λένε πως είναι ιδιαίτερα άγριο, ενώ στην πραγματικότητα, δεν είναι περισσότερο άγριο από όσο μπορεί να είναι ένα άλλο είδος σαρκοφάγου. Είναι έτσι από πολύ μικρή.                                                                Επίσης είναι υπερκινητικό ψάρι, μπορεί μέσα σε λίγα λεπτά να διανύσει μεγάλες αποστάσεις ψάχνοντας για την τροφή του. Οι πολύ μικρές τούρνες τρέφονται με γυρίνους και ψαράκια, παρ' όλο που μερικές φορές δεν αδιαφορούν και για τα σκουλήκια ή τις υδρόβιες νύμφες. Σαν ενήλικο ψάρι τρώει αποκλειστικά, ψάρια και βατράχια, αλλά επιτίθεται σ' οποιοδήποτε μικρό ζώο, που θα μπει στην ακτίνα δράσης του. Ποντίκια και μυγαλές είναι τόσο συχνά θηράματα του, ώστε μπορούμε να την κυνηγήσουμε με επιτυχία, χρησιμοποιώντας τέτοια ψεύτικα δολώματα, όπως π.χ. το ομοίωμα ενός μικρού ποντικού ή ακόμα και με μια ψεύτικη ουρά ή ποδαράκια κουνελιού, που πρέπει όμως να τα σέρνουμε.                                               Πολλές φορές, επιτίθεται και σε μικρά υδρόβια πουλιά, πηδώντας κατά πάνω τους, φεύγοντας σαν βέλος από το βυθό. Έτσι, μικρές κότες του νερού ή κλωσσόπουλα φαλαρίδας και πάπιας, είναι εύκολα θηράματα της.                                    Πολλοί κυνηγοί πάπιας διηγούνται περιπτώσεις που κτυπημένες πάπιες έπεσαν στο νερό και πιάστηκαν μετά από μεγάλες τούρνες που τις πήραν μαζί τους στο βυθό. Όμως, η τούρνα είναι ένας εξισορροπηστής των νερών.                             Επιτίθεται σε πληγωμένα ή άρρωστα ψάρια, προτιμώντας τα από άλλα υγιή. Αυτό γίνεται ακόμα και όταν είναι χορτασμένη και δεν ενδιαφέρεται για τα ψάρια που την περιτριγυρίζουν.                                                                                                   Μια τούρνα χορτασμένη, θα επιτεθεί ακόμα και σε ένα ετοιμοθάνατο ψάρι. Αυτός είναι ο λόγος της επιτυχίας του ψαρέματος με δόλωμα ένα ψόφιο ή ζωντανό ψαράκι (που αγκιστρωμένο κολυμπάει με δυσκολία), με τρελά κουταλάκια που με τις κυματοειδείς και ακανόνιστες κινήσεις τους την ερεθίζουν περισσότερο από τα περιστρεφόμενα κουτάλια.                             Την προσελκύουν τα ζωηρά χρώματα και γι' αυτό το λόγο, πολλοί την ψαρεύουν δολώνοντας με ένα μικρό κόκκινο ψαράκι  ή καλύτερα με χρυσόψαρο ή βάζοντας στα κουτάλια μια τούφα από μαλλί, κόκκινη ή κίτρινη ή κιτρινοκόκκινη.        Οποιοδήποτε δόλωμα χρησιμοποιείται για το ψάρεμα της, πρέπει να σέρνεται πάντα, όσο πιο αργά γίνεται, ανάλογα με την λειτουργία του. Η τούρνα πετιέται πάνω στο θήραμα της, αλλά δεν το ακολουθεί ή το ακολουθεί μόνο για ένα μικρό διάστημα. Τα μεγαλύτερα ψάρια του είδους, συνήθως ψαρεύονται χρησιμοποιώντας φυσικά δολώματα, ζωντανά ή ψόφια, ίσως γιατί οι μέθοδοι που βασίζονται σε αυτά τα δολώματα είναι πιο αργές και επιτρέπουν μια μεγαλύτερη διάρκεια κίνησης, στην αχτίνα δράσης αυτής της ορμιάς. Στο ψάρεμα που γίνεται χωρίς να κινείται το δόλωμα, όταν πρόκειται για χοντρές τούρνες, πρέπει να χρησιμοποιούνται μεταλλικά παράμαλλα στην ορμιά, γιατί το ψάρι αυτό, αφού έχει καταπιεί το δόλωμα, χτυπιέται πολύ δυνατά και μπορεί να σπάσει οποιαδήποτε ορμιά, ακόμη και με χοντρή διάμετρο.                                     Τεράστιες τούρνες ψαρεύονται στις βόρειες λίμνες της Ευρώπης, εκεί που το ψάρεμα σε αυτό το είδος έχει γίνει παράδοση και γίνεται αγώνας για την πιο χοντρή από αυτές, δηλαδή για ψάρι που θα μπορούσε να βραβευτεί.                                         Τα καλύτερα αποτελέσματα τα έχουμε το χειμώνα ή το προχωρημένο φθινόπωρο, μετά τον Απρίλιο και το Μάιο.                 Η γέννηση των αυγών γίνεται από πολύ νωρίς, δηλαδή Φεβρουάριο -  Μάρτιο - Απρίλιο, σε πολύ χαμηλές θερμοκρασίες νερού από μόλις 2οC μέχρι και πάνω από τους 12ο C.

 
 

Το ξαγκίστρωμα της Τούρνας είναι επικίνδυνο για το χέρι. Γι αυτό πρέπει να πιάνεται από τα βράγχια, όπως φαίνεται στις φωτογραφίες. Πάντως είναι χρήσιμο να διαθέτει ο ψαράς ένα εξάρτημα για το άνοιγμα του στόματος, στην περίπτωση που η τούρνα καταπιεί βαθιά το δόλωμα.