Σελίδα
2
Εκλογές με...
γκράδες και γίδα βραστή
Θυμάμαι καλά τις
Δημοτικές εκλογές του 1908 διότι ο πατέρας μου ήταν
υποψήφιος Σύμβουλος στο συνδυασμό Kαρακίτσoυ.
Πολιτικοί αντίπαλοι ήσαν ο Δήμαρχος από εκλογές
του 1904 Βασ. Παπακωνσταντίνου και ο Νικ.
Καρακίτσος. Ήσαν και οι δύο γιατροί, μεγάλοι
νοικοκυραίοι και καθ' όλα κύριοι και κατ' εξοχήν
αξιοπρεπείς.
Την ημέρα της εκλογής έβραζε απ' έξω από τα
σπίτια τους γίδα τoυ καλού καιρού, μέσα σε
κακάβια, υπήρχε βαρέλι με κρασί και τραπέζι. Οι
ψηφοφόροι έτρωγαν και στα δύo κέντρα και πολλοί
ήσαν οπλισμένοι με παντός είδους όπλα, από γκρα
και δίκαννο μέχρι κουμπούρα. Έριχναν στον αέρα,
αλλά κραυγές κανένας. Την εκλογή την πήρε ο
Καρακίτσος, όπου και έμεινε Δήμαρχος μέχρι το 1919,
λόγω των Βαλκανικών πολέμων.
Βενιζέλος,
υποψήφιος Αμαλιάδας
Από πολιτική κίνηση
θυμάμαι τη δολοφονία του Ντελιγιάννη το 1905 και
την άφιξη του Βενιζέλου το 1910 και το γενικό
ξεσηκωμό που έκαμε. Μίλησε από τον εξώστη των
Καραγιανναίων στην πλατεία Αγ. Αθανασίου και
θυμάμαι τις πρώτες φράσεις του. Είπε: "Δια
πρώτην φοράν κατέρχομαι στον εκλογικόν αγώνα για
να ζητήσω την ψήφον του ελληνικού λαού". Τρόπος
ψηφοφορίας κάλπη και σφαιρίδι. Εκλογική
περιφέρεια Νομός Αχαϊοήλιδος, βουλευτές 16 (από
την Αμαλιάδα υποψήφιος κανείς). Και σε σχετικά
παράπονα επιτροπής, ο Βενιζέλος είπε:
"υποψήφιος Αμαλιάδας είμαι εγώ". Αντίπαλος
του Βενιζέλου ο εκ Καλαβρύτων Αλέξανδρος Ζαίμης,
Διοικητής Εθνικής Τραπέζης.
Πένθιμα και φαιδρά
Άλλο πολιτικό
γεγονός η δολοφονία του Βασιλέως Γεωργίου, στη
Θεσσαλονίκη το 1912. Όλοι οι μαθητές πένθος στο
μπράτσο και οι καμπάνες των εκκλησιών χτυπούσαν
πένθιμα μέχρι την ημέρα της κηδείας.
Ο φωτισμός της πόλης γινότανε με φανάρια
ειδικά, μεγάλα, τοποθετημένα σε κολώνες, σε
διάφορα μέρη. Το πρωί, ο εντεταλμένος του Δήμου,
Σκουρλής, με σκάλα και δοχείο πετρελαίου τα
καθάριζε και τα γέμιζε και το βράδυ με τη σκάλα
έπ' ώμου, τα άναβε.
Οι ξενύχτηδες, άμα δεν είχαν σπίρτα, άναβαν τα
τσιγάρα τους από τα φανάρια, τα οποία από τις δέκα
η ώρα τρεμόσβηναν και πριν από τις δώδεκα ήσαν
όλα σβηστά.
Για το Βενιζέλο λησμόνησα να γράψω και τούτο:
Είχε φωνήν οξυτάτην, τα δε μάτια του εφαίνοντο
σαν να πετούσαν σπίθες. Όταν ήρθε στην Πάτρα, τον
επεσκέφθη ο γέρο Λούτζης, ο οποίος του φίλησε το
χέρι και εντυπωσιασθείς, αμέσως είπε: "Ορέ, σαν
του αγίου μυρίζει".
