ΑΝΑΕΡΑ ΚΙ ΕΝΑΛΙΑ |
![]() |
![]() |
Τρις στον ενικό και πέφτεις στα κύματα πρηνηδόν Όθε αναδύεται ο Κόχυλας ο πληθυντικός και Ξαγκιστρώνει το μερτικό του από θύμησες ταξιδιών ποντισμένων. Χιμάει το χλιμίντρισμα του ιππόκαμπου που Σέλωσε η Αστραία πέφτοντας από την ψηλότερη Άκρη του Σύμπαντος στη βαθύτερη και Καλπασμός ταράζει τα θαλασσινά γογγύλια. Σπαράζει και σκίζεται ο Αφρός στα δύο Ξεπροβοδίζοντας την ακάλεστη Θεότητα των Αστερισμών, την ώρα που χάνεται στα Σύννεφα κι από τα Δώρα που κρατάει στην αγκαλιά της στάζει Αρμύρα πελαγίσια και Σκουριά από ναυάγια. Παραμεθόριο του Χάους σύννεφο ανακλαδίζεται στην Αναμονή της υποδοχής ορατών και αοράτων όταν Ανεμοθώρητη από θαλάσσιο ίππο ξεπεζεύει η Άνοιξη. Γύρω μουρμουριστά χρονολογούν την Άφιξη ένα τσούρμο Άνεμοι, μες στην εκούσια πλήξη παραδέρνοντας Γυρεύοντας το κάλεσμα μιας Μουσικής αιώνιας ν' αρχίσουν να Στροβιλίζονται στην ουράνια πίστα με τις Καταιγίδες. Δίνει μία με το γκονγκ ο καιρός και παίρνουν Φωτιά τα χάλκινα Αναβοσβήνοντας φεγγαρόφωτα κι αστρολαμπίδες, όλο το Σύμπαν ένα τεράστιο πάρτι λυτρωμένων κι αλύτρωτων Κατακλυσμών, προσκυνάει χορεύοντας αγκαλιασμένο Σώμα με Σώμα, Καρδιά με Καρδιά τον αόρατο Φόβο του. Φύσηξε αίματα και βράχηκαν όλα τα Στέρεα του κάτω Κόσμου, που νηστικός ανάδευε τα πυρωμένα του αζήτητα μες σε Παγίδες από χιόνι, φωτιά σβηστή ποτίζοντας τους Πάγους. Χοροπηδώντας και σφυρίζοντας οι Άνεμοι ανακυκλώνουν Παλιά Γιορτή σε νέους έρημους Πλανήτες και κάτω μαύρη η Θάλασσα απλώνεται και αγναντεύει σκόνες αστρικών Πολέμων που κοπάσανε παραδομένοι σε μια επιούσια Ειρήνη. Γη του κάποτε και του τώρα χλωμό φανάρι εκατομμύρια Έτη Φωτός μακριά από το μάτι του Κυκλώνα αγάπα το Αίμα τούτο το λασπωμένο που αναβλύζει από το λαβωμένο Κορμί του πρώτου Άποικου που σε κατοίκησε πριν από Άγνωστο αριθμό κατακρεουργημένων στεναγμών. |
7 Ιανουαρίου 2002 |