Χρήστος Μόρφος

Χρήστης Βιβλίων

Hellenic Nexus # 7 Απρίλιος 2005-Μάιος 2005

 

  • Emmanuerl de Waresquiel (Επιμ.): Ο Αιώνας των Ανατροπών - Το Λεξικό των Κινημάτων Αμφισβήτησης στον 20ό Αιώνα

  • Deidre Bair: Jung - A Biography

  • Dennis R. MacDonald: Τα Ομηρικά Έπη και το Κατά Μάρκον Ευαγγέλιο

  • S. Shalom, M. Albert, P. Street , D. Corn, C. Horrie: Θεωρίες Συνωμοσίας ή Θεσμικές Θεωρίες: Μετά την 11η Σεπτεμβρίου

Emmanuel de Waresquiel (επιμ.)

Ο Αιώνας των Ανατροπών

Το Λεξικό των Κινημάτων Αμφισβήτησης στον 20ο Αιώνα


Εκδόσεις Οξύ

Αθήνα 2004

Μετάφραση: Β. Τσιγκανού, Α. Βαλασιάδης, Μ. Δρούτσα, Α. Σαρρή

[680 σελ., 20X29 cm, μετά φωτογραφιών, μετά θησαυρού θεματικών ενοτήτων και ευρετηρίου ονομάτων, 50 ευρώ]


Όταν, εν έτει 2005, ένας Ρότσιλντ γόνος της γνωστής οικογενείας αγοράζει το 30% των μετοχών της γαλλικής εφημερίδας Libération, πάλαι ποτέ ναυαρχίδας του παγκόσμιου αριστερίστικου τύπου, τότε και όλα τα εναπομείναντα γεροντοπαλλήκαρα της επανάστασης –όλοι εκείνοι που έμειναν «στο ράφι» επειδή δεν κατάφεραν να βρουν ποτέ την κατάλληλη ή επειδή καμία δεν τους διάλεξε– δικαιούνται να ξεφυλλίζουν το λεύκωμα των περασμένων μεγαλείων της κοινωνικής αμφισβήτησης και να αναπολούν τις στιγμές που υπήρξαν οι πολύφερνοι γαμπροί της.

Φευ!

Οι περισσότεροι μπεκιάρηδες της επανάστασης θα αποφύγουν, για ευνόητους λόγους, να φυλλομετρήσουν ένα τέτοιο Λεξικό και, από την άλλη πλευρά, δεν γνωρίζω αν κάτι τέτοιο θα συγκινήσει εκείνους που βρήκαν νωρίς το κατάλληλο ταίρι τους, την ηγερία τους, την δική τους επανάσταση και την νυμφεύτηκαν και νοικοκυρεύτηκαν, κυριαρχώντας σήμερα στα κοινοβούλια και στα πανεπιστήμια και όπου αλλού.

Πέραν, όμως, των μπεκιάρηδων και των νοικοκυραίων της επανάστασης, υπάρχουν και εκείνοι που ίσως θελήσουν να διαβάσουν ανάμεσα στις γραμμές αυτού του Λεξικού και να κρατήσουν κάποιες σημειώσεις στα περιθώρια των σελίδων του, αναζητώντας τα αίτια για τη σημερινή κατάντια του κινήματος αμφισβήτησης των τελευταίων 150 χρόνων.

Και σε κάποιους από τους τελευταίους ίσως δεν φανεί καθόλου παράδοξο το γεγονός ότι το παλιό καλό κεφάλαιο (Ρότσιλντ) συναντά την παλιά καλή μαρξιστική επανάσταση (Libération), αφού σύμφωνα με κάποιες πληροφορίες αυτός ο δεσμός χρονολογείται τουλάχιστον από το 1871 και την περίοδο της Κομμούνας των Παρισίων, όταν ένοπλοι κομμουνάροι είχαν αναλάβει την επί χρήμασιν φύλαξη των 150 περίπου κτηρίων (σε κάποια από αυτά στεγάζονταν και τράπεζες) που είχε στην κατοχή της η οικογένεια Ρότσιλντ στην ευρύτερη περιοχή του Παρισιού, προστατεύοντάς τα από τον εξεγερμένο όχλο.

Και κάποιοι από αυτούς θα θυμηθούν ασφαλώς την κριτική του Μιχαήλ Μπακούνιν προς τον Μαρξ και τους οπαδούς του, τους οποίους κατηγορούσε ότι ήθελαν να εγκαθιδρύσουν ένα ολοκληρωτικό Παγκόσμιο Κράτος (ναι! Ακριβώς αυτόν τον όρο χρησιμοποιούσε: Παγκόσμιο Κράτος!). Φυσικά η νικηφόρα, εντός των πλαισίων του κινήματος, μαρξιστική φράξια αγνόησε και αγνοεί την κριτική του Μπακούνιν. Γι’ αυτούς, η παταγώδης αποτυχία όλων των μαρξιστικών καθεστώτων του πλανήτη δεν οφειλόταν στην ίδια την ουσία της θεωρίας τους αλλά στους κατά τόπους εφαρμοστές της.