Το διάταγμα της επιστρατεύσεως για τους
Βαλκανικούς πολέμους το διάβασε ο δάσκαλος
Στασινός Σπηλιόπουλος, από τον εξώστη των
Καραγιανναίων .Ο εξώστης αυτός είναι ιστορικός,
διότι από εκεί μίλησαν ο Νικ. Πλαστήρας, ο Γ
.Καφαντάρης, ο Στεφ. Στεφανόπουλος αλλά και
πολλοί άλλοι.
Ιστορική έμεινε η ταβέρνα του Αναστάση
Καλύβα, του εξαίρετου αυτού ανθρώπου ο οποίος με
τους καλούς του τρόπους και τα υπέροχα φαγητά του
συνεκέντρωνε την αριστοκρατία της πόλης. Η
ταβέρνα αυτή ήτανε στο ισόγειο του σπιτιού των
Καραγιανναίων αλλά από την πίσω πλευρά, στο στενό
δρόμο.
Σκληρός πετροπόλεμος γινότανε κάθε
καλοκαίρι που έκαναν τα παιδιά τις εξετάσεις
τους, στον τομέα της Σοχιάς, στο ύψος της μεγάλης
ελιάς του Συρίμπεη, της συνοικίας Τσακώνικα.
Αντίπαλοι ήταν η νεολαία του Καλίτσα και της
Δερβιτσελεπής. Σταμάτησε κι αυτός μετά τους
Βαλκανικούς πολέμους, αλλά ανεπτύχθη εν τω
μεταξύ και η κοινωνία της πόλης.
Ο κομήτης του
Χάλλεϋ
Η εμφάνιση του
κομήτη του Χάλλεϋ το 1910, εντυπωσίασε τον κόσμο
και οι γυναίκες έκαναν τον σταυρό τους στους
δρόμους της γειτονιάς. Την τελευταία του βραδιά
οι γλεντζέδες ξενύχτησαν με βιολιά και
νταβούλια. Η παρουσία του ήταν μια δυνατή
αστροφεγγιά στο μισό ουρανό για πολλές βραδιές
και αυτό ήταν όλο.
Ας ιδούμε πως θα είναι και με τη νέα του
εμφάνιση το χρόνο που μας έρχεται ή τον άλλον. Και
επειδή ο λόγος περί κομήτη, ας γράψω και τούτο: Το
μήκος του ήταν, όπως λένε οι αστρονόμοι, 25
εκατομμύρια χιλιόμετρα.
Ανεμόμυλος
Κουτρούλη
Το 1911 έγινε στην
Αμαλιάδα ιππική έκθεση, υπό την προστασία του
τότε διαδόχου Κωνσταντίνου ο oπoιος και ήρθε στην
πόλη. Η έκθεση έγινε στην πλατεία Ανεμόμυλου.
Η πλατεία Ανεμόμυλου πήρε το όνομά της διότι
εκεί ο Κουτρούλης είχε ανεμόμυλο. Πότε
κατεστράφη δεν ξέρω. Πάντως το 1905 δεν υπήρχε. Kάθε
πρωί όμως, όπως καλά θυμάμαι, φαινόσαντε τα
νοτισμένα από τη δροσιά θεμέλιά του.
Οι δρόμοι πούχουν σήμερα την ονομασία
Φραγκαβίλλας, Οινομάου, Μακεδονίας και
Κυνουρίας, άνοιξαν επί Δημαρχίας Βασ.
Παπακωνσταντίνου το 1907 -1908 από την οδόν Αναγνώστη
Νταλιάνη μέχρι Σοχιά.
Η οδός Καλαβρύτων , όπου το πατρικό μου σπίτι,
ήταν ανοιγμένη μέχρι την οδόν Κυνουρίας και από
εκεί και επάνω στενός καρόδρομος και εκατέρωθεν
κήποι. Τον άνοιξε και αυτόν κατά το υπόλοιπο
μέρος.
Ο κόσμος έκανε τον περίπατό του κάθε Κυριακή
απόγευμα στην οδό Καλαβρύτων.
Κουλούρες και
λουστρίνια
Και δυο λόγια για τις
γυναίκες. Οι δεσποινίδες και οι κυρίες φορούσαν
όλες καπέλα με φτερά και λουλούδια. Στα μαλλιά
τους για να στέκονται καλύτερα έβαζαν οι κυρίες
κάτι μάλλινες κουλούρες, που τις έλεγαν
μπουμπάρια.
