ΦΥΓΗ
Και να 'μαι τώρα κρεμασμένος στο μπαλκόνι των ονείρων μου. Μόνος. Πιο κοντά στα πολλά μου και πολύ πιο μακριά από τα λίγα μου. Δεν επιστρέφω στα μεγάλα και δεν μου επιστρέφονται οι αλήθειες μου.
Βιβλικά Βολικός Βαδίζω Βίαια Βήματα στα πέντε βήτα της αλφαβήτας μου. Και μπερδεύω το γέρνω με το γερνώ αεί εκκολαπτόμενος. Παίρνω απόφαση να μαθητεύσω στη φιλοσοφική σχολή του παντογέλωτα για να συλλέξω τρόπους, συμπεριφορές, διάθεση κι επιθυμίες. Καίω τα λάβαρα μιας υπερφίαλης ανάδυσης των εσωτερικών μου αναθυμιάσεων και ξορκίζω κάθε εσώτερη ιερή αγανάκτηση.
Συνειδητά κωφεύω στα ηχηρά ραπίσματα της λογικής σου. Χαμογελώ με συγκατάβαση στον απέραντο διάφανό σου χαιρετισμό. Τραγουδώ τα εντάξει μου βάζοντας νότες από αέρινα πεντάγραμμα που ανακάλυψα στο πουθενά μου. Εξελίσσομαι, μου λέει το τέρας που το είδος σου αποκαλεί λογική, μα, στην ουσία αφομοιώνομαι από το ίδιο. Εντάξει, κατεβαίνω από το μπαλκόνι μου κι αρχίζω να χορεύω μαζί σου. Στριφογυρίζουμε σαν δυο μικροί τρελοί κάτω από μια γυάλινη, ταραγμένη βροχή μυστικών. Η χροιά των αισθήσεων δεν έχει χαρακτήρα, δεν διέπεται από νόμους. Ατίθασο άλογο βουτηγμένο στο βάραθρο των χρωμάτων κι εσύ να παλεύεις να ξεχωρίσεις τα γήινα.
Μπολιάζομαι γέρο σοφέ μου, αλλάζω ιστούς, αναδεύω τα λιμνασμένα νερά πριν προσπαθήσω να τα μεταγγίσω σε πιο ταραγμένο πηγάδι. Φευγαλέες στιγμές οι παλιές μου επαναλήψεις. Και πριν και τώρα και ύστερα, εγώ, κανένας άλλος.
Και τώρα παίρνω το υλικό και λέω να αρχίσω το χτίσιμο. Τίποτα πια δεν θα είναι ίδιο. Θα σηκώσω και μια όμορφη μάντρα με επικλινές στέγαστρο για να φεύγουνε τα νερά στη μεριά του δρόμου. Κι όταν τελειώσω, θα κάθομαι να αγναντεύω τις πλημμύρες σου. Κάθε που θα ανοίγουν οι ουρανοί σου, να, μα το Θεό, θα μαζεύω τα βρόχινά σου με το ποτήρι μου, σαν αγιασμό και θα πίνω μια γουλιά κάθε πρωί-νηστικός-πριν από τον καφέ μου. Σταγόνα δεν θα με αγγίζει στο σώμα. Κλείνω τις πόρτες μου στο κοφτερό σου χάδι και ανοίγομαι στα στεγανά μου πελάγη.
Πάλι γλυκά θα σου χαμογελάω και ξανά θα σου αγγίζω τρυφερά το μέτωπο με τις χαρακιές. Θα σε ακούω να μου ψιθυρίζεις και πάλι τα σπασμένα λόγια σου και ίδια θα σε κοιτάζω μέσα στα μάτια. Αλλά δεν θα μπορέσεις ξανά να με κάνεις να κατέβω στα υπόγεια κελάρια μου για να γεμίσω τις κενές σου μποτίλιες με το κρασί της ευαισθησίας μου. Κάπου το είδα να γράφεται:
"φυγή προς τα μέσα". Κάποιοι το είπαν "φυγή στην ανατολή". Όπως και να την πει κανείς τη φυγή το όνομά της αρχή θα σημαίνει...
19 Ιανουαρίου 2000
ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΤΙΣ ΔΡΟΣΟΣΤΑΛΙΔΕΣ