Και ακόμη λιγότεροι ίσως θυμηθούν ότι την ίδια πάνω κάτω περίοδο με την Κομμούνα του Παρισιού, ο Μπακούνιν κατηγορούσε τους εβραίους υποστηρικτές του Μαρξ ότι βρίσκονταν με το ένα πόδι στο εργατικό κίνημα και με το άλλο στις τράπεζες. Κι αν κάποιοι βιαστούν να χαρακτηρίσουν αντισημίτη τον Μπακούνιν, ας μπουν στον κόπο να διαβάσουν Το Εβραϊκό Ζήτημα του Καρλ Μαρξ, που για ευνόητους λόγους εκδόθηκε για πρώτη φορά πλήρως μεταφρασμένο στα αγγλικά μόλις το 1956 στη Μόσχα…

Όμως αυτά και άλλα πολλά δεν αναφέρονται στις σελίδες αυτού του άρτιου από αισθητικής πλευράς Λεξικού. Και πώς θα ήταν δυνατόν να αναφέρονται σε ένα Λεξικό τα πάντα. Από την άλλη πλευρά, οι λημματογράφοι καλύπτουν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο το θέμα τους – και αυτό ισχύει για τα περισσότερα εκ των λημμάτων που διάβασα. Πρόσωπα (επαναστάτες, καλλιτέχνες, λογοτέχνες), κινήματα (επαναστατικά, καλλιτεχνικά κ.ά.), ιδεολογικά ρεύματα, έννοιες, τοποθεσίες και αντικείμενα καλύπτονται επαρκώς.

Αξίζει τον κόπο να αναφερθούμε σε κάποια.

Πριν από μερικούς μήνες, καθώς βάδιζα σε κάποιες ξεχασμένες ατραπούς του διαδικτύου ανακάλυψα έκπληκτος –μιας και μέχρι τότε δεν είχα ακούσει τίποτε σχετικό– ότι από το 1900 ως τη δεκαετία του 1930 υπήρχε και λειτουργούσε κοντά στην Ασκόνα της Ελβετίας η κοινότητα του Μόντε Βεριτά. Επρόκειτο, σύμφωνα με το Λεξικό, για έναν τόπο «συνάντησης και παραθερισμού συνδικαλιστών, φιλειρηνιστών, σοσιαλεπαναστατών, θεοσοφιστών, μασόνων και ευρωπαίων καλλιτεχνών της αβανγκάρντ. Εστία ενός τεράστιου δυναμικού ουτοπιών και πρωτότυπων σχεδίων ζωής». 

Στο κοινόβιο άνθισαν πολλοί «εναλλακτικοί τρόποι ζωής», με βασικό άξονα την «επιστροφή στη φύση», μέσω της μητριαρχίας, του γυμνισμού, της κατάργησης του γάμου, του ελεύθερου έρωτα, της χορτοφαγίας. Αυτό το μοντέλο ζωής, που αρχικά εμπνεόταν από έναν «παλαιοχριστιανικό κομμουνισμό» και προσείλκυε από πολυεκατομμυριούχους και αναρχικούς μέχρι καλλιτέχνες και μέλη μυστικών ταγμάτων, όπως του Ordo Templis Orientalis, «πρωτοεμφανίστηκε» σε μαζική κλίμακα τη δεκαετία του 1960, με το «κίνημα αμφισβήτησης» στις ΗΠΑ και γρήγορα εξαπλώθηκε σε ολόκληρο τον κόσμο. Το «Όρος της Αληθείας», αυτό το «Τρίγωνο των Βερμούδων του Πνεύματος» όπως έχει χαρακτηριστεί, δεν ήταν παρά ένα πειραματικό κοινωνικό εργαστήρι. Η new-age-λογία δεν είναι και τόσο νέα όσο φαίνεται.

Μία άλλη από τις πολλές ενδιαφέρουσες πληροφορίες που υπάρχουν στο Λεξικό αφορά στον γερμανοεβραιοαμερικανό φιλόσοφο Χέρμπερτ Μαρκούζε (1898-1979), που θεωρείται ως ο φιλόσοφος των εξεγέρσεων της δεκαετίας του 1960. Το 1942, και ενώ ο Μαρκούζε βρισκόταν ήδη, ελέω Χίτλερ, για αρκετά χρόνια στις ΗΠΑ, όπου δίδασκε σε διάφορα πανεπιστήμια, άρχισε να εργάζεται για λογαριασμό του Γραφείου Στρατηγικών Υπηρεσιών (OSS), όπου «μελέτησε τα ναζιστικά και τα αντιναζιστικά κινήματα» και, στη συνέχεια, «διηύθυνε το Παράρτημα Κεντρικής Ευρώπης της ίδιας υπηρεσίας, από τον Απρίλιο του 1948 μέχρι την παραίτησή του το 1951», όπου διεξήγαγε «έρευνες για τον σοβιετικό μαρξισμό, που χρηματοδοτούνται από το Ίδρυμα Ροκφέλερ».