Τότε συνηθίζονταν για τους άντρες και τα
κουμπωτά παπούτσια και για τους κομψευόμενους
νέους και νέες τα λουστρίνια. Τα οποία, πανάθεμά
τα, είχαν μεν ωραία φιγούρα, αλλά ήσαν πολύ σκληρά
και μας βασάνιζαν. Όλοι είχαμε κάνει κάλους.
Οι μαθητές, σχεδόν το σύνολο, φορούσαμε
μπότες, δέρμα βακέτα αλλά με προκαδούρα που άμα
μπαίναμε στην εκκλησιά σταμάταγε η λειτουργία
από το θόρυβο. Τότε ένας γέρος νεωκόρος μας έβαζε
όλους σε μια άκρη, αφού πρώτα μας τρέλαινε στις
καρπαζιές.
Στην Κοινωνία υπήρχε μεγάλος σεβασμός, διότι
ο καθένας έπαιρνε τη θέση του. Τη θέση του καθενός
την κανόνιζε το χρήμα. Άμα ακουγόσουνα από λεφτά
και ήσουνα καλός νοικοκύρης, η θέση σου ήταν
σεβαστή και μεγάλη.
Μεγάλος σεισμός
Τον Αύγουστο του 1909
έγινε ένας μεγάλος σεισμός, που κατέστρεψε
τελείως το γειτονικό Χάβαρι με πολλά θύματα.
Ευτυχώς, τα σπίτια της πόλης δεν έπαθαν σχεδόν
τίποτα διότι ήταν νεόδμητα.
Το ωράριο εργασίας
Για να πάνε τα
παιδιά στο σχολείο στην ώρα τους, χτυπούσε πρωί
και απόγευμα διπλοκαμπανιά η καμπάνα του Αγίου
Γεωργίου -η λεγόμενη Καρακαντού, διότι την δώρισε
ο Καρακαντάς.
Τα μαθήματα του Ελληνικού Σχολείου διαρκούσαν
έξη ώρες -τέσσερις ώρες το πρωί και δύο το
απόγευμα και συγκεκριμένα οκτώ με δώδεκα και δύο
με τέσσερις.
Ο εργάτης γης, δηλαδή αυτόν που έπαιρναν οι
χτηματίες για τις δουλειές τους, είχε στέκι του
τους δρόμους της Κεντρικής αγοράς, με συντροφιά
την αξίνα του. Έπιανε δουλειά μόλις έσκαγε ο
ήλιος και σχόλαγε με το πέσιμό του. Ο εργοδότης
του έδινε ψωμί και φαγητό, κολατσιό και μεσημέρι.
Τα πράγματα όμως άλλαξαν το 1940 οπότε ο
εργοδότης έδινε μόνο φαγητό και ο εργάτης
δούλευε οχτάωρο. Οι γυναίκες έπαιρναν μικρότερο
μεροκάματο από τους άντρες.
Το 1905 -1910 έρχονταν για το σκάψιμο των χτημάτων
και Τούρκοι από την Πρέβεζα. Εμείς τα παιδιά τους
είχαμε συνηθίσει αλλά και παρά ταύτα, μας
εντυπωσίαζαν τα κόκκινα φέσια τους. Ήσαν
άνθρωποι αγαθοί και ήσυχοι και οι κτηματίες τους
προτιμούσαν διότι έπαιρναν για μεροκάματο μια
δραχμή λιγότερο από τους δικούς μας.
80 μέρες το ταξίδι
για ΗΠΑ
Η μετανάστευση των
νέων από την Αμαλιάδα και την περιφέρειά της προς
την Αμερική, ήταν σχεδόν ολική. Ρήμαξαν όλα τα
σπίτια.
Κέντρο αναχώρησης η Πάτρα, με το ατμόπλοιο
"Πατρίς". Τιμή εισιτηρίου δρχ. 100 μαζί με τη
μίζα του πράκτορα.
