Οι θρησκείες επιτρέπουν την παρεξήγησή τους, την αμφισβήτησή τους, μας οδηγούν
σε αναρίθμητες απορίες και να διανοηθούμε για υποθετικά και ανούσια
ζητήματα, χωρίς να φθάνουμε ποτέ στο σκοπό μας. Στην πορεία του χρόνου και
μέχρι σήμερα, πολλοί επιχείρησαν να αναλύσουν, να υποστηρίξουν, να αντλήσουν
συμπεράσματα και να δώσουν κάποιες εξηγήσεις για να προσδώσουν περισσότερη
αξιοπιστία στο δόγμα που αποδέχτηκαν και σαν ανταπάντηση στις αμφισβητήσεις. Σε
αυτή την προσπάθεια υπάρχει ο κίνδυνος της παρερμηνείας και της διαφωνίας, αλλά
σε πολλές περιπτώσεις η προσπάθεια είναι επιτυχημένη και με αξιέπαινη λογική.
Πάντως, όταν η πίστη μας βασίζεται σε απόψεις αβάσιμες, αμφίβολες, ανακριβείς
και ψεύτικες, τότε κινδυνεύουμε να τη χάσουμε, αν ανακαλύψουμε πως
ανατρέπεται αυτός ο φαντασιόπληκτος τρόπος υποστήριξης. Αλλά, ο κίνδυνος να
χάσουμε την πίστη μας υπάρχει για τον ίδιο λόγο, που οι θρησκείες τη δημιουργούν
με την κατάχρηση του λόγου και με την έμμεση παραπλάνηση της ανθρώπινης
διάνοιας.
Μήπως έχεις την εντύπωση, ότι με την πίστη στη θρησκεία σου, με τη λατρεία στο θεό της θρησκείας σου και με τις καλές πράξεις σου εξασφαλίζεις καλύτερο μέλλον στην επίγεια ζωή σου και ευνοϊκότερη τύχη ? Δυστυχώς, η
καθημερινή εμπειρία επιβεβαιώνει ότι αυτό δεν συμβαίνει ! Δυστυχώς, διότι θα γνωρίζαμε τον πιο βέβαιο τρόπο για να περάσουμε πιο όμορφα τη ζωή μας. Να είσαι έτοιμος να σε βρει χειρότερη τύχη από αυτή ενός κακούργου ! |
Δεν πρέπει να συγχέουμε την πίστη στο Θεό με την πίστη στην ύπαρξή του. Η πρώτη
είναι ένας τρόπος ζωής καθορισμένης από τη γνώση και τη διαρκή βεβαιότητα για
την ύπαρξή του και σε συμφωνία με τη θρησκευτική διδασκαλία. Σε μερικές
περιπτώσεις που κάποιος απορρίπτει την ύπαρξη του Θεού, ασυναίσθητα του
απλώνει το χέρι. Αυτό μπορεί να συμβαίνει, όταν αναγνωρίζουμε πραγματικά τη
δική μας μικρότητα, με την αποκόλλησή μας από όσα μικροπράγματα και προσωρινές
καταστάσεις μας απομακρύνουν και με την απαλλαγή από τον εγωκεντρισμό.
Αντιθέτως, μπορούμε να πιστεύουμε ότι υπάρχει ο Θεός –είναι το πιο συνηθισμένο-
χωρίς αυτό να επηρεάζει σε τίποτε τη ζωή μας, χωρίς να το θυμόμαστε και ενώ
συμπεριφερόμαστε τελείως αντίθετα.
Οι θρησκείες επιχειρούν κατά κάποιον τρόπο φιλοσοφικό να δώσουν προσωρινές
απαντήσεις στις μεγάλες απορίες του ανθρώπου για το νόημα της Ζωής και του
Σύμπαντος και να ρυθμίσουν την ανθρώπινη συμπεριφορά κατά τρόπο που εξυπηρετεί
την ειρηνική συμβίωση και την εσωτερική ασφάλεια.
Η θρησκεία είναι το υποκατάστατο του σχετικού τέλους των Επιστημών και της
Φιλοσοφίας. Δηλαδή η βεβιασμένη, χωρίς γνώση και αβάσιμη λύση των γενικότερων
κοσμολογικών προβλημάτων και ασυνεπώς των ηθικολογικών, τα οποία σχετίζονται
άμεσα με τα πρώτα. Πραγματοποιεί άμεσα -θα λέγαμε και παράλογα- τη λογική
επιθυμία πολλών ανθρώπων να ζήσουν προσανατολισμένοι, ν’ αξιοποιήσουν την ύπαρξή
τους και να την προστατέψουν, ασχέτως αν τελικά αυτό δε γίνεται στην
πραγματικότητα ή όπως και όσο θα έπρεπε.
Το πλεονέκτημα των θρησκειών, που τις κάνει να βρίσκουν μεγάλη απήχηση σε
αντίθεση με τη Φιλοσοφία είναι η απλοϊκότητα τους. Είναι η Φιλοσοφία για
επιπόλαιους και για όσους δεν θέλουν να σπαζοκεφαλιάσουν. Υπάρχει και το
συναισθηματικό δέσιμο με τις εμπειρίες από τις διάφορες θρησκευτικές και
εορταστικές εκδηλώσεις. Η ισχυρή επιθυμία για την καλύτερη αξιοποίηση της ζωής
από τη μια και από τη άλλη, η μυθιστορηματική τους μορφή δημιουργεί την ισχυρή
θρησκευτική πίστη, που παρασύρει και «τυφλώνει» τη διάνοια. Όμως, η αβάσιμη και
ανεπαρκής διαμόρφωση των κοσμολογικών και ηθικολογικών θέσεών της, με κατάχρηση
του λόγου και με μεροληπτικές εμπειρίες, ήταν λογικό να μην επιτρέψει την ύπαρξη
μιας σταθερής και κοινής για όλους θρησκείας. Ενώ αντιθέτως να επηρεάσουν τη
διδασκαλία της για σκοπούς άσχετους προς την ουσία της και ως μέσο
εκμετάλλευσης.