Το OSS δεν ήταν παρά η στρατιωτική μυστική υπηρεσία των ΗΠΑ στη διάρκεια του πολέμου, που στη συνέχεια μετεξελίχθηκε στη CIA, και στην οποία ο αρχηγός της, ο «Άγριος» Μπιλ Ντόνοβαν είχε στρατολογήσει την αφρόκρεμα του αμερικανικού ακαδημαϊκού και οικονομικού κατεστημένου, καθώς και πλείστα όσα στελέχη του περίφημου Ινστιτούτου Κοινωνικών Ερευνών («Σχολή της Φρανκφούρτης»), μέλος του οποίου ήταν και ο Χ. Μαρκούζε.

Ίσως να φαίνεται λίγο παλιομοδίτικο, αλλά γιατί «κουμπώνομαι» όταν ακούω για φιλόσοφους και θεωρητικούς της επανάστασης (;) που υπήρξαν ταυτόχρονα και στελέχη μυστικών υπηρεσιών;

Deirdre Bair

Jung – A Biography


Εκδόσεις Little Brown

London 2004

[882 σελ., 46,65 ευρώ (Ελευθερουδάκης)]


Παλιομοδίτης ή μη, «έχω πρόβλημα» και με τους φιλοσοφούντες θεωρητικούς της ψυχής, όπως ο Καρλ Γιουνγκ (1875-1961), που υπήρξε επίσης πράκτορας του OSS. Ο «πράκτωρ 488» του OSS, δηλαδή ο Κ. Γιουνγκ, στρατολογήθηκε στην Υπηρεσία από τον γνωστό και μη εξαιρετέο Άλλεν Ντάλλες, που από τον Οκτώβριο του 1942 ως τον Μάιο του 1945 ήταν επικεφαλής του OSS στην Ελβετία.

Ο ρόλος του Κ. Γιουνγκ ήταν εκείνος του «εκτιμητή» της ψυχολογικής κατάστασης κορυφαίων ναζιστών ηγετών – και του Χίτλερ. Τα ψυχολογικά προφίλ των ηγετών της ναζιστικής Γερμανίας ενδιέφεραν ιδιαίτερα τον Ντάλλες και οι αναφορές που έστελνε στις ΗΠΑ με τις εκτιμήσεις του Γιουνγκ έχαιραν μεγάλης εκτίμησης. Τις δε αναφορές του Γιουνγκ σχετικά με τους τρόπους με τους οποίους οι Γερμανοί πολίτες θα αποδέχονταν την ήττα, τις διάβαζε προσωπικά ο Ανώτατος Διοικητής των Συμμαχικών Δυνάμεων στρατηγός Ντουάιτ Αϊζενχάουερ. Χρόνια αργότερα ο Άλλεν Ντάλλες θα έλεγε ότι «ίσως κανένας δεν θα μάθει ποτέ πόσα πολλά συνεισέφερε ο Γιουνγκ στο Συμμαχικό Σκοπό κατά τη διάρκεια του πολέμου, ασχολούμενος με ανθρώπους που είχαν κάποια σχέση με την άλλη πλευρά» (σελ. 493-4).

Σύμφωνα με κάποιες εκτιμήσεις, που δεν αναφέρονται στο συγκεκριμένο βιβλίο, στόχος του Ντάλλες και των Συμμάχων ήταν η ανατροπή και η δολοφονία του Χίτλερ, η τιμητική συνθηκολόγηση των Γερμανών, και η κοινή, στη συνέχεια, εκστρατεία Συμμάχων και Γερμανών κατά του προς Ανατολάς «ερυθρού κινδύνου». Η απόπειρα κατά του Χίτλερ ωστόσο απέτυχε στις 20 Ιουλίου 1944…

Μία όψη της ζωής του Γιουνγκ που για χρόνια προκαλεί σκληρές διαμάχες είναι και οι σχέσεις του με το ναζιστικό καθεστώς στην πρώτη περίοδό του. Δεν είναι λίγοι εκείνοι που θεωρούν τον Κ. Γιουνγκ φιλοναζιστή. Αυτές οι κατηγορίες βασίζονται κυρίως στο γεγονός ότι το 1933, με την άνοδο του ναζιστικού κόμματος στην εξουσία, ο Κ. Γιουνγκ έγινε πρόεδρος της Γερμανικής Ψυχαναλυτικής Εταιρείας, την περίοδο ακριβώς που οι εβραίοι που ήταν μέλη της διώκονταν από το ναζιστικό καθεστώς

Ο Γιουνγκ πίστευε ότι ένας Ελβετός πρόεδρος θα είχε τη δυνατότητα να επιτρέψει στους εβραίους να παραμείνουν μέλη της Διεθνούς Εταιρείας, η έδρα της οποίας θα μεταφερόταν από το Βερολίνο στη Ζυρίχη. Παρόλα αυτά και παρά τα εγκλήματα που ήδη διέπρατταν οι ναζί, ο Γιουνγκ υπέβαλε την παραίτησή του μόλις το 1939 και αυτή έγινε «επισήμως αποδεκτή» μόλις έναν χρόνο αργότερα. 

Το ζήτημα των σχέσεων του Γιουνγκ με τους ναζί και κάποιων φιλοναζιστικών απόψεών του μόνον λυμένο δεν είναι, παρά τα όσα αναφέρει η D. Bair στο ογκώδες έργο της, στο οποίο μόνον οι σημειώσεις καταλαμβάνουν 200 ολόκληρες σελίδες. Αν και το βιβλίο της Bair μόνον αγιογραφικό δεν είναι –στα ελληνικά κυκλοφορούν και κάποιες αγιο-βιο-γραφίες του Γιουνγκ– η αποτίμηση του έργου και του βίου του Γιουνγκ παραμένει το ζητούμενο.

Οι στενές προσωπικές σχέσεις του Γιουνγκ με κάποια εξέχοντα μέλη της Κοινότητας του Μόντε Βεριτά, μάλλον ξεφεύγουν από τα όρια αυτής της παρουσίασης και δεν θα μας απασχολήσουν.

Και την επόμενη φορά που θα χρησιμοποιήσετε κάποιους –γιουνγκιανούς– όρους όπως «εξωστρεφής», «εσωστρεφής», «αρχέτυπα» ή «συλλογικό ασυνείδητο», σταματήστε για λίγο και σκεφτείτε πώς διαμορφώνεται η σκέψη στο σύγχρονο κόσμο.

 

Dennis R. MacDonald

Τα Ομηρικά Έπη και το Κατά Μάρκον Ευαγγέλιο


Εκδόσεις Κάκτος

Αθήνα 2004

Μετάφραση: Κώστας Τσαπόγας

[σελ. 382, 16 ευρώ]


Αν δεν απατώμαι, ήμουν ο πρώτος γραφιάς στην Ελλάδα που έκανε μία εκτεταμένη αναφορά σ’ αυτό το βιβλίο του Ντέννις ΜακΝτόναλντ, καθηγητή της Καινής Διαθήκης στο Claremont School of Theology, στο άρθρο μου «Η Γενεαλογία της Εξουσίας και ο Χριστιανισμός», που είχε δημοσιευτεί στο τ. 95 (Ιούνιος 2001) του περιοδικού Τρίτο Μάτι.

Για εκείνους που έχουν ερευνήσει κάπως ψύχραιμα την αφήγηση σχετικά με τον Ιησού, όπως αυτή καταγράφεται στην Καινή Διαθήκη και στις παραδόσεις της Εκκλησίας, είναι σαφές ότι σ’ αυτή υπάρχουν τρία αφηγηματικά στρώματα που, κατά μειούμενη σπουδαιότητα, είναι τα εξής: ένα ρωμαϊκό, ένα ελληνικό και ένα εβραϊκό.

Για το ρωμαϊκό υπόστρωμα της αφήγησης παραπέμπω στο άρθρο μου «Καίσαρ και Ιησούς» (Τρίτο Μάτι, τ. 119, Ιανουάριος 2004), αναφέροντας απλώς ότι την τελευταία δεκαπενταετία έχουν εκδοθεί, σε διάφορες γλώσσες ανά τον πλανήτη, τουλάχιστον τέσσερα εξαιρετικά ενδιαφέροντα βιβλία, από διαφορετικούς συγγραφείς, που προσεγγίζουν το ζήτημα της ρωμαϊκής προέλευσης του χριστιανισμού. Να ελπίσουμε ότι θα δούμε κάποια από αυτά μεταφρασμένα στη γλώσσα μας;

Το εβραϊκό υπόστρωμα της αφήγησης δεν θα μας απασχολήσει εδώ.

Και απομένει το ελληνικό υπόστρωμα.