Το "Πατρίς" για να φτάσει στην Αμερική,
έκανε 80 90 ημέρες -θέση τρίτη και κατάστρωμα
-φαγητό κύριο όλες τις ημέρες (πλην Κυριακής) η
μακαρονάδα.
Φασουλάδα και
αγώγια
Ο σταφιδόκοσμος της
Φραγκαβίλλας και της γύρω περιφέρειας
κουβαλούσε την ξερή σταφίδα με τα άλογα. Πλήρωνε
το κάθε φόρτωμα που ζύγιζε 80-100 οκάδες, πενήντα
λεπτά ως μία δραχμή.
Τα ελαιοτριβεία της πόλης ήσαν ιπποκίνητα. Τα
απόνερα έτρεχαν στους δρόμους. Η Αμαλιάδα είχε
τότε μικρό δίκτυο υπονόμων , που περιοριζόταν
γύρω στην κεντρική αγορά.
Η φασολάδα, που έδινε κι έπαιρνε στις
ταβέρνες είχε 20 λεπτά, οι εντράδες, αλλά γενναία
μερίδα, 35-40 λεπτά, το ψητό 60-80, ανάλογα με την
ποιότητα του κρέατος.
Όλες οι ταβέρνες είχαν κολλήσει στην πόρτα
τους μια μικρή άσπρη σημαιούλα και απάνω της ένα
κόκκινο πέντε, που σήμαινε μια πεντάρα το
κατοστάρι το κρασί, ίσον είκοσι λεπτά η οκά.
Οι Γερακαίοι και οι Ζεραίοι έφερναν κάθε
ημέρα τα ζώα τους φορτωμένα ξύλα και τα πουλούσαν
ανάλογα με την ποιότητα, από ογδόντα λεπτά έως
μια και είκοσι το φόρτωμα.
Τα παιδιά πουλούσαν τις τσίχλες (τα πουλιά)
είκοσι λεφτά τη μία. Τις σκότωναν με ντουφέκι ή
τις έπιαναν με θηλιές.
Το φθινόπωρο γέμιζαν τα χτήματα από παντός
είδους πουλιά. Ο αδερφός μου το χειμώνα σκότωνε
τα κοτσύφια μέσα από το σπίτι του κτήματος.
Ριχνόσαντε στα σκίντα του αλωνιού. Αργότερα όμως,
ούτε ένα σπουργίτι δε φαινότανε. Εννοώ μετά το 1960.
Ο πατέρας μου, το καλοκαίρι που μέναμε στο
.κτήμα, πήγαινε το άλεσμα στο νερόμυλο του
Καρδαμά (4-5 χιλιόμετρα μακριά) από το βράδυ και
γύριζε την άλλη μέρα το κοντομεσήμερο.
Αυτό το θυμάμαι
πολύ καλά...
Η γιορτή
της Καθαράς Δευτέρας γινότανε πάντα στη
Φραγκαβίλλα, αλλά από τους ανθρώπους της αγοράς,
διότι αυτοί είχαν ανάγκη για ξέσπασμα, λόγω της
κλεισούρας στα μαγαζιά τους. Οι κτηματίες
δύσκολα έπαιρναν μέρος , διότι έτσι κι αλλιώς
ζούσαν στο ύπαιθρο.
Τη γιορτή αυτή τη
μετέφερα εγώ στον Καρδαμά, όταν ήμουν δήμαρχος
της πόλης από τις εκλογές του 1954. Τώρα γίνεται
στην Κουρούτα.
Ο κόσμος τότε πίστευε πολύ στη θρησκεία και
πήγαινε ταχτικά στην εκκλησία. Νήστευε και στη
μια και στην άλλη Σαρακοστή και λάδι δεν έτρωγε
την Τετάρτη και Παρασκευή. Αυτό το θυμάμαι πολύ
καλά, διότι την πλήρωνα κι εγώ με νηστεία.
Η Σοχιά
Η Σοχιά έτρεχε νερό
μέχρι τον Ιούλιο και εκεί πολλές γυναίκες
έπλεναν τα χοντρά ρούχα. Αρκετές φορές οι
δάσκαλοι μας οδηγούσαν εκεί για να πλύνουμε τα
πόδια μας, δεδομένου ότι όλα τα παιδιά παίζαμε
στο δρόμο ξυπόλητα.
|