Η ύπαρξη των θρησκειών δεν είναι παράλογη ούτε σημάδι πνευματικής ασθένειας.
Είναι λογικό και φυσικό να επιζητάμε έναν επαρκή σκοπό για τον προορισμό μας και
τις πλησιέστερες απαντήσεις στα μεγάλα ερωτήματα, με τις δυνατότητες που
διαθέτουμε. Είναι λογικό και φυσικό να αναζητάμε τις αιτίες που διαταράζουν την
ειρηνική συνύπαρξη των ανθρώπων και που προκαλούν τις πιο άτυχες στιγμές της
ζωής. Θα ήταν παράλογο και αφύσικο εάν περιμέναμε την εξέλιξη των Επιστημών και
τις επιβεβαιωμένες και ολοκληρωμένες απαντήσεις στις μεγάλες φιλοσοφικές απορίες
για να αποφανθούμε εάν υπάρχει ο Θεός, σε ποιον ακριβώς Θεό πρέπει να πιστεύουμε
και πως θα επιτύχουμε τους καλύτερους τρόπους συμπεριφοράς. Αυτό που δεν είναι
λογικό και αντιθέτως γίνεται πολύ προκλητικό είναι η ισχυρογνωμοσύνη και η
μισαλλοδοξία. Η διαστρέβλωση της Ιστορίας, η απόκρυψη των αδύνατων σημείων της
θρησκείας, η επίμονη αναφορά σε αρχαίες μαρτυρίες, η τυφλή αποδοχή των πιο
αμφισβητήσιμων σημείων (όπως για «υπερφυσικές» ιδιότητες), η εκμετάλλευση της
υπαρξιακής ανασφάλειας, η συχνή αναφορά στη θέληση του Θεού, η προσπάθεια να
αντληθεί αξιοπιστία με την επίκληση του θεανθρώπου προκαλούν τη δικαιολογημένη
αντίδραση.
Μπορούμε να αμφισβητήσουμε στη θρησκεία πολλές περιγραφές και γεγονότα, τα οποία
θεωρούνται ιστορικά. Να διαφωνήσουμε με πολλές βασικές απόψεις της διδασκαλίας
τους. Σε πολλές περιπτώσεις να διαπιστώσουμε τον παραλογισμό τους, τα αδιέξοδά
τους, τα μεγάλα κενά γνώσης και τις υπερβολές τους. Ωστόσο, θα είμαστε
μονόπλευροι και άδικοι, αν δεν αναγνωρίσουμε και μία θετική συνεισφορά τους.
Αυτή προέρχεται από το φιλοσοφικό τους προσανατολισμό και από τον προβληματισμό,
που δημιουργούν γύρω από τον προορισμό και το νόημα της ζωής. «Αν πάρουμε τις
θρησκευτικές διδασκαλίες σαν μορφές της μυθολογικής φιλοσοφίας, σαν απόπειρες
του εσωτερικού προσανατολισμού της ζωής και σαν αντίδραση στον εξωτερικό και
αισθησιοκρατικό τρόπο θεώρησης των πραγμάτων, τότε θα αξίζουν περισσότερο την
προσοχή μας και θα βρούμε έναν επαρκή λόγο για την προδρομική ύπαρξή τους».
σ. 231
Αφαιρέστε τον εσωτερικό προσανατολισμό τους και τον προβληματισμό για τον
προορισμό της ζωής και η θρησκεία θα χάσει το δικό της νόημα. Θα απομείνει μία
παράδοση για συμβολικές εορταστικές εκδηλώσεις, μία λογοτεχνική ιστοριούλα με
διδάγματα για τα παιδιά. Γι’ αυτό, η θρησκεία και η Ηθική δεν κινδυνεύουν να
ανατραπούν από μία άθεη θεώρηση του κόσμου. Δεν μειώνονται τόσο πολύ από την
αμφισβήτηση της ύπαρξης του Θεού, η οποία μπορεί να γίνεται από προκατάληψη ή
από μονόπλευρη γνώση των πραγμάτων. Ο κοινός «αντίπαλός» τους είναι η εμπειρική
γνώση, που περιορίζεται στις έμμεσες και εξωτερικές σχέσεις των πραγμάτων, στις
εξωτερικές τους δυνατότητες και η μεροληπτική εγωκεντρική δράση, την οποία αυτή
η εμπειρία τροφοδοτεί (μέσω των αισθήσεων).
Με αυτή τη μεροληπτική εμπειρία αναδεικνύονται και δημιουργούνται οι εξωτερικές
δυνατότητες. Επάνω της βασίζονται οι αντίθετες απόψεις προς την εσωτερική
αναζήτηση και προς τον εσωτερικό προορισμό της Ζωής. Έτσι, η διανοητική – άμεση
σχέση της ζωής με τον εαυτό της και η σημασία για την πορεία της συσκοτίζονται.
«Οι βασικές διαπιστώσεις για την αξιοποίηση της ζωής είναι έτσι απλές, που δε
χρειάζεται να μεταχειριστούμε το όνομα «Θεός» για να τις υποστηρίξουμε, όπως και
για να υποστηρίξουμε την ύπαρξή του. σ. 427
Η ηθική έχει νόημα και βάση
στις απλούστερες γενικές αλήθειες.
(ΑΘΡΗΣΚΟΣ ΝΑΙ ΑΘΕΟΣ ΟΧΙ!)