Εκ πρώτης όψεως, ο τίτλος αυτού του βιβλίου προκαλεί την έκπληξη. Τι σχέση μπορεί να έχουν τα ομηρικά έπη με το Κατά Μάρκον Ευαγγέλιο, το αρχαιότερο όλων των Ευαγγελίων;

Μία έννοια-κλειδί στην ανάλυση του Ντ. ΜακΝτόναλντ είναι η «μίμησις». Όπως τονίζεται και στον πρόλογο της ελληνικής έκδοσης, «η έννοια της μιμήσεως δεν υπέχει σε καμία περίπτωση τη σημασία της κλεψίτυπης-κρυφής αντιγραφής ή της δουλικής απομίμησης, αλλά χρησιμοποιείται με την αρχαία φιλολογική σημασία της ανανεωτικής μεταμόρφωσης ενός αναγνωρίσιμου και σημαντικού λογοτεχνικού έργου για την εξυπηρέτηση των σκοπών του συγγραφέα». Η μίμηση παλαιότερων λογοτεχνικών κειμένων αποτελούσε συνηθισμένη πρακτική όχι μόνον στον ελληνικό και στον ελληνορωμαϊκό κόσμο (ο Βιργίλιος στην Αινειάδα μιμείται τα έργα του Ομήρου, αλλά και μεταξύ των εβραίων, που μεταξύ άλλων είχαν μιμηθεί τον Όμηρο όταν έγραφαν στα αραμαϊκά Το Βιβλίο του Τωβίτ.

Σύμφωνα με τον Ντ. ΜακΝτόναλντ, ο συγγραφέας του Κατά Μάρκον μιμείται τα ομηρικά έπη, γράφοντας ένα πεζό έπος σχεδιασμένο κατά μέγα μέρος σύμφωνα με την Οδύσσεια και το τέλος της Ιλιάδος. «Ο Ιησούς του Μάρκου», τονίζει, «μοιράζεται πολλά χαρακτηριστικά με τον Έκτορα και ακόμα περισσότερα με τον Οδυσσέα».

Οι παραλληλισμοί, που εντόπισε ο συγγραφέας, μεταξύ των ομηρικών επών και του Κατά Μάρκον ανέρχονται σε δεκάδες και στις περισσότερες περιπτώσεις πρόκειται για την αφήγηση κάποιων επεισοδίων που λαμβάνουν χώρα σε παρόμοια σκηνικά, όπου συμμετέχουν παρόμοιοι ήρωες και εκτυλίσσονται παρόμοιες καταστάσεις. Πολλές φορές υπάρχουν ακόμη και ομοιότητες στο γλωσσικό ύφος. Εάν επρόκειτο μόνον για μία-δυο περιπτώσεις ίσως δεν θα άξιζε τον κόπο να ασχοληθεί κάποιος περαιτέρω, όμως διαβάζοντας ολόκληρη τη μελέτη του ΜακΝτόναλντ κάποιος μένει με την αίσθηση –αν όχι τη βεβαιότητα– ότι ο συγγραφέας του Κατά Μάρκον γνώριζε άριστα τα έργα του Ομήρου, και τα χρησιμοποίησε για να δώσει λογοτεχνική πνοή στο δικό του έργο.

Από την άλλη, ο ΜακΝτόναλντ καταφέρνει με την ανάλυσή του να δώσει απαντήσεις σε ερωτήματα που ταλανίζουν τους μελετητές της Καινής Διαθήκης εδώ και αιώνες.

Γιατί, για παράδειγμα, οι αρχιερείς χρειάζονταν τον Ιούδα για να αναγνωρίσει και να τους υποδείξει τον Ιησού, ώστε να τον συλλάβουν; Τον γνώριζαν ήδη. Ο Ιησούς δίδασκε δημόσια στην Παλαιστίνη επί τρία χρόνια και, σε μια τουλάχιστον περίπτωση, μιλώντας στο ναό συνδιαλέγεται με τους αρχιερείς κατηγορώντας τους ότι κατέστησαν «τον οίκο» του «σπήλαιο ληστών». Η απάντηση είναι απλή. Ο προδότης Ιούδας «παίζει το ρόλο» του Μελάνθιου, γιου του Δολίου, στην Οδύσσεια. Μετά την επιστροφή του στην Ιθάκη, ελάχιστοι ήταν εκείνοι που αναγνώρισαν τον Οδυσσέα, που εμφανίζεται σαν ζητιάνος. Ο Μελάνθιος είναι εκείνος που σχεδόν αναγνωρίζει τον Οδυσσέα και επιχειρεί να εφοδιάσει με όπλα τους μνηστήρες.

Οι μαθητές του Ιησού είναι ψαράδες –σε μια κατάξερη Παλαιστίνη– επειδή και ο Οδυσσέας με τους συντρόφους του είναι ναυτικοί. Ο Ιησούς είναι ξυλουργός επειδή και ο Οδυσσέας, όπως αναφέρει ο Όμηρος, είναι και ξυλουργός. Οι ομοιότητες είναι ατέλειωτες. Ο Πέτρος μοιάζει στον Ευρύλοχο όχι μόνον επειδή και οι δύο ομιλούν εξ ονόματος όλων των υπόλοιπων μαθητών–συντρόφων, αλλά επειδή και οι δύο κατηγορήθηκαν από τους ηγέτες τους ότι είχαν καταληφθεί από κακούς δαίμονες, αλλά και διότι και οι δύο προτίμησαν, αντί να υποφέρουν, να σπάσουν τους όρκους τους προς τον ήρωά τους.

Η Ευρύκλεια, η τροφός του Τηλέμαχου, είναι από τους λίγους ανθρώπους που αναγνωρίζει τον Οδυσσέα. Η Ευρυνόμη, υπηρέτρια στο παλάτι, λούζει τον Οδυσσέα, τον μυρώνει και του φορά καθαρά ρούχα. Ο Μάρκος παίζει με τα ονόματα των δύο γυναικών, όταν αναφέρει το περιστατικό όπου μια, μη επονομαζόμενη, γυναίκα σπάει ένα πανάκριβο δοχείο με μύρο και χρίει τον Ιησού. Και ενώ οι μαθητές του αγανακτούν, ο Ιησούς λέει να την αφήσουν ήσυχη διότι «όπου και αν κηρυχθεί αυτό το ευαγγέλιο σε όλο τον κόσμο» [να κηρυχθεί, δηλαδή, ο νόμος –ευρύτατα– σε όλο τον κόσμο (Ευρυνόμη)], «εκείνο που αυτή έκανε, θα αναφερθεί σε ανάμνησή της», θα δοξαστεί δηλαδή παντού (Ευρύκλεια).

Ο ΜακΝτόναλντ βρίσκει έντεκα ομοιότητες ανάμεσα στην σταύρωση του Ιησού και στον θάνατο του Έκτωρα, όλες με την ίδια σειρά, και έντεκα ακόμα ομοιότητες ανάμεσα στην διήγηση του Μάρκου για την ταφή του Ιησού και στην διήγηση του Ομήρου για την ταφή του Έκτωρα, όλες με την ίδια σειρά. Όσο για την ανάσταση, τίποτα το εξαιρετικό. Οι ήρωες του Ομήρου πηγαινοέρχονται διαρκώς στον Άδη. Το μόνο που προσθέτει ο Μάρκος είναι η εκ νεκρών ανάσταση…

Και ούτω καθεξής.

Ο Μάρκος, σύμφωνα με τον ΜακΝτόναλντ, δεν ήταν ένας απλός λογοκλόπος αλλά ούτε και κρυφοπιθήκισε τα έπη. Μιμήθηκε το Ομηρικό Έπος για να παράσχει στο νεαρό τότε χριστιανικό κίνημα μια καθοριστική αφήγηση. Και, επιπλέον, δεν ήταν ο μοναδικός χριστιανός που μιμήθηκε τον Όμηρο. 

Στο τελευταίο κεφάλαιο του Κατά Λουκάν, για παράδειγμα, ο συγγραφέας μιμείται την τελευταία ραψωδία της Οδύσσειας (την αναγνώριση του Οδυσσέα από τον Λαέρτη), ενώ και οι Πράξεις των Αποστόλων συχνά μιμούνται και την Ιλιάδα και την Οδύσσεια.

Ο Ντέννις ΜακΝτόναλντ στο σημαντικότατο αυτό έργο του δεν είναι ιδιαίτερα σαφής όσον αφορά την ιστορικότητα του Ιησού, και όπως αναφέρει στην τελευταία παράγραφο του «Επιλόγου στην Ελληνική Έκδοση», «Δυστυχώς, πολλοί σύγχρονοι χριστιανοί […] δεν αναγνωρίζουν πλέον το Κατά Μάρκον και τα άλλα ευαγγέλια ως θρησκευτικές αντιφανταστικές ιστορίες, αλλά τα αντιμετωπίζουν ως ιστορικές καταγραφές και τους αποδίδουν αναμφισβήτητη αυθεντία».

Σοφόν το ασαφές, αλλά θα πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι ο ΜακΝτόναλντ επιτέλεσε το έργο του – και με το παραπάνω!

 

S. Shalom, M. Albert, P. Street , D. Corn, C. Horrie

Θεωρίες Συνωμοσίας ή Θεσμικές Θεωρίες: 

Μετά την 11η Σεπτεμβρίου


Εκδόσεις Futura

Αθήνα 2004

Μετάφραση: Ελεάννα Πανάγου

[102 σελ., 8 ευρώ]


Αξίωμα Ι: Σε έναν διάφανο κόσμο όλα είναι διάφανα.

Αξίωμα ΙΙ: Σε έναν διάφανο κόσμο αδιαφανείς ή ημιδιαφανείς θεωρίες ανήκουν στο –διάφανο– σκουπιδοτενεκέ της ιστορίας.

Αξίωμα ΙΙΙ: Σε έναν αδιάφανο κόσμο υπάρχουν κάποιοι που ενώ στέκονται μπροστά σε έναν διπλό καθρέφτη βλέπουν –ή παριστάνουν ότι βλέπουν– τον κόσμο από την άλλη πλευρά του καθρέφτη ενώ, ουσιαστικά, δεν βλέπουν παρά μόνον το παραμορφωμένο είδωλό τους.

Οι Stephen R. Shalom και Michael Albert στο πρώτο, από τα συνολικά πέντε, κείμενο αυτού του βιβλίου που αποτελεί και τον τίτλο του, καταπιάνονται στην αρχή με τον κοινό αλλά και έναν ευρύτερο ορισμό της συνωμοσίας. Και ναι μεν ο πρώτος υπάρχει σε όλα τα λεξικά όλων των γλωσσών του πλανήτη («δύο ή περισσότεροι άνθρωποι που σχεδιάζουν μυστικά μια εγκληματική πράξη»), ο δεύτερος –«ο ευρύτερος»– ορισμός αποτελεί μία συνειδητή και αδιανόητη κατασκευή των καλών αναλυτών μας, που θεωρούν ως συνωμοσίες –με τον ευρύτερο «ορισμό» της έννοιας– κάθε συνεδρίαση των στελεχών της Τζένεραλ Μότορς όπου αποφασίζεται τι είδους Σεβρολέτ θα παράγουν τον επόμενο χρόνο (τι το εγκληματικό υπάρχει εδώ;) ή κάθε σύσκεψη πανεπιστημιακού τμήματος που συνεδριάζει κεκλεισμένων των θυρών και αποφασίζει για ζητήματα που αφορούν το προσωπικό (το έγκλημα, πού είναι το έγκλημα;). 

Και μ’ αυτόν τον απλό τρόπο, οι καλοί και αριστερούληδες αναλυτές μας καταλήγουν στο βαρύγδουπο συμπέρασμα ότι έτσι «η συνωμοσία θα ήταν πανταχού παρούσα, και επομένως ανούσια». Κάπου εδώ θα μπορούσαν να τελειώσουν το κείμενό τους και να ξεκουραστούν μετά από αυτόν τον διανοητικό οργασμό. Επιμένουν όμως. Στην αμέσως επόμενη σελίδα παραδέχονται ότι «οι συνωμοσίες όντως συμβαίνουν». Άρα ακόμα και αν δεν είναι πανταχού παρούσα, η συνωμοσία δεν είναι καθόλου ανούσια.

Και μία μερικώς παρούσα και μη ανούσια συνωμοσία δεν είναι τίποτε αν δεν υπάρχει ο κατάλληλος συνωμοσιολόγος για να την αποκαλύψει. Και ο συνωμοσιολόγος είναι ένα άτομο που ασχολείται αποκλειστικά και μόνον με πρόσωπα – πάντα σύμφωνα με τους καλούς μας αναλυτές. «Εφόσον τα πρόσωπα έχουν τόση σημασία στις θεωρίες συνωμοσίας, το ενδιαφέρον επικεντρώνεται κυρίως σ’ εκείνο που κάποιος είπε σε κάποιον άλλο, στο αν μια τηλεφωνική συνομιλία εμπλέκει τον τάδε και τον δείνα, στην αξιοπιστία του ενός ή του άλλου μάρτυρα, και στο ποιος ήξερε τι και πότε» (σελ. 12).

Μα αν η συνωμοσία είναι μία εγκληματική πράξη, και αν δεχθούμε με τους αναλυτές μας ότι σ’ αυτόν τον αδιάφανο ντουνιά υπάρχουν συνωμοσίες, αυτό για το οποίο κατηγορούν τους συνωμοσιολόγους δεν είναι ακριβώς ο τρόπος για την αποκάλυψη του εγκλήματος και την τιμωρία των δραστών του;

Ίσως όμως προτρέχουμε. Οι αναλυτές μας, αφού «κονιορτοποίησαν» τις θεωρίες συνωμοσίας και τους φορείς τους, ίσως έχουν κάποια βέλη κρυμμένα στη φαρέτρα των «θεσμικών θεωριών».

«Η ουσία», μας λένε, «μιας θεσμικής ερμηνείας είναι να προχωρήσει πέρα από τους άμεσους προσωπικούς παράγοντες στις θεμελιώδεις θεσμικές συντεταγμένες. Ο στόχος είναι να μάθουμε κάτι για την κοινωνία ή την ιστορία, σε αντιδιαστολή με το να μάθουμε για συγκεκριμένους, ένοχους δράστες. Αν οι συγκεκριμένοι άνθρωποι δεν βρίσκονταν εκεί για να τα πράξουν, κατά πάσα πιθανότητα κάποιος άλλος θα βρισκόταν» (σελ. 13). [Ναι! Ναι! Το είχε πει και ο Μπλαιζ Πασκάλ: «Αν η μύτη της Κλεοπάτρας είχε διαφορετικό μήκος η ιστορία του κόσμου θα ήταν τελείως διαφορετική. Όμως η μύτη της Κλεοπάτρας είχε πάντα το σωστό μήκος».]

«Κατά πάσα πιθανότητα» δεν θα μαθαίναμε «κάτι» περισσότερο για την κοινωνία ή την ιστορία αν γνωρίζαμε «κάτι» για τους συγκεκριμένους ένοχους δράστες; Λέω, δηλαδή… Διότι αν «κατά πάσα πιθανότητα» η 11 Σεπτεμβρίου θα συνέβαινε ούτως ή άλλως, όπως και συνέβη, τι είναι αυτό το «κάτι» που θα μάθουμε αν δεν γνωρίζουμε τους δράστες; Θα μαθαίναμε άραγε τα ίδια πράγματα αν οι δράστες ήταν Τσετσένοι αυτονομιστές, Κογκολέζες φεμινίστριες ή Αυστραλοί γουίντσέρφερς;

Προφανώς για τους θεσμικούς επενδυτές μας –sorry! αναλυτές– όλα είναι ξεκάθαρα: η επίσημη εκδοχή του FBI και των όποιων άλλων υπηρεσιών τους έπεισε απόλυτα από τις πρώτες κιόλας ώρες μετά τα χτυπήματα, και έκτοτε «πάνε γι’ άλλα θεσμικά, εδώδιμα και αποικιακά.»

Αργά, βασανιστικά και εις μάτην θα διαβάσει κάποιος τις υπόλοιπες σελίδες των αναλυτών μας. Ούτε ένα ψήγμα μιας θεσμικής ερμηνείας των γεγονότων της 11ης Σεπτεμβρίου. Nada! Niente! Τίποτα! Οι αναλυτές μας, ως άλλοι Δον Κιχώτες, επιλέγουν προσεκτικά τους ανεμόμυλους της σεναριολογίας περί την 11η Σεπτεμβρίου και ξιφουλκούν ακούραστα εναντίον τους.

Κατά τα άλλα πρόκειται για ένα υποδειγματικό κείμενο: δείχνει τον τρόπο με τον οποίο δεν γράφεται μία αντισυνωμοσιολογική καταγγελία.

Τα υπόλοιπα κείμενα που συμπεριλαμβάνονται στο βιβλίο, παρότι δεν είναι τόσο φιλόδοξα όσο το πρώτο κινούνται σε παρόμοιο μήκος κύματος. 

Το σημαντικότερο, πιο δομημένο και πιο πολιτικό εξ αυτών είναι το κείμενο του Paul Street, «Παρερμηνεύοντας την εξουσία. Ανασκευάζοντας και εξηγώντας τη δημοτικότητα του φαινομένου».

Τέλος, μία έσχατη παρατήρηση. Όλοι οι συγγραφείς των κειμένων που περιλαμβάνονται στο βιβλίο είναι αριστεροί ή αριστερίζοντες. Αυτό που τους ενοχλεί ιδιαίτερα είναι το γεγονός ότι στον «αριστερό» χώρο του πολιτικού φάσματος, «η συνωμοσιολογία είναι περισσότερο διαδεδομένη απ’ ό,τι θα ήθελαν να παραδεχτούν ορισμένοι ριζοσπάστες. Η άκρα δεξιά, γίνεται όλο και πιο σαφές, δεν έχει το μονοπώλιο στην παρανοϊκή και παλαβή ερμηνεία των ιστορικών γεγονότων, τόσο του παρελθόντος όσο και του παρόντος» (P. Street, σελ. 50). Παρόλα αυτά δεν καταπιάνονται με την ανασκευή καμίας αριστερίζουσας συνωμοσιολογικής θεωρίας –και υπάρχουν αρκετοί που ασχολούνται με το θέμα– αλλά με τις θεωρίες συνωμοσίας της άκρας δεξιάς.

Και αλήθεια ποια θα ήταν «η λογική και ισορροπημένη» ερμηνεία των γεγονότων της 11ης Σεπτεμβρίου; Κάτι ανάμεσα στο «αν είναι να ’ρθει θε να ρθεί και κατά πάσα πιθανότητα δεν θα προσπεράσει» και στο «η υπέρμετρη ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων στο Παγκόσμιο Κέντρο Εμπορίου και η υστέρηση των παραγωγικών σχέσεων είχε ως αποτέλεσμα να εκδηλωθεί το φυσικό φαινόμενο της πρόσκρουσης κάποιων αεροπλάνων και της κατάρρευσης των κτηρίων του»;

 

Πρώτη Σελίδα                                                            Χρήστης Βιβλίων

[Η διεύθυνση αυτής της ιστοσελίδας είναι: http://www.oocities.org/xmorfos/nexus/booksnexus07.